Ποιο είναι ο νέος πρωθυπουργός στην Γαλλία – Στο βάθος ΔΝΤ;
10/09/2025
Η Γαλλία, μια από τις ισχυρότερες οικονομίες της Ευρώπης και πυλώνας της Ευρωπαϊκής Ένωσης, βρίσκεται αντιμέτωπη με την πιο σοβαρή πολιτική κρίση από την ίδρυση της Πέμπτης Δημοκρατίας το 1958. Η απουσία κοινοβουλευτικής πλειοψηφίας, οι συνεχείς κυβερνητικές καταρρεύσεις και οι αυξανόμενες οικονομικές πιέσεις έχουν παραλύσει τη χώρα, δημιουργώντας ένα μείγμα πολιτικής αστάθειας, κοινωνικών εντάσεων και οικονομικής ευπάθειας. Αποτελεί κοινό μυστικό εδώ και τουλάχιστον μια δεκαετία ότι η Γαλλία βάδιζε και βαδίζει στον μέχρι πρότινος αργόσυρτο δρόμο προς το ΔΝΤ και ένα γαλλικό Μνημόνιο.
Η τρέχουσα πολιτική κρίση ξεκίνησε στην Γαλλία τον Ιούνιο του 2024, όταν ο Πρόεδρος Εμμανουέλ Μακρόν, αντιμέτωπος με βαριές ήττες της κεντρώας συμμαχίας του στις ευρωεκλογές από τον Εθνικό Συναγερμό (RN) της Μαρίν Λε Πεν, αποφάσισε να διαλύσει την Εθνοσυνέλευση και να προκηρύξει πρόωρες εκλογές. Οι εκλογές της 30ής Ιουνίου και της 7ης Ιουλίου 2024 παρήγαγαν ένα κατακερματισμένο κοινοβούλιο: το αριστερό Νέο Λαϊκό Μέτωπο (NFP) εξασφάλισε 193 έδρες, οι Μακρονιστές (Renaissance) 166, ο RN 142, ενώ οι Les Républicains περιορίστηκαν σε 48 έδρες. Καμία παράταξη δεν πλησίασε τις 289 έδρες που απαιτούνται για απόλυτη πλειοψηφία στη Βουλή των 577 εδρών, οδηγώντας σε αδιέξοδο.
Ο Μακρόν αρνήθηκε να διορίσει την υποψήφια του NFP, Λουσί Καστέ, ως πρωθυπουργό, προτιμώντας μια κεντροδεξιά συμμαχία για να αποφύγει τη «συγκυβέρνηση» με την αριστερά. Αυτή η απόφαση πυροδότησε οργή, με το κόμμα του Μελανσόν (LFI) να ξεκινά αποτυχημένες διαδικασίες καθαίρεσης του προέδρου Μακρόν στις 31 Αυγούστου 2024. Χρειάστηκε υπηρεσιακή κυβέρνηση για πάνω από 50 ημέρες (η μεγαλύτερη τέτοια περίοδος από το 1962…) μέχρι ο Μακρόν να διορίσει τον Μισέλ Μπαρνιέ, συντηρητικό και πρώην διαπραγματευτή του Brexit, στις 5 Σεπτεμβρίου 2024. Ωστόσο, η μειοψηφική κυβέρνηση Μπαρνιέ κατέρρευσε στις 4 Δεκεμβρίου 2024, μετά από πρόταση δυσπιστίας για έναν προϋπολογισμό λιτότητας 60 δισ. ευρώ, με το NFP και τον Εθνικό Συναγερμό να ενώνονται για να τον ανατρέψουν.
Στις 5 Δεκεμβρίου 2024, ο Φρανσουά Μπαϊρού, σύμμαχος του Μακρόν και ηγέτης του MoDem, ανέλαβε πρωθυπουργός, σχηματίζοντας άλλη μια μειοψηφική κυβέρνηση. Η εννιάμηνη θητεία του υπήρξε εύθραυστη: η Εθνοσυνέλευση απέρριψε πολλαπλές προτάσεις δυσπιστίας στις αρχές του 2025, επιτρέποντας τον προϋπολογισμό του 2025 να περάσει τον Φεβρουάριο μέσω διαπραγματεύσεων με τους Σοσιαλιστές και σιωπηρής υποστήριξης από τον Εθνικό Συναγερμό. Όμως, η απόπειρα του Μπαϊρού για πακέτο λιτότητας 44 δισ. ευρώ για το 2026, με στόχο τη μείωση του ελλείμματος από 5,4% σε 4,6% του ΑΕΠ, άναψε νέες εντάσεις.
Στις 25 Αυγούστου 2025, ο Μπαϊρού ζήτησε ψήφο εμπιστοσύνης για τις 8 Σεπτεμβρίου, προωθώντας μέτρα όπως η κατάργηση δύο αργιών, το πάγωμα κοινωνικών δαπανών και φορολογικές αυξήσεις. Τα κόμματα της αντιπολίτευσης (RN, Σοσιαλιστές, Πράσινοι, LFI) ενώθηκαν εναντίον του, οδηγώντας στην ήττα του με 364-194 και την παραίτησή του.
Ο Μακρόν διόρισε άμεσα πρωθυπουργό τον υπουργό Άμυνας και σύμμαχο του, Σεμπαστιάν Λεκορνί. Ο Λεκορνί διετέλεσε υπουργός Ενόπλων Δυνάμεων στις κυβερνήσεις των: Ελιζαμπέτ Μπορν, Γκαμπριέλ Ατάλ, Μισέλ Μπαρνιέ και Φρανσουά Μπαϊρού.
Εκρηκτική οικονομική κατάσταση
Από ‘κει και πέρα, το δημόσιο χρέος της Γαλλίας ανέρχεται σε 3,346 τρισ. ευρώ (114% του ΑΕΠ το πρώτο τρίμηνο του 2025), το τρίτο υψηλότερο στην ευρωζώνη μετά την Ελλάδα και την Ιταλία, με έλλειμμα 5,8% το 2024, σχεδόν διπλάσιο από το όριο 3% της ΕΕ. Κοινώς, το Μεγάλο Δημοσιονομικό Κανόνι της Γαλλίας φαίνεται στον ορίζοντα. Κι αν ήταν μια φορά δύσκολο να υπάρξει πολιτική συναίνεση για εφαρμογή μείζονος και απονεκρωτικής λιτότητας στην Ελλάδα, στη Γαλλία αυτό μοιάζει ασύλληπτο, λόγω μεγεθών, εκτοπίσματος, ιδιοσυγκρασιών.
Αλλά χωρίς πρωτοβουλίες κάποιου είδους, το χρέος μπορεί να φτάσει το 125% του ΑΕΠ έως το 2029. Η Moody’s υποβάθμισε την πιστοληπτική ικανότητα της Γαλλίας στα τέλη του 2024, επικαλούμενη τον “πολιτικό κατακερματισμό”. Οι αποδόσεις των 10ετών ομολόγων (~3,5%) ξεπέρασαν αυτές της Ισπανίας, της Πορτογαλίας και της Ελλάδας, αυξάνοντας το κόστος δανεισμού, που ήδη απορροφά το 7% των κρατικών δαπανών.
Aπειλή για τη σταθερότητα της ευρωζώνης
Η χρηματιστηριακή αγορά αντέδρασε αρνητικά, με τον δείκτη CAC 40 να πέφτει ~2% μετά την ανακοίνωση του Μπαϊρού, ενώ τράπεζες όπως η BNP Paribas και η Société Générale έχασαν 5-10% λόγω της έκθεσής τους σε κρατικό χρέος. Η ανάπτυξη του ΑΕΠ προβλέπεται μόλις στο 0,6% για το 2025 και 0,9% το 2026, περιοριζόμενη από τη δημοσιονομική πίεση και την αδύναμη καταναλωτική εμπιστοσύνη.
Ο Υπουργός Οικονομικών Ερίκ Λομπάρ προειδοποίησε για πιθανή παρέμβαση του ΔΝΤ, μια ταπεινωτική προοπτική για τη δεύτερη μεγαλύτερη οικονομία της ευρωζώνης. Κλάδοι όπως οι κατασκευές, τα χημικά και η φιλοξενία βρίσκονται ήδη σε ύφεση, ενώ καθυστερήσεις στον προϋπολογισμό του 2026 (προθεσμία: Οκτώβριος 2025) μπορεί να οδηγήσουν σε έκτακτα μέτρα ή μερική διακοπή κρατικών λειτουργιών.
Για την ΕΕ, η κρίση απειλεί τη σταθερότητα της ευρωζώνης. Η δημοσιονομική απόκλιση της Γαλλίας υπονομεύει την αξιοπιστία του μπλοκ, ενώ η επερχόμενη αξιολόγηση της Fitch στις 12 Σεπτεμβρίου 2025 μπορεί να φέρει νέα υποβάθμιση… Η δε εμπιστοσύνη του εκλογικού σώματος στους πολιτικούς βρίσκεται σε ιστορικό χαμηλό, με δημοσκοπήσεις να δείχνουν 85% δυσαρέσκεια και εκκλήσεις για παραίτηση του Μακρόν.
Το φάσμα της λιτότητας απειλεί τις κοινωνικές δαπάνες, τις συντάξεις και την υγεία, ιερά δισκοπότηρα του γαλλικού κοινωνικού συμβολαίου. Εργατικά συνδικάτα καταγγέλλουν “κατάχρηση εξουσίας” και σχεδιάζουν απεργίες για την 1η Οκτωβρίου 2025, ενώ στα κοινωνικά δίκτυα οργανώνεται διαμαρτυρία “Bloquons Tout” (Μπλοκάρουμε τα Πάντα) στις 10 Σεπτεμβρίου, θυμίζοντας τις ταραχές των Κίτρινων Γιλέκων.
Αβέβαιο το μέλλον…
Ταυτόχρονα, η ανισότητα επιδεινώνεται, ιδιαίτερα σε περιοχές με προβλήματα όπως η ατμοσφαιρική ρύπανση και η έλλειψη υγειονομικών υποδομών. Προφανώς, πολιτικά ο Εθνικός Συναγερμό προηγείται στις δημοσκοπήσεις για τις προεδρικές εκλογές του 2027 (Ζορντάν Μπαρντέλα στο 30-31%), εκμεταλλευόμενος την αντι-ελίτ διάθεση, ενώ η αριστερά πιέζει για φόρους στον πλούτο. Η “δημοκρατική συμμαχία” του Μακρόν κατά του RN έχει καταρρεύσει, και η εστίασή του σε διεθνή ζητήματα (βλ. Ουκρανία και Ρωσία) έρχεται σε αντίθεση με την εσωτερική του αδυναμία, υπονομεύοντας την κληρονομιά του, εάν υποθέσουμε ότι αυτή υφίσταται.
Τι μέλλει γενέσθαι; Ο Μακρόν όρισε τον διάδοχο του Μπαϊρού, μένει να δούμε με ποιανών τη συναίνεση ο Λεκουρνί θα κυβερνήσει και θα περάσει τον προϋπολογισμό… Χωρίς προϋπολογισμό έως τον Δεκέμβριο του 2025, οι κανόνες του 2024 θα παραταθούν, παγώνοντας φορολογικές προσαρμογές και επιδεινώνοντας το έλλειμμα.
Ο Μακρόν έχει αποκλείσει νέα διάλυση του κοινοβουλίου πριν τον Ιούλιο του 2026, αποφεύγοντας εκλογές που πιθανότατα θα ενίσχυαν το RN. Μακροπρόθεσμα, η κρίση υπογραμμίζει βαθύτερα προβλήματα: η ανεργία (~7,5%, πάνω από τον μέσο όρο της ΕΕ) και οι δημογραφικές πιέσεις από τη γήρανση (η συνταξιοδοτική ηλικία αυξήθηκε στα 64 το 2023) αποτελούν μόνο την κορυφή του παγόβουνου.
Στο βάθος “Καστελλόριζο”, λοιπόν. Την ίδια ώρα, τόσο η Γερμανία όσο και το Ηνωμένο Βασίλειο δεν νιώθουν και πολύ καλά τελευταία, πολιτικώς και οικονομικώς. Τόσο εντός των κρατών όσο και ως προς την ΕΕ (από την οποία, βεβαίως, το Ηνωμένο Βασίλειο έχει αποχωρήσει), οι εσωτερικές δυσκολίες αποτελούν πεδίον δόξης λαμπρόν για απόπειρα παραγωγής συνοχής στη βάση της προβολής ενός “εξωτερικού εχθρού” (που “πρέπει να μας συσπειρώσει”), δηλαδή για εξωτερίκευση της κρίσης, και φυσικά ο εχθρός είναι η Ρωσική Ομοσπονδία ανεξαρτήτως Ουκρανίας – εάν βέβαια τους ρωτήσεις αν θεωρούν πως η Ρωσία θα εκστρατεύσει οποτεδήποτε εναντίον του Παρισιού, πολιορκώντας το, η απάντηση θα είναι αρνητική.
Ακόμα όμως κι αν “η Ρωσία” αποτελεί βολικό εξωτερικό κίνδυνο για εσωτερική συνοχή, ελλείψει Αμερικανικού ιππικού ή έστω μιας κάποιας αμερικανικής εμπλοκής —πόσω δε μάλλον, εν όψει Αμερικανικής αποχώρησης – η εξίσωση αυτή δε λύνεται ορθολογικά. Ελπίζουμε να μη λυθεί ανορθολογικά…