Ενδείξεις ότι η κρίση ΗΠΑ-Ιράν βαίνει προς ομαλή προσγείωση
08/01/2020Ένα όμορφο παραμύθι με ευτυχές τέλος φαίνεται πως ζήσαμε όλοι τη νύχτα που μας πέρασε. Οι Ιρανοί Φρουροί της Επανάστασης εξαπέλυσαν επίθεση με 12 βαλλιστικούς πυραύλους (Fateh-313, την εκδοχή μακρού βεληνεκούς των Fateh-110 και Qiam-1) εναντίον δύο βάσεων που χρησιμοποιούν οι αμερικανικές δυνάμεις στο Ιράκ, σε ένα εκδικητικό χτύπημα για τη δολοφονία του πλέον προβεβλημένου στρατιωτικού αξιωματούχου της, του υποστρατήγου Κασέμ Σουλεϊμανί.
Όλοι έχουν λόγους να είναι “χαρούμενοι”, αφού η διαχείριση μιας κατάστασης που δεν μπορούσε να αποφευχθεί πήγε περίφημα, χωρίς να “ανοίξει μύτη” μέχρι στιγμής και πιθανότατα θα επανέλθουμε σταδιακά σε μοτίβο business as usual. Το πλέον ενδιαφέρον χαρακτηριστικό των ωρών της κρίσης τη νύχτα που πέρασε, είναι η καλή, αν και σιωπηρή, εκατέρωθεν κατανόηση των αναγκών των δυο πλευρών.
Διότι πίσω από κάθε απόφαση στρατιωτικής κλιμάκωσης υπάρχουν κάποιες σκοπιμότητες, στρατιωτικές ή πολιτικές, που επείγει να εξυπηρετηθούν. Εάν αυτό δεν συμβεί, οι συνέπειες είτε θα είναι δυσμενείς, είτε θα έχει χαθεί μια ευκαιρία για σημαντικά κέρδη, στρατιωτικά ή πολιτικά, στο εσωτερικό ή το εξωτερικό, για κάποιον ή και για τους δυο εμπλεκόμενους.
Οι ΗΠΑ έδειξαν με τη στάση τους, ότι κατανοούσαν απόλυτα το ιρανικό αδιέξοδο μετά την υλοποίηση της απόφασης για την “εξουδετέρωση” του Σουλεϊμανί. Δηλαδή, την ανάγκη του καθεστώτος να δείξει στο εσωτερικό της χώρας μια δυναμική ενέργεια εναντίον των αμερικανικών δυνάμεων που θα μπορέσει να εξισορροπήσει σε έναν βαθμό το σκληρό τετελεσμένο που επέβαλλε η δολοφονία του προβεβλημένου στρατηγού. Αυτό το τετελεσμένο θα έχει μακροπρόθεσμες συνέπειες για το Ιράν. Μπορεί να μην υπάρχουν αναντικατάστατοι, αλλά η συγκεκριμένη προσωπικότητα είχε κατορθώσει να παίζει κομβικό ρόλο στην πολιτική του Ιράν απ’ άκρου εις άκρον στη Μέση Ανατολή.
“Να μην ξεπεράσει τα όρια”
Η Ουάσιγκτον είχε επιχειρήσει τις προηγούμενες ημέρες της ρητορικής κλιμάκωσης, να διαβιβάσει εμμέσως στους Ιρανούς ότι κατανοεί τη στρατηγική ανάγκη να ανταποδώσουν με κάποιον τρόπο και έριξε το βάρος της στο να διαμηνύσει με τον πλέον αυστηρό τρόπο στην Τεχεράνη “να μην ξεπεράσει τα όρια”. Χωρίς βέβαια να τα προσδιορίζει, διότι εκτιμούσε ότι αυτό αποτελεί πρόθεση των Ιρανών, αλλά δεν μπορούσε να είναι και απόλυτα σίγουρη. Εξ ου και οι αποτρεπτικές απειλές που εκτοξεύθηκαν από τον Τραμπ για 52 στόχους που μπορούν να πληγούν ανά πάσα στιγμή.
Το Ιράν δήλωσε ότι εάν χτυπήσουν οι Αμερικανοί, τότε θα πληγούν στρατιωτικές εγκαταστάσεις σε χώρες από τις οποίες απογειώθηκαν τα αεροσκάφη στην ευρύτερη περιοχή του Κόλπου (Ηνωμένα Αραβικά Εμιράτα και Σαουδική Αραβία). Τα αμερικανικά μαχητικά ήταν υποχρεωμένα να απογειωθούν, διότι το ενδεχόμενο να πληγούν οι αμερικανικές βάσεις ήταν υπαρκτό, έστω και θεωρητικά.
Ο μεγαλύτερος κίνδυνος κατά τη διάρκεια της κρίσης είναι η απώλεια του ελέγχου που θα μπορούσε να έχει ως αποτέλεσμα μια αιφνίδια κάθετη κλιμάκωση, παρότι ουδείς κατά βάθος την επιθυμεί. Γι’ αυτό όσο απομακρυνόμαστε από το χρονικό σημείο εκδήλωσης των ιρανικών επιθέσεων, χωρίς να υπάρχει στρατιωτική δραστηριότητα, θα μπορούμε να αισθανόμαστε ασφαλέστεροι.
Η αντίδραση Τραμπ
Ασφαλώς θα πρέπει να αναμένεται το διάγγελμα του προέδρου Τραμπ. Προηγήθηκαν οι αναφορές από την πλευρά των Ιρανών που μέσω της κρατικής τηλεόρασης και επικαλούμενοι στρατιωτικές πηγές, υποστήριξαν ότι υπάρχουν 80 νεκροί και 200 τραυματίες Αμερικανοί και Ιρακινοί. Ο ισχυρισμός δεν επαληθεύεται από πουθενά και μάλλον πρέπει να αποδοθεί στις ανάγκες προπαγάνδας στο εσωτερικό μέτωπο.
Το ζητούμενο είναι εάν ο Τραμπ θα αναφερθεί σε αυτό το θέμα. Εάν υπάρξει τελικά διάγγελμα, καθώς οι εξελίξεις θα μπορούσαν να το καταστήσουν χωρίς νόημα. Ίσως, πιο ηχηρή απόφαση θα ήταν η πλήρης σιωπή από την πλευρά των ΗΠΑ. Αυτό βέβαια δεν ταιριάζει στην “ιδιοσυγκρασία Twitter” του Αμερικανού προέδρου. Σε κάθε περίπτωση, εάν ο χειρισμός είναι προσεκτικός, τότε θα ανοίξει ο δρόμος ακόμα και για θεαματικές ανατροπές.
Οι ανατροπές αυτές θα μπορούσαν να είναι άμεσες και πιο μακροπρόθεσμες. Άμεσα θα μπορούσε να επιτραπεί στον Ιρανό υπουργό Εξωτερικών Τζαβάντ Ζαρίφ να μεταβεί στη Νέα Υόρκη (στον ΟΗΕ), καθώς μέχρι τώρα δεν του δίνουν βίζα, επειδή έχει στόχο να καταγγείλει με σκληρά λόγια τις ΗΠΑ. Δεν θα είναι η πρώτη φορά. Μεσομακροπρόθεσμα, θα μπορούσε να ανοίξει δι’ αντιπροσώπων μια συζήτηση, με σκοπό να καταλήξουν Δύση και Ιράν σε μια νέα πυρηνική συμφωνία.
Κέρδη και για το καθεστώς από τη κρίση ΗΠΑ-Ιράν
Το ιρανικό καθεστώς έχει κάθε λόγο να είναι ικανοποιημένο από τις εξελίξεις. Η θυσία και στη συνέχεια “αγιοποίηση” του υποστρατήγου Σουλεϊμανί συσπείρωσε τον ιρανικό λαό γύρω από την ηγεσία του, σε μια περίοδο που η εσωτερική δυσαρέσκεια για την οικονομική κατάσταση της χώρας διογκωνόταν και λάμβανε μορφή μαζικών κινητοποιήσεων.
Με τη διαπραγμάτευση, εάν οι Ιρανοί την επιλέξουν, λογικά θα επιδιώξουν να ελαφρυνθεί η πίεση από τις σκληρότατες αμερικανικές κυρώσεις, κάτι που θα οδηγήσει σε περαιτέρω σταθεροποίηση στο εσωτερικό. Η επιβίωση του θεοκρατικού καθεστώτος, αποτελεί παραδοσιακά και τον βασικό στόχο. Την προϋπόθεση για να υλοποιηθούν οραματισμοί για ηγεμονία στον χώρο της Μέσης Ανατολής.
Εάν όντως καταλήξουμε σε αυτό το σημείο, τότε θα πρέπει να δοθεί μεγάλη προσοχή στις κινήσεις της Τουρκίας. Ο Ερντογάν έχει αποδείξει ότι διαθέτει τα αντανακλαστικά για να σπεύσει να παρέμβει με σκοπό να διευκολύνει τη συνεννόηση των ΗΠΑ με το Ιράν, σκοπεύοντας να αποσπάσει ανταλλάγματα σε άλλες περιοχές ενδιαφέροντος (π.χ. Λιβύη). Η προσωπική του σχέση με τον Τραμπ θα μπορούσε σ’ αυτή την περίπτωση να παίξει ρόλο.
Ας περιμένουμε όμως πρώτα η διαφαινόμενη τάση αποκλιμάκωσης να σταθεροποιηθεί. Διότι ο ανώτατος θρησκευτικός ηγέτης, Αγιατολάχ Χαμενεΐ και ο πρόεδρος Χασάν Ρουχανί, μίλησαν πριν από λίγο με σκληρά λόγια. Αυτό ήταν προβλέψιμο όσο προβλέψιμο είναι και το ότι ο πρόεδρος Τραμπ δεν χαρακτηρίζεται από τη διπλωματικότητα των εκφράσεών του.