Η δυτική φαντασίωση για Βαλκανική Άνοιξη
26/10/2018Η επιχειρούμενη «Βαλκανική Άνοιξη», σε σύγκριση με την «Αραβική Άνοιξη» τα αποτελέσματα της οποίας ακόμα βιώνει ο πλανήτης, είναι μία επιβεβαίωση της θεωρίας ότι: «Με τις ίδιες προϋποθέσεις και την επανάληψη των ίδιων σφαλμάτων, προκύπτουν πάντα τα ίδια αποτελέσματα».
Σύμφωνα με την «Θεωρία Σφαλμάτων» που διδάσκεται στο Πανεπιστήμιο, διακρίνονται δύο ειδών σφάλματα, τα «τυχαία» και τα «συστηματικά». Τα «συστηματικά» πρέπει να εντοπίζονται και να αποφεύγονται στην επανάληψη ενός πειράματος ή μίας προσπάθειας. Αν θεωρηθεί η «Αραβική Άνοιξη» ως ένα πολιτικοκοινωνικό πείραμα, η επεξεργασία των αποτελεσμάτων του αποτελεί γνώση που πρέπει να αξιοποιείται στην αντιμετώπιση παρεμφερών καταστάσεων στο περιφερειακό σύστημα ασφάλειας.
Τα «συστηματικά» σφάλματα που εντοπίζονται στην ανάλυση της αποτυχίας της «Αραβικής Άνοιξης», και που οδήγησαν σε πολέμους, αιματοχυσίες, τρομοκρατικές επιθέσεις και στο Ισλαμικό Κράτος, είναι δεδομένο ότι θα επιφέρουν τα ίδια αποτελέσματα αστάθειας σε όποια άλλη περιοχή εφαρμοστούν, όπως είναι για παράδειγμα τα Βαλκάνια.
Τούτο διότι, στα Βαλκάνια η επιβολή πάση θυσία μίας «τυποποιημένης θεωρίας περιφερειακής ασφάλειας» όπως αυτή εφαρμόστηκε στον αραβικό κόσμο τα τελευταία χρόνια, παρά τις όποιες αγαθές προθέσεις που μπορεί να πρεσβεύει με την υπογραφή μίας διμερούς ή πολυμερούς συμφωνίας, είναι καταδικασμένη να αποτύχει. Όπως διατύπωσε την άποψη ο σοφός Αϊνστάιν: «Είναι τρέλα να κάνεις το ίδιο πράγμα ξανά και ξανά, ελπίζοντας ότι θα έχεις διαφορετικά αποτελέσματα. Αργά ή γρήγορα η πείρα δολοφονεί την θεωρία».
Οι διεθνείς παράγοντες που φέρεται ότι έπαιξαν ρόλο στην υπογραφή της Συμφωνίας των Πρεσπών, είναι φανερό ότι εστιάζουν μακροσκοπικά στην υπογραφή μίας συμφωνίας πάση θυσία, θεωρώντας αυτήν ως θέσφατο περιφερειακής ασφάλειας. Στην πραγματικότητα είναι μόνο το σφράγισμα ενός καζανιού που βράζει. Είναι θέμα χρόνου και προδεδικασμένο αποτέλεσμα, το βαλκανικό καζάνι να εκραγεί με απρόβλεπτες συνέπειες.
Εθνική θεώρηση
Είναι γενικά αποδεκτό ότι οι διαφορές μεταξύ κρατών πρέπει να λύνονται με κατανόηση και αμοιβαίες υποχωρήσεις, με συμφωνίες που χαίρουν της εμπιστοσύνης των ενδιαφερόμενων λαών των κρατών που τις συνάπτουν. Σκοπός των συμφωνιών αυτής της μορφής είναι να παγιώνουν την ειρήνη και την συνεργασία, επιλύοντας ή αμβλύνοντας εγγενή προβλήματα. Η Συμφωνία των Πρεσπών, εκ προοιμίου φαίνεται ότι αποτυγχάνει να επιλύσει ή έστω να αμβλύνει τα υφιστάμενα προβλήματα.
Εστιάζοντας στην καρδιά του θέματος, οι όροι που περιλαμβάνονται στην «Συμφωνία της Λίμνης», καθώς και η πειθαναγκαστική διαδικασία κύρωσής της, είναι ενάντια στις αρχές του δικαίου, της δημοκρατίας και της χρηστής διοίκησης, τόσο για την Ελλάδα, όσο και για τα Σκόπια. Ο Σκοπιανός λαός αντιδρά στη Συμφωνία των Πρεσπών, ως θύμα μίας πολυετούς οργανωμένης προπαγάνδας και πλύσης εγκεφάλου, ζητώντας τίποτα λιγότερο από τα πάντα.
Η παρέμβαση ισχυρών εξωγενών παραγόντων για την κύρωση της συμφωνίας, η παραβίαση του σκοπιανού Συντάγματος, η διαφθορά, οι αναφορές για χρηματισμό ή και απειλές κατά πολιτικών και άλλων προσώπων, η χειραγώγηση των μέσων ενημέρωσης, δημιουργούν ένα εκρηκτικό μίγμα. Ως αποτέλεσμα της έκνομης χειραγώγησης και καταπίεσης των αντιλήψεων του λαού των Σκοπίων, εκτιμάται ότι ακόμα και εάν ολοκληρωθεί η διαδικασία κύρωσης της Συμφωνίας, ακόμα και εάν τροποποιηθεί το Σύνταγμα της χώρας αυτής, το αποτέλεσμα θα είναι έκρηξη σωβινισμού, φανατισμού και εθνικισμού. Η κατάσταση αυτή είναι αναγκαία και ικανή να ανάψει το φιτίλι της βαλκανικής πυριτιδαποθήκης.
Ο δε ελληνικός λαός αντιδρά, διότι με τη Συμφωνία των Πρεσπών εκχωρούνται εθνικά δικαιώματα. Εκχωρείται η ιστορική πολιτιστική κληρονομιά της Μακεδονίας, ενός ονόματος και μίας περιοχής που είναι άρρηκτα συνδεδεμένα με την ελληνική ιστορία στα βάθη των αιώνων. Δεν είναι ένα όνομα που ανακαλύφθηκε πριν μερικές δεκαετίες από Σλάβους εθνικιστές. Η κύρωση της Συμφωνίας αυτής πρέπει να γίνει με ενισχυμένη πλειοψηφία κατά την ψηφοφορία στην Βουλή, όπως προβλέπεται για τα εθνικά θέματα, πριν προωθηθεί στο πρόεδρο της Δημοκρατίας.
Τούτο, διότι η εκχώρηση εθνικής ιστορικής πολιτισμικής κληρονομιάς, κατά παράβαση των προϋποθέσεων τόσο του εθνικού όσο και του διεθνούς δικαίου, επιχειρείται από την μειοψηφία του ΣΥΡΙΖΑ, αφού δεν τυγχάνει ούτε της έγκρισης του κυβερνητικού του εταίρου, αλλά ούτε και την αποδοχή από το σύνολο του ελληνικού λαού. Είναι μία εκτροπή της διοίκησης ενάντια στις αρχές της δημοκρατίας και του εθνικού συμφέροντος.