Η επικείμενη ουκρανική αντεπίθεση κρύβει παγίδες
28/04/2023Η πολυσυζητημένη ουκρανική αντεπίθεση είναι κάτι που όλοι –φυσικά και οι Ρώσοι– περιμένουν. Το πότε και που θα εκδηλωθεί είναι βέβαια άγνωστα. Η Δύση έχει παράσχει εκπαίδευση και εξοπλισμό προς το σκοπό αυτό, ενώ το Κίεβο έχει υποσχεθεί ότι θα πραγματοποιήσει την αντεπίθεση. Είναι αμφίβολο, όμως, εάν έχουν ληφθεί τελικές αποφάσεις.
Τέτοιου είδους επιχειρήσεις είναι πολύπλοκες και ο αιφνιδιασμός είναι κρίσιμος παράγοντας. Η αναπληρώτρια υπουργός Άμυνας Χάνα Μαλιάρ δήλωσε ότι η Ουκρανία διεξάγει ήδη αντεπιθέσεις. Το Κίεβο πιέζεται να αποδείξει ότι μπορεί να χρησιμοποιήσει τη δυτική στρατιωτική βοήθεια αποτελεσματικά κι ότι αυτός ο πόλεμος δεν θα είναι ατέρμονος κι αδιέξοδος. Είναι όρος για να συνεχίσει και η Δύση και οι Ουκρανοί να στηρίζουν τον Ζελένσκι.
Η ουκρανική αντεπίθεση μπορεί να περιλαμβάνει πολλαπλές επιχειρήσεις, που ενδέχεται να πάρουν εβδομάδες και πιθανότερα μήνες. Η δυναμική του πολέμου είναι διαφορετική από ό,τι ήταν πέρυσι, όταν η Ουκρανία απελευθέρωσε την περιοχή του Χάρκοβο και υποχρέωσε τους Ρώσους σε αναδίπλωση στη Χερσώνα. Η Ουκρανία διαθέτει προηγμένα δυτικά όπλα, αλλά το προσωπικό είναι πρόσφατα εκπαιδευμένο και όχι δοκιμασμένο.
Οι Ρώσοι κερδίζουν έδαφος στο Μπαχμούτ με αργό ρυθμό και με σημαντικό κόστος, αλλά δεν έχουν πραγματοποιήσει μεγάλη επίθεση. Ρωσία και Ουκρανία εξαντλούν ανθρώπινο δυναμικό και ισχύ πυρός στη μάχη για κάθε τετράγωνο. Δεν είναι σαφές πώς οι απώλειες στο Μπαχμούτ επηρεάζουν την ικανότητα της Ουκρανίας να εξαπολύσει αντεπίθεση, όπως και την ικανότητα της Ρωσίας να την αποκρούσει.
Η ουκρανική αντεπίθεση
Το Κίεβο θέλει να ανακαταλάβει τα εδάφη που κατέχουν σήμερα οι Ρώσοι μη εξαιρουμένης της Κριμαίας και του Ντονμπάς. Η ουκρανική αντεπίθεση εκτιμάται ότι θα ξεκινήσει τις επόμενες εβδομάδες, αφού λάβει επιπλέον εξοπλισμό από τη Δύση κι αφού αναπληρώσει και εκπαιδεύσει εφεδρείες, πιθανότατα μετά την περίοδο της λάσπης (ρασπούτιτσα). Η Ρωσία πραγματοποίησε περιορισμένη επίθεση στο Ντονμπάς. Από τα αμερικανικά έγγραφα που προσφάτως διέρρευσαν προκύπτει ότι η Ουάσιγκτον αμφισβήτησε την απόφαση του Κιέβου να συνεχίσει να μάχεται για μια πόλη χαμένη (Μπαχμούτ) και χωρίς μεγάλη στρατηγική σημασία.
Ουκρανία και Ρωσία αναλώνουν υπερβολικούς ανθρώπινους και υλικούς πόρους στο Μπαχμούτ. Το Κίεβο φαίνεται να προσπαθεί να επαναλάβει την τακτική που είχε ακολουθήσει στο Χάρκοβο με επιτυχία, αλλά οι συνθήκες είναι διαφορετικές. Οι Ουκρανοί, πάντως, δεν μπορούν να περιορίζονται σε άμυνα επ’ αόριστον. Μία τέτοια εξέλιξη έρχεται σε αντίθεση με την πολιτική πραγματικότητα και στη Δύση και στην ίδια την Ουκρανία. Ακόμα και οι ΗΠΑ αμφισβητούν την ικανότητα των Ουκρανών για ανακατάληψη όλων των εδαφών, αλλά θέλουν να δουν ρωσικές ήττες.
Αυτός ίσως είναι ο λόγος που όλοι μιλούν για ουκρανική αντεπίθεση. Υπάρχει εξωτερική επείγουσα ανάγκη και πίεση στο Κίεβο να αποδείξει ότι μπορεί να νικήσει. Όσο δεν συμβαίνει αυτό, τόσο περισσότερες είναι οι πιθανότητες ο σκεπτικισμός για την έμπρακτη στήριξη της Ουκρανίας να αυξηθεί στη Δύση. Οι Ρεπουμπλικάνοι έστειλαν επιστολή στον Μπάιντεν πριν μερικές μέρες, ζητώντας να σταματήσει να στέλνει “απεριόριστη βοήθεια” στην Ουκρανία.
Στερεύουν τα δυτικά αποθέματα
Ειδικά όταν πρόκειται για εξοπλισμό η βοήθεια έχει περιορισμούς. Η Δύση δεν έχει απεριόριστα αποθέματα και θα χρειαστεί χρόνος για να αυξηθεί η παραγωγή ώστε να αποκτήσει η Ουκρανία αυτά που χρειάζεται. Θα χρειαστούν επίσης αλλαγές πολιτικής και πόροι, ενώ οι αμφιβολίες για τις ουκρανικές δυνατότητες θα περιπλέξουν τα πράγματα. Μία ουκρανική αντεπίθεση, όμως, είναι απίθανο να οδηγήσει σε μια αποφασιστική νίκη σύντομα. Η Ρωσία ελέγχει τεράστιες εκτάσεις και έχει οργανώσει γερά την άμυνά της σε περιοχές όπου η Ουκρανία είναι πιθανό να επιτεθεί. Οι επιχειρήσεις, λοιπόν, μάλλον θα είναι αργοκίνητες και με μικρά εδαφικά κέρδη. Η Ουκρανία δεν έχει κίνητρο να ξεκινήσει αντεπίθεση πριν προετοιμαστεί πλήρως. Η όποια βεβιασμένη ουκρανική αντεπίθεση μπορεί να αποβεί καταστροφική.
«Οι Ουκρανοί πρέπει να συνεχίσουν να επιδεικνύουν κέρδη», σύμφωνα με την Έβελιν Φάρκας, ανώτερη αξιωματούχο του Πενταγώνου επί Ομπάμα και εκτελεστική διευθύντρια του Ινστιτούτου Μακέιν. «Εφόσον δεν παρουσιάζουν σημαντική απώλεια εδάφους, δεν θα είμαστε ανυπόμονοι. Αν αρχίσουν να χάνουν τακτικά, τότε φαντάζομαι ότι ο κόσμος μπορεί να νευριάσει στην Ουάσιγκτον και σε άλλες πρωτεύουσες».
Στις αρχές του 2023, οι δυτικές κυβερνήσεις συμφώνησαν να στείλουν στην Ουκρανία προηγμένα και παλαιότερα άρματα μάχης. Κάποια θα χρειαστούν μήνες για να φτάσουν εκεί. Το Βερολίνο έστειλε Leopard, τα οποία έφτασαν στην Ουκρανία πιο γρήγορα. Συνολικά, οι δυτικοί έχουν παραδώσει, ή υποσχεθεί, περίπου 230 άρματα μάχης. Τα ουκρανικά άρματα μάχης ήταν κυρίως παλιά σοβιετικά και πολλά από αυτά καταστράφηκαν ή δεν έχουν ανταλλακτικά για επισκευή. Εκτός από άρματα, η Δύση παρέδωσε και τεθωρακισμένα οχήματα μάχης και οχήματα μεταφοράς προσωπικού, που είναι κρίσιμα σε μια αντεπίθεση.
Στα χαρτιά όλα φαίνονται υπέροχα!
Οι δυτικοί διαφημίζουν τις ικανότητες των δικών τους προϊόντων και την ευκολία συντήρησής τους. Η πραγματικότητα, όμως, απέχει παρασάγγας. Το Κίεβο έχει πλέον πολλούς διαφορετικούς τύπους αρμάτων και τεθωρακισμένων, τα οποία έχουν διαφορετικές προδιαγραφές. Το να διατηρηθεί όλος αυτός ο εξοπλισμός εφοδιασμένος και συντηρημένος μακροπρόθεσμα είναι τεράστια πρόκληση. Η Ουκρανία μπορεί να βρει πυρομαχικά για κάθε τύπο όπλου, αλλά όταν οι μάχες αναζωπυρωθούν θα χάνει οχήματα και θα χρειάζεται ανεφοδιασμό στα χωράφια, οπότε τα πράγματα γίνονται δύσκολα.
Με άλλα λόγια, το θέμα έχει λιγότερο να κάνει με τα τεθωρακισμένα και περισσότερο με τις προμήθειες και τις δυνατότητες υποστήριξης των οχημάτων στη μάχη. Αυτό είναι από μόνο του δύσκολη πρόκληση σε εμπόλεμη ζώνη, ακόμη περισσότερο όταν υπάρχει πολυτυπία. Στη μάχη ήσσονα θέματα, όπως ένα λάθος μπουζί, μπορεί να επιβραδύνουν τους ελιγμούς και να κάνουν τις δυνάμεις ευάλωτες. Τα νέα άρματα φαντάζουν σπουδαίο πλεονέκτημα, αλλά πιθανώς να έχουν χαμηλότερη προτεραιότητα.
Η Ουκρανία έχει υποστεί σοβαρές απώλειες. Τα διαρρεύσαντα αμερικανικά έγγραφα υπολογίζουν τις ουκρανικές απώλειες μεταξύ 124.000 και 131.000 στρατιωτών. H μάχη για τις ουκρανικές δυνάμεις, όμως, είναι υπαρξιακό θέμα και το ηθικό τους είναι υψηλότερο, αλλά μετά από τόσους μήνες πόλεμο η Ουκρανία χρειάστηκε να επιστρατεύσει πολλούς για να συμπληρώσει τις απώλειες. Αυτό έχει ήδη δημιουργήσει μια ανομοιομορφία με άγνωστα για την συνοχή των μονάδων αποτελέσματα.
Δημιουργούνται ερωτήματα σχετικά με την ποιότητα των ουκρανικών δυνάμεων. Οι νεοσύλλεκτοι, εκπαιδευμένοι από δυτικούς και οπλισμένοι με δυτικό εξοπλισμό, θεωρητικά πρέπει να έχουν πλεονεκτήματα, αλλά είναι δύσκολο να πούμε πότε αυτή η δύναμη θα είναι πραγματικά έτοιμη. Η Ουκρανία επιδιώκει μια μεγάλης κλίμακας διάσπαση των ρωσικών γραμμών. Η ρωσική άμυνα δεν έχει δοκιμαστεί απέναντι στα δυτικά όπλα. Αλλά η Μόσχα οργανώνει την άμυνά της ενόψει της ουκρανικής αντεπίθεσης, έχοντας αντλήσει μαθήματα από πέρυσι.
Συνεχιζόμενες ευπάθειες
Οι ρωσικές δυνάμεις παρουσιάζουν προβλήματα στην εκπαίδευση και τον εξοπλισμό, γεγονός που τις έφθειρε περισσότερο. Η Ρωσία κινητοποίησε χιλιάδες νεοσύλλεκτους και εφέδρους το περασμένο φθινόπωρο, αλλά οι δυτικές υπηρεσίες πληροφοριών είναι δύσπιστες ως προς την ικανότητα της Ρωσίας να επανδρώσει με τον αναγκαίο αριθμό στρατευμάτων μια εκτενή πρώτη γραμμή. Το ίδιο βέβαια ισχύει και για την Ουκρανία. Η άμυνα είναι ευκολότερη από την επίθεση, αλλά το ερώτημα είναι εάν και πόσο οι Ουκρανοί μπορούν να εκμεταλλευτεί τυχόν αδυναμίες στις ρωσικές αμυντικές θέσεις.
Ο πόλεμος έχει επιβαρύνει τόσο τα ουκρανικά όσο και τα ρωσικά στρατεύματα. Πέρα από το ανθρώπινο δυναμικό, υπάρχουν επίσης ερωτήματα σχετικά με τον εξοπλισμό, ειδικά με τα πυρομαχικά. Ρωσία και Ουκρανία αντιμετωπίζουν περιορισμούς πυρομαχικών, πιθανότατα προσπαθούν να αποθηκεύσουν για μια επίθεση, αλλά και επειδή μπορεί να μην έχουν πλέον αρκετά.
Οι δυτικές χώρες έχουν δυσκολίες να αυξήσουν τις προμήθειες προς την Ουκρανία, καθώς νωρίτερα φέτος, οι Ουκρανοί κατανάλωναν πυρομαχικά πιο γρήγορα από όσο οι δυτικοί μπορούσαν να τα αναπληρώσουν. Ακόμα κι αν είναι προετοιμασμένοι και πλήρως εξοπλισμένοι για μία αντεπίθεση, το ερώτημα είναι εάν οι δυτικοί μπορούν να συνεχίσουν να παρέχουν στο Κίεβο τα απαραίτητα για να εδραιώσει τυχόν κέρδη και να εξαπολύσει επακόλουθες επιθέσεις.
Μετά την αντεπίθεση τι;
Αυτό, ίσως, είναι το μείζον ερώτημα σχετικά με την αντεπίθεση. Οι δυτικοί αναλυτές, αν και επιφυλακτικοί, θεωρούν ότι η Ουκρανία θα πετύχει να ανακτήσει κάποια εδάφη, αλλά είναι αδύνατον να προσδιοριστεί η έκταση. Πολλά θα εξαρτηθούν από το πώς ορίζουν το Κίεβο, η Δύση και η Μόσχα την επιτυχία. Η Ουκρανία, φυσικά, θέλει να σπρώξει τη Ρωσία πέραν από τα σύνορά της, αλλά αυτό δεν φαίνεται πιθανό και με επιτυχημένη αντεπίθεση. Η Ρωσία ελέγχει πάρα πολλά εδάφη (περίπου το 20% της Ουκρανίας) και δεν διαφαίνεται πως μπορεί να ηττηθεί.
Επιπλέον, οποιαδήποτε αντεπίθεση θα έχει μεγάλο κόστος, σοβαρές απώλειες προσωπικού και εξοπλισμού. Εάν διατηρήσει επιθετικό ρυθμό επιχειρήσεων, η Δύση πρέπει να συνεχίζει να υποστηρίζει μαζικά την Ουκρανία. Αν πετύχει, έστω και περιορισμένα, η αντεπίθεση, θα μπορούσε να δώσει χρόνο στη Δύση να συγκεντρώσει περισσότερες προμήθειες και να κατασκευάσει πυρομαχικά. Αυτό βέβαια δεν καθιστά ευκολότερη την μεταφορά τους στο μέτωπο.
Πολλές δυτικές χώρες αποστράγγισαν τα δικά τους αποθέματα και δεν έχουν πολλά επιπλέον άρματα και οχήματα να δώσουν, χωρίς να θυσιάσουν τη δική τους αμυντική ικανότητα. Επαναλαμβάνουν την υποστήριξή τους στην Ουκρανία, αλλά όσο περισσότερο διαρκεί μια αντεπίθεση (μπορεί να πάρει πολύ χρόνο) και όσο πιο δαπανηρή είναι (μπορεί να είναι πολύ δαπανηρή), τόσο μεγαλύτερη είναι η πιθανότητα η Δύση να αρχίζει να αμφισβητεί εάν η Ουκρανία μπορεί να κερδίσει τον πόλεμο και να κάνει βήμα πίσω.
Ο κίνδυνος για το Κίεβο είναι οι δυτικοί να αρχίσουν να βλέπουν τον πόλεμο έτσι. Εάν η Ουκρανία δεν τα καταφέρει, θα ενισχύσει όσους ζητούν διαπραγματεύσεις με τη Ρωσία, με το επιχείρημα ότι η σύγκρουση δεν μπορεί να επιλυθεί στρατιωτικά. Αυτό θα σημάνει λιγότερη βοήθεια, λιγότερη υποστήριξη, λιγότερη εκπαίδευση, λιγότερα χρήματα κι αυτό θα οδηγήσει σε ήττα του Κιέβου.