Ο Τραμπ, το “βαθύ κράτος” της Ουάσιγκτον, οι S-400 και τα F-35
30/06/2019Η γνωστή και αναμενόμενη παρορμητική παρουσία του Αμερικανού προέδρου, Ντόναλντ Τραμπ στη σύνοδο των χωρών των G20 στην Οσάκα της Ιαπωνίας και οι εξαιρετικής σημασίας συναντήσεις που πραγματοποίησε εκεί, στις οποίες ο ίδιος έδωσε ξεχωριστό χρώμα, έδωσαν μιας πρώτης τάξεως ευκαιρία για μερικές σκέψεις απέναντι σε αυτό το φαινόμενο της διεθνούς πολιτικής.
Ένας άνθρωπος που σε κάθε του βήμα σε κάνει να αναρωτιέσαι τι έχει καταλάβει για το κάθε θέμα των διμερών σχέσεων των ΗΠΑ που καλείται να διαχειριστεί. Ο τρόπος που αναφέρεται σε αυτό είναι μερικές φορές “καφενειακού επιπέδου”. Σου δίνει την εντύπωση ότι με την εμφάνισή του έλαβε τέλος η εποχή της διπλωματίας και της χρήσης της αποκαλούμενης ως “διπλωματικής γλώσσας”, με την οποία οι κυβερνήσεις διαβιβάζουν κρυφά και φανερά μηνύματα στην πλευρά που επιθυμούν.
Τα κρυφά, μέσω περίτεχνων προαποφασισμένων από αρμόδια επιτελεία διατυπώσεων, σχεδιασμένων είτε απλά για να μην προσβάλλουν την άλλη πλευρά και προκύψει ρητορική και όχι μόνο όξυνση, είτε να πέσουν στο τραπέζι ως “χρησμοί”, άρα να εξασφαλίζεται ανά πάσα στιγμή η απεμπλοκή από το μήνυμα σε περίπτωση που απαιτηθεί από κάποια νέα εξέλιξη.
Σε κάθε περίπτωση, εκφράσεις που περιγράφονται με όρους “μαύρου – άσπρου” και “καλού – κακού”, ασφαλώς δεν περιέχονται στη διπλωματική γλώσσα. Εκφράσεις τις οποίες όμως χρησιμοποιεί κατά κόρον ο Τραμπ, ο οποίος δείχνει να βαριέται αφόρητα την παραδοσιακή διπλωματική εκπροσώπηση της χώρας, προτιμώντας ως σύμβουλο την προσωπική του διαίσθηση, κυρίως το αν η προσωπικότητα του ηγέτη με τον οποίο συναντιέται τον γοητεύει ή όχι.
Η υπεραπλούστευση ως πρόβλημα εθνικής ασφαλείας
Για έναν άνθρωπο ο οποίος δεν αρέσκεται στο να διαβάζει, προτιμώντας σύντομα σημειώματα της τάξεως των μια δυο σελίδων, σίγουρα δεν εκπλήσσει. Από την άλλη πλευρά όμως, η πολυπλοκότητα των ζητημάτων και τα συμφέροντα που διακυβεύονται απαιτούν κατανόηση σε βάθος των ζητημάτων από τον ηγέτη, με το βάρος να πέφτει πάνω στις κυβερνητικές συνιστώσες που χειρίζονται στο πλαίσιο των αρμοδιοτήτων τους μια υπόθεση και φυσικά στους συμβούλους που έχει επιλέξει.
Ο Τραμπ έχει δείξει ξεκάθαρα την προτίμησή του για τα οικονομικά και εμπορικά ζητήματα τα οποία κατανοεί εμφανώς καλύτερα από τα υπόλοιπα της γεωστρατηγικής πραγματικότητας. Η αφόρητη υπέρ-απλούστευση που χρησιμοποιεί στην αντιμετώπιση των ζητημάτων έχει εκπλήξει τους αναλυτές, σε βαθμό που ουδείς παίρνει “τοις μετρητοίς” τα λεγόμενα του Τραμπ.
Κι αυτό διότι μερικές μέρες αναμονή είναι πολύτιμες για να εκτιμηθεί εάν όσα έχει πει ο πρόεδρος ανταποκρίνονται στην επίσημη πολιτική των ΗΠΑ, καθώς κάποιες “σταθερές” παραμένουν αναλλοίωτες και οι ΗΠΑ δεν εξαρτιόνται στο τέλος της ημέρας από τις διατυπώσεις που θα χρησιμοποιήσει ένας παρορμητικός πρόεδρος που είναι περισσότερο από εμφανές ότι τα κάνει όλα “στο γόνατο”, θεωρώντας ότι υπεραπλουστεύοντας το πρόβλημα βρίσκεις μια λύση που ικανοποιεί κάποιους βασικούς άξονες.
Και στη συνέχεια… έχει ο Θεός. Μπορεί όντως να πετυχαίνεις αυτό που θα αποκαλούνταν “ανακάτεμα της τράπουλας”, όμως σε κάθε περίπτωση πρέπει να υπάρχουν κάποιες αρχές και κάποιες σταθερές, δεν μπορεί το κάθε πρόβλημα να το αντιμετωπίζεις αδιαφορώντας για την αληλεπίδρασή του με άλλα…
Όταν δε έρθει η ώρα να διορθώσουν τη διεθνή εικόνα περί της πολιτικής των ΗΠΑ σε κάποιο θέμα, το State Department το Πεντάγωνο και το Κογκρέσο, ο Τραμπ μπορεί να “γκρινιάξει” για την αναδιατύπωση (βλ. διόρθωση) της αμερικανικής θέσης, όμως στο δικό του το μυαλό ενδεχομένως να αποτελεί στην πράξη εφαρμογή της στρατηγικής “του καλού και του κακού μπάτσου” (bad cop, good cop).
Φυσικά, ο ρόλος του “καλού” επιφυλάσσεται για τον ίδιον. Με μισόλογα, έχει πετύχει να περάσει την εικόνα ότι αγωνίζεται με το “σύστημα”, το κατεστημένο της Ουάσιγκτον για να προωθήσει την απόψεις του, παρουσιάζοντας εαυτόν ως “οραματιστή” ενός νέου μέλλοντος τον οποίο σταματούν “σκοτεινές δυνάμεις” που εξυπηρετούν τα δικά τους συμφέροντα και όχι αυτά των Ηνωμένων Πολιτειών.