Για πoιο λόγο ο Μπάιντεν αποκάλεσε τον Πούτιν δολοφόνο
27/03/2021Το να αποκαλέσεις τον ηγέτη μιας παγκόσμιας υπερδύναμης “δολοφόνο” ακούγεται εξωφρενικό. Ακούγεται ακόμη πιο εξωφρενικό όταν λέγεται από τον ηγέτη της άλλης παγκόσμιας υπερδύναμης. Πολλοί ίσως να σκεφτούν, ότι με την κατάρρευση της Σοβιετικής Ένωσης, μια και μοναδική υπερδύναμη έχει πλέον την δυνατότητα να επιβάλει τους δικούς της και μόνο όρους στην παγκόσμια διακυβέρνηση.
Η κατάρρευση της Σοβιετικής Ένωσης γέννησε σε πλείστους όσους την εντύπωση της διάλυσής της, στα εξ ων συνετέθη. Πράγματι, η δεκαετία του 1990, που ακολούθησε τα γεγονότα του 1989, συνηγορούσαν προς αυτή την κατεύθυνση. Η αυταπάτη της απόλυτης βεβαιότητας ότι υπάρχουν παγκόσμιες σταθερές, πέρα από τους γενικούς οικονομικούς νόμους και η υποτίμηση των νόμων αυτών, παρεμπόδισαν την Δύση να αποδώσει την βαρύνουσα αξία στην νέα πραγματικότητα που άρχισε να δημιουργείται στην Ευρασία.
Η ανάκαμψη της Ρωσίας και η οικονομική άνοδος της Κίνας στις αρχές του 21ου αιώνα αποτέλεσαν γεγονότα αναπάντεχα για τις ΗΠΑ και την επιδίωξή τους να κυριαρχήσουν στην παγκόσμια διακυβέρνηση. Οι νέοι “καπιταλιστές” συνεταίροι στο παγκόσμιο γίγνεσθαι μετατράπηκαν σε ανεξάρτητους πόλους, μετατρέποντας την μονοπολική παγκοσμιοποίηση σε διπολική ή πολυπολική, με τις αντίστοιχες αξιώσεις στην παγκόσμια διακυβέρνηση.
Ο Ντόναλντ Τραμπ έχασε την ευκαιρία του να προσεγγίσει εκ νέου τη Ρωσία και η κυβέρνηση Μπάιντεν είναι απίθανο να μειώσει την εχθρότητα προς την Κίνα. Ως αποτέλεσμα, η ίδια η Ουάσιγκτον περιέγραψε τις προοπτικές για μια εταιρική σχέση Μόσχας-Πεκίνου, δυσοίωνες. Σήμερα έρχεται η οριστική δήλωση του προέδρου των ΗΠΑ που θέτει τον πρόεδρο μιας υπερδύναμης εκτός νομιμότητας, αποκαλώντας τον δολοφόνο. Η Ρωσία απάντησε με ένα ευρύ φάσμα αντιδράσεων.
Κήρυξη ψυχρού πολέμου
Οι αναλυτές ανέπτυξαν θεωρίες γύρω από την θέση του Αμερικανού προέδρου. Κάποιοι είπαν ότι ό πρόεδρος Μπάιντεν δεν ήταν σε θέση να καταλάβει την ερώτηση. Κάποιοι άλλοι ότι με την δήλωση αυτή κήρυξε τον πόλεμο στην Ρωσία. Απορρίπτοντας εξ’ αρχής την πρώτη, επικεντρωνόμαστε στην δεύτερη, την κήρυξη ενός πολέμου και πιο συγκεκριμένα του Δεύτερου Ψυχρού Πολέμου.
Αντί να προσανατολιστούμε στην παραπλανητική ανάλυση των θεωριών του πολέμου και με την θέση ότι ο Ψυχρός Πόλεμος στην ουσία δεν τελείωσε ποτέ, γιατί δεν εξαλείφτηκαν τα αίτια που τον προκάλεσαν, μας φαίνεται γονιμότερο να αναζητήσουμε τον πυρήνα της προβληματικής στο εσωτερικό των Ηνωμένων Πολιτειών.
Η επίμαχη συνέντευξη αφορούσε εσωτερικά ζητήματα και η ανάμειξη του ονόματος του Ρώσου προέδρου σχετίζεται με μια λεπτομερή έκθεση πληροφοριών σχετικά με τις πρόσφατες εκλογές. Η σοβαρότητα αυτού του εγγράφου, όπως αναφέρεται από τους σχολιαστές, δεν πλησιάζει στο ελάχιστο τη σοβαρότητα μιας αντίστοιχης έκθεσης που αφορούσε τις εκλογές του 2016.
Δύο μήνες μετά την ορκωμοσία του νέου προέδρου, με την πολιτική σκόνη που σηκώθηκε στην Ουάσιγκτον να μην έχει καταλαγιάσει, γίνεται όλο και πιο ξεκάθαρο ότι οι δημοκρατικοί, έχουν να αντιμετωπίσουν κατ’ αρχή την διχόνοια στο εσωτερικό, πριν ο νέος πρόεδρος ασχοληθεί με την πολιτική της “διπλής συγκράτησης” απέναντι στους γεωστρατηγικούς αντιπάλους. Η δήλωση του Τραμπ και των υποστηρικτών του για τις κλεμμένες εκλογικές ψήφους υποκίνησαν τον εγχώριο εξτρεμισμό στις Ηνωμένες Πολιτείες και έχουν προσφέρει μια “πέμπτη φάλαγγα” στα χέρια των αντιπάλων.
Εργαλείο η ρωσική απειλή
Η εσωτερική πολιτική εξακολουθεί να αποτελεί την πρώτη προτεραιότητα στην ατζέντα του νέου προέδρου, ο οποίος αν και λιγότερο πραγματιστής από τον προκάτοχό του είναι αναγκασμένος να συνεχίσει την πολιτική, όπως ήταν κατά τη διάρκεια της προεδρίας του Τραμπ. Η σύγχυση μεταξύ της πολιτικής Τραμπ και της θέσης της Αμερικής στο παγκόσμιο σύστημα, όπως αυτή έχει διαμορφωθεί σήμερα, ήταν αρκετή για να αποκηρύξει τον πρώην πρόεδρο και να τον υποβιβάσει σε επίπεδο που ενδεχομένως δεν του αρμόζει.
Όποιος ήλπιζε ότι η επικράτηση των Δημοκρατικών θα έβαζε τέλος σε όλες τις εσωτερικές συγκρούσεις που χώριζαν τη χώρα, δεν έχει συλλάβει το βάθος και την ουσία των προβλημάτων που ταλανίζουν αυτή τη χώρα. Φυσικά τα προβλήματα αυτά είναι γνωστά στους δημοκρατικούς. Στην προσπάθεια να συγκρατήσουν τη φθορά και διασπάθιση των οικείων δυνάμεων χρησιμοποιούν το γνωστό εργαλείο της “ρωσικής παρέμβασης” ή “ρωσικής απειλής”, όπως ευρέως χρησιμοποιήθηκε ως εργαλείο, στα πρώτα χρόνια του Ψυχρού Πολέμου.
Σε κάθε περίπτωση, με την αλλαγή φρουράς στον Λευκό Οίκο, οι κανόνες του παιχνιδιού στη σκακιέρα της Μεγάλης Ευρασίας δεν έχουν αλλάξει. Η κυβέρνηση Μπάιντεν, όπως και η κυβέρνηση Τραμπ, συνεχίζει να προσπαθεί να πείσει τους άλλους και τον εαυτόν της ότι αρκεί να εξαπολύεις βολές για να αποδείξει, ότι έχει επιδιώξεις ισχύος. Είναι εξάλλου γνωστό, ότι η εξωτερική πολιτική δεν είναι ανεξάρτητη της εσωτερικής πολιτικής. Η διαπίστωση αυτή είναι ιστορική και κοινωνιολογική καθώς και η επισήμανση του γεγονότος ότι η εξωτερική πολιτική γίνεται από ανθρώπους ασχολούμενους αναγκαστικά με την εσωτερική.
Είναι επίσης αλήθεια ότι η ρητορική της κυβέρνησης Μπάιντεν για την επανατοποθέτηση της Αμερικής στην κορυφή της παγκόσμιας ηγεσίας και ο μονοπολισμός της παγκόσμιας διακυβέρνησης είναι μια παράσταση που απευθύνεται προς το εσωτερικό της χώρας. Η παράσταση αυτή απευθύνεται, φυσικά, σε όλο τον κόσμο, για να τραβήξει την προσοχή του από την σταδιακή συρρίκνωση της Αμερικής στην διεθνή σκηνή.
Μετέωρα βήματα
Έχει περάσει σχεδόν μια δεκαετία από τότε που οι ΗΠΑ άρχισαν σταδιακά να μειώνουν τις υποχρεώσεις τους στη παγκόσμια σφαίρα. Οι τρεις τελευταίοι πρόεδροι κινήθηκαν προς την ίδια κατεύθυνση. Λιγότερο αποφασιστικά ο Μπαράκ Ομπάμα, extempore ο Τραμπ, στο πλαίσιο, δηλαδή, τα όρια και τις δυνατότητες της δράσης, που η ενότητα σκοπού και μέσου θα το επιτρέψουν στο Μπάιντεν.
Εντεύθεν εναπόκειται στον νέο πρόεδρο να διαλέξει το είδος του πολέμου που θα του επιτρέψει το υποκειμενικό πολιτικό καθήκον. Τι μπορεί και τι δεν μπορεί να είναι ο πόλεμος, λόγω των συνθηκών και της υφής των διεργασιών στο εσωτερικό της χώρας. Στο τέλος της ημέρας, το αποτέλεσμα του παιχνιδιού στην παγκόσμια σκακιέρα θα εξαρτηθεί από το αν υπάρχουν περιφερειακοί παίκτες αρκετά τολμηροί για να αμφισβητήσουν την ξεπερασμένη μονοπολική ή διπολική σκέψη που ξεκίνησε από την Ουάσιγκτον, και συνεχίστηκε με τους δύο πολέμους, τον θερμό δεύτερο παγκόσμιο και τον ψυχρό πόλεμο.