Γιατί ο πόλεμος είναι υπαρξιακός και για τη Ρωσία – Τρία ερωτήματα
10/10/2022Είναι αναμφισβήτητο ότι η Ρωσία έχει υποστεί αλλεπάλληλα πλήγματα σε έναν πόλεμο, τον οποίο είχε χαρακτηρίσει “ειδική στρατιωτική επιχείρηση”, κυρίως επειδή θεωρούσε πως θα μπορούσε να ανατρέψει το καθεστώς Ζελένσκι και να εγκαταστήσει στο Κίεβο ένα φιλορωσικό με μία “επιχείρηση αποκεφαλισμού ηγεσίας”. Εκείνη η επιχείρηση απέτυχε με σημαντικό κόστος κυρίως για τις ρωσικές ειδικές δυνάμεις, με αποτέλεσμα η ρωσική εισβολή να εξελιχθεί σε έναν πόλεμο. Πόλεμος, με την κυριολεκτική έννοια του όρου.
Παρά την αρχική αποτυχία της, η Μόσχα επέμεινε στον όρο “ειδική στρατιωτική επιχείρηση” όχι μόνο για να μην φανεί ότι υπέστη ήττα, αλλά και επειδή δεν διδάχθηκε επαρκώς από το πάθημά της. Έτσι, αντί να αναθεωρήσει τη στρατηγική της από μηδενική βάση, περιορίσθηκε σε επιμέρους προσαρμογές. Εστίασε τις επιχειρήσεις της στην κατάληψη ολόκληρου του Ντονμπάς, αλλά και πάλι με μία σχετικά μικρή αύξηση των δυνάμεών της επί του πεδίου. Από 120.000 περίπου, που συμμετείχαν στην αρχική φάση της εισβολής, έφθασαν τις 180.000-200.000 στρατιώτες.
Αν σκεφθεί κανείς ότι το πολεμικό μέτωπο εκτεινόταν από το Μικολάγιεφ μέχρι το Χάρκοβο, σε μία τοξοειδή γραμμή περίπου 1500 χλμ, οι ρωσικές δυνάμεις ήταν και μετά την ενίσχυσή τους ανεπαρκέστατες. Οι Ρώσοι, άλλωστε, δεν είχαν να αντιμετωπίσουν τη Γεωργία. Παρά τις υπαρκτές εσωτερικές αντιθέσεις της, η Ουκρανία είχε έναν πληθυσμό 44.000.000 και μία τεράστια έκταση.
Αυτό που έκανε τη διαφορά, όμως, και δεν φαίνεται να το είχε επαρκώς συνειδητοποιήσει το Κρεμλίνο, είναι ότι το Κίεβο είχε πίσω του σύσσωμη τη Δύση, όχι μόνο διπλωματικά και οικονομικά, αλλά και στρατιωτικά. Εκτός από τις μαζικές προμήθειες των ουκρανικών δυνάμεων με δυτικά υπερσύγχρονα όπλα, εκτός από την παροχή εκπαίδευσης, ειδικά οι Αμερικανοί και οι Βρετανοί λειτουργούν ως καθοδηγητές σε όλα τα επίπεδα: στον σχεδιασμό των στρατιωτικών επιχειρήσεων, στην παροχή πολύτιμων πληροφοριών κάθε είδους και στην επιλογή των στόχων.
Αδικαιολόγητος εφησυχασμός
Εάν όλα αυτά ήταν εξαρχής προφανή, είναι να απορεί κανείς με τη στάση του Κρεμλίνου. Παρότι στο ρητορικό επίπεδο μιλούσε για την πολύπλευρη δυτική εμπλοκή στον πόλεμο της Ουκρανίας, στην πράξη κινήθηκε σαν αυτό να μην συμβαίνει. Το γεγονός ότι μετά την αρχική αποτυχία της “επιχείρησης αποκεφαλισμού ηγεσίας” οι ρωσικές δυνάμεις επέτυχαν μία σειρά από μικρομεσαίες νίκες στο Ντονμπάς, λειτούργησε προκάλεσε εφησυχασμό στη Μόσχα. Κι όμως, θα έπρεπε ακόμα και εκείνες οι μικρομεσαίες νίκες να έχουν σημάνει συναγερμό στο ρωσικό Γενικό Επιτελείο:
- Πρώτον, η προέλαση των ρωσικών δυνάμεων ήταν αργή και σε καμία περίπτωση δεν προσέλαβε τον χαρακτήρα της αποφασιστικής νίκης.
- Δεύτερον, κυρίως λόγω έλλειψης επαρκών δυνάμεων, οι ρωσικές δυνάμεις ουσιαστικά καθηλώθηκαν στο μέτωπο του Μικολάγιεφ.
- Τρίτον, επειδή όλο εκείνο το διάστημα, εκτός από τη βύθιση της ναυαρχίδας “Μόσκβα”, ρωσικές στρατιωτικές εγκαταστάσεις σε μεγάλο βάθος εντός της Κριμαίας υπέστησαν σημαντικά πλήγματα από δολιοφθορές.
Στο σημείο που έχουν φθάσει τα πράγματα, στο επιχειρησιακό επίπεδο δεν έχει σημασία εάν ήταν η Δύση που για τους γνωστούς λόγους εξώθησε τη Ρωσία να εισβάλει στην Ουκρανία, ή απλώς η Δύση αντέδρασε στον ρωσικό επεκτατισμό. Αυτή είναι μία άλλη συζήτηση. Στο επιχειρησιακό επίπεδο έχει σημασία ότι ο πόλεμος δεν είναι μεταξύ Ρωσίας και Ουκρανίας, αλλά με τον γνωστό άτυπο τρόπο είναι πόλεμος μεταξύ Ρωσίας και ΝΑΤΟ.
Και μόνο η συνειδητοποίηση αυτού του γεγονότος θα έπρεπε να έχει οδηγήσει τη Μόσχα στη διεξαγωγή ενός άλλου είδους πολέμου, ο οποίος θα είχε στοιχεία “ολοκληρωτικού πολέμου”. Στην πραγματικότητα, έτσι όπως έχουν έλθει τα πράγματα, ο πόλεμος στην Ουκρανία, όποια κι αν είναι η έκβασή του, θα αλλάξει ποιοτικά το διεθνές σύστημα, προς τη μία ή την άλλη κατεύθυνση. Κανένας από τους μεγάλους πολέμους μετά το 1945 (Κορέα, Βιετνάμ, Ιράκ, και Αφγανιστάν) δεν είχε την επίπτωση στο διεθνές σύστημα που θα έχει ο πόλεμος στην Ουκρανία.
Το διακύβευμα για την Ρωσία
Το διακύβευμα για τη Ρωσία είναι εάν θα παραμείνει ή όχι μεγάλη δύναμη. Εάν, μάλιστα, ηττηθεί στον ουκρανικό πόλεμο, κατά πάσα πιθανότητα οι νικητές Αμερικανοί θα επιδιώξουν να αντλήσουν τα μέγιστα από τη νίκη τους. Το γεγονός ότι θα έχει “καεί” πολιτικά ο Πούτιν, θα καταστήσει πιθανό ένα “ανακτορικό” πραξικόπημα για την ανατροπή του. Το πιθανότερο, όμως, ο διάδοχός του να είναι σκληρότερος έναντι της Δύσης, παρά ένας δεύτερος Γιέλτσιν.
Και επειδή η Ουάσινγκτον το πιθανολογεί, παράλληλα με τις κυρώσεις, θα φροντίσει να πυροδοτήσει όπου μπορεί αποσχιστικά κινήματα, καθώς και να στρέψει εναντίον της Ρωσίας τα κράτη της Κεντρικής Ασίας, με σκοπό να την απομονώσει και να την γονατίσει. Είναι προφανές πως μία ηττημένη Ρωσία δεν θα έχει ούτε τα διεθνή ερείσματα, ούτε τις διεξόδους που έχει σήμερα, έστω κι αν τα πλήγματα που έχει δεχθεί έχουν δημιουργήσει αμφιβολίες.
Αυτός είναι ο λόγος που ο ουκρανικός πόλεμος έχει υπαρξιακό χαρακτήρα, όχι μόνο για την Ουκρανία, αλλά και για τη Ρωσία. Στη Μόσχα αρχίζουν να το συνειδητοποιούν με καθυστέρηση και με επώδυνο τρόπο, αλλά αρχίζουν να το συνειδητοποιούν, έστω κι αν ακόμα δεν έχουν αναθεωρήσει τη στρατηγική τους για να την προσαρμόσουν σ’ αυτό το δεδομένο. Το γεγονός ότι ο πόλεμος στην Ουκρανία είναι σχεδόν υπαρξιακός και για την Ευρώπη, είναι μία άλλη πτυχή, με την οποία δεν θα ασχοληθούμε σ’ αυτό το άρθρο.
Τρία καίρια ερωτήματα
Ούτως εχόντων των πραγμάτων, το πρόβλημα που καλείται να λύσει ο Πούτιν είναι να πράξει τα απαραίτητα για να αλλάξει την αρνητική για τη Μόσχα τροπή που έχουν λάβει οι εξελίξεις στα μέτωπα της Ουκρανίας, τα οποία πλέον –μετά τις προσαρτήσεις– θεωρούνται μέτωπα στο εσωτερικό της Ρωσίας. Πέρα από τον αρχικό λανθασμένο σχεδιασμό, τα γεγονότα απέδειξαν ότι ο ρωσικός στρατός δεν είναι τόσο αξιόμαχος όσο εθεωρείτο από φίλους και αντιπάλους. Τα πολλά και μεγάλα δομικά προβλήματά του φάνηκαν κατά τη διάρκεια των επιχειρήσεων.
Αυτό, ωστόσο, δεν σημαίνει επ’ ουδενί ότι είναι από χέρι χαμένος στην Ουκρανία. Έστω και με καθυστέρηση, έστω και μετά από οδυνηρά πλήγματα, έχει τη δυνατότητα να αλλάξει την πορεία των πραγμάτων. Από πού προκύπτει αυτό; Προκύπτει από το γεγονός ότι έχει χρησιμοποιήσει μικρό μέρος των δυνατοτήτων του. Ο λόγος που συνέβη αυτό δεν μπορεί παρά να οφείλεται στις ιδεοληψίες και αυταπάτες της ρωσικής ηγεσίας.
Στο σημείο αυτό εγείρονται ορισμένα ερωτήματα:
Πρώτον: Έστω και με καθυστέρηση η Μόσχα κήρυξε μερική επιστράτευση 300.000 εφέδρων. Δεδομένου ότι ο ρωσικός στρατός διαθέτει πάνω από 1.000.000 εν ενεργεία στρατιώτες, γιατί δεν μετέφερε στην Ουκρανία 300.000 από αυτούς, αποσπώντας τους από τις περιοχές που βρίσκονται σήμερα; Και γιατί δεν κάλυψε τα κενά που θα δημιουργούσε αυτή η μεταφορά στις άλλες περιοχές, στέλνοντας τους 300.000 εφέδρους, οι οποίοι κατά τεκμήριο δεν είναι άμεσα ετοιμοπόλεμοι;
Στρατηγικοί βομβαρδισμοί
Δεύτερον: Δεδομένου ότι ο πόλεμος έχει προσλάβει και υπαρξιακό χαρακτήρα και για τη Ρωσία, γιατί αυτή δεν χρησιμοποιεί το ξεκάθαρο αεροπορικό και πυραυλικό της πλεονέκτημα; Γιατί δεν πλήττει όχι μόνο στρατιωτικούς στόχους, αλλά και βασικές υποδομές της Ουκρανίας (ηλεκτροπαραγωγή, υδροδότηση, γέφυρες, σιδηροδρομικούς κόμβους, ραδιοτηλεόραση, κυβερνητικά κτίρια) με σκοπό αν όχι να παραλύσει, τουλάχιστον να καταστήσει πολύ δύσκολη τη λειτουργία του κράτους και της κοινωνίας;
Επίσης, τα δυτικά οπλικά συστήματα φθάνουν στο μέτωπο κυρίως μέσω σιδηροδρόμων και μεγάλων οδικών αρτηριών. Εάν με συνεχείς επιθέσεις οι Ρώσοι δυσκολέψουν τη μεταφορά τους, όπως και τη γενικότερη τροφοδοσία της Ουκρανίας, είναι προφανές πως όλα αυτά τα πλήγματα εκ των πραγμάτων θα επηρεάσουν και το ηθικό και το αξιόμαχο των ουκρανικών ενόπλων δυνάμεων.
Τέτοιου είδους “στρατηγικοί βομβαρδισμοί” εγείρουν, βεβαίως, ένα ηθικό ζήτημα, αλλά η Ρωσία ούτε διακρίνεται για την ευαισθησία της, ούτε και έχει πλέον την “πολυτέλεια”. Εκτός αυτού, οι ουκρανικές δολιοφθορές, με κορυφαία την επίθεση στη στρατηγικού χαρακτήρα γέφυρα του Κερτς, δίνουν στη Μόσχα ένα επιχείρημα. Το ίδιο και η δολοφονία της κόρης του Ντούγκιν, που οι ΗΠΑ ευθέως απέδωσαν στις ουκρανικές μυστικές υπηρεσίες.
Τρίτον: Πού άραγε είναι η ρωσική Αεροπορία; Από τις διαθέσιμες πληροφορίες, η δράση της είναι περιορισμένη. Γιατί δεν συμμετέχει μαζικά στις επιχειρήσεις; Το επιχείρημα ότι φοβάται καταρρίψεις είναι αυτόχρημα γελοίο. Προφανώς, μία μαζική δράση της κυρίως σε ρόλο βομβαρδισμού των ουκρανικών θέσεων, εφοδιοπομπών και προελάσεων θα έχει και απώλειες, όπως συμβαίνει με κάθε κλάδο που εμπλέκεται σε πολεμικές επιχειρήσεις.
Μέχρι στιγμής, τουλάχιστον, πειστικές απαντήσεις στα τρία ανωτέρω ερωτήματα δεν έχουν δοθεί. Στο σημείο, όμως, που έχουν φθάσει τα πράγματα, η μετατροπή του πολέμου σε σχεδόν “ολοκληρωτικό πόλεμο” είναι μονόδρομος για το καθεστώς Πούτιν. Οποιαδήποτε ολιγωρία θα λειτουργήσει αποσταθεροποιητικά, ειδικά μετά την δολιοφθορά στη γέφυρα του Κερτς. Αυτό πρακτικά σημαίνει ότι κατά πάσα πιθανότητα τις επόμενες ημέρες θα δούμε όχι μόνο σκληρά ρωσικά αντίποινα, αλλά ίσως και μετάλλαξη του ίδιου του πολέμου στην Ουκρανία.