Χαφτάρ: Ο στρατηγός προβάρει προεδρικό κοστούμι
18/11/2021Ο στρατηγός Χαλίφα Χαφτάρ που φιλοδοξεί να εκλεγεί πρόεδρος της Λιβύης για την «οδηγήσει προς τη δόξα, την πρόοδο και την ευημερία» όπως ανακοίνωσε χαρακτηριστικά, αποτελεί εδώ και σχεδόν μισό αιώνα, αναπόσπαστο μέρος των επιρροών που διαμόρφωσαν τη σύγχρονη ιστορία της χώρας, που δεσπόζει στο κέντρο της βορειοαφρικανικής ακτής. Σε αυτό το διάστημα μετακινείται από το κέντρο στο περιθώριο και αντίστροφα, ανάλογα με τις ιστορικές καμπές και τα γυρίσματα της τύχης, τα οποία έχουν συσσωρευτεί στα 78 του χρόνια.
Η παρουσία του στην ιστορία της Λιβύης άφησε σημάδια και τροφοδότησε τη δημιουργία αστικών μύθων και θεωριών συνωμοσίας, ενώ η πραγματικότητα χάνεται στα δαιδαλώδη μονοπάτια της ίντριγκας και σε εξελιγμένες τεχνικές στη διπλωματική σκακιέρα. Παρ’ όλα αυτά, ευρέως γνωστός έγινε τα τελευταία χρόνια: κατά τη διάρκεια της κρίσης και της αιματηρής βεντέτας, που μαστίζει την πατρίδα του μετά την ανατροπή του καθεστώτος Καντάφι.
Ήταν μία από τις κυρίαρχες φιγούρες του εμφυλίου πολέμου, όπου με την οργάνωση του Λιβυκός Εθνικός Στρατός προέλασε από την Βεγγάζη (στα βορειοανατολικά της Λιβύης) προς τα δυτικά, πολιορκώντας την πρωτεύουσα Τρίπολη και την κυβέρνηση του άσπονδου εχθρού του Φαγέντ αλ Σαράτζ. Χάρη στην έμπρακτη τουρκική υποστήριξη η κυβέρνηση της Τρίπολης κατάφερε να αντέξει, με τον στρατηγό Χαφτάρ να διεκδικεί τώρα να “αλώσει” την λιβυκή πρωτεύουσα όχι με την στολή του στρατάρχη, αλλά με το κοστούμι του πολιτικού.
“Γνώριζε το μέλλον του”
Ο Χαφτάρ, γεννημένος το Νοέμβρη του 1943, πέρασε τα παιδικά του χρόνια στην πόλη Αζνταμπίγια. Είναι μέλος της φυλής al-Farjani, η οποία στα σπλάχνα της φιλοξένησε ογκώδεις πληθυσμούς, προερχόμενους κυρίως εξ Ανατολών και ειδικά από την Σύρτη, γενέτειρα και του Καντάφι. Το μέλλον του προκαθορίζεται σχετικά νωρίς, αφού η ένταξή του στον στρατό παρουσιάζεται ως μονόδρομος από την οικογένειά του.
Η ύψιστη τιμή θα ήταν για εκείνον να βρεθεί στην ομάδα προστασίας του τότε βασιλιά Ιντρις. Η ειρωνεία της τύχης, όμως, έμελλε να τον φέρει στο αντίπαλο στρατόπεδο: αυτό του ανθρώπου που ανέτρεψε τον βασιλιά, του συνταγματάρχη Καντάφι. Ως στρατιωτικός υιοθετεί απόλυτα τον αντιαμερικανισμό που χαρακτήριζε το καθεστώς εκείνα τα χρόνια. Πολλά χρόνια αργότερα βρέθηκε να ζει στις ΗΠΑ, όπου έλαβε την αμερικανική υπηκοότητα. Έκτοτε, η χώρα του και ο ίδιος βίωσε ραγδαίους μετασχηματισμούς.
Αυτό, όμως, καθυστερεί ακόμα. Ας επιστρέψουμε στην φυσική ροή της ιστορίας του. Άτομα του περιβάλλοντός του, οι ελάχιστοι που έχουν αίσθηση του νήματος του τότε και του τώρα, ισχυρίζονται ότι ανέκαθεν γνώριζε το μέλλον του. Πράγματι, στις πιο αποκαλυπτικές συζητήσεις συνηθίζει να περιγράφει ότι φανταζόταν τον εαυτό του μεγάλο στρατηγό «σαν και αυτούς για τους οποίους διάβαζε από τα μικράτα του πριν ακόμα παρατηρήσει το πρώτο του χνούδι πάνω από τα χείλη».
Η φιλία με τον Καντάφι
Παρακολούθησε το σχολείο al-Huda και στη συνέχεια μετακόμισε στην πόλη Ντάρνα, μακριά από την οικογένειά και από ό,τι του ήταν οικείο, για να λάβει τη δευτεροβάθμια εκπαίδευση του στην επίλεκτη στρατιωτική σχολή της Βεγγάζης από το 1961 μέχρι το 1964. Λίγα χρόνια αργότερα απέκτησε έναν πολύτιμο φίλο. Ήταν μία γνωριμία-ορόσημο, όπως παραδέχεται και ο ίδιος. Γνωρίζεται και γίνεται φίλος με τον επίσης νεαρό Μοαμ΄ρα Καντάφι, ο οποίος, ένα χρόνο μετά τη γνωριμία τους, αναλαμβάνει με πραξικόπημα το πηδάλιο της Λιβύης.
Ο συνταγματάρχης που κυβέρνησε την Λιβύη με σιδηρά πυγμή επί 43 χρόνια σε μία συνέντευξή του είχε χαρακτηρίσει τον Χαφτάρ γιό του, λέγοντας «και εγώ χρίστηκα ο πνευματικός πατέρας του». Στις ελάχιστες συνεντεύξεις του, ο σημερινός στρατάρχης αναπολεί εκείνα τα χρόνια, υιοθετώντας ένα μοιρολατρικό ύφος. Στην πραγματικότητα, όμως, τίποτα δεν φαίνεται να άφησε στην μοίρα του, πόσο μάλλον το μέλλον του.
Η σχέση εμπιστοσύνης με τον Καντάφι, η εκπαίδευσή του και το κατά πολλούς περίτεχνα στρατηγικό μυαλό του τον εκτόξευσε στα ανώτατα στρατιωτικά αξιώματα, ενώ ο κυβερνήτης τον έχρισε ανώτερο αξιωματικό σε ηλικία μόλις 26 ετών. Όπως ήταν φυσικό, ο Χαφτάρ θαύμαζε τον αρχηγό του, ο οποίος είχε μόλις αναγορευτεί σε ηγέτη της Λιβύης, ηγούμενος του πραξικοπήματος-επανάστασης της 1ης Σεπτεμβρίου 1969, την τελευταία από τις επεμβάσεις του στρατού που άλλαξαν τα πολιτικά καθεστώτα στη Μέση Ανατολή.
Οι δύο άνδρες είχαν γίνει στενοί φίλοι, με τον Χαφτάρ να επιδεικνύει τυφλή πίστη, υιοθετώντας τις ιδέες του παναραβισμού, τον αραβικό δρόμο προς τον σοσιαλισμό, τον κρατικό κοσμικό χαρακτήρα και την χειραφέτηση από την αποικιακή εποχή. Λόγω του γεγονότος ότι είχε εξελιχθεί σε “δεξί χέρι” του δικτάτορα, εστάλη να πολεμήσει ως επικεφαλής λιβυκού αποσπάσματος στο πλευρό των Αιγυπτίων στο Σινά κατά του Ισραήλ στον πόλεμο του Γιομ Κιπούρ, το 1973.
Η ώρα της αιχμαλωσίας
Η δράση εκεί αναδεικνύει τις αδιαμφισβήτητες στρατιωτικές ικανότητές του, με αποτέλεσμα οι μετοχές του να ανεβούν ακόμα πιο ψηλά. Λέγεται ότι Καντάφι και Χάφταρ εκείνη την περίοδο αντάλλασσαν σχεδόν καθημερινά γράμματα. Η δεκαετία του 1980 τον βρίσκει πανίσχυρο επιτελάρχη του δικτάτορα και αρχιστράτηγο στην στρατιωτική εμπλοκή της Λιβύης στο Τσαντ.
Η εμπλοκή χρονολογείται από τις αρχές της δεκαετίας του 1970, όταν η Λιβύη κατέλαβε και στη συνέχεια προσάρτησε τη Λωρίδα Αούζου, μια περιοχή 70.000 τετραγωνικών χιλιομέτρων του βόρειου Τσαντ, δίπλα στα νότια σύνορα της Λιβύης. Η κίνηση του Καντάφι υποκινήθηκε από προσωπικές και εδαφικές φιλοδοξίες, αλλά και από φυλετικές συγγένειες με τις φυλές του βόρειου Τσαντ.
Τίποτα δεν προμήνυε τότε τη ρήξη στις σχέσεις των δύο ανδρών. Οι λιβυκές δυνάμεις, όμως, υπό την διοίκηση του Χαφτάρ υφίστανται μια σειρά από ήττες, γεγονός που προκαλεί μεγάλη δυσαρέσκεια. Στα τέλη της δεκαετίας του 1980 ούτε ο Καντάφι δεν μπορούσε πλέον να κατηγορεί μονάχα τη Γαλλία και την στήριξή της στις αντιμαχόμενες δυνάμεις.
Εκείνη την εποχή και μέσα σ’ αυτό το κλίμα, ο Χαφτάρ πέφτει σε ενέδρα και πιάνεται αιχμάλωτος μαζί με 700 στρατιώτες του. Ήταν ένα πρωτόγνωρο πλήγμα για τον Λίβυο ηγέτη, ο οποίος είχε ήδη υπογράψει συμφωνία για τον τερματισμό του πολέμου. Ο νέος διοικητής παραμένει αιχμάλωτος τρία ολόκληρα χρόνια, ενώ η αποφυλάκισή του το 1990 συνοδεύεται από φήμες ότι διεσώθηκε μετά από παρέμβαση του αμερικανικού παράγοντα.
Ο εμφύλιος μεταξύ των δύο
Αυτή είναι η σταγόνα που ξεχειλίζει το ποτήρι. Ο ισχυρός άνδρας της Λιβύης στρέφεται ανοιχτά εναντίον του μέχρι τότε προστατευόμενού του και μάλιστα με ένα μένος που διαθέτει μόνο κάποιος που έχει βιώσει την προσωπική προδοσία. Αυτή επιβεβαιώνεται όταν ο Χάφταρ αρνείται να επιστρέψει στην Τρίπολη και μεταναστεύει στις ΗΠΑ, κατόπιν ενεργειών της CIA. Ενδιάμεσοι σταθμοί είναι το Ζαΐρ και η Κένυα, όπου ίδρυσε το “Εθνικό Μέτωπο για τη Σωτηρία της Λιβύης” (NFSL), ένα καθαρά αμερικανοκίνητο όχημα για τη βίαιη ανατροπή του Καντάφι.
Η φιλήσυχη Βιρτζίνια και συγκεκριμένη η πόλη Βιέννη θα μετατραπεί στο καταφύγιό του. Εκεί ζει ήρεμα επί σχεδόν δύο δεκαετίες, με μοναδικό διάλειμμα στην αποστρατεία του μια αποτυχημένη εξέγερση στα βουνά της ανατολικής Λιβύης, το 1996, στην οποία συμμετέχει προσωπικά και λίγο έλειψε να συλληφθεί. Στο μεταξύ, πέρασε και η οικογένειά του στην άλλη άκρη του Ατλαντικού. Έτσι βρέθηκε με τους δύο γιούς του ονόματι Σαντάμ και Μπελγκάσεμ, στους οποίους λέγεται πως έχει μεγάλη αδυναμία.
Λίγους μήνες πριν το μαρτυρικό τέλος του Καντάφι, του οποίου προηγήθηκε λιντσάρισμα και βασανισμός, ο Χαφτάρ επιστρέφει στη Λιβύη, η οποία βυθίζεται στην πολιτική αστάθεια, καθώς τζιχαντιστικές οργανώσεις, αντάρτικες ομάδες, φυλές και άλλες δυνάμεις μάχονται μεταξύ τους για την επικράτηση. Εκείνη την εποχή ο μέχρι τότε εξόριστος αξιωματικός παρουσιάζεται ως διώκτης του ισλαμικού εξτρεμισμού.
Οι αντίπαλοί του τον κατηγορούν πως θέλει να γίνει ο νέος Καντάφι στη θέση του Καντάφι. Η ολική επανεμφάνισή του λαμβάνει χώρα το 2014, όταν αντιτάσσεται στην κυβέρνηση, η οποία είχε αποτύχει να καταστείλει διάφορες αντάρτικες ομάδες. Καλεί τους Λίβυους να ανατρέψουν το “Γενικό Εθνικό Κογκρέσο”. Στο πλευρό του συντάσσονται πολλοί στρατιωτικοί του ανατολικού τμήματος της Λιβύης, με αποτέλεσμα ο Χάφταρ να αρχίσει να εδραιώνεται ως αντίπαλο δέος του Σαράτζ.
Το σκηνικό αλλάζει
Την ίδια χρονιά επιβιώνει από μία ακόμα απόπειρα δολοφονίας του. Το τζιπ του ανατινάζεται, σκοτώνοντας τέσσερις από τους δέκα φρουρούς του. Η βάση του βρίσκεται στα «πράσινα βουνά». Έτσι αποκαλούν το κρησφύγετο του στα χρόνια του εμφυλίου πολέμου, το οποίο είναι πλαισιωμένο από ελιές και φουντουκιές. Για να έφτανε τότε κανείς στο “γραφείο” του, προσπερνάει ένα πολεμικό ρωσικό αεροπλάνο και εκατοντάδες πιστούς πολεμιστές του.
Αυτοί είναι που άρπαζαν τα τηλέφωνα των επισκεπτών, καθώς κάποιος είχε προσπαθήσει παλαιότερα να τον δολοφονήσει με τη βοήθεια κινητού τηλεφώνου. Το 2018 σε μία μαζική επιχείρηση εξοντώθηκαν περίπου διακόσια άτομα, μεταξύ των οποίων κάποιοι από τους στενότερους φίλους του: στρατιωτικοί, καθηγητές πανεπιστημίου και δικηγόροι.
Με όλο αυτό το ιστορικό, η είσοδος του στρατηγού Χαφτάρ στο πολιτικό παιχνίδι είναι άκρος ενδιαφέρουσα εξέλιξη, πόσο μάλλον που μιλάμε για μία χώρα που αποτελεί ένα μωσαϊκό φυλών, η οποία δεν έχει την παραμικρή εμπειρία δημοκρατικών εκλογών. Πάντως πριν την κλιμάκωση του λιβυκού εμφυλίου, συχνά πυκνά (παλαιότερα τουλάχιστον) επισκέπτονταν την Βιρτζίνια. Εκεί, άλλωστε, μεγάλωναν τα εγγόνια του σαν αμερικανάκια! Λατρεύουν το φούτμπολ και τα μπέργκερς, ενώ για την πολύπαθη Λιβύη μόνο ακούνε.