Έκθεση Κογκρέσου: Τι ζητά η Τουρκία από τις ΗΠΑ
10/10/2025
Η Τουρκία ταλαντεύεται μεταξύ Ανατολής και Δύσης. Παρά το θετικό κλίμα που φαίνεται να έχει δημιουργηθεί στις σχέσεις ΗΠΑ–Τουρκίας, σε έκθεση που συνέταξε η Υπηρεσία Έρευνας του Κογκρέσου επισημαίνεται ότι η στάση της Άγκυρας διαφοροποιείται κατά περίπτωση, ανάλογα με το θέμα και τον συνομιλητή. Οι ερευνητές χαρακτηρίζουν την Τουρκία ως “παγκόσμιο κράτος-εκκρεμές”, ενώ οι αναλυτές διίστανται ως προς το αν η πρόσφατη προσέγγιση Άγκυρας–Ουάσιγκτον θα έχει μόνιμο χαρακτήρα.
Η συνάντηση που πραγματοποιήθηκε τις προηγούμενες εβδομάδες στον Λευκό Οίκο μεταξύ του Αμερικανού προέδρου, Τραμπ, και του Τούρκου προέδρου, Ερντογάν, δημιούργησε θετικό κλίμα στις διμερείς σχέσεις. Ωστόσο, εκθέσεις, που ετοιμάζονται στην Ουάσιγκτον, εξακολουθούν να αναδεικνύουν τις διαφορές απόψεων ανάμεσα στις δύο χώρες. Η έκθεση της Υπηρεσίας Έρευνας του Κογκρέσου, που επικαιροποιήθηκε στις 15 Σεπτεμβρίου, δηλαδή δέκα ημέρες πριν από τη συνάντηση στον Λευκό Οίκο, αναφέρεται στην Τουρκία ως “παγκόσμιο κράτος-εκκρεμές” (global swing state).
Στις ΗΠΑ ο όρος “swing state” χρησιμοποιείται για τις πολιτείες, που δεν θεωρούνται προπύργια συγκεκριμένου κόμματος και όπου τα εκλογικά αποτελέσματα αλλάζουν από εκλογή σε εκλογή. Στην περίπτωση της Τουρκίας, η φράση αυτή υποδηλώνει ότι, παρά τη συμμετοχή της στο ΝΑΤΟ, η χώρα δεν συντάσσεται πάντοτε με τη Δύση σε διεθνή ζητήματα και ταλαντεύεται μεταξύ Δύσης και Ανατολής. Ενδεικτικά παραδείγματα είναι η πρόθεση συμμετοχής στους BRICS και στον Οργανισμό Συνεργασίας της Σαγκάης, καθώς και η αγορά των ρωσικών αντιαεροπορικών συστημάτων S-400.
Η έκθεση σημειώνει ότι οι σχέσεις ΗΠΑ–Τουρκίας κινούνται ανάμεσα σε στενή συνεργασία και σε έντονες διαφωνίες. Μαζί με την Τουρκία, η Σαουδική Αραβία και η Ινδία αναφέρονται επίσης ως “παγκόσμια κράτη-εκκρεμή”, που επιχειρούν να αξιοποιήσουν προς όφελός τους τον αυξανόμενο ανταγωνισμό μεταξύ μεγάλων δυνάμεων. Στο κείμενο αναφέρεται: «Η συμμετοχή της Τουρκίας στο ΝΑΤΟ είναι σημαντική για την ασφάλεια. Η Ευρωπαϊκή Ένωση παραμένει ο μεγαλύτερος εμπορικός εταίρος και επενδυτής της Τουρκίας. Ωστόσο, η Άγκυρα έχει εκφράσει την επιθυμία ένταξης στους BRICS και στον Οργανισμό Συνεργασίας της Σαγκάης, που τελούν υπό την ηγεσία της Κίνας και της Ρωσίας».
Στα στοιχεία που παρουσιάστηκαν στα μέλη του Κογκρέσου, ως παραδείγματα σοβαρών διαφωνιών αναφέρονται η αμερικανική υποστήριξη προς τις Συριακές Δημοκρατικές Δυνάμεις (SDG) – που η Τουρκία θεωρεί παρακλάδι του PKK – και η αγορά των S-400 από τη Ρωσία. Υπενθυμίζεται ότι η Ουάσιγκτον αντέδρασε με κυρώσεις και απέκλεισε την Τουρκία από το πρόγραμμα των μαχητικών F-35. Από την άλλη, οι κοινές κινήσεις για ενίσχυση του ΝΑΤΟ και της Ουκρανίας στον πόλεμο με τη Ρωσία, καθώς και η επιδίωξη απομάκρυνσης του καθεστώτος Άσαντ στη Συρία, φαίνεται να έφεραν μια σχετική αποφόρτιση στις σχέσεις. Οι ερευνητές προσθέτουν ότι η συνέχιση της διαδικασίας επίλυσης του Κουρδικού στο εσωτερικό της Τουρκίας, θα μπορούσε να μετριάσει τις εντάσεις που προκαλεί η στήριξη των ΗΠΑ στις SDG.
Οι προσδοκίες της Τουρκίας
Στην ίδια έκθεση σημειώνεται ότι ο πρόεδρος Τραμπ εμφανίζεται πρόθυμος να πουλήσει F-35 στην Τουρκία, υπό τον όρο, όμως, ότι τα S-400 θα τεθούν εκτός χρήσης. Ως εναλλακτικές λύσεις αναφέρονται η μερική αποσυναρμολόγηση του συστήματος ή η μεταφορά του σε αμερικανική βάση στην Τουρκία. Παράλληλα, τονίζεται ότι η ενδεχόμενη προμήθεια F-35 από την Άγκυρα θα έθετε σε αμφισβήτηση το στρατιωτικό πλεονέκτημα χωρών, όπως το Ισραήλ και η Ελλάδα, που ήδη διαθέτουν ή πρόκειται να αποκτήσουν το αεροσκάφος.
Η έκθεση εξετάζει και τις εσωτερικές εξελίξεις στην Τουρκία, επισημαίνοντας ότι επηρεάζουν τις διμερείς σχέσεις: «Το 2025 η κυβέρνηση Ερντογάν προχώρησε στα πιο αποφασιστικά βήματα εναντίον του κύριου κόμματος της αντιπολίτευσης, του Ρεπουμπλικανικού Λαϊκού Κόμματος (CHP). Μεταξύ αυτών, περιλαμβάνεται και η φυλάκιση του δημάρχου Κωνσταντινούπολης, Εκρέμ Ιμάμογλου, που ίσως αποτελούσε τον σοβαρότερο αντίπαλο του Ερντογάν στις προεδρικές δημοσκοπήσεις. Ορισμένοι παρατηρητές εκτιμούν ότι ο Ερντογάν επιδιώκει να εδραιώσει ή να παρατείνει την εξουσία του, αποδυναμώνοντας, διχάζοντας ή αποκλείοντας την αντιπολίτευση».
Ιδιαίτερη προσοχή προκαλεί και το εξής απόσπασμα: «Οι αναλυτές συζητούν αν η κυβέρνηση Τραμπ και το Κογκρέσο πρέπει να στραφούν σε στενότερη συνεργασία με την Τουρκία, λόγω των πιθανών στρατηγικών και οικονομικών πλεονεκτημάτων, ή αν θα πρέπει να κρατήσουν αποστάσεις εξαιτίας των απρόβλεπτων κινήσεων της Άγκυρας, της περιφερειακής πολιτικής της και των εσωτερικών εξελίξεων».
Σύμφωνα με την έκθεση, οι βασικές προσδοκίες της Τουρκίας από τις ΗΠΑ είναι:
- Η αγορά προηγμένων μαχητικών αεροσκαφών: νέων F-16 και πιθανώς F-35, καθώς και η άρση των αμερικανικών κυρώσεων του 2020 στον τομέα της άμυνας.
- Η υποστήριξη για μετάβαση στη Συρία από τις κουρδικές SDG, που σήμερα ελέγχουν σημαντικές περιοχές στη βορειοανατολική Συρία, σε δυνάμεις της συριακής κυβέρνησης με σουνιτική αραβική ηγεσία και με τη στήριξη της Τουρκίας και των γειτονικών χωρών.
- Η αναγνώριση και υποστήριξη ενός ευρύτερου ρόλου της Τουρκίας στην περιφέρειά της.
Κριτική για τα ανθρώπινα δικαιώματα από το Στέιτ Ντιπάρτμεντ
Τον Αύγουστο, το Στέιτ Ντιπάρτμεντ δημοσίευσε επίσης την ετήσια έκθεσή του για τα ανθρώπινα δικαιώματα. Ενώ η έκθεση επί προεδρίας Μπάιντεν για την Τουρκία αριθμούσε 86 σελίδες, η πρώτη έκθεση της δεύτερης θητείας Τραμπ περιορίστηκε σε 34 σελίδες. Για τις εκλογές της 31ης Μαρτίου 2024, αναφέρεται: «Οι πολίτες μπόρεσαν να ασκήσουν το δικαίωμά τους να επιλέξουν ελεύθερα ανάμεσα σε πραγματικές πολιτικές εναλλακτικές. Ωστόσο, εξέφρασαν ανησυχίες για τη μεροληψία των μέσων ενημέρωσης, τη λογοκρισία και τους περιορισμούς στην ελευθερία του συνέρχεσθαι και της έκφρασης. Οι παράγοντες αυτοί δημιούργησαν άνισο πεδίο ανταγωνισμού, προσφέροντας αθέμιτο πλεονέκτημα στο κυβερνών κόμμα. Παρ’ όλα αυτά, οι υποψήφιοι της αντιπολίτευσης κατάφεραν να κερδίσουν ορισμένες βουλευτικές έδρες και δημαρχίες». Επιπλέον, το Στέιτ Ντιπάρτμεντ κατηγορεί την Τουρκία για αυθαίρετες συλλήψεις, περιορισμούς στα ΜΜΕ και απειλές κατά δημοσιογράφων.
Πηγή: Oksijen