H κρίση στη Γαλλία και ο «σοσιαλισμός του προσώπου»
10/02/2019Η Συμφωνία του Άαχεν, μεταξύ Γαλλίας και Γερμανίας, στο μεγάλο ευρωπαϊκό μέτωπο και η υπερψήφιση του νόμου «ενάντια στον χουλιγκανισμό» από τη γαλλική Εθνοσυνέλευση στο εσωτερικό, δεν φαίνεται να μπορούν να διασκεδάσουν την αίσθηση πως η κοινωνικο-πολιτική κρίση στη Γαλλία βαθαίνει. Αυτές οι αιφνίδιες κινήσεις προς τα εμπρός, όταν γίνονται εκ των άνω χωρίς προετοιμασία των κάτω, δεν επιτυγχάνουν πάντα το επιδιωκόμενο αποτέλεσμα. Ορισμένοι παρατηρητές φοβούνται πως οι θεσμικές αυτές εξελίξεις μπορεί να μετατραπούν σε μπούμερανγκ, κάτι που ενδέχεται να φανεί στις επόμενες βδομάδες.
Τη στιγμή που η Γαλλία απλώς έλαβε από την Κομισιόν μια περίοδο χάριτος για τα δημοσιονομικά της, η Συμφωνία του Άαχεν μπορεί να εκληφθεί από τους Γάλλους πολίτες ως συναλλαγή με το Βερολίνο και ως προσπάθεια της γαλλικής ελίτ να θέσει μπροστά σε τετελεσμένα τη Μαρίν Λεπέν. Πρόκειται για εκδοχές που δεν πολυαρέσουν και στους άλλους Ευρωπαίους που αισθάνονται δυσφορία από τον ρόλο του γαλλογερμανικού άξονα. Το ίδιο ισχύει και για την πρακτική έκφραση της Συμφωνίας με τη σύμπραξη στην πολεμική βιομηχανία των δύο χωρών.
Δυσφορία σε πολλούς Γάλλους προκαλεί και ο νόμος για τις διαδηλώσεις που απαγορεύει στους διαδηλωτές να κρύβουν τα πρόσωπά τους και δίνει στην αστυνομία ενισχυμένες εξουσίες να συλλαμβάνει ταραξίες και στις τοπικές αρχές το δικαίωμα να απαγορεύουν μεμονωμένες διαδηλώσεις. Είναι, λοιπόν, ζητούμενο πώς θα λειτουργήσει στην πράξη. Δηλαδή, εάν θα πετύχει τον στόχο του για τον περιορισμό των βίαιων αντικυβερνητικών διαδηλώσεων του κινήματος των «κίτρινων γιλέκων» ή θα ρίξει λάδι στη φωτιά.
Πάντως, ο Γάλλος πρόεδρος Εμανουέλ Μακρόν, για να ξεφύγει από την κρίση των «κίτρινων γιλέκων», άρχισε να βλέπει στο Elysée τους προέδρους των ομάδων της Εθνικής Συνέλευσης, της Γερουσίας και του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου. Μετά τη συνάντηση, η Μαρίν Λεπέν δήλωσε πως «ο πρόεδρος ακούει, αλλά το ερώτημα είναι αν πράγματι έχει ακούσει», ενώ ο Μελανσόν πρότεινε να γίνει ένα δημοψήφισμα για τον εάν πρέπει να υπάρξει ή όχι Συντακτική Συνέλευση για το Σύνταγμα.
Ο πρόεδρος της Εθνικής Συνέλευσης Φρανσουά ντε Ρουζύ φέρεται να εισηγήθηκε τη διάλυση της Συνέλευσης ως τον «καλύτερο τρόπο για να συζητήσουμε ξανά, υπό τις συνθήκες που σέβονται τα θεσμικά μας όργανα, τη φορολογική πολιτική, την κοινωνική πολιτική, αλλά και τη μετανάστευση, την κυριαρχία, την απερήμωση των εδαφών μας».
O Μακρόν αιμορραγεί
Μέσα στο κλίμα αυτό, συνεχίζονται οι διαρροές βουλευτών από το κόμμα του προέδρου Μακρόν (La République en marche-LRM), με την αποχώρηση του βουλευτή Ματιέ Ορφελάν που επικαλέστηκε ανεπαρκή πρόοδο όσον αφορά το ζήτημα της κλιματικής αλλαγής, τα οικολογικά και τα κοινωνικά ζητήματα. Η ανεξαρτητοποίηση αυτή έρχεται πέντε μήνες μετά την αποχώρηση από την κυβέρνηση του εμβληματικού οικολόγου υπουργού Νικολά Υλό.
Η νέα αυτή παρένθεση έρχεται να αμφισβητήσει την ειλικρίνεια του μεγάλου «εθνικού διαλόγου» που επιχειρεί ο πρόεδρος Μακρόν από τις 15 Ιανουαρίου. Συγκεκριμένα, με ορίζοντα δύο μηνών έχει καλέσει τους Γάλλους να καταθέσουν προτάσεις πάνω σε τέσσερα ζητήματα και συγκεκριμένα στη φορολογία, στην «πράσινη οικονομία», στη μεταρρύθμιση των θεσμών και στην υπηκοότητα, με τελικό στόχο τη σύναψη ενός νέου «κοινωνικού συμβολαίου».
Στην έντονη αυτή συγκυρία, ο πρώην πρόεδρος Φρανσουά Ολάντ είχε την ευκαιρία να επιστρέψει στο προσκήνιο με μια ομιλία στο συνέδριο του Ινστιτούτου Πολιτικών Επιστημών στο Παρίσι, όπου παρουσίασε το όραμά του για μια νέα κοινωνική δημοκρατία στην Ευρώπη και για την αποκατάσταση της Αριστεράς, λίγους μήνες από τις ευρωπαϊκές εκλογές.
Ο Φρανσουά Ολάντ, αφού εξέφρασε την ανησυχία του για την άνοδο του λαϊκισμού και την κατάρρευση της σοσιαλδημοκρατίας σε διάφορες χώρες της ΕΕ, επεσήμανε πως η μάχη δίνεται σήμερα μεταξύ ενός τεράστιου κέντρου και της ακροδεξιάς και πρότεινε ένα νέο αριστερό σχέδιο διακυβέρνησης που ονόμασε «σοσιαλισμό του προσώπου» (Socialisme de la personne).
“Το σχέδιο αυτό κοινωνικής προσαρμογής θα πρέπει να καλύπτει τις προσδοκίες των εκλογέων και να βασίζεται στην αναδιανομή του εισοδήματος“, είπε, ενώ υπερασπίστηκε τον φόρο 75% που είχε επιβάλει στα πολύ υψηλά εισοδήματα. Τόνισε πως «η Αριστερά πρέπει να είναι παρούσα στις εξελίξεις, έτσι ώστε να μπορέσουμε να σκεφτούμε ότι είναι δυνατή η πρόοδος. Αν η Αριστερά θέλει να ελπίζει σε μια επιστροφή, για να είναι άξια, πρέπει να οργανώσει και να επαναεπιβεβαιώσει την ταυτότητά της».