Γιατί ο Τραμπ αδειάζει Ζελένσκι και Ευρωπαίους
13/02/2025![Γιατί ο Τραμπ αδειάζει Ζελένσκι και Ευρωπαίους, Σταύρος Λυγερός](https://slpress.gr/wp-content/uploads/2025/02/trump-putin-russia-ukrania-polemos-SLpress-825x600.jpg)
Όπως αναμενόταν, στα μέσα Φεβρουαρίου του 2025 πραγματοποιήθηκε και επισήμως το εναρκτήριο λάκτισμα για την έναρξη των διαπραγματεύσεων για τον τερματισμό του πολέμου στην Ουκρανία. Σε μία μακρά τηλεφωνική συνομιλία τους (12-2-2025) οι Τραμπ και Πούτιν συμφώνησαν σχετικά. Λίγο πριν, ο Αμερικανός υπουργός Άμυνας, Πιτ Χέγκσεθ, σε σύνοδο των ομολόγων του στο ΝΑΤΟ, είχε ξεκαθαρίσει ότι δεν είναι ρεαλιστική ούτε η ανάκτηση από το Κίεβο των κατειλημμένων από τους Ρώσους ουκρανικών εδαφών, αλλά ούτε και η ένταξη της Ουκρανίας στο ΝΑΤΟ.
Στην πραγματικότητα, η διαπραγμάτευση θα γίνει μεταξύ Τραμπ-Πούτιν, οι οποίοι συμφώνησαν να συναντηθούν αρχικά στη Σαουδική Αραβία και στη συνέχεια σε Μόσχα και Ουάσινγκτον. Αυτό σημαίνει ότι τουλάχιστον στην πρώτη φάση τόσο το Κίεβο, όσο και η ΕΕ, θα μείνουν θεατές στο περιθώριο. Προφανώς, εάν η διαπραγμάτευση Τραμπ-Πούτιν προχωρήσει και συμφωνηθούν τα βασικά, θα κληθεί και το Κίεβο να διαπραγματευθεί επιμέρους ζητήματα.
Η δε Ευρώπη θα κληθεί να αναλάβει ευθύνες τόσο για την ανασυγκρότηση της εναπομείνασας Ουκρανίας, όσο και για την παροχή εγγυήσεων στο Κίεβο. Ο Αμερικανός υπουργός Άμυνας ήταν σαφής προς τους ομολόγους του: Οι ΗΠΑ θα απεμπλακούν από την Ουκρανία και τις όποιες ευθύνες πρέπει να αναλάβουν οι Ευρωπαίοι. Τώρα, το ποιες ευθύνες είναι σε θέση να αναλάβουν οι Ευρωπαίοι είναι ένα άλλο ζήτημα. Όλο το προηγούμενο διάστημα είχαν υιοθετήσει μία άκρως αντιρωσική ρητορική, στηριζόμενοι, όμως, όπως πάντα, στις αμερικανικές πλάτες.
Οι διπλωματικές εξελίξεις, αν και αναμενόμενες, πάγωσαν τους Ευρωπαίους, οι οποίοι εκ των πραγμάτων μένουν εκτεθειμένοι. Όπως έχω σε προηγούμενα άρθρα αναφέρει, η Συλλογική Δύση είχε προσπαθήσει με κάθε τρόπο να δαιμονοποιήσει και να απομονώσει τον πρόεδρο Πούτιν και συνολικά τη Ρωσία. Σ’ αυτή την προσπάθεια της κυβέρνησης Μπάιντεν είχε ακολουθήσει με φανατισμό η Ευρώπη, η οποία σε πολλές περιπτώσεις εμφανιζόταν βασιλικότερη του βασιλέως.
Στο περιθώριο Ευρώπη-Ζελένσκι
Η αλλαγή φρουράς στον Λευκό Οίκο, όμως, επέφερε μία ποιοτική αλλαγή στην αμερικανική πολιτική. Έτσι, η επαφή του Τραμπ με τον Ρώσο ομόλογό του και η δρομολόγηση διαπραγματεύσεων μεταξύ των δύο κονιορτοποίησαν τη μέχρι τότε πολιτική δαιμονοποίησης και απομόνωσης του προέδρου Πούτιν, στην οποία πρωταγωνιστούσαν οι Ευρωπαίοι. Με αυτή τη λογική η New York Times χαρακτήρισε την τηλεφωνική συνομιλία Τραμπ-Πούτιν μεγαλύτερη νίκη του δεύτερου από οποιαδήποτε ρωσική νίκη στο μέτωπο.
Ο απόλυτος τρόπος με τον οποίο η Ευρώπη αντιμετώπισε τον πόλεμο στην Ουκρανία, εκτός του γεγονότος ότι την έχει αφήσει πολιτικά έκθετη και στο περιθώριο των διπλωματικών εξελίξεων, της κοστίζει πανάκριβα και στο οικονομικό επίπεδο. Πρώτον, λόγω της αντικατάστασης του φθηνού ρωσικού φυσικού αερίου από το κατά πολύ πιο ακριβό αμερικανικό LNG. Δεύτερον, λόγω της απώλειας της ρωσικής αγορά για τα ευρωπαϊκά βιομηχανικά προϊόντα. Το χειρότερο και από τα δύο, όμως, είναι η δεδηλωμένη πρόθεση της κυβέρνησης Τραμπ να της φορτώσει το οικονομικό κόστος της όποιας ανασυγκρότησης της εναπομείνασας Ουκρανίας, αλλά και την πολιτική ευθύνη για τις όποιες εγγυήσεις ζητάει το Κίεβο.
Μετά την επικοινωνία Τραμπ-Πούτιν η αντίδραση των ευρωπαϊκών κυβερνήσεων κινήθηκε σε δύο επίπεδα: Πρώτον, διεκδικούν να συμμετέχουν στις διαπραγματεύσεις για την Ουκρανία και δεύτερον να μην επιβληθεί συμφωνία στο Κίεβο. Αυτή είναι και η δημόσια θέση του Ζελένσκι, ο οποίος ενημερώθηκε από τον Τραμπ, αμέσως μετά τη συνομιλία του Αμερικανού προέδρου με τον Ρώσο ομόλογό του. Είναι αξιοσημείωτο ότι ο Ζελένσκι είπε πως δεν θα υπάρξει συμφωνία χωρίς το Κίεβο και κάλεσε την Ευρώπη να πάρει θέση, ουσιαστικά την ωθεί να αντισταθεί στην πολιτική του Λευκού Οίκου.
Απαντώντας εμμέσως πλην σαφώς, ο Τραμπ επιβεβαίωσε ότι ο Ζελένσκι δεν θα συμμετάσχει στις διαπραγματεύσεις με το εξής καυστικό σχόλιο: «Ο Ζελένσκι θα πρέπει να κάνει ό,τι πρέπει. Και τα νούμερά του στις δημοσκοπήσεις δεν είναι ιδιαίτερα μεγάλα, για να το θέσω ήπια…». Υπενθυμίζω ότι η Ουάσινγκτον έχει ξεκάθαρα πει ότι το επόμενο διάστημα πρέπει να πραγματοποιηθούν εκλογές στην Ουκρανία. Λόγω και της μεγάλης φθοράς που έχει υποστεί η δημοτικότητα του Ζελένσκι, είναι σαφές πως ο Λευκός Οίκος μεθοδεύει την εκδίωξή του από την εξουσία, με πιθανότερους αντικαταστάτες του τον αυτοεξόριστο πρώην σύμβουλό του Αρεστόβιτς και τον πρώην αρχιστράτηγο Ζαλούζνι που σήμερα είναι πρεσβευτής στο Λονδίνο.
Η επιλογή Τραμπ
Εάν οι κυβερνήσεις των μεγάλων ευρωπαϊκών χωρών θέλουν να στηρίξουν την Ουκρανία για να συνεχίσει τον πόλεμο εναντίον των Ρώσων, μπορούν να το κάνουν. Δεν πρόκειται να τις εμποδίσει ο Τραμπ – το αντίθετο. Θα του έδιναν μάλιστα την ευκαιρία να απεμπλακεί μία ώρα νωρίτερα από το Ουκρανικό, χωρίς να μπορεί να κατηγορηθεί από το αμερικανικό βαθύ κράτος ότι εγκατέλειψε το Κίεβο. Οι Ευρωπαίοι, όμως, έχουν μάθει μεταπολεμικά να ασκούν πολιτική με δηλώσεις, χωρίς να αναλαμβάνουν το κόστος της όποιας πολιτικής. Στην πραγματικότητα, όμως, είναι εγκλωβισμένοι στην αντίφασή τους: Ενώ ιδεολογικά απεχθάνονται τον Τραμπ και πολύ θα ήθελαν να συγκρουστούν μαζί του, από την άλλη τους έχει γίνει δεύτερη φύση η εξάρτηση από την Ουάσινγκτον. Αυτή ακριβώς η εξάρτηση τους ωθεί στο να προσαρμοστούν, για την ακρίβεια να υποταχθούν.
Έτσι, η αρχική διάθεση των ευρωπαϊκών κυβερνήσεων να αντισταθούν στον Τραμπ κατέληξε σε κάποιες αμήχανες δηλώσεις. Ο καγκελάριος Σολτς δήλωσε ότι διαφωνεί με μία «επιβεβλημένη στην Ουκρανία ειρήνη», ενώ ο υπουργός του για την Άμυνα Πιστόριους είπε ότι «είναι λυπηρό» που ο Τραμπ «έκανε υποχωρήσεις (προς τον Πούτιν) για την Ουκρανία πριν καν από την έναρξη των διαπραγματεύσεων… Κατά την γνώμη μου θα ήταν προτιμότερο να μιλήσει για το θέμα της ένταξης της Ουκρανίας στο ΝΑΤΟ ή για ενδεχόμενες απώλειες εδαφών στο τραπέζι των διαπραγματεύσεων».
Είναι προφανές ότι ο Τραμπ όχι μόνο επιδιώκει να απεμπλακεί, αλλά και να πάρει αντάλλαγμα για όσα οι ΗΠΑ έχουν δώσει μέχρι τώρα στην Ουκρανία. Δήλωσε, λοιπόν, ότι οι ΗΠΑ έχουν δώσει συνολική βοήθεια 350 δισ. δολαρίων και έναντι αυτής της βοήθειας απαιτεί από το Κίεβο την παραχώρηση της εκμετάλλευσης κοιτασμάτων με πολύτιμα ορυκτά στην Ουκρανία. Την ιδέα είχε ρίξει πρώτος ο Ζελένσκι, προσδοκώντας πως έτσι θα προσδέσει τις ΗΠΑ του Τραμπ σε μία πολιτική υποστήριξης της Ουκρανίας. Το αποτέλεσμα, όμως, είναι ο Τραμπ και να δρομολογεί την αμερικανική απεμπλοκή από το Ουκρανικό και να απαιτεί την παραχώρηση των πολύτιμων ορυκτών!
Στο επιτελείο του προέδρου Τραμπ από νωρίς εκδηλώθηκαν δύο γραμμές για το Ουκρανικό. Η πρώτη υποστήριζε τη γραμμή “αποκλιμάκωση δια της κλιμάκωσης” και στο πλαίσιο αυτό ζητούσε την παροχή αυξημένης βοήθειας στο Κίεβο και την επιβολή πρόσθετων εξοντωτικών κυρώσεων στη Ρωσία. Η δεύτερη έδινε έμφαση στην ταχύτερη δυνατή απεμπλοκή μέσω απευθείας διαπραγματεύσεων με τη Μόσχα. Από τα γεγονότα φάνηκε ότι ο Τραμπ τελικώς επέλεξε τη γραμμή που θέτει σε πρώτη μοίρα την απεμπλοκή από την Ουκρανία κι όχι την “αποκλιμάκωση δια της κλιμάκωσης”, την οποία προωθούσε ο ειδικός απεσταλμένος του προέδρου για το Ουκρανικό Κιθ Κέλογκ. Είναι ενδεικτικό, μάλιστα, ότι ο Τραμπ τον απέκλεισε από τη διαπραγματευτική ομάδα, στην οποία συμμετέχουν ο υπουργός Εξωτερικών Μάρκο Ρούμπιο, ο Σύμβουλος Εθνικής Ασφαλείας Μάικλ Γουόλτς και ο επικεφαλής της CIA Τζον Ράντκλιφ.
“Βενζινάδικο με πυρηνικά”!
Προφανώς, η τηλεφωνική επικοινωνία Τραμπ-Πούτιν δεν έλυσε το Ουκρανικό, ούτε όσα προβλήματα χωρίζουν τις δύο μεγάλες δυνάμεις. Έσπασε, ωστόσο, το κλίμα απόλυτης εχθρότητας που επικρατούσε μέχρι τώρα και μάλιστα, διαμόρφωσε ένα θερμό κλίμα εποικοδομητικής αναζήτησης κοινών τόπων. Στην πραγματικότητα, ο Τραμπ επαναφέρει –με μία κίνηση την οποία είχε προαναγγείλει πριν τις αμερικανικές εκλογές– τις σχέσεις ΗΠΑ-Ρωσίας στο πλαίσιο ενός ελεγχόμενου ανταγωνισμού, απαλλαγμένου από τον ιδεολογικό ζήλο των προκατόχων του, ο οποίος επικάλυπτε τις γεωπολιτικές στοχεύσεις. Η πολιτική της Ουάσινγκτον έναντι της Ρωσίας καθοριζόταν από την αντίληψη ότι η Ρωσία, ως ηττημένη του παλαιού Ψυχρού Πολέμου, όφειλε να προσαρμοστεί στις Δυτικές προδιαγραφές. Κι όταν το καθεστώς Πούτιν αντιστάθηκε, δαιμονοποιήθηκε (αντίθεση μεταξύ “καλού” και “κακού”) κι άρχισε το γεωπολιτικό στρίμωγμα της Ρωσίας, το οποίο κατέληξε στην εισβολή και στον πόλεμο.
Μία ορθολογική ανάγνωση, όμως, θα έπρεπε να είχε οδηγήσει την Ουάσινγκτον στο συμπέρασμα ότι το στρίμωγμα της Ρωσίας θα μπορούσε να γυρίσει μπούμεραγκ για τις ΗΠΑ και τη Συλλογική Δύση. Οι (νεο)φιλελεύθερες άρχουσες δυτικές ελίτ, όμως, παγιδεύτηκαν στον τρόπο που οι ίδιες αντιλαμβάνονταν το διεθνές σύστημα. Ενώ η μονοπολικότητα της δεκαετίας του 1990 σταδιακά παραχωρούσε τη θέση της στην αναδυόμενη πολυπολικότητα, αυτές παρέμειναν στη θαλπωρή της ψευδαίσθησης ότι ο κόσμος είχε παραμείνει στην εποχή της μοναδικής υπερδύναμης, η οποία μπορεί να υπαγορεύει κανόνες και να επιβάλει συμπεριφορές κατά βούληση. Συνέχιζαν, λοιπόν, να υποτιμούν βαθύτατα τη Ρωσία, την οποία αποκαλούσαν “βενζινάδικο με πυρηνικά”!
Ο Τραμπ, λοιπόν, αντιμετωπίζει πλέον τις σχέσεις ΗΠΑ-Ρωσίας ως σχέσεις μεταξύ δύο μεγάλων δυνάμεων με συχνά αντίθετα συμφέροντα, αλλά και με πρόθεση να συνεννοούνται για να αποτρέπουν ανεξέλεγκτες εξελίξεις. Ο αμερικανορωσικός ανταγωνισμός εφεξής θα είναι απαλλαγμένος από το ιδεολογικό περίβλημα, που τόσο αγαπούν οι σταυροφόροι της (νεο)φιλελεύθερης διεθνούς τάξης πραγμάτων. Η διαπραγμάτευση θα γίνεται με βάση τα εκατέρωθεν συμφέροντα και τον πολιτικό ρεαλισμό, όχι με επίκληση οικουμενικών αξιών, κατά κανόνα υποκριτικών.