Γερμανία, ο Δούρειος Ίππος της Τουρκίας στην ΕΕ
10/02/2020Παραπομπή, με άμεσο ή έμμεσο τρόπο, των θεμάτων ελληνικού ενδιαφέροντος στην περίοδο άσκησης της γερμανικής προεδρίας στην ΕΕ, το δεύτερο εξάμηνο του 2020, επιλέγει η ηγεσία του Βερολίνου. Η καθυστέρηση εξέτασης και εξεύρεσης λύσεων στα ζητήματα που θέτει η κυβέρνηση, διμερώς, στο Βερολίνο και, πολυμερώς, στην ΕΕ σημαίνει αόριστη μετάθεση στις “γερμανικές καλένδες” (ίσως και πέραν του β’ εξαμήνου), προκαλώντας ανησυχίες στα ακόλουθα μέτωπα:
Στις ελληνοτουρκικές σχέσεις η καγκελάριος Μέρκελ και ο υπουργός Εξωτερικών Χ. Μάας δεν διακινδυνεύουν επιβάρυνση του κλίματος Βερολίνου-Άγκυρας ούτε προς χάρη της Αθήνας ούτε προς όφελος της γενικότερης σταθερότητας στη νοτιοανατολική Μεσόγειο. Ξένοι διπλωμάτες στην ελληνική πρωτεύουσα αναφέρουν πως οι κίνδυνοι που απορρέουν από την τουρκική προκλητικότητα δεν συζητήθηκαν εκτενώς κατά τις τετράωρες συνομιλίες της καγκελαρίου Μέρκελ με τον Τούρκο πρόεδρο Ερντογάν στην Άγκυρα, προ δύο περίπου εβδομάδων.
Άλλωστε, η Άγκυρα δεν ενοχλήθηκε καν από τη δήλωση της εκπροσώπου του γερμανικού υπουργείου Εξωτερικών, η οποία δεν υιοθέτησε τη σκληρή ανακοίνωση της αρμόδιας επιτροπής της Ομοσπονδιακής Βουλής για την ακυρότητα του τουρκο-λιβυκού μνημονίου. Οι Γερμανοί αρμόδιοι επιβεβαιώνουν απλώς τα συμπεράσματα του Ευρωπαϊκού Συμβουλίου της 13ης Δεκεμβρίου 2019, που είναι, ασφαλώς, χρησιμότατα για την ελληνική πλευρά, αλλά σταδιακά αποδυναμώνονται από τις εξελίξεις. Επί γερμανικής προεδρίας αναμένεται τακτική Πόντιου Πιλάτου ως προς τις τουρκικές αεροναυτικές προκλήσεις κατά της Ελλάδας.
Στην κρίση της Λιβύης η Γερμανία δεν έχει συναινέσει ακόμα στη συμμετοχή της Ελλάδας στην επόμενη Διάσκεψη του Βερολίνου. Προς αποφυγή επανάληψης του αποκλεισμού από την προηγούμενη (της 19ης Ιανουαρίου), θα απαιτηθούν δύσκολες διαβουλεύσεις. Πάντως, ειδικά ως προς τη στρατιωτική κατάσταση και την ανακωχή στη Λιβύη, η γερμανική πλευρά δείχνει ανεξάντλητη ανοχή έναντι του προέδρου Ερντογάν.
Θεωρητικά τον καλεί να σεβαστεί το εμπάργκο αποστολής όπλων, αλλά στην πράξη υποκρίνεται πως δεν γνωρίζει τις προετοιμασίες της Τουρκίας για την εγκατάσταση μόνιμης στρατιωτικής βάσης στη Λιβύη. Η βάση, σε λίγους μήνες, θα παράσχει πρόσθετα πλεονεκτήματα στον Ερντογάν και θα καταστήσει, για τα συμφέροντα της Άγκυρας, σχεδόν αδιάφορη την έκβαση της αναμέτρησης Σάρατζ-Χαφτάρ.
Αν και είναι πολύ νωρίς να προβλεφθούν οι συσχετισμοί ισχύος των ένοπλων ομάδων στη Λιβύη την 1η Ιουλίου, κατά την έναρξη της γερμανικής προεδρίας, θα ήταν απίθανο τα σχέδια Ερντογάν για μόνιμη παρουσία και για γεωτρήσεις νοτιοανατολικά της Κρήτης να έχουν ανατραπεί από τρίτες χώρες.
Αντίθετη η γερμανική διπλωματία
Ως προς την επιβολή κυρώσεων της ΕΕ σε τουρκικά νομικά και φυσικά πρόσωπα, που συμμετέχουν στις παράνομες γεωτρήσεις στην ΑΟΖ της Κυπριακής Δημοκρατίας, η γερμανική διπλωματία είναι σαφώς αντίθετη. Επί της αρχής, υποστηρίζει πως, ούτως ή άλλως, οποιαδήποτε μέτρα θα είναι συμβολικά και δεν θα μεταβάλουν την τουρκική πολιτική. Σε αυτό το πλαίσιο θα ανέμενε κανείς ότι, αφού οι συμβολισμοί είναι ανώδυνοι, το Βερολίνο θα αποδεχόταν την επιβολή, έστω ήπιων, μέτρων.
Τελικά, δεν έπραξε ούτε αυτό και, επιπλέον, εξέφρασε επίσημη νομική επιφύλαξη για την επιβολή κυρώσεων. Ενδεικτικό της φιλοτουρκικής στάσης του Βερολίνου είναι το γεγονός ότι πριν από την έκφραση της επιφύλαξης η Νομική Υπηρεσία του Συμβουλίου της ΕΕ είχε ήδη γνωμοδοτήσει πως τα αποδεικτικά στοιχεία της Κυπριακής Δημοκρατίας για τις κυρώσεις ήταν επαρκή.
Ταυτόσημη γνώμη έχουν 20 κράτη-μέλη της ΕΕ για συγκεκριμένα φυσικά πρόσωπα. Η κατάσταση θα επιδεινωθεί, επί γερμανικής προεδρίας, κατά την εξέταση της επόμενης φάσης των κυρώσεων εναντίον της TPAO, της κρατικής εταιρείας πετρελαίου της Τουρκίας. Για την TPAO αποκλείεται να συμφωνήσουν αρκετοί εταίροι, οπότε η ελλαδική και κυπριακή θέση θα είναι δύσκολη.
Η κατάσταση στα Βαλκάνια και ειδικά η ικανοποίηση του αιτήματος των Τιράνων και των Σκοπίων για άμεση έναρξη των ενταξιακών διαπραγματεύσεών τους με την ΕΕ αποτελεί ίσως το μοναδικό θέμα ταύτισης απόψεων Αθήνας και Βερολίνου. Είναι άγνωστο αν, μέχρι τον Ιούλιο, θα ληφθεί απόφαση (έγκριση ή απόρριψη έναρξης, διαχωρισμός υποψηφιοτήτων κλπ), αλλά είναι γνωστό το εξής: η γερμανική προεδρία επιθυμεί να καλύψει το χαμένο έδαφος στην άσκηση επιρροής της στα Βαλκάνια μετά την απορριπτική στάση της Γαλλίας και της Ολλανδίας πέρυσι.
Παράλληλα, πριν από την έναρξη της προεδρίας, ενδιαφέρον θα έχει το ελληνογερμανικό φόρουμ για την οικονομία, που συγκαλείται στις 9 Μαρτίου στο Βερολίνο με την παρουσία της καγκελαρίου Μέρκελ και του πρωθυπουργού Κυριάκου Μητσοτάκη. Η πρωτοβουλία είναι αναμφισβήτητα θετική, αλλά τα αποτελέσματά της εξαιρετικά αμφίβολα, λαμβάνοντας υπόψη τη διάψευση των προσδοκιών από τα προηγούμενα φόρα, στην Αθήνα, το 2007 και το 2012.