ΘΕΜΑ

Έσπρωξε ο Τραμπ την Ινδία προς την Κίνα;

Έσπρωξε ο Τραμπ την Ινδία προς την Κίνα; Ευθύμιος Τσιλιόπουλος
EPA/ROBINSON WAHENGBAM

Πριν μερικές μέρες (15/10), ο Ντόναλντ Τραμπ ισχυρίστηκε ότι ο Ινδός πρωθυπουργός Ναρέντρα Μόντι έχει δεσμευτεί να σταματήσει να αγοράζει πετρέλαιο από τη Ρωσία. Ο Τραμπ δήλωσε στη συνέχεια ότι θα προσπαθήσει να πείσει την Κίνα να κάνει το ίδιο, καθώς η Ουάσινγκτον εντείνει τις προσπάθειές της να μειώσει τα ενεργειακά έσοδα της Μόσχας.

Μια ημέρα αργότερα, το ινδικό υπουργείο Εξωτερικών ανακοίνωσε ότι δεν γνωρίζει για συνομιλία Τραμπ-Μόντι την Τετάρτη, ώρες αφότου ο Τραμπ ισχυρίστηκε ότι μίλησε με τον Ινδό ομόλογό του, λέγοντας ότι του δεσμεύτηκε πως θα σταματήσει τις αγορές ρωσικού πετρελαίου! «Δεν γνωρίζω καμία συνομιλία μεταξύ του πρωθυπουργού Μόντι και του προέδρου Τραμπ χθες», δήλωσε ο εκπρόσωπος του ΥΠΕΞ, Ράντχιρ Τζαϊσβάλ, σε ενημέρωση των δημοσιογράφων στο Νέο Δελχί την Πέμπτη.

Οι σχέσεις ΗΠΑ-Ινδίας έχουν επιδεινωθεί από τότε που ο Τραμπ επέβαλε δασμούς 50% σε εισαγόμενα ινδικά αγαθά, μια κίνηση που ο πρόεδρος χαρακτήρισε ως «τιμωρία» για τις αγορές ρωσικού αργού πετρελαίου από το Νέο Δελχί. Αυτό φάνηκε να επιλύεται την Τετάρτη, με τους ισχυρισμούς Τραμπ. Την ίδια μέρα, ο επικεφαλής της Κεντρικής Τράπεζας της Ινδίας είχε δηλώσει ότι η μείωση των δασμών για τις ινδικές εξαγωγές στις ΗΠΑ θα ενισχύσει την ανάπτυξη, υποδηλώνοντας πόσο το θέμα “καίει” το Νέο Δελχί.

Η Ινδία αντιμετωπίζει μερικούς από τους υψηλότερους δασμούς που έχει επιβάλει ο πρόεδρος Τραμπ, με τα περισσότερα αγαθά να αντιμετωπίζουν δασμούς της τάξης του 50%, σε σύγκριση με το 15% για την Ευρωπαϊκή Ένωση. Σε προηγούμενη δήλωση του (16/10) ο Τζαϊσβάλ δεν επιβεβαίωσε ότι η Ινδία συμμορφώνεται με τις απαιτήσεις Τραμπ, αν και είπε ότι το Νέο Δελχί εργάζεται για την εμβάθυνση των ενεργειακών δεσμών με τις ΗΠΑ.

Η κυβέρνηση Μόντι έχει δηλώσει ότι η χώρα θα συνεχίσει να αγοράζει ρωσικό πετρέλαιο, εάν αυτό είναι οικονομικά βιώσιμο. Ο δε Τζαϊσβάλ επανέλαβε την Πέμπτη ότι τα συμφέροντα των καταναλωτών παραμένουν η ύψιστη προτεραιότητα στη διαμόρφωση της πολιτικής εισαγωγών ενέργειας της Ινδίας.

Πολλά άλλαξαν σε μερικούς μήνες…

Τον περασμένο Ιανουάριο ο Ινδός υπουργός Εξωτερικών καθόταν στην πρώτη σειρά στο Καπιτώλιο για την ορκωμοσία Τραμπ, μία εικόνα συμβολισμού για τους βαθύτερους δεσμούς που προσπάθησε να σφυρηλατήσει μία ολόκληρη γενιά προέδρων, με την πολυπληθέστερη χώρα του κόσμου. Λίγους μήνες αργότερα, ο Τραμπ παραπονιόταν δημοσίως ότι η Ινδία τον εγκατέλειψε για την αγκαλιά της Κίνας.

«Φαίνεται ότι έχουμε χάσει την Ινδία και τη Ρωσία προς την πιο βαθιά-σκοτεινή Κίνα», είχε γράψει ο Τραμπ στο Truth Social τον περασμένο Σεπτέμβριο, δημοσιεύοντας μια φωτογραφία των Μόντι και Πούτιν, με τον Κινέζο ηγέτη Σι Τζινπίνγκ. Οι τρεις ηγέτες είχαν τότε συναντηθεί στην Κίνα. «Είθε να έχουν ένα μακρύ και ευημερούν μέλλον μαζί!», έγραψε επίσης! Ήταν μια σπάνια αναγνώριση ότι η ωμά εκβιαστική διπλωματία και οι τιμωρητικοί δασμοί του, προκάλεσαν συνέπειες που δεν επεδίωκε.

Η πρόθεση για τη δημιουργία ενός εναλλακτικού πόλου στην παγκόσμια ηγεσία της Δύσης, η οποία ξεκίνησε με την Κίνα και τη Ρωσία και στη συνέχεια επεκτάθηκε με τη Βόρεια Κορέα και το Ιράν, μπορεί τώρα να ενσωματώσει – τουλάχιστον σαν guest star – την Ινδία, τη μεγαλύτερη δημοκρατία στον κόσμο.

Είναι πολύ νωρίς για να προβλέψουμε εάν η πρώτη επίσκεψη εδώ και επτά χρόνια του Μόντι στην Κίνα σηματοδοτεί μια πραγματική μετατόπιση, ή απλώς μια προειδοποιητική βολή προς την Ουάσινγκτον. Πρέπει να θυμόμαστε ότι κατά τη διάρκεια του Ψυχρού Πολέμου, η Ινδία ηγήθηκε του Kινήματος των Aδέσμευτων και είναι επιδέξια στο να στρέφει τη μία υπερδύναμη εναντίον της άλλης. Μπορεί να είμαστε σε μία τέτοια στιγμή…

Πάντως, λίγο αργότερα, ο Τραμπ προσπάθησε να υποβαθμίσει τη ρήξη του με την Ινδία. «Θα είμαι πάντα φίλος με τον Μόντι. Είναι υπέροχος», δήλωσε σε δημοσιογράφους στο Οβάλ Γραφείο. «Απλώς δεν μου αρέσει αυτό που κάνει τη συγκεκριμένη στιγμή. Αλλά η Ινδία και οι ΗΠΑ έχουν μια ιδιαίτερη σχέση. Δεν υπάρχει τίποτα ανησυχητικό. Απλώς έχουμε τέτοιες στιγμές κατά καιρούς».

Οι αμφιλεγόμενες δηλώσεις Τραμπ σχετικά με την Ινδία υπογραμμίζουν τις ανησυχίες της Ουάσιγκτον για τις ινδο-αμερικανικές σχέσεις. Πάντως, δεν έκανε καμία αναφορά στον δικό του ρόλο στην αποξένωση της Ινδίας, την στιγμή που αυτή οφείλεται, σε μεγάλο βαθμό, στις δικές του ενέργειες.

Τί εξόργισε την Ινδία

Στο πλαίσιο της ανοιχτής επιδίωξης ενός Νόμπελ Ειρήνης, ο Τραμπ ισχυρίστηκε ότι είχε «επιλύσει» τη στρατιωτική σύγκρουση Ινδίας-Πακιστάν, εξοργίζοντας το Νέο Δελχί, το οποίο αρνείται ότι η Ουάσιγκτον είχε οποιαδήποτε σχέση με την πρόσφατη κατάπαυση του πυρός. Πάγιο δόγμα της Ινδίας είναι να μην διαδραματίζουν κανέναν ρόλο τρίτες χώρες στην ευαίσθητη σχέση της με το Πακιστάν.

Επιπλέον, ο Τραμπ επέβαλε υψηλούς δασμούς στην Ινδία, εν μέρει ως τιμωρία για την αγορά πετρελαίου από τη Ρωσία, όπως είπε. Αλλά ο μεγαλύτερος εισαγωγέας ρωσικού πετρελαίου είναι η Κίνα και ο Τραμπ δεν είχε τότε επιβάλει παρόμοιους δασμούς στο Πεκίνο. Ο Τραμπ συνηθίζει να στριμώχνει τους συμμάχους του στη γωνία και στη συνέχεια να χρησιμοποιεί αυτή την επιρροή για να αποσπά παραχωρήσεις.

Ακόμα κι αν καταφέρει να το πετύχει με τον Μόντι, αυτό θα μπορούσε να αφήσει μόνιμες πληγές στις σημαίνουσες αμερικανο-ινδικές σχέσεις. Οι δασμοί της Ινδίας στις αμερικανικές εισαγωγές ανέρχονται κατά μέσο όρο στο 14%, ωθώντας τον Τραμπ να χαρακτηρίσει τη χώρα ως τον «βασιλιά των δασμών». Η σύγκριση με Κίνα-Καναδά, χαρακτηριστική: 6,5% δασμοί στην πρώτη και 1,8% στην δεύτερη.

Όμως, η πέμπτη μεγαλύτερη οικονομία, είναι ιδιαίτερα ευάλωτη στους αμοιβαίους αμερικανικούς δασμούς που επιβάλλονται στις χώρες με τους βαρύτερους δασμούς στα αμερικανικά προϊόντα. Λίγες μέρες πριν από την επίσκεψη Μόντι, ο επικεφαλής οικονομολόγος του Τραμπ, Κέβιν Χάσετ, είχε χαρακτηρίσει τους δασμούς της Ινδίας ως «εξαιρετικά υψηλούς».

Ο αμερικανικός πόλεμος των δασμών είχε αποτελέσματα: Πολλές χώρες έσπευσαν να υπογράψουν εμπορικές συμφωνίες, να επισκεφθούν τον Λευκό Οίκο, να επαινέσουν και να δώσουν άφθονα δώρα στον Τραμπ… Όμως, σε ό,τι αφορά την επιδιωκόμενη πίεση έναντι κάποιων χωρών, αυτή γύρισε μπούμερανγκ, στέλνοντας υποψήφιους συμμάχους στην αγκαλιά της Κίνας.

Κίνα και Ινδία

Η μεγαλύτερη απόδειξη για το πώς ο Τραμπ έχει ωθήσει φιλο-αμερικανικές χώρες στο στρατόπεδο της Κίνας, ήρθε στην πρόσφατη Σύνοδο του Οργανισμού Συνεργασίας της Σαγκάης. Σύμφωνα δε με τους Financial Times, Κινέζοι αξιωματούχοι έχουν πραγματοποιήσει τουλάχιστον επτά υψηλόβαθμες συναντήσεις με πολιτικούς του Μπαγκλαντές, τους 14 μήνες από την ανάληψη των καθηκόντων της προσωρινής κυβέρνησης υπό τον επιχειρηματία Μουχάμαντ Γιουνούς, σε σύγκριση με τις οκτώ συναντήσεις κατά την τελευταία πενταετή θητεία του επί χρόνια αυταρχικού ηγέτη της χώρας, Σεΐχη Χασίνα.

Στο μεταξύ, οι Κινέζοι έχουν πραγματοποιήσει φέτος 22 συναντήσεις υψηλού προφίλ με Πακιστανούς ομολόγους τους – μπορεί να ξεπεράσουν τις περσινές 30. Σε ό,τι αφορά τις μικρότερες χώρες που περιβάλλουν την Ινδία, η Κίνα έχει πραγματοποιήσει φέτος τουλάχιστον έξι υψηλόβαθμες συναντήσεις με αξιωματούχους του Νεπάλ και τουλάχιστον πέντε με αξιωματούχους της Σρι Λάνκα.

Πίσω από την διπλωματική ώθηση κρύβεται ένας βαθύτερος στρατηγικός ανταγωνισμός για επιρροή, ιδίως στον αναπτυσσόμενο κόσμο. Οι γεωπολιτικοί ελιγμοί της Κίνας κρατούν την Ινδία ανήσυχη, εξασφαλίζοντας παράλληλα την πρόσβαση του Πεκίνου στον Ινδικό Ωκεανό.

Οποιαδήποτε σύγκριση δε μεταξύ της ινδικής και της κινεζικής στρατιωτικής ικανότητας είναι αποκαλυπτική. Σε αντίθεση με το συγκεντρωτικό μοντέλο της Κίνας, η ομοσπονδιακή δομή της Ινδίας δημιουργεί τριβές μεταξύ των υπουργείων, των κρατιδίων, ακόμη και εντός των κλάδων των ενόπλων δυνάμεων. Σταθμίζοντας την εξαιρετικά δυσμενή κατάσταση ασφαλείας της, η ινδική αμυντική δομή δεν έχει ακόμη συνδυάσει αποτελεσματικά τη δημοσιονομική και βιομηχανική της ανάπτυξη, με τη στρατιωτική.

Ο Υπαρχηγός του ινδικού Στρατού, δήλωσε το καλοκαίρι ότι η Κίνα χρησιμοποίησε την πρόσφατη τετραήμερη σύγκρουση Ινδίας-Πακιστάν σαν «ζωντανό εργαστήριο», προκειμένου να δοκιμάσει διάφορα οπλικά συστήματα, παρέχοντας κάθε δυνατή υποστήριξη στο Ισλαμαμπάντ – σύμφωνα με την αρχαία στρατιωτική στρατηγική του να σκοτώνεις τον αντίπαλο με “δανεικό μαχαίρι”.

Πως η Ινδία ζυγίζει τα πράγματα

Στο μεταξύ, σύμφωνα με ινδικά ΜΜΕ, το ινδικό υπουργείο Άμυνας προγραμματίζει να ξεκινήσει μια ολοκληρωμένη αναθεώρηση των στρατιωτικών προμηθειών του, προκειμένου να εντοπίσει τα κινεζικής προέλευσης εξαρτήματα στα οπλικά συστήματα που παρέχονται στις ένοπλες δυνάμεις της χώρας. Για αρκετούς στην Ινδία μπορεί να κρύβονται λιγότεροι κίνδυνοι στον εναγκαλισμό της χώρας με τις ΗΠΑ, σε σχέση με μία στενότερη σχέση με την Κίνα.

Η Κίνα συγκαταλέγεται στους μεγαλύτερους εμπορικούς εταίρους της Ινδίας. Παρά τις πολιτικές εντάσεις, οι οικονομικοί δεσμοί έχουν ακμάσει τα τελευταία χρόνια. Η εξάρτηση της Ινδίας από τις κινεζικές εισαγωγές, ιδίως στην τεχνολογία, παραμένει υψηλή. Η Ινδία είναι παγίως επιφυλακτική σχετικά με την πρωτοβουλία “Μία Ζώνη, Ένας Δρόμος” (BRI), αλλά ενδέχεται να επανεξετάσει τη στάση της, εάν δει απτά οφέλη στην ανάπτυξη υποδομών και το εμπόριο.

Όμως, η αυξανόμενη επιρροή της Κίνας στη Νότια Ασία, ειδικά σε γειτονικές προς την Ινδία χώρες, αποτελεί πρόκληση για το Νέο Δελχί. Η Ινδία είναι επιφυλακτική ως προς τις στρατηγικές προθέσεις της Κίνας στην περιοχή και αυτό θα μπορούσε να εμποδίσει στενότερους δεσμούς.

Οι ισχυροί δεσμοί της Ινδίας με τις ΗΠΑ και ο ρόλος της στο σχήμα Quad (με την Ιαπωνία και την Αυστραλία) συχνά την οδηγούν σε αντίθεση με την Κίνα, με δεδομένο τον συνεχιζόμενο ανταγωνισμό Ουάσιγκτον-Πεκίνου. Εάν η Ινδία θεωρεί τις στρατηγικές συμμαχίες της κρίσιμες για τα εθνικά της συμφέροντα, μπορεί να συνεχίσει να εξισορροπεί προσεκτικά τις σχέσεις της με την Κίνα, αποφεύγοντας μια πολύ στενή ευθυγράμμιση.

Τα συνοριακά ζητήματα αποτελούν σημαντικό εμπόδιο. Η αντιπαράθεση στο Ντόκλαμ του 2017 και η σύγκρουση στην κοιλάδα Γκαλουάν του 2020, αύξησαν τις εντάσεις και η εμπιστοσύνη έχει κλονιστεί σημαντικά. Η Ινδία ενισχύει τις στρατιωτικές της δυνάμεις, ιδίως κατά μήκος των συνόρων της με την Κίνα. Την ίδια στιγμή, η ινδική κοινή γνώμη παραμένει από επιφυλακτική μέχρι απόλυτα δύσπιστη έναντι της Κίνας, ειδικά μετά τη σύγκρουση στο Γκαλουάν.

Περιφερειακή και παγκόσμια σταθερότητα

Καθώς η παγκόσμια τάξη αλλάζει, ειδικά με την άνοδο της Κίνας ως παγκόσμιας υπερδύναμης, η Ινδία μπορεί να επανεκτιμήσει την προσέγγιση της εξωτερικής πολιτικής της. Το αν επιλέξει να συνεργαστεί περισσότερο με την Κίνα, ή αν διατηρήσει αποστάσεις ασφαλείας, πιθανότατα θα εξαρτηθεί από το πώς θα εξελιχθεί το ευρύτερο γεωπολιτικό τοπίο.

Συνοψίζοντας, ενώ η προοπτική προσέγγισης της Ινδίας με την Κίνα παραμένει αβέβαιη, λόγω των συνεχιζόμενων εντάσεων και των διαφορετικών προτεραιοτήτων, οικονομικοί-διπλωματικοί παράγοντες και η περιφερειακή σταθερότητα, θα μπορούσαν να προσφέρουν οδούς για την βελτίωση των σχέσεων στο μέλλον. Ωστόσο, το πιθανότερο είναι να παραμείνουν οι σημαντικές προκλήσεις, ειδικά σε ό,τι αφορά την ασφάλεια και την εμπιστοσύνη…

Οι απόψεις που αναφέρονται στο κείμενο είναι προσωπικές του αρθρογράφου και δεν εκφράζουν απαραίτητα τη θέση του SLpress.gr

Απαγορεύεται η αναδημοσίευση του άρθρου από άλλες ιστοσελίδες χωρίς άδεια του SLpress.gr. Επιτρέπεται η αναδημοσίευση των 2-3 πρώτων παραγράφων με την προσθήκη ενεργού link για την ανάγνωση της συνέχειας στο SLpress.gr. Οι παραβάτες θα αντιμετωπίσουν νομικά μέτρα.

Ακολουθήστε το SLpress.gr στο Google News και μείνετε ενημερωμένοι

Kαταθέστε το σχολιό σας. Eνημερώνουμε ότι τα υβριστικά σχόλια θα διαγράφονται.

0 ΣΧΟΛΙΑ
Παλιότερα
Νεότερα Με τις περισσότερες ψήφους
Σχόλια εντός κειμένου
Δες όλα τα σχόλια
0
Kαταθέστε το σχολιό σαςx