Η μπλόφα του Ερντογάν για τη Σύρτη – Μπρος στρατός και πίσω διπλωματία
26/06/2020«Δεν μπορούμε να κλείσουμε τα μάτια στις τζιχαντιστικές πολιτοφυλακές που ο Ερντογάν σκοπεύει να μεταφέρει από την Συρία στην Σύρτη, από όπου θα μπορούσαν να ξεκινήσουν τρομοκρατικές επιθέσεις κατά της Αιγύπτου», γράφει η ιστορική αιγυπτιακή εφημερίδα αλ Αχράμ, επικαλούμενη πηγές της κυβέρνησης Σίσι.
Το Κάιρο προειδοποιεί την Άγκυρα και τους Λίβυους συμμάχους της, πως “παίζουν με την φωτιά”, εμμένοντας στην στρατιωτική κατάληψη της Σύρτης και της αλ-Τζούφρα. Η Αίγυπτος έχει ξεκινήσει ένα μαραθώνιο διπλωματικών πρωτοβουλιών, προκειμένου να επιτευχθεί κατάπαυση του πυρός, τις οποίες η Τουρκία φαίνεται να περιφρονεί.
Είναι χαρακτηριστικό πως η Τουρκία και ο σύμμαχος της Σαράτζ θέτουν ως προϋπόθεση την ολοκληρωτική απόσυρση των δυνάμεων του Χαφτάρ από την Σύρτη και την αλ-Τζούφρα για να ξεκινήσουν ειρηνευτικές διαπραγματεύσεις. Δηλαδή απαιτούν να αποχωρήσει ο Χαφτάρ, χωρίς να πέσει ούτε ένας πυροβολισμός, από μία πόλη όπου βρίσκονται το 80% των πετρελαϊκών αποθεμάτων της χώρας (μάλλον για να “γλιτώσουν από τον κόπο” οι δυνάμεις της κυβέρνησης Σαράτζ)!
Τούρκοι αξιωματούχοι έχουν δηλώσει πως ο Αιγύπτιος πρόεδρος Φατάχ αλ Σίσι «δεν έχει τα κότσια» για μία πολεμική εμπλοκή, θεωρώντας τις απειλές του ως “μπλόφα”. Όμως δεν είναι μόνο ο Σίσι που μπορεί να μπλοφάρει, αλλά και η Τουρκία. Η κατάσταση θυμίζει ένα πολεμικό “chicken game”, με τις δύο πλευρές να βαδίζουν προς μία ολοκληρωτική σύγκρουση, η οποία θα αποφευχθεί μόνο με την ταπεινωτική υποχώρηση της μίας πλευράς.
Πόλεμος η εξευτελισμός
Εάν οι Λίβυοι σύμμαχοι της Τουρκίας επιτεθούν στην Σύρτη, η Αίγυπτος θα πρέπει να επιλέξει μεταξύ μιας στρατιωτικής απάντησης ή ενός εθνικού εξευτελισμού. Με δεδομένα τα προβλήματα που αντιμετωπίζει το αιγυπτιακό καθεστώς, ο πρόεδρος Σίσι έχει κάθε λόγο να φοβάται πως μία εμπλοκή στην Λιβύη δεν θα καταλήξει ως θρίαμβος, όπως ήταν η κρίση του Σουέζ του 1956.
Η κρίση του Σουέζ, όπου έφερε τον εθνικιστή συνταγματάρχη Νάσερ αντιμέτωπο με την εισβολή αγγλικών, ισραηλινών και γαλλικών στρατιωτικών δυνάμεων, ήταν ένας διπλωματικός θρίαμβος της Αιγύπτου, όχι όμως στρατιωτικός. Αυτό που είχε διασώσει τότε τον Νάσερ, ήταν η σπάνια σύμπνοια ΗΠΑ και ΕΣΣΔ στον ΟΗΕ, που προχώρησαν σε σφοδρή καταδίκη της επίθεσης (με την Ουάσιγκτον διατεθειμένη να ξεκινήσει μέχρι και οικονομικό πόλεμο κατά του Λονδίνου και του Παρισιού).
Με την πρώτη ματιά, Ρώσοι και Αμερικανοί φαίνεται και πάλι να συμπλέουν στην Λιβύη, καθώς δεν εγκρίνουν την τουρκική επίθεση στην Σύρτη. Όμως, η Τουρκία ποντάρει στην “αντιρωσική υστερία” που διακατέχει το διπλωματικό και το στρατιωτικό κατεστημένο της υπερδύναμης, που την βλέπει ως ένα ανάχωμα στην ρωσική επιρροή στη Λιβύη. Επίσης υπολογίζει πως η Ρωσία δεν επιθυμεί να την χάσει από σύμμαχο (παρά την δυσαρέσκεια που έδειξε με την ακύρωση της επίσκεψης των Ρώσων υπουργών Άμυνας και Εξωτερικών στην Τουρκία).
Όμως από την άλλη πλευρά, υπάρχει το παράδειγμα του πολέμου του Γιομ Κιπούρ το 1973, στο οποίο οι αιγυπτιακές ένοπλες δυνάμεις έδειξαν το αξιόμαχο τους, όχι μάλιστα σε στίφη ισλαμικών συμμοριών, αλλά στην υπερδύναμη της Μέσης Ανατολής, το Ισραήλ. Μπορεί ο Αιγύπτιος πρόεδρος να φοβάται το ρίσκο μιας επέμβασης, αλλά δεν αποκλείεται να υπερβεί τους ενδοιασμούς του, στο ενδεχόμενο να πέσουν οι λιβυκές πετρελαιοπηγές στα χέρια του μεγάλου του εχθρού, του Ερντογάν.
Ο παράγοντας Χαφτάρ
Εκεί λοιπόν που ίσως δυσκολέψουν τα πράγματα για την Τουρκία είναι στο πεδίο της μάχης. Εδώ υπάρχει ο παράγοντας Χαφτάρ. Η απάντηση του Λίβυου στρατηγού στο πολεμικό τελεσίγραφο των Τούρκων είναι πως «θα πολεμήσουμε μέχρι θανάτου». Μπορεί η πολιορκία της Τρίπολης να έληξε, όμως ο Χαφτάρ έχει συγκεντρώσει το σύνολο των δυνάμεων του στην Σύρτη, την οποία γνωρίζει πως πρέπει να υπερασπιστεί, αν θέλει να έχει λόγο την επόμενη μέρα στην Λιβύη.
Επομένως, αν ο Τούρκος πρόεδρος προσδοκά σε έναν “στρατιωτικό περίπατο” (όπως ο Χαφτάρ όταν είχε ξεκινήσει την πολιορκία της Τρίπολης το 2019), δεν αποκλείεται να διαψευστεί. Η Λιβύη δεν συνορεύει με την Τουρκία, επομένως ο τουρκικός στρατός δεν θα έχει ελεύθερο πεδίο δράσης, όπως είχε στην συριακή εισβολή. Η κυβέρνηση Σαράτζ θα πρέπει να βασιστεί κυρίως στις πολιτοφυλακές της και στους Σύρους τζιχαντιστές που έχει φέρει από το Ιντλίμπ ο Ερντογάν.
Ο Ερντογάν είναι υποχρεωμένος να περιορίσει την δράση του στα επίπεδα του proxie war. Το καλύτερο σενάριο για τον Ερντογάν ήταν «να νικήσει χωρίς να δώσει μάχη», όπως έλεγε ο Σουν Τζου (δηλαδή να αρπάξει την Σύρτη, όπως έκανε με την Ταρχούνα). Εάν όμως τελικώς ο Σίσι επιλέξει να “ανοίξει την πόρτα του φρενοκομείου”, οι τουρκόφιλες δυνάμεις δεν θα βρεθούν αντιμέτωπες μόνο με τους μισθοφόρους του Χαφτάρ (τους οποίους δεν είχαν καταφέρει να νικήσουν στην προηγούμενη απόπειρα τους να την καταλάβουν), αλλά με τον ισχυρότερο στρατό του αραβικού κόσμου.
Σε αυτό το ενδεχόμενο μοιάζει δύσκολο να ξεκινήσει ο Ερντογάν πόλεμο με την Αίγυπτο, όπως απειλεί. Εδώ λοιπόν είναι που μπλοφάρει ο Τούρκος πρόεδρος, που σε αυτήν την περίπτωση μάλλον θα υποχρεωθεί να συρθεί στο τραπέζι των διαπραγματεύσεων. Μπορεί βέβαια και πάλι να υπολογίζει σε ανταλλάγματα, καθώς έχοντας καταφέρει να πετύχει την ενίσχυση της κυβέρνησης Σαράτζ, έχει περισσότερα διαπραγματευτικά χαρτιά στην “φαρέτρα” του, σε αντίθεση με την Συρία.