Η σύγκρουση Ινδίας-Πακιστάν στο νέο πολυπολικό τοπίο
11/05/2025
Η πρόσφατη κρίση μεταξύ Ινδίας και Πακιστάν πυροδοτήθηκε από την τρομοκρατική επίθεση της 22ας Απριλίου στο υπό ινδική διοίκηση Κασμίρ. Πρόκειται για μια ανησυχητική εξέλιξη στις μακροχρόνιες διαταραγμένες σχέσεις μεταξύ των δύο πυρηνικά εξοπλισμένων γειτόνων. Η ένταση αυτή αποδίδεται εν μέρει στη συνεχιζόμενη δικτύωση του Πακιστάν με τρομοκρατικές οργανώσεις και, από την άλλη πλευρά, στην απόφαση της Ινδίας το 2019 να καταργήσει το καθεστώς ημιαυτονομίας της “διαφιλονικούμενης” (μουσουλμανικής κατά πλειοψηφία) περιοχής.
Η στρατιωτική απάντηση της Ινδίας στις 7 Μαΐου, περιλάμβανε πυραυλικά πλήγματα κατά στόχων στο Πακιστάν και στο πακιστανικά ελεγχόμενο τμήμα του Κασμίρ (που αποτελεί το ένα τρίτο της περιοχής), ήταν η σημαντικότερη στρατιωτική ενέργεια, ύστερα από τον πόλεμο του 1971. Η σοβαρή αυτή κρίση αποτυπώνει μια ποιοτική αναβάθμιση, ιδιαίτερα μετά την απόφαση της Ινδίας να αναστείλει μονομερώς τη Συνθήκη του Ινδού (Indus Water Treaty) αναστολή που ισχύει και μετά την κατάπαυση του πυρός που ανακοινώθηκε το Σάββατο.
Παρά τα πρωτοφανή χαρακτηριστικά των εχθροπραξιών, που περιλαμβάνουν την εργαλειοποίηση του νερού ως στρατηγικού όπλου, ένας εκτεταμένος-γενικευμένος πόλεμος ή μια πυρηνική σύρραξη παραμένουν εξαιρετικά δύσκολα σενάρια, παρά το εύθραυστο της εκεχειρίας. Η Ινδία, με πλήρη επίγνωση του γεωπολιτικού κόστους μιας ευρείας σύγκρουσης και αντιμετωπίζοντας την Κίνα ως τον στρατηγικό της αντίπαλο στην περιοχή, επιδιώκει στοχευμένες ενέργειες έναντι τρομοκρατικών στόχων, μη έχοντας ως προτεραιότητα την ευθεία αναμέτρηση με πακιστανικές στρατιωτικές δυνάμεις (κάτι που επί του πεδίου διαψεύστηκε).
Από την άλλη πλευρά, το Πακιστάν, εξασθενημένο από βαθιά οικονομική κρίση και πολιτική αστάθεια, δεν διαθέτει τους πόρους για να διατηρήσει έναν παρατεταμένο πόλεμο. Ενδεικτικά, το ινδικό ΑΕΠ είναι κατά δέκα φορές μεγαλύτερο, δαπανώντας οκτώ φορές παραπάνω για τον ετήσιο αμυντικό προϋπολογισμό. Ωστόσο, οι δομικοί κίνδυνοι παραμένουν. Είναι χαρακτηριστικό πως λίγο μετά την ανακοίνωση της κατάπαυσης, η ινδική κυβέρνηση κατήγγειλε ότι το Πακιστάν παραβιάζει την εκεχειρία, με το τελευταίο να το διαψεύδει.
Οι περιορισμένες γραμμές επικοινωνίας μεταξύ Νέου Δελχί και Ισλαμαμπάντ, καθώς και η μειωμένη επιρροή των δυτικών δυνάμεων, ενισχύουν την πιθανότητα ενός λάθους που δύναται να πυροδοτήσει ευρύτερη ανάφλεξη στη περιοχή. Στο νέο αυτό διεθνές πολυπολικό περιβάλλον, η Κίνα, η Ρωσία και οι αραβικές χώρες αναδεικνύονται σε κρίσιμους περιφερειακούς παίκτες. Το Πεκίνο, μάλιστα, εξάγει στο Ισλαμαμπάντ άνω του 80% των στρατιωτικών εξοπλισμών του, ενώ οι χώρες του Κόλπου επωφελούνται από τα αναπτυξιακά και ενεργειακά πρότζεκτ που προωθούνται από την Ινδία.
Η στάση των ΗΠΑ χαρακτηρίζεται από τη χλιαρή-δημόσια αντίδραση του Τραμπ, αν και ο Αμερικανός πρόεδρος ήταν αυτός που ανακοίνωσε την κατάπαυση, την οποία μετέπειτα επιβεβαίωσαν οι δύο πλευρές. Ωστόσο, οι ΗΠΑ θα μπορούσαν, μέσω του Διεθνούς Νομισματικού Ταμείου, να ασκήσουν πίεση ήπιας ισχύος στο οικονομικά ευάλωτο του Πακιστάν, συνδέοντας τη χορήγηση οικονομικής βοήθειας με απτές δεσμεύσεις για τον περιορισμό των τρομοκρατικών δικτύων.
Ο πόλεμος των υδάτων
Η κρισιμότερη απειλή όμως, έγκειται στην εκμετάλλευση των υδάτων του μεγάλου ποταμού από την πλευρά της Ινδίας. Κατά αυτό τον τρόπο ενδέχεται να λειτουργήσει ως μοχλός πίεσης προς το Πακιστάν, εκμεταλλευόμενη παράλληλα τα οφέλη μιας πιθανής οριστικής αποχώρησης από την Συμφωνία. Η αναστολή της ιστορικής Συνθήκης του Ινδού φέρεται προς το παρόν να παρουσιάζει συμβολική χροιά. Οι δυσβάσταχτα κοστοβόρες επενδύσεις (αρκετών δισ. ευρώ) που απαιτούνται για τη κατασκευή νέων κατάλληλων υποδομών και φραγμάτων, καθιστούν απαγορευτικές τις σκέψεις από το Νέο Δελχί για περιορισμό ή διακοπή των ροών του νερού.
Ωστόσο δημιουργείται ένα επικίνδυνο προηγούμενο. Δηλαδή σε επικείμενες μελλοντικές περιόδους ξηρασίας ή διαχειριστικής διαφωνίας, θα διακυβεύεται η ειρήνη, με πιθανότητα ενεργής εμπλοκής μεταξύ των δύο γειτονικών χωρών. Συγκεκριμένα, το 80% των καλλιεργειών του Πακιστάν βασίζεται στον Ινδό ποταμό. Η Ινδία από την άλλη, αντιμετωπίζει αυξανόμενες ανάγκες λόγω πληθυσμιακής και κλιματικής πίεσης. Κρίνει ότι το 30% μέρισμα στη διαχείριση των υδάτων, όπως ορίζεται από τη Συμφωνία, συνιστά βάναυση αδικία εις βάρος της.
Για την Ελλάδα, η στήριξη προς την Ινδία είναι γεωπολιτικά και αξιακά αναγκαία. Η τελευταία συγκαταλέγεται μεταξύ των ισχυρών δημοκρατικών κρατών-στρατηγικών εταίρων των ΗΠΑ και της ΕΕ. Επιπροσθέτως η συμμετοχή της Ελλάδας στο φιλόδοξο ενεργειακό και εμπορικό πρότζεκτ IMEC (India-Middle East-Europe Economic Corridor), της προσφέρει πολύτιμα δυνητικά ενεργειακά και οικονομικά πλεονεκτήματα. Εκτός της αναβάθμισης του γεωστρατηγικού της αποτυπώματος, συμβάλλει επίσης στην εξασθένιση της επιρροής της Άγκυρας στην Νοτιοανατολική Μεσόγειο, η οποία εξοπλίζει και στηρίζει ενεργά το Ισλαμαμπάντ.
Εν κατακλείδι, η κρίση του Μαΐου του 2025 σηματοδοτεί μια ηχηρή προειδοποίηση για τις συνέπειες ενός κόσμου όπου οι δομικές συγκρούσεις παραμένουν ενεργές και άλυτες. Είναι απαραίτητο η διεθνής κοινότητα, παρά τις δυσκολίες που εμφανίζει το νέο πολυπολικό σύστημα, να αναλάβει πρωτοβουλίες άμεσης αποκλιμάκωσης, προωθώντας έναν ουσιαστικό διάλογο. Ο χρόνος για ειρηνικές λύσεις και αποτελεσματική διεθνή θεσμική συνεργασία εξαντλείται ταχύτερα από ό,τι πολλοί αντιλαμβάνονται.
Ο Λυκούργος Λιακάκος είναι Διδάκτωρ Διεθνούς Δικαίου και Επιστημονικός Διευθυντής του Κέντρου Μεσογειακού και Νησιωτικού πολιτισμού “ΜΕΣΟΝΗΣΟΣ”.