Επιδείνωση διαρκείας στο Μεταναστευτικό – Απρόθυμη να αντιδράσει η ΕΕ
23/08/2019Επιδείνωση της μεταναστευτικής κρίσης, επί μακρύ χρονικό διάστημα, προοιωνίζονται η αύξηση του αριθμού των παράτυπα εισερχομένων στην ελληνική επικράτεια, η αδυναμία της ΕΕ να αναθεωρήσει ταχέως το κοινό σύστημα ασύλου και –ίσως το κυριότερο– η απροθυμία της Γερμανίας να αποδεχθεί την ιδιαιτερότητα της περίπτωσης της Ελλάδας.
Το Μέγαρο Μαξίμου και ο αρμόδιος υπουργός Μεταναστευτικής Πολιτικής Κουμουτσάκος έχουν κληρονομήσει μία πραγματικά τραγική κατάσταση, ως συνέπεια των λαθών της προηγούμενης κυβέρνησης (κρίση 2015, ανεπαρκείς υποδομές υποδοχής, ελλιπής αστυνόμευση και χάος στην εξέταση αιτημάτων ασύλου). Στην καλύτερη περίπτωση, οι νομοθετικές πρωτοβουλίες για την εξομάλυνση της κατάστασης, με έμφαση στην αναμόρφωση του πλαισίου χορήγησης ασύλου, θα αναληφθούν περί τα τέλη του έτους, ή στις αρχές του επόμενου.
Ως λογικό αποτέλεσμα, ο ακριβής χρόνος και ο βαθμός επιτυχούς εφαρμογής τους, εντός του 2020, θα εξαρτηθούν από τους ρυθμούς της ελληνικής διοίκησης, ενώ δεν είναι ρεαλιστικές οι προσδοκίες συνδρομής από τους εταίρους στην ΕΕ. Σε αυτό το πλαίσιο, το Μεταναστευτικό θα αποτελέσει ένα από τα θέματα της ατζέντας του πρωθυπουργού Μητσοτάκη με την καγκελάριο Μέρκελ κατά τη συνάντησή τους, στη γερμανική πρωτεύουσα, στις 29 Αυγούστου,
Αμετακίνητη η Γερμανία στο μεταναστευτικό
Σύμφωνα με έγκυρες πηγές, το Βερολίνο έχει, επί της αρχής, εκφράσει την ικανοποίησή του για την πρόθεση του Κυρ. Μητσοτάκη να αναθεωρήσει την εθνική πολιτική ασύλου, αλλά ήδη διαμηνύει πως το ζητούμενο είναι η υλοποίηση των όποιων νέων νόμων και διοικητικών μέτρων. Όπως δηλαδή και στα θέματα της οικονομίας, των μεγάλων πρωτογενών πλεονασμάτων και των μεταρρυθμίσεων, η γερμανική πλευρά δεν δείχνει διατεθειμένη ούτε να δώσει πίστωση χρόνου, ούτε να παρεκκλίνει από την πολιτική της ως αντάλλαγμα απλών, θεωρητικών, εξαγγελιών της Αθήνας.
Εντύπωση εξάλλου προκαλεί ότι η Γερμανία, ανησυχώντας ίσως ότι μπορεί να διαταραχθεί ή και να ακυρωθεί η Κοινή Δήλωση ΕΕ-Τουρκίας του Μαρτίου 2016 (απελευθέρωση βίζας και κοινοτική χρηματοδότηση σε αντάλλαγμα συνεργασίας στο Μεταναστευτικό), υποκρίνεται πως δεν αντιλαμβάνεται ότι η Άγκυρα δεν εφαρμόζει τις διατάξεις επιστροφής-επανεισδοχής παράτυπων μεταναστών από την ΕΕ — πολύ περισσότερο από την Ελλάδα.
Η πρόσθετη –επίσης ανησυχητική– διάσταση είναι ότι το Βερολίνο, σε αντίθεση με το πραγματικό γεγονός ότι η Ελλάδα είναι η χώρα που “κρατάει” τα κοινά σύνορά της ΕΕ στο Μεταναστευτικό, κοιτάζει και ανατολικότερα. Κρίνει πως η Άγκυρα είναι η πρώτη που έχει υποστεί μεγάλα βάρη από τις μετακινήσεις πληθυσμών, λόγω του πολέμου στη Συρία και των πολυετών κρίσεων στο Ιράκ και το Αφγανιστάν.
Πιστώνει τον πρόεδρο Ερντογάν με συνεπή πολιτική, χωρίς μάλιστα να επηρεάζεται από την ταυτόχρονη τακτική πιέσεων που της ασκεί μέσω των συλλήψεων Γερμανών πολιτών στην Τουρκία και της εκμετάλλευσης των μουσουλμανικών κοινοτήτων ανά την Ευρώπη.
Με το βλέμμα στο Παρίσι
Πέραν των δυσχερειών με τη Γερμανία, η ελληνική κυβέρνηση θα διερευνήσει τις προθέσεις της Γαλλίας κι άλλων εταίρων, λαμβάνοντας υπόψη την πίεση που αντιμετωπίζουν, στο εσωτερικό τους, από τις αντιδράσεις της κοινής γνώμης. Το Παρίσι δεν έχει πρόθεση να ακολουθήσει το Βερολίνο στην πολιτική υπερβολικών απαιτήσεων από την Αθήνα. Θα εξαιρέσει την Ελλάδα από την απαίτηση επιστροφής-μετεγκατάστασης μεταναστών που σήμερα διαβιούν σε άλλα μέλη της ΕΕ.
Η Γαλλία έχει ταυτόσημες απόψεις με την Ελλάδα ως προς την άρνηση της Τουρκίας να εφαρμόσει τα συμφωνηθέντα για τις επανεισδοχές, αν και στα περισσότερα ζητήματα, όπως η αναθεώρηση του συστήματος Σένγκεν και του Κανονισμού του Δουβλίνου για το άσυλο, δεν θα αντιπαρατεθεί με τη Γερμανία.
Παράλληλα, δεν πρέπει να παραγνωρίζεται ότι η διαπραγματευτική θέση της ελληνικής κυβέρνησης έναντι της Κομισιόν και των ισχυρών εταίρων καθίσταται πιο δυσχερής από το γεγονός ότι οι εξ ανατολών ροές δεν είναι οι μοναδικές που έχει ν’ αντιμετωπίσει η ΕΕ σήμερα. Σε αντίθεση με το ευρύτερο σκηνικό της μεταναστευτικής κρίσης του 2015, οι ευρωπαϊκές κυβερνήσεις φέτος προβληματίζονται περισσότερο για την οδό της Μεσογείου, εννοώντας την έξαρση των παράτυπων ροών από τη Λιβύη.
Η Γαλλία αφιερώνει μεγάλο μέρος της διαχείρισης της κρίσης αφενός στην απώθηση πλοιαρίων και αφετέρου στη συνεργασία με χώρες της βόρειας Αφρικής για τις εκεί αποβιβάσεις μεταναστών από τη Λιβύη. Ομοίως, η Ιταλία, παρά την κριτική που της ασκείται για διάφορα περιστατικά με πλοία εντός των χωρικών της υδάτων, αποδίδει επίσης σημασία στη συνεργασία με τρίτες χώρες και ζητεί πραγματική διάκριση μεταξύ προσφύγων-μεταναστών, όπως και μεταξύ απλών πλόων και περιστατικών θαλάσσιας διάσωσης.