Έριξε τη ζαριά και τα πήρε όλα
27/06/2018Ο Ερντογάν έριξε τη ζαριά και τα πήρε όλα. Ο ίδιος επανεξελέγη από τον πρώτο γύρο και η συμμαχία του κόμματός του με τους Γκρίζους Λύκους του απέσπασε την αυτοδυναμία στην Εθνοσυνέλευση. Ουσιαστικά εδραιώνεται το προσωποπαγές προεδρικό καθεστώς του, οριστικοποιώντας ουσιαστικά τη διπλή μεταπολίτευση που συντελείται σταδιακά στην Τουρκία τα τελευταία χρόνια. Το μόνο που του χάλασε τη γιορτή είναι η άνετη είσοδος του κουρδικού HDP στην Εθνοσυνέλευση.
Από το 2002, όταν το ΑΚΡ (Κόμμα Δικαιοσύνης και Ανάπτυξης) κέρδισε τις εκλογές και σχημάτισε κυβέρνηση, άρχισε ο ακήρυχτος πόλεμος μεταξύ του νεοοθωμανικού πολιτικού Ισλάμ και του μετακεμαλικού καθεστώτος. Ο πόλεμος αυτός έληξε ουσιαστικά το 2012 με επικράτηση των νεοοθωμανών, οι οποίοι είχαν τη διακριτική, αλλά σαφή υποστήριξη της Δύσης.
Μετά την επικράτηση του πολιτικού Ισλάμ, από τα μέσα του 2013, ξέσπασε ο εσωτερικός πόλεμος στους κόλπους του. Η κατάληξή του ήταν νικηφόρα για τον Ερντογάν. Ειδικά μετά την απόπειρα πραξικοπήματος τον Ιούλιο του 2016 και τις μαζικές εκκαθαρίσεις στους κρατικούς μηχανισμούς που ακολούθησαν, το νεοοθωμανικό ρεύμα μεταλλάχθηκε σε ένα προσωποπαγές καθεστώς, το οποίο, μάλιστα, στηρίχθηκε σε άλλοτε αντιπάλους του, στο “βαθύ κράτος”.
Μπορεί το “βαθύ κράτος” να είχε παλαιότερα κεμαλικό πρόσημο, αλλά από τη στιγμή που ο Ερντογάν υιοθέτησε το εθνικιστικό και ειδικότερα το αντικουρδικό πρόταγμα, οι δυνάμεις αυτές δεν είχαν κανένα λόγο να μη συνταχθούν μαζί του. Η συμμαχία, άλλωστε, του Τούρκου προέδρου με τους Γκρίζους Λύκους του Μπαχτσελί σηματοδότησε και συμβολικά αυτή τη στροφή.
Βραδυφλεγής βόμβα
Όπως αναμενόταν και σ’ αυτές τις εκλογές επιβεβαιώθηκε η τριχοτόμηση του εκλογικού σώματος, η οποία αντανακλά την τριχοτόμηση της τουρκικής κοινωνίας. Με στρατηγικούς όρους, πάντως, αυτή η τριχοτόμηση εγγράφει αρνητικές υποθήκες ακόμα και για την ενότητα της χώρας στο μέλλον. Δεν είναι μόνο ο κουρδικός αλυτρωτισμός, ο οποίος αναμένεται να επιβεβαιωθεί για μία ακόμα φορά στις κάλπες. Είναι και η ξεκάθαρη αρνητική στάση της δυτικής και παράκτιας Τουρκίας.
Οι κεμαλικοί και τα δυτικότροπα φιλελεύθερα αστικά στρώματα μπορεί να έχουν πολλές διαφορές μεταξύ τους, αλλά έχουν και έναν κοινό παρονομαστή, τον οποίο οι σημερινές συνθήκες υπογραμμίζουν και ενισχύουν: μισούν εξίσου τον Ερντογάν και αυτό που ο ίδιος και το κόμμα του αντιπροσωπεύουν. Δεν πρόκειται μόνο για μία ιδεολογική-πολιτική αντίθεση, έστω και οξυμένη. Πρόκειται για κάτι πολύ ευρύτερο και πιο βαθύ.
Πρόκειται για πολιτισμικό χάσμα, το οποίο στην πραγματικότητα θέτει σε αμφισβήτηση το ίδιο τον εθνικό συνεκτικό δεσμό και κατ’ επέκτασιν το πλαίσιο συνύπαρξης. Με άλλα λόγια, εκτός από το κουρδικό καρκίνωμα, προστίθεται και ο ιδεολογικός-πολιτισμικός διχασμός του ίδιου του τουρκικού έθνους. Στα παραπάνω πρέπει να προστεθεί και ο εμφύλιος πόλεμος που μαίνεται στους κόλπους του τουρκικού πολιτικού Ισλάμ, μεταξύ ερντογανικών και γκιουλενιστών.
Σ’ αυτές τις συνθήκες, ο Ερντογάν συνεχίζει να διατηρεί μία επιρροή στο εκλογικό σώμα, αλλά αυτή η επιρροή δεν είναι πλέον άνετα πλειοψηφική. Είναι η συμμαχία του με τους Γκρίζους Λύκους του Μπαχτσελί που επέτρεψε και τη δική του επανεκλογή από τον πρώτο γύρο και την πλειοψηφία στην Εθνοσυνέλευση.
Η απειλή της οικονομίας
Ο Ερντογάν προκήρυξε τις πρόωρες προεδρικές και βουλευτικές εκλογές, επειδή διαπίστωσε αφενός ότι το ποσοστό του εμφάνιζε σημάδια υποχώρησης, η οποία θα μπορούσε να προσλάβει καθοδική δυναμική, δεδομένου ότι η τουρκική οικονομία αργά αλλά σταθερά βυθίζεται σε κρίση. Μπορεί ακόμα να διατηρεί υψηλούς ρυθμούς ανάπτυξης, λόγω της επεκτατικής πολιτικής που ακολουθείται με δικές του εντολές και παρά την αντίθετη άποψη της Κεντρικής Τράπεζας, αλλά είναι κοινός τόπος ότι στην Τουρκία έχει δημιουργηθεί μία τεράστια φούσκα.
Ο νεοσουλτάνος ήθελε να στήσει κάλπες πριν η φούσκα σκάσει και πλήξει μεγάλα τμήματα των μικρομεσαίων στρωμάτων. Δεν είχε κανένα λόγο να διακινδυνεύσει την εκδήλωση μίας οικονομικής κρίσης, η οποία αναπόφευκτα θα έχει καταλυτικές επιπτώσεις και στο πολιτικό-εκλογικό επίπεδο. Η συνεχής και μεγάλη υποτίμηση της τουρκικής λίρας, η οποία αποδόθηκε από την κυβέρνηση σε σαμποτάζ των Δυτικών, έχει ήδη προκαλέσει σοβαρά πλήγματα σε όλα τα επίπεδα.
Υπενθυμίζουμε ότι το νεοπαγές τότε ΑΚΡ κατάφερε και βγήκε πρώτο στις εκλογές του 2002, επειδή ακριβώς η Τουρκία βρισκόταν στη δίνη μίας μείζονος οικονομικής κρίσης. Εάν ψάξουμε ένα ελληνικό αντίστοιχο είναι η εκτόξευση του ΣΥΡΙΖΑ λόγω Μνημονίων. Η αναπτυξιακή κούρσα της τουρκικής οικονομίας επί Ερντογάν δημιούργησε μία μεγάλη κοινωνική δυναμική, με αποτέλεσμα την ανάδυση νέων στρωμάτων στην Ανατολία, τα οποία μέχρι τότε ήταν περίπου στο περιθώριο. Είναι ακριβώς αυτά τα κοινωνικά στρώματα που στήριξαν τους νεοοθωμανούς, προσφέροντάς τους τη μία μετά την άλλη εκλογική νίκη. Έτσι το ΑΚΡ εδραιώθηκε ως κυρίαρχος πολιτικός οργανισμός.
Το εθνικιστικό χαρτί
Για εξισορροπήσει τους παράγοντες που ωθούσαν την εκλογική επιρροή του προς τα κάτω, ο Ερντογάν έπαιξε το εθνικιστικό χαρτί. Η εκστρατεία και η κατάληψη της Αφρίν στη βορειοδυτική Συρία προκάλεσε εθνικιστική ευφορία στην Τουρκία, η οποία συγκυριακά είχε ανεβάσει το δημοσκοπικό ποσοστό του στο 50%. Ο Τούρκος πρόεδρος κλείνει το μάτι στον μέσο Τούρκο ψηφοφόρο, λέγοντάς του χωρίς λόγια ότι τηρεί την υπόσχεσή του πως επί των ημερών του η Τουρκία θα κερδίσει εδάφη.
Κι αυτό παρά τις –σύμφωνα με την προπαγάνδα του καθεστώτος– μεθοδεύσεις της Δύσης που έχουν στόχο την αποσταθεροποίηση και τελικώς τον ακρωτηριασμό της Τουρκίας, παίζοντας το κουρδικό χαρτί. Γι’ αυτό και η κατάληψη της Αφρίν προκάλεσε μεγάλη ευφορία. Γι’ αυτό και ο Ερντογάν διαλαλεί πως οι Τούρκοι στρατιώτες θα βάλουν πόδι στη συριακή πόλη Μανμπίτζ.
Το εθνικιστικό-αντικουρδικό χαρτί έχει αποδειχθεί πως αποδίδει εκλογικά. Υπενθυμίζουμε ότι στις βουλευτικές εκλογές του Ιουνίου 2015, το κόμμα του Ερντογάν είχε αποσπάσει 40% και είχε χάσει την αυτοδυναμία, επειδή το (φιλο)κουρδικό HDP είχε υπερβεί άνετα το 10% και είχε εισέλθει στην Εθνοσυνέλευση.
Ήταν τότε που ο Ερντογάν έστησε μία προβοκάτσια και κήρυξε τον πόλεμο στο ΡΚΚ. Το αποτέλεσμα ήταν στις εκλογές που προκήρυξε για το Νοέμβριο του ίδιου έτους (2015) το 40% να γίνει 49,5% και η αυτοδυναμία να ανακτηθεί. Κάτι ανάλογο επιχείρησε αυτές τις ημέρες ο Ερντογάν με την εκστρατεία εναντίον των ανταρτών του ΡΚΚ στο Καντίλ.