ΘΕΜΑ

Η κατάσταση στη Συρία σήμερα – Οι θέσεις των παικτών στο πεδίο

Η κατάσταση στη Συρία σήμερα – Οι θέσεις των παικτών στο πεδίο, Ευθύμιος Τσιλιόπουλος

Επιβιώνοντας ενός καταστροφικού δεκαετούς πολέμου, το καθεστώς Άσαντ έχει κατορθώσει να αποκαταστήσει μία σχετική ηρεμία και τάξη στις περιοχές που ελέγχει. Αν και οι εκτεταμένες καταστροφές στις υποδομές δεν μπορούν να αποκατασταθούν σε σύντομο χρονικό διάστημα, η κατάσταση στη Συρία εκεί σταδιακά εξομαλύνεται. Απόδειξη ότι ο Άσαντ έχει επικρατήσει είναι και η απόφαση του Ιράν να στείλει στο Αφγανιστάν μονάδες Αφγανών σιιτών πολιτοφυλάκων (μεραρχία Fatemiyoun), αν και εν μέρει η κίνηση αυτή υπαγορεύεται και από την ανησυχία της Τεχεράνης για την προβλεπόμενη νίκη των Ταλιμπάν.

Τις τελευταίες ημέρες, όμως, έχουμε έξαρση στη δραστηριότητα αντικαθεστωτικών ανταρτών στη πόλη Ντεράα και στην ευρύτερη περιοχή. Την περασμένη εβδομάδα, οι αντάρτες επιτέθηκαν σε κυβερνητικά σημεία ελέγχου στη Ντεράα με όλμους. Ήταν η μεγαλύτερη μάχη από τότε που οι δυνάμεις του Άσαντ ανακατέλαβαν την ταραγμένη περιοχή πριν από τρία χρόνια.

Στη συνέχεια, οι κυβερνητικές δυνάμεις βομβάρδισαν με πυροβολικό την περιοχή Deraa Al Balad μέσα στην πόλη και στη συνέχεια εξαπέλυσαν επίθεση, σε μια προσπάθεια να θέσουν υπό έλεγχο την πόλη από όπου ξεκίνησε η εξέγερση πριν 10 χρόνια. Σε απάντηση, οι αντάρτες φέρεται να χτύπησαν κυβερνητικές θέσεις, σκοτώνοντας τουλάχιστον οκτώ στρατιώτες. Οι επιθέσεις σε φυλάκια του στρατού κοντά στον αυτοκινητόδρομο Δαμασκού-Ντεράα διέκοψαν την κυκλοφορία στη Νασίμπ, στη συνοριακή δίοδο από τη Συρία προς την Ιορδανία. Αυτή είναι η κύρια πύλη για τα εμπορεύματα από τον Λίβανο και τη Συρία προς τον Κόλπο.

Για να μην υποστεί μια ολοκληρωτική επίθεση το 2018, η πόλη είχε “συμφιλιωθεί” με το καθεστώς. Οι συμφωνίες, για τη σύναψη των οποίων είχε μεσολαβήσει τότε η Ρωσία, είχαν αναγκάσει τους αντάρτες να παραδώσουν τον βαρύ οπλισμό και να παραδώσουν τα κρατικά ιδρύματα στην περιοχή στις δυνάμεις του Άσαντ. Συμφωνήθηκε, όμως, ο συριακός στρατός να μείνει έξω από συγκεκριμένες γειτονιές.

Οι σχέσεις μεταξύ ντόπιων και του καθεστώτος παρέμειναν τεταμένες και υπήρξαν σποραδικές διαμαρτυρίες. Χιλιάδες πρώην αντάρτες επέλεξαν να μείνουν με τις οικογένειές τους αντί να κατευθυνθούν στις περιοχές που ελέγχονταν από τους αντάρτες στη βόρεια Συρία (Ιντλίμπ), όπου είχαν συγκεντρωθεί δεκάδες χιλιάδες αντικαθεστωτικοί και τζιχαντιστές. Πολλοί από τους πρώην αντάρτες στη Ντεράα προσχώρησαν σε μια πολιτοφυλακή που υποστηρίζεται από τη Ρωσία και υπόκειται σε κρατική επίβλεψη. Η ημιαυτόνομη αυτή δύναμη είχε την ευθύνη για τη τήρηση της τάξης, αποτρέποντας την είσοδο κυβερνητικών δυνάμεων σε κάποιες περιοχές, αλλά και τη σύλληψη καταζητούμενων αντικυβερνητικών.

Η περίπτωση του Ιντλίμπ

Η οργάνωση Χαϊάτ Ταχρίρ Αλ Σαμ (πρώην Αλ Νούσρα, τοπικό παρακλάδι της Αλ Κάιντα) κατέχει τη βορειοδυτική επαρχία Ιντλίμπ, όπου έχει αποδυθεί σε έναν αγώνα να συντρίψει αντίπαλες φατρίες για να δημιουργήσει ξεχωριστό κράτος εκεί. Ο ΟΗΕ συνεχίζει να μεταφέρει τρόφιμα και ιατρικές προμήθειες στην περιοχή, όπου κατοικούν περίπου 3.000.000 άνθρωποι, όλοι τους σουνίτες. Υπολογίζεται ότι 1.000 φορτηγά περνούν κάθε μήνα στη Συρία. Το 85% των προμηθειών προς το Ιντλίμπ περνάει από τη συνοριακή πύλη Bab Al Hawa στα σύνορα με την Τουρκία.

Με την αρωγή προς τον πληθυσμό της Ιντλίμπ, ο ΟΗΕ και οι Δυτικοί δωρητές ενισχύουν εκ των πραγμάτων την κυριαρχία των τζιχαντιστών της Ταχρίρ Αλ Σαμ. Είναι σαφές και από άλλα γεγονότα πως η Δύση συνεργάστηκε με τζιχαντιστές για να ανατρέψει τον Άσαντ κι όταν απέτυχε, ουσιαστικά χρησιμοποιεί τους τζιχαντιστές σαν μοχλό πίεσης προς το καθεστώς.

Οι Τούρκοι στηρίζουν και εν πολλοίς ελέγχουν την Ταχρίρ Αλ Σαμ. Απορροφούν όσα αυτή λυμαίνεται από τις λεηλασίες των περιουσιών των ντόπιων και την ανεφοδιάζει με όπλα πυρομαχικά και αναλώσιμα. Η Άγκυρα δεν θέλει να αποχωρήσει από την περιοχή, αλλά θα έρθει σε ανοικτή σύγκρουση με τον Ασαντ και τους Ρώσους, αν θελήσει να παρέμβει στρατιωτικά για να στηρίξει άμεσα επιθετικές ενέργειες των τζιχαντιστών.

Η βορειοανατολική Συρία

Οι περιοχές που ελέγχονται από τις –υπό κουρδική ηγεσία– Συριακές Δημοκρατικές Δυνάμεις (SDF/YPG) εκτείνονται στα ανατολικά σύνορα της χώρας με το Ιράκ από την πόλη Αλ Μπουκαμάλ στο έσχατο νότιο άκρο περιλαμβάνοντας όλη σχεδόν την επαρχία Χασάκα και μεγάλο μέρος της επαρχίας της Ράκα. Το βορειότερο τμήμα αυτής της περιοχής από τα σύνορα με την Τουρκία και μέχρι την εθνική οδό Μ4 κατέχεται από τουρκικές δυνάμεις σε βάθος 15 περίπου χλμ από τα τουρκικά σύνορα, μεταξύ των ποταμών Τίγρη και Ευφράτη.

Οι κουρδικές δυνάμεις συνεχίζουν ένα χαμηλής έντασης ανταρτοπόλεμο εναντίον των τουρκικών δυνάμεων στην ζώνη κατοχής. Βασίζονται σε μεγάλο βαθμό στη στρατιωτική και πολιτική υποστήριξη Γάλλων και Αμερικανών, οι οποίοι διατηρούν βάσεις στο έδαφος που ελέγχουν οι Κούρδοι. Στις 19 Ιουλίου, κουρδική αντιπροσωπεία πήγε στο Παρίσι και συναντήθηκε με τον Μακρόν. Η Γαλλία ποντάρει στον κουρδικό παράγοντα για να έχει ρόλο στη Συρία, να πιέζει τη Δαμασκό και να περιορίσει τον ρόλο της Τουρκίας.

Κατά τη συνάντησή του, ο Μακρόν υποστήριξε «την ανάγκη να συνεχιστεί το έργο υπέρ της πολιτικής σταθεροποίησης στη βορειοανατολική Συρία και της διακυβέρνησης χωρίς αποκλεισμούς». Από την πλευρά του ο Κούρδος αξιωματούχος Μπεριβάν Χαλέντ δήλωσε ότι στη συνάντηση συζητήθηκε «η υποστήριξη της Γαλλίας στην αναγνώριση από τη διεθνή κοινότητα της κουρδικής αυτόνομης διοίκησης».

Η κυρίαρχη δύναμη στους Κούρδους της Συρίας είναι το PYD (Κόμμα Δημοκρατικής Ένωσης), του οποίου η ένοπλη πτέρυγα είναι το YPG (Μονάδες Προστασίας του Λαού). Υπάρχουν ακόμα περίπου 20 οργανώσεις, αρκετές από τις οποίες εξακολουθούν να είναι πιστές στη Δαμασκό, η οποία δεν βλέπει με καλό μάτι την ουσιαστική αυτονομία των Κούρδων. Πρόσφατη επίσκεψη Γάλλων προσωπικοτήτων στην πόλη Καμισλί καταδικάστηκε από τη Δαμασκό ως «μια άλλη άμεση επίπτωση της Γαλλίας στην επίθεση κατά της Συρίας». Τον Ιούνιο, η Λεϊλά Μουσταφά, η Κούρδισσα δήμαρχος της Ράκκα, πήγε στο Παρίσι μετά από πρόσκληση της ομολόγου της, Αν Ινταλγκό. Το Παρίσι μάλιστα υποσχέθηκε στις 19 Ιουλίου ότι «θα συνεχίσει την ανθρωπιστική του δράση».

Οι γαλλικές ειδικές δυνάμεις εξακολουθούν να βρίσκονται στις περιοχές που ελέγχονται από τους Κούρδους. Υπάρχουν επίσης 900 Αμερικανοί στρατιώτες που εκπαιδεύουν τις κουρδικές δυνάμεις. Ανεξάρτητα από τη βοήθεια που παρέχεται στους Κούρδους, οι προτεραιότητες της Γαλλίας στη Συρία ορίζονται από τα γεωπολιτικά της συμφέροντα. Υποστηρίζοντας τις κουρδικές δυνάμεις, το Παρίσι εμποδίζει την ενότητα του συριακού κράτους. Ωστόσο, το καθεστώς Άσαντ σκοπεύει να θέσει υπό τον έλεγχό του και το τζιχαντιστικό προπύργιο στην Ιντλίμπ και τη ζώνη στο συριακό Βορρά που έχει καταλάβει η Τουρκία και τα εδάφη ανατολικά του Ευφράτη που ελέγχονται από τις κουρδικές δυνάμεις.

Ο θύλακας της Αλ Τανφ

Πέραν των αμερικανικών δυνάμεων που βρίσκονται στην κουρδική περιοχή, άλλες δυνάμεις των ΗΠΑ βρίσκονται σε έναν χοντρικά ημικυκλικό θύλακα 55 τετρ. χλμ στα νοτιοανατολικά της Συρίας κοντά στα σύνορα με την Ιορδανία. Κέντρο του είναι η αμερικανική βάση Αλ Τανφ, στην οποία έχουν εγκατασταθεί οι –υπό αμερικανική αιγίδα– δυνάμεις αντικαθεστωτικών αλλά και αντιτζιχαντιστών ανταρτών του Revolutionary Commando Army – Maghawir al-Thawra. Η κυβέρνηση Μπάιντεν ακόμη δεν έχει αποφασίσει τι θα κάνει με τις αμερικανικές δυνάμεις στην Συρία, αλλά ουδέν μονιμότερο του προσωρινού. Κάποιες αμερικανικές πηγές αναφέρουν ότι υπάρχει πρόθεση μείωσης των αμερικανικών στρατευμάτων στην Αλ Τανφ κατά πενήντα άτομα!

Οι Τούρκοι στην Συρία

Στις 11 Μαρτίου 2021, το Ευρωκοινοβούλιο κάλεσε την Τουρκία να αποσυρθεί από τη Συρία, χαρακτηρίζοντας τη στρατιωτική παρουσία της «κατοχή». Λίγες εβδομάδες πριν η Human Rights Watch είχε δημοσιοποιήσει τις περιπτώσεις δεκάδων Σύριων, μεταξύ των οποίων Κούρδων, που κρατούνταν στις τουρκικές φυλακές και είχε καλέσει την Άγκυρα να εκπληρώσει τις υποχρεώσεις της ως κατοχικής δύναμης δυνάμει της Τέταρτης Σύμβασης της Γενεύης. Οι τζιχαντιστές μισθοφόροι της Τουρκίας συνέλαβαν τουλάχιστον 63 Σύριους και τους μετέφεραν στην Τουρκία, όπου υπόκεινται σε δίωξη παρά το γεγονός ότι δεν έχουν τουρκική υπηκοότητα.

Τέτοιες παραβιάσεις ξεκίνησαν με την πρώτη τουρκική επίθεση εναντίον των Κούρδων της Συρίας, από τις αρχές Ιανουαρίου 2018, όταν η Άγκυρα εξαπέλυσε μια μεγάλης κλίμακας επίθεση στο (κατά πλειονότητα κουρδικό) καντόνι του Αφρίν στη βορειοδυτική Συρία. Η επίθεση ανάγκασε 320.000 κατοίκους να εγκαταλείψουν την περιοχή, καθώς οι τουρκικές δυνάμεις κατέλαβαν τη πόλη τον Μάρτιο του 2018 σε συνεργασία με τους τζιχαντιστές συμμάχους τους.

Αυτή η κατάληψη άλλαξε τα δημογραφικά στοιχεία της περιοχής, όπως τεκμηριώθηκε από την έκθεση της Ανεξάρτητης Διεθνούς Επιτροπής Ερευνών (IICI) στα μέσα Σεπτεμβρίου 2020. Η έκθεση αποκάλυψε βαρύτατες παραβιάσεις που διαπράχθηκαν εναντίον Κούρδων κατοίκων, ειδικά σε περιοχές της Συρίας υπό τον έλεγχο του τουρκικού στρατού και των τζιχαντιστών. Το Αφρίν αλλά και οι πόλεις Τελ Αμπιάντ και Ρας αλ-Αϊν στη βορειοανατολική Συρία, που ελέγχονται από την Άγκυρα και τους μισθοφόρους της από τα τέλη Οκτωβρίου 2019, εγκαταλείφθηκαν από τους Κούρδους κατοίκους. Μαζί τους έφυγαν Ασσύριοι και Αρμένιοι, φοβούμενοι τις γνωστές εθνοκαθάρσεις που συνηθίζουν οι Τούρκοι.

Το κόστος της ανοικοδόμησης

Με το τέλος των μαχών, ο Άσαντ αντιμετωπίζει την πρόκληση της ανοικοδόμησης της κατεστραμμένης Συρίας. Το ερώτημα του ποιος θα πληρώσει τον μεγάλο λογαριασμό παραμένει ανοιχτό. Οι ΗΠΑ και οι ευρωπαϊκές χώρες δεν θα συνεργαστούν με τον Άσαντ. Και η Μόσχα είναι απίθανο να αναλάβει τα έξοδα ανοικοδόμησης, τα οποία ο ΟΗΕ εκτιμά στα 250 δισ. δολάρια. Άλλοι αναλυτές ανεβάζουν το κόστος ανοικοδόμησης στον αφάνταστο αριθμό του ενός τρισ. δολαρίων.

Η Συρία αρχίζει να ξεπέφτει στη διεθνή ατζέντα. Αν και η Ρωσία και η Τουρκία εξακολουθούν να εμπλέκονται ενεργά στο συριακό μέτωπο, το δυτικό ενδιαφέρον μειώνεται. Οι Αμερικανοί επεδίωξαν την ανατροπή του καθεστώτος Άσαντ, ελπίζοντας πως η διάδοχη κατάσταση θα ήταν απολύτως ελεγχόμενη από τους ίδιους και έτσι θα έδιωχναν τις ρωσικές βάσεις από τη Συρία, εκτοπίζοντας ουσιαστικά τη Ρωσία από τη Μεσόγειο.

Από αυτόν τον δια αντιπροσώπων πόλεμο η Μόσχα εξέρχεται νικήτρια. Το καθεστώς Άσαντ εξαρτάται από τη Ρωσία, η οποία έχει αναλάβει και ρόλο επιδιαιτητή. Μετά την αποχώρηση των αμερικανικών δυνάμεων που είχε διατάξει ο Τραμπ, μένει να φανεί αν ο Μπάιντεν θα συνεχίσει όπως μέχρι σήμερα, ή θα επαναφέρει τις αμερικανικές δυνάμεις για να αποκτήσει κεντρικό ρόλο στις εξελίξεις.

Οι απόψεις που αναφέρονται στο κείμενο είναι προσωπικές του αρθρογράφου και δεν εκφράζουν απαραίτητα τη θέση του SLpress.gr

Απαγορεύεται η αναδημοσίευση του άρθρου από άλλες ιστοσελίδες χωρίς άδεια του SLpress.gr. Επιτρέπεται η αναδημοσίευση των 2-3 πρώτων παραγράφων με την προσθήκη ενεργού link για την ανάγνωση της συνέχειας στο SLpress.gr. Οι παραβάτες θα αντιμετωπίσουν νομικά μέτρα.

Ακολουθήστε το SLpress.gr στο Google News και μείνετε ενημερωμένοι