Η 4η κρίση στα Στενά της Ταϊβάν – Μπρα ντε φέρ ΗΠΑ-Κίνας
10/08/2022Οι δύο πρώτες κρίσεις στα Στενά της Ταϊβάν έγιναν το 1954-55 και το 1958 και προκλήθηκαν από τις επιθετικές κινήσεις της Λαϊκής Δημοκρατίας Κίνας και κυρίως του ίδιου του Μάο. Ο στόχος ήταν η κατάληψη μικρών νησιών στη θάλασσα ανάμεσα από την Κίνα και την Ταϊβάν και με αυτό τον τρόπο, τη “μέθοδο του άλματος του βατράχου” να επιτευχθεί τελικά η κατάληψη της Ταϊβάν. Τα κέρδη για την Κίνα ήταν πολύ μικρά, αφού το μόνο που κατάφερε ήταν την κατάληψη νησιδίων που βρίσκονταν μάλιστα σε μεγάλη απόσταση από την Ταϊβάν (το οποίο ο Μάο το πρόβαλε ως επιτυχία).
Οι κινήσεις του Μάο δεν στηρίχτηκαν από τη Σοβιετική Ένωση, η οποία περνούσε στη μετασταλινική εποχή και επιθυμούσε να χαμηλώσει τους τόνους στις σχέσεις με τις ΗΠΑ (με το οποίο διαφωνούσε ο Μάο). Επίσης, οι κρίσεις έφεραν τις ΗΠΑ πιο κοντά με την εθνικιστική κυβέρνηση της Ταϊβάν. Οι επιχειρήσεις κατά τη διάρκεια των δύο κρίσεων έδειξαν ότι η Κίνα δεν είχε τα μέσα για την κατάληψη της Ταϊβάν, ενώ η παρουσία των ΗΠΑ δρούσε αποτρεπτικά σε κάθε σχέδιο επίθεσης.
Κατά τη μαοϊκή περίοδο, οι εθνικιστές της Ταϊβάν (που είχε δικτατορικό πολίτευμα) θεωρούνταν ως βασική απειλή, καθώς δεν θεωρούνταν απίθανη η απόπειρα ανατροπής του κομμουνιστικού καθεστώτος της Κίνας από τις δυνάμεις της Ταϊβάν, με τη βοήθεια των ΗΠΑ και των συμμάχων τους. Οι κρίσεις στα Στενά προκλήθηκαν σε περιόδους αναταραχής στο εσωτερικό της Κίνας και του Κομμουνιστικού Κόμματος και έχει υποστηριχτεί ότι ένας από τους λόγους που ο Μάο προκάλεσε τις κρίσεις ήταν για να προκαλέσει της συσπείρωση του λαού και να αποσπάσει την προσοχή του από τα εσωτερικά προβλήματα.
Αλλαγές στη δυναμική του τριγώνου
Η δυναμική στο τρίγωνο Κίνα-Ταϊβάν-ΗΠΑ είχε αλλάξει ριζικά μέχρι την κρίση του 1995-96. Τη δεκαετία του ’70 οι σχέσεις ΗΠΑ και Λαϊκής Δημοκρατίας της Κίνας εξομαλύνθηκαν και αποκαταστάθηκαν το 1979. Ταυτόχρονα, εμφανίζεται η περίφημη “στρατηγική ασάφεια” στην πολιτική των ΗΠΑ απέναντι στα άλλα δύο μέρη του τριγώνου. Ενώ στο 2ο κοινό ανακοινωθέν Κίνας και ΗΠΑ την πρωτοχρονιά του 1979, η Κίνα κάνει λόγο για αρχή της μιας Κίνας, οι ΗΠΑ αναφέρονται σε «πολιτική μιας Κίνας». ΟΙ διαφορές είναι λεπτές αλλά σημαντικές.
Στις 10 Απριλίου οι ΗΠΑ ανακοινώνουν την “Πράξη για τις Σχέσεις με την Ταϊβάν” που θέτει το πλαίσιο των de facto (αλλά όχι de jure) διπλωματικών σχέσεων Ουάσινγκτον-Ταϊπέι. Στο ίδιο κλίμα, το 1982, ΗΠΑ και Κίνα δημοσιεύουν το 3ο Κοινό Ανακοινωθέν, αλλά την ίδια χρονιά στο αμερικανικό Κογκρέσο εγκρίνονται οι “Έξι διαβεβαιώσεις”» των ΗΠΑ προς την Ταϊβάν που, ανάμεσα σε άλλα, περιλάμβαναν δεσμεύσεις ότι οι ΗΠΑ δεν θα ασκούσαν πιέσεις στην Ταϊβάν να ενωθεί με την Κίνα, ότι δεν υπήρχε συγκεκριμένο χρονικό όριο στις πωλήσεις όπλων των ΗΠΑ προς την Ταϊβάν και ότι οι ΗΠΑ δεν θα συμβουλεύονταν την Κίνα πριν πουλήσουν όπλα στην Ταϊβάν.
Πρέπει να σημειωθεί ότι κανένα από αυτά τα έγγραφα δεν ήταν νομικά δεσμευτικό απέναντι σε κάποια πλευρά. Ουσιαστικά, οι ΗΠΑ δεν δεσμεύονταν απέναντι στην Ταϊβάν ώστε να μην ενθαρρύνουν αποσχιστικές τάσεις που θα έσερναν τη χώρα σε πόλεμο με την Κίνα, αλλά και δεν έκαναν καμιά αποδοχή της “αρχής της μιας Κίνας” όπως την αντιλαμβανόταν η ηγεσία της Λαϊκής Δημοκρατίας.
Η μεταψυχροπολεμική περίοδος
Την περίοδο του Ντενγκ (Deng Xiaoping) υπήρχε η τάση να τηρεί η Κίνα ένα χαμηλό προφίλ στην εξωτερική πολιτική και να προσπαθεί να σημειώνει μικρή, αλλά σταθερή πρόοδο. Ίσως στην Κίνα υπήρχε η ελπίδα ότι θα βρισκόταν για την Ταϊβάν μια λύση όπως αυτή που εφαρμόστηκε στο Χονγκ Κονγκ (“μία χώρα δύο συστήματα”), πιθανότατα με ακόμα μεγαλύτερο βαθμό αυτονομίας της Ταϊβάν.
Το 1992 διπλωμάτες από τις δύο πλευρές έφτασαν σε ανεπίσημη συμφωνία σχετικά με την “αρχή της μιας Κίνας” και αναγνώριση των διαφορών ως προς την ερμηνεία του όρου από κάθε πλευρά στο Χονγκ Κονγκ. Η ανεπίσημη “συμφωνία κυρίων” του 1992 όμως δεν αναγνωρίστηκε από τον πρώτο πρόεδρο της δημοκρατικής πλέον Ταϊβάν, Lee Teng-hui (Λι Τενγκ-χουέι), ο οποίος έμελλε να προκαλέσει την τρίτη Κρίση στα Στενά.
Τα μέσα της δεκαετίας του ’90 η Κίνα ήταν ακόμα μια “μεσαία δύναμη” και τα γεγονότα στην Τιεν Αν Μεν το 1989 έθεσαν τέλος στις ελπίδες για εκδημοκρατισμό της. Το Κομμουνιστικό Κόμμα Κίνας δεν θα έχανε την εξουσία, όπως τα αντίστοιχα κόμματα στην Ανατολική Ευρώπη και η Κίνα δεν θα είχε την πορεία της Σοβιετικής Ένωσης. Η ερμηνεία που δόθηκε για τις διαδηλώσεις των φοιτητών απέδιδε ευθύνες στην χαλαρή ιδεολογική καθοδήγηση, που άφηνε χώρο για επιρροές από το εξωτερικό. Η Κίνα σύντομα θα αρχίσει μια μεγάλη εκστρατεία “πατριωτικής εκπαίδευσης”, με έντονο εθνικιστικό χαρακτήρα.
Η ηγεσία της Ταϊβάν είδε τη στιγμή της παντοκρατορίας των ΗΠΑ (“The Unipolar Moment”) ως την καταλληλότερη για να προκληθεί η κρίση και να στριμωχτεί η κυβέρνηση της Κίνας. Οι κινήσεις του Λι, που το 1996 κέρδισε και τις προεδρικές εκλογές, προκάλεσαν την οργή της Κίνας που αντέδρασε με στρατιωτικές ασκήσεις. Στρατιωτικές δυνάμεις των ΗΠΑ κινήθηκαν κοντά στην Ταϊβάν. Η Κίνα έδειξε ότι δεν μπλόφαρε, όταν έλεγε ότι δεν θα ανεχόταν κινήσεις ανεξαρτησίας της Ταϊβάν, ενώ οι ΗΠΑ ότι θα υπερασπίζονταν το νησί σε περίπτωση κινεζικής επίθεσης. Τελικά, η κυβέρνηση Κλίντον έκανε δήλωση (στη γραμμή της “στρατηγικής ασάφειας”) υπέρ της πολιτικής της μιας Κίνας (1997).
Προς την τέταρτη κρίση
Τα Στενά είδαν μια περίοδο ύφεσης κατά την εποχή του HuJintao (2002-2012) αλλά και της προεδρίας του Ma Ying-jeou (Μα Γινγκ-τζόου) (2008-2016) στην Ταϊβάν. Η συνάντηση του Μα με τον Xi Jinping το 2015 ίσως ήταν το απόγειο των σχέσεων των δύο μερών. Η άνοδος του Xi το 2012 με το σύνθημα της “ισχυρής Κίνας”, έφερε ανησυχία στην Ανατολική Ασία (και όχι μόνο). Η εκλογή της Tsai Ing-wen (2016-) (Τσάι Ινγκ-γουέν) γνωστή για τις σκληρές θέσεις κατά της “αρχής της μιας Κίνας” έφερε εντάσεις.
Στην Ταϊβάν έιχε αρχίσει να εμφανίζεται μια “ταϊβανέζικη” ταυτότητα ξεχωριστή από την κινεζική. Οι διαδηλώσεις στο Χονγκ Κονγκ (2019-2020) απομάκρυναν το ενδεχόμενο μιας ανάλογης λύσης για την Ταϊβάν. Η Κίνα είναι πλέον μια μεγάλη δύναμη. Παρόλα αυτά το μέρος του τριγώνου που προκάλεσε την τέταρτη κρίση στα Στενά στις μέρες μας ήταν οι ΗΠΑ. Αυτό θα αναλυθεί σε επόμενο κείμενο.