Η Γάζα φέρνει κοντά Μπάιντεν και Σίσι
25/05/2021Πριν περάσει μία εβδομάδα από όταν ο Αμερικανός πρόεδρος εξέφρασε την εκτίμηση του στις «ισορροπημένες και συνετές κινήσεις» του Αιγύπτιου ομολόγου του Αμπντέλ Φατάχ αλ Σίσι στην πολεμική αντιπαράθεση του Ισραήλ και της Χαμάς που απείλησε να βάλει “φωτιά” στην Μέση Ανατολή, οι δύο ηγέτες είχαν μία και δεύτερη τηλεφωνική επικοινωνία, σε άριστο κλίμα και μάλιστα με πρωτοβουλία του ίδιου του Τζο Μπάιντεν.
Σύμφωνα με την ανακοίνωση της αιγυπτιακής προεδρίας οι δύο ηγέτες αναφέρθηκαν «στην σημασία της εποικοδομητικής συνεργασίας και της αμοιβαίας κατανόησης μεταξύ των Ηνωμένων Πολιτειών και της Αιγύπτου». Ο Μπάιντεν αναγνώρισε τον ρόλο της Αιγύπτου για «την ασφάλεια και την σταθερότητα στην Μέση Ανατολή», με τον Σίσι να τονίζει τις «ισχυρές και στρατηγικές σχέσεις Αιγύπτου και ΗΠΑ».
Ο Τζο Μπάιντεν είχε επαινέσει τον διαμεσολαβητικό ρόλο της αιγυπτιακής κυβέρνησης στην επίτευξη της τελευταίας εκεχειρίας στο μέτωπο του Παλαιστινιακού, με τον ρόλο του Καϊρου να αποδεικνύεται καθοριστικός, όπως ακριβώς και τον Νοέμβριου του 2018, όταν ήταν και πάλι η συμβολή της αιγυπτιακής διπλωματίας που είχε αποτρέψει μία επικίνδυνη πολεμική κλιμάκωση μεταξύ του Ισραήλ και της Χαμάς.
Μάλιστα η εκεχειρία του 2018 ήταν η απαρχή της πολιτικής κρίσης που ταλανίζει το Ισραήλ, μέχρι και σήμερα, παρά τον σχηματισμό της νέας οκτωκομματικής κυβέρνησης. Ο εθνικιστής υπουργός Άμυνας του Ισραήλ Άβικτορ Λίμπερμαν είχε τότε μιλήσει οργισμένος για «νίκη της τρομοκρατίας», εγκαταλείποντας με τους υποστηρικτές του τον Μπέντζαμιν Νετανιάχου. Ο Λίμπερμαν αποτελεί έναν από τους “αποστάτες” της δεξιάς, μαζί βεβαίως με τον Ναφτάλι Μπένετ που στήριξαν την σημερινή ετερόκλητη ισραηλινή κυβέρνηση, εκπαραθυρώνοντας τελικώς τον Νετανιάχου από την πρωθυπουργία, παρόλο που ο τελευταίος προσπάθησε να καλλιεργήσει προφίλ εθνικού ηγέτη στην πρόσφατη πολεμική κρίση με την Χαμάς.
Οι δίαυλοι Αιγύπτου-Χαμάς
Παρά τις προσπάθειες του Ερντογάν να αναλάβει και πάλι ηγεμονικό ρόλο στον μουσουλμανικό κόσμο μέσω του Παλαιστινιακού, στην πραγματικότητα ο ρόλος της Αιγύπτου, η οποία συνορεύει με την Γάζα, δύσκολα μπορεί να υποσκελιστεί. Η Αίγυπτος μπορεί να αποτελεί το πρώτο αραβικό κράτος που αναγνώρισε το Ισραήλ, όμως ταυτόχρονα διατηρεί διαύλους επικοινωνίας και με την Χαμάς, την οποία δεν θεωρεί «τρομοκρατική οργάνωση», όπως την Μουσουλμανική Αδελφότητα που καταδιώκει με σιδηρά πυγμή στο εσωτερικό.
Πολύ πριν τον Ερντογάν, ήταν η κυβέρνηση Σίσι εμπνευστής της πρώτης συμφωνίας «πολιτικής προσέγγισης» Χαμάς και Φατάχ που είχε υπογραφτεί τον Οκτώβριο του 2017 στο Κάιρο και είχε προκαλέσει έντονες αντιδράσεις στο Ισραήλ. Η συμφωνία αυτή έμεινε κενό γράμμα, καθώς η Χαμάς αποχώρησε όταν ο Τραμπ μετέφερε την αμερικανική πρεσβεία στην κατεχόμενη Ιερουσαλήμ, όμως ουδέποτε επέλεξε την ανοιχτή σύγκρουση με την Αίγυπτο. Να σημειώσουμε πως υπάρχουν δημοσιεύματα διεθνών μέσων ενημέρωσης που αναφέρονται σε παρασκηνιακή συνεργασία της Χαμάς με τον Σίσι, έναντι των τζιχαντιστικών ομάδων που ελέγχουν το Σινά.
Καθώς ο Μπάιντεν έχει ως υψηλή προτεραιότητα την ατζέντα των ανθρωπίνων δικαιωμάτων, υπήρχε στην αρχή της προεδρίας του ένα ερωτηματικό για την στάση που θα κρατούσε έναντι των παραδοσιακών συμμάχων των ΗΠΑ στον αραβικό κόσμο, οι οποίοι δεν φημίζονται για τις επιδόσεις τους στον συγκεκριμένο τομέα. Ήδη, σχεδόν με το καλημέρα, ανέστειλε τις πωλήσεις οπλικών συστημάτων στην Σαουδική Αραβία, λόγω της εμπλοκής της στον πόλεμο της Υεμένη, ενώ ο Λευκός Οίκος αρνήθηκε κάθε επικοινωνία με τον πρίγκηπα διάδοχο του θρόνου, τον οποίο θεωρεί ηθικό αυτουργό της δολοφονίας του Τζαμάλ Κασόγκι.
Στα μέσα του περασμένου Φεβρουάριου όμως η κυβέρνηση Μπάιντεν είχε “σπάσει τον πάγο” με την Αίγυπτο, προχωρώντας στην πώληση 168 ναυτικών πυραύλων επιφάνειας αέρος, με το Στέιτ Ντιπάρτμεντ να χαρακτηρίζει την Αίγυπτο «στρατηγικό εταίρο των ΗΠΑ στην Μέση Ανατολή». Έπειτα από τους πολλαπλούς επαίνους του Μπάιντεν προς την Αίγυπτο, θεωρούμε πως η δυσπιστία του καθεστώτος Σίσι προς τους Δημοκρατικούς, λόγω της επιλογής τους να στηρίξουν παλαιότερα την βραχύβια κυβέρνηση των Αδελφών Μουσουλμάνων, μάλλον θα πρέπει να αποτελεί παρελθόν.