Γιατί ο Ρούμπιο επέπληξε την Ταϊλάνδη
05/03/2025
Ένας από τους βασικούς πυλώνες του δόγματος “Πρώτα η Αμερική” είναι η αποφυγή ενός παρεμβατισμού στις πολιτικές υποθέσεις των άλλων χωρών, κάτι που έδινε την εντύπωση του προσανατολισμού της κυβέρνησης Τραμπ στα εσωτερικά προβλήματα των ΗΠΑ.
Στις 27 Φεβρουαρίου, ο νυν υπουργός εξωτερικών της κυβέρνησης Τραμπ Μάρκο Ρούμπιο, καταδίκασε τη βίαιη επιστροφή τουλάχιστον 40 Ουιγούρων από την Ταϊλάνδη στην Κίνα. Οι επιστραφέντες Ουιγούροι αντιμετωπίζουν διώξεις, καταναγκαστική εργασία και βασανιστήρια, γεγονός που συνιστά σοβαρή παραβίαση των ανθρωπίνων δικαιωμάτων τους.
Σύμφωνα με τη δήλωση που δημοσιεύθηκε στην επίσημη ιστοσελίδα του State Department, η απόφαση της Ταϊλάνδης αντιβαίνει στις διεθνείς της υποχρεώσεις, όπως αυτές απορρέουν από τη Σύμβαση του ΟΗΕ κατά των βασανιστηρίων και τη σύμβαση για την προστασία από τις βίαιες απαγωγές. Παράλληλα, η αμερικανική κυβέρνηση καταδίκασε τις συνεχιζόμενες παραβιάσεις ανθρωπίνων δικαιωμάτων από την Κίνα εις βάρος των Ουιγούρων και κάλεσε το Πεκίνο να επιτρέψει ανεξάρτητους παρατηρητές να ελέγξουν την κατάσταση των επιστραφέντων.
Οι Ουιγούροι είναι μουσουλμάνοι σουνίτες που ανήκουν στην τουρκική οικογένεια γλωσσών και έχουν πολιτιστική ταυτότητα διακριτή από την κυρίαρχη κινεζική κουλτούρα των Χαν. Η επιθυμία τους να διατηρήσουν τα ιδιαίτερα πολιτιστικά και θρησκευτικά τους χαρακτηριστικά έχει οδηγήσει σε ένταση με τις κινεζικές αρχές, οι οποίες επιδιώκουν την αφομοίωση και τον έλεγχο των μειονοτήτων μέσω πολιτικών ομογενοποίησης.
Η περίπτωση των Ουιγούρων έχει ιδιαίτερο ενδιαφέρον για την Ταϊλάνδη, καθώς η ίδια αντιμετωπίζει παρόμοιες προκλήσεις στο εσωτερικό της. Στη Νότια Ταϊλάνδη υπάρχει μια σημαντική μουσουλμανική μειονότητα, η οποία ιστορικά είχε ξεχωριστή ταυτότητα από την υπόλοιπη χώρα. Μέχρι το 1909, η περιοχή ανήκε στο Σουλτανάτο της Πατάνγκ και απολάμβανε ένα βαθμό αυτονομίας, αλλά μετά την ενσωμάτωσή της στην Ταϊλάνδη, η πολιτισμική και θρησκευτική διαφορά με την κυρίαρχη βουδιστική πλειοψηφία οδήγησε σε εντάσεις. Οι αντάρτικες οργανώσεις, όπως η Barisan Revolusi Nasional (BRN), διεκδικούν την ανεξαρτησία ή την αυτονομία του Νότου, καταγγέλλοντας την πολιτική της κεντρικής κυβέρνησης που θεωρούν καταπιεστική απέναντι στους μουσουλμάνους.
Οι Ουιγούροι δοκιμάζουν τις σχέσεις Ταϊλάνδης-ΗΠΑ
Το ζήτημα της επιστροφής των Ουιγούρων στην Κίνα, λοιπόν, εμπλέκει την Ταϊλάνδη σε μια ευρύτερη γεωπολιτική διαμάχη. Παρότι οι ΗΠΑ και η Ταϊλάνδη υπήρξαν ιστορικά στενοί σύμμαχοι, η Ταϊλάνδη έχει αναπτύξει τα τελευταία χρόνια ισχυρούς οικονομικούς δεσμούς με την Κίνα.
Η απόφαση να συνεργαστεί με το Πεκίνο στην απέλαση των Ουιγούρων μπορεί να ερμηνευθεί ως μια προσπάθεια να διατηρήσει καλές σχέσεις με την Κίνα, παρά τις πιέσεις από τη Δύση. Εδώ προκύπτει ένα σημαντικό ερώτημα: Σε ποιο βαθμό οι πολιτικοί ιθύνοντες των ΗΠΑ κατανοούν τις εσωτερικές προκλήσεις της Ταϊλάνδης σχετικά με τη διαχείριση μουσουλμανικών πληθυσμών; Μιλώντας από ιστορικής οπτικής, οι κυβερνήσεις των Ηνωμένων Πολιτειών, δεν έχουν αντιμετωπίσει αντίστοιχα ισλαμιστικά αυτονομιστικά κινήματα με συνεχείς δράσεις στο εσωτερικό τους, γεγονός που ενδέχεται να επηρεάζει την προσέγγισή τους.
Παράλληλα, η έντονη αντίδραση του State Department, ίσως δεν αφορά αποκλειστικά τα ανθρώπινα δικαιώματα, αλλά, να αποτελεί εργαλείο πίεσης ώστε η Ταϊλάνδη να μην απομακρυνθεί από τον γεωπολιτικό έλεγχο των ΗΠΑ. Η πολιτική της κυβέρνησης Τραμπ για μη εμπλοκή των ΗΠΑ στις διεθνείς υποθέσεις ίσως αφορούσε περισσότερο μια μονολιθική συμφωνία με την κυβέρνηση Πούτιν, παρά μια ολική μεταστροφή της Αμερικής από σταθερές γεωπολιτικές επιδιώξεις.
Ο Δημήτριος Παππάς είναι Κοινωνιολόγος/ Συγγραφέας