Ευρώπη και αμερικανικές εκλογές – Τι περιμένουν Μέρκελ και Βρυξέλλες
04/11/2020Παρά την αβεβαιότητα που εξακολουθεί να υπάρχει σχετικά με το αποτέλεσμα στις αμερικανικές εκλογές, η Ευρώπη, ΕΕ και Γερμανία, θέτουν με δηλώσεις αξιωματούχων τους το ζήτημα των μελλοντικών σχέσεων με τις ΗΠΑ. Σχέσεις που, κατά την προεδρία Τραμπ, διαταράχθηκαν τόσο σε εμπορικά ζητήματα όσο και σε ό,τι αφορά τα θέματα της ευρωπαϊκής ασφάλειας.
Στις ΗΠΑ, Τραμπ και Μπάιντεν κονταροχτυπιούνται, με τον υποψήφιο των Δημοκρατικών να εμφανίζεται και πάλι έτοιμος να κόψει το νήμα, αν επιβεβαιωθεί το προβάδισμά του στο Μίσιγκαν και στο Γουισκόνσιν και αν διατηρήσει την υπερβολικά οριακή νίκη του στη Νεβάδα. Ο Τραμπ έχει κηρύξει βέβαια ήδη τη νίκη του, τόσο στην κρίσιμη Πενσυλβάνια όσο και σε εθνικό επίπεδο και έχει προαναγγείλει προσφυγή στο Ανώτατο Δικαστήριο, καταγγέλλοντας απόπειρα “κλοπής” της επανεκλογής του.
Αυτή η ρευστή κατάσταση προκαλεί ανησυχία στο Βερολίνο, όχι μόνον για την έκβαση του αποτελέσματος, αλλά και για το ενδεχόμενο να ακολουθήσει μια σχετικά μακρά περίοδος πολιτικής αβεβαιότητας και ακυβερνησίας στην Ουάσιγκτον. Οι σχέσεις της γερμανικής κυβέρνησης και της ΕΕ με τον Τραμπ δεν ήταν βέβαια και οι καλύτερες, ωστόσο το ενδεχόμενο της ακυβερνησίας στις ΗΠΑ φαίνεται περισσότερο εφιαλτικό, ακόμα και από μια νέα διακυβέρνηση Τραμπ, για την οποία είναι σχεδόν σίγουρο ότι η Μέρκελ “δεν πετάει και τη σκούφια της”.
Στα κάρβουνα οι Ευρωπαίοι
Αυτόν τον κίνδυνο επισήμανε ο πρώην υπουργός Εξωτερικών και Πρόεδρος της “Atlantic Bridge” Ζίγκμαρ Γκάμπριελ, τονίζοντας ότι ένα «κενό εξουσίας» στις Ηνωμένες Πολιτείες θα επέφερε σημαντικές επιπτώσεις στην παγκόσμια ισορροπία. Θα υπήρχε «τεράστιο πρόβλημα», εάν συνέβαινε κάτι τέτοιο και κρατούσε για μήνες είπε ο Γκάπριελ, τονίζοντας ότι ένα τέτοιο ενδεχόμενο «θα χαροποιούσε, ιδιαίτερα, εκείνους που θέλουν αυτό το κενό» και κατονόμασε την Κίνα, τη Ρωσία και την Τουρκία.
Ο Γερμανός σοσιαλδημοκράτης, σε μια κρίση ρεαλισμού, παραδέχθηκε ότι η Ευρώπη είναι πολύ αδύναμη για να καλύψει ένα τέτοιο κενό και υπογράμμισε ότι «θα είναι πολύ δύσκολο για ολόκληρο τον κόσμο, αν ένα τόσο μεγάλο έθνος, όπως οι ΗΠΑ, αποτύχει στην πράξη». Οι ανησυχίες του Γκάμπριελ δεν περιορίζονται βεβαίως στις εμπορικές σχέσεις των Ηνωμένων Πολιτειών με την ΕΕ, ούτε καν στην μεγάλη πρόκληση της αντιμετώπισης της πανδημίας.
Περιλαμβάνει σε αυτές και το ζήτημα της ευρωπαϊκής ασφάλειας και της διάδοσης των πυρηνικών όπλων. Έναν τομέα, στον οποίο ο Τραμπ μπορεί να μην έκανε θαύματα, κυρίως εξαιτίας της τάσης του να αποχωρεί, έθεσε όμως έναντι όλων τους ξεκάθαρους όρους των ΗΠΑ. Οι συνομιλίες με τη Βόρεια Κορέα πάγωσαν, η συμφωνία με το Ιράν κατέρρευσε, ενώ σε αχρηστία έχουν περιέλθει και σχετικές συμφωνίες με τη Ρωσία (πύραυλοι μέσου βεληνεκούς). Υπήρχε όμως συνομιλητής, που εξέφραζε σθεναρά τις θέσεις της υπερδύναμης.
Ακόμα όμως και αν, στην πορεία της ημέρας, καθαρίσει περισσότερο το τοπίο σε ότι αφορά τον νικητή των προεδρικών εκλογών (υπάρχει μία τάση τις τελευταίες ώρες υπέρ του Μπάιντεν), οι ανησυχίες των Ευρωπαίων παραμένουν και αφορούν κυρίως την διαμάχη για την νομιμότητα του αποτελέσματος. Πρόκειται για μια μάχη που μόλις άρχισε, δήλωσε η Γερμανίδα υπουργός Άμυνας και Πρόεδρος του Χριστιανοδημοκρατικού Κόμματος (CDU), ‘Ανεγκρετ Κραμπ-Καρενμπάουερ.
Κι αν οι αμερικανικές εκλογές …
Η ίδια πρόσθεσε ότι οι ειδικοί είχαν προειδοποιήσει «για μια συνταγματική κρίση στις ΗΠΑ» και συμπλήρωσε ότι αυτό το ενδεχόμενο «θα πρέπει να μας ανησυχεί συνολικά». Τις ίδιες ανησυχίες για το πιθανός πλέον ενδεχόμενο να οδηγηθούν σε μια πρωτοφανή “εσωστρέφεια” οι Ηνωμένες Πολιτείες, εκφράζουν και άλλοι Γερμανοί πολιτικοί, όχι μόνο των κομμάτων του μεγάλου συνασπισμού, αλλά και της αντιπολίτευσης.
Την ίδια ώρα, οι θεσμικές Βρυξέλλες, μέσω του προέδρου του Ευρωπαϊκού Συμβουλίου, Σαρλ Μισέλ, και του Ύπατου Εκπροσώπου, Ζοζέπ Μπορέλ, εκφράζουν τη βούλησή τους για μια ισχυρή σχέση με τις ΗΠΑ. Τονίζουν μάλιστα ιδιαίτερα ότι οι Ηνωμένες Πολιτείες παραμένουν αδιαμφισβήτητος εταίρος της Ενωμένης Ευρώπης. Ο Μπορέλ δηλώνει επίσης ότι η ΕΕ παραμένει έτοιμη να συνεχίσει να χτίζει μια ισχυρή διατλαντική σχέση και ο Σαρλ Μισέλ κάνει λόγο για μια σημαντική στιγμή προκειμένου να «σκεφτούμε τον διατλαντικό δεσμό μας και τις αξίες που μοιράζεται η EE με τις ΗΠΑ».
Η ίδια η καγκελάριος δεν έχει κάνει μέχρι στιγμής καμία δήλωση. Εντύπωση προκάλεσαν όμως οι χθεσινές δηλώσεις του σοσιαλδημοκράτη υπουργού της επί των Εξωτερικών. Ανήμερα της ψηφοφορίας ο Χάικο Μαας απηύθυνε έκκληση για “New Deal” με τις Ηνωμένες Πολιτείες, τονίζοντας ότι υπάρχει ανάγκη για έναν «λειτουργικό διατλαντικό δεσμό», αλλά και ετοιμότητα για «επενδύσεις σε αυτή τη σχέση». Η δήλωση του Μάας χαρακτηρίστηκε ασυνήθιστη, καθώς συνοδεύτηκε από ευχές για μια «δίκαιη, καλή ψηφοφορία και πάνω απ’ όλα ήρεμη».
Μέρκελ και Μακρόν
Η ίδια η Μέρκελ έχει αρνηθεί πάντως να κάνει οποιαδήποτε δήλωση, αν και την έριξε την μπηχτή στον Τραμπ, όταν ρωτήθηκε σχετικά με το πόσο σημαντικό θεωρεί η ίδια να ακούγεται “η φωνή της επιστήμης” στον Λευκό Οίκο. Την ημέρα της έντονης αντιπαράθεσης Τράμπ-Φάουτσι, παραμονή των εκλογών, η Μέρκελ απάντησε: «Και μόνο από την εκπαίδευσή μου ως φυσικού, αποδίδω μεγάλη σημασία στις επιστημονικές συμβουλές και τις χρησιμοποιώ και η ίδια».
Η Γερμανία υπήρξε, άλλωστε, στόχος του Τραμπ όχι μόνον για το μέγεθος των εξαγωγών της, αλλά και για την ελλιπή συνεισφορά της στις αμυντικές δαπάνες του ΝΑΤΟ. Αν σε αυτά προστεθούν η αποχώρηση των ΗΠΑ από τη συμφωνία με το Ιράν για τα πυρηνικά και την Συμφωνία των Παρισίων με το κλίμα, το ισοζύγιο των σχέσεων των δύο χωρών γίνεται αυτομάτως αρνητικό.
Οι Ευρωπαίοι προσβλέπουν, εξάλλου, σε μια περισσότερο φιλελεύθερη εμπορική σχέση με τις ΗΠΑ, αλλά και σε μια συνεργασία στα ζητήματα αντιμετώπισης της κλιματικής αλλαγής. Αυτά όμως τους στέλνουν αναγκαστικά στο να επιθυμούν, έστω και αν δεν το λένε, περισσότερο την εκλογή του Μπάιντεν, από την επανεκλογή του Τραμπ. Αυτό που δεν θέλουν σίγουρα είναι η αβεβαιότητα και το “κενό εξουσίας”, το οποίο ανοίγει άλλες δυσμενέστερες προοπτικής, συνολικά για την Ευρώπη και ειδικότερα για την Γερμανία.
Σε ό,τι αφορά τον άλλο πόλο της ΕΕ, την Γαλλία, αν και οι σχέσεις Τραμπ-Μακρόν ξεκίνησαν με ιδιαίτερη θέρμη στην πορεία ψυχράνθηκαν. Ο Γάλλος πρόεδρος έχει λόγους να είναι συσαρεστημένος με την αποχώρηση Τραμπ από τη Συμφωνία για το κλίμα, αλλά και από τη συμφωνία για τα πυρηνικά του Ιράν. Απο τήν άλλη, ο Τραμπ ενοχλήθηκε επίσης με τις πρωτοβουλίες του Μακρόν για τον ευρωπαϊκό στρατό και τις δηλώσεις για το κλινικά νεκρό ΝΑΤΟ. Ταφόπλακα έβαλαν οι πρόσφατες δηλώσεις του πρώην συμβούλου του Αμερικανού προέδρου, Τζον Μπόλτον, ο οποίος ισχυρίστηκε ότι ο Τραμπ «δεν έχει σε μεγάλη εκτίμηση» τον Γάλλο ομόλογό το!