Η σιωπή του Μπάιντεν και η αγωνία του “σουλτάνου”
19/03/2021Ο Τούρκος πρόεδρος μείωσε την αντιδυτική και αντιαμερικανική ρητορική του σε μια προφανή προσπάθεια επαναφοράς της ταραγμένης σχέσης με τους συμμάχους του στο ΝΑΤΟ, αλλά δεν έκανε βήμα πίσω ούτε στο ζήτημα των S-400, ούτε και ευρύτερα στον εναγκαλισμό του με τον Πούτιν. Αυτό εξηγεί και τη μέχρι τώρα ψυχρή σιωπή του προέδρου Μπάιντεν, ενώ εντείνεται η αγωνία στην Άγκυρα για την υπόθεση Halkbank στα αμερικανικά δικαστήρια.
Σχεδόν δύο μήνες μετά την ανάληψη της προεδρίας, ο Μπάιντεν δεν έχει ακόμη μιλήσει στον Ερντογάν, κάτι που Τούρκοι αναλυτές θεωρούν ανησυχητικό σημάδι. Αντίθετα, ο πρώην πρόεδρος Τραμπ μίλησε με τον Ερντογάν λίγες μόνο ημέρες μετά τις εκλογές του 2016. Στην Άγκυρα ήλπιζαν σε εκλογική νίκη του Τραμπ, ο οποίος είχε προσωπική σχέση με τον Τούρκο πρόεδρο και δεν του έκανε μαθήματα περί ανθρωπίνων δικαιωμάτων.
Οι αμερικανοτουρκικές σχέσεις επιδεινώθηκαν κλιμακωτά τα τελευταία χρόνια, κυρίως λόγω της τουρκικής στροφής προς τη Ρωσία. Πολύ περισσότερο τώρα που ο Μπάιντεν κήρυξε και ευθέως το νέο Ψυχρό Πόλεμο με τη δήλωσή του για τον “δολοφόνο” Πούτιν. Το γεγονός, μάλιστα, ότι ο Ερντογάν έσπευσε να επικρίνει τον Αμερικανό πρόεδρο για τη δήλωσή του και να στηρίξει καθαρά τον Ρώσο ομόλογό του, είναι μία ένδειξη για το που πηγαίνουν τα πράγματα.
Το κλίμα στις σχέσεις Ουάσιγκτον-Άγκυρας έχει βαρύνει και λόγω των αντιθέσεων στη Συρία, με αποτέλεσμα Αμερικανοί αξιωματούχοι πρόσφατα να χαρακτηρίσουν αποσταθεροποιητικές τις τουρκικές ενέργειες στην Ανατολική Μεσόγειο. Ο Μπάιντεν προκάλεσε την οργή του Ερντογάν όταν μίλησε στους New York Times για υποστήριξη της αντιπολίτευσης στην Τουρκία ενάντια στον τωρινό πρόεδρο.
Η Άγκυρα υποβαθμίζει την έλλειψη επικοινωνίας με τον Λευκό Οίκο, σημειώνοντας ότι γίνονται συνομιλίες σε άλλα επίπεδα. Ανώτερος Τούρκος αξιωματούχος, όμως, είπε στο Associated Press ότι το γραφείο του Ερντογάν «δεν είναι ενθουσιασμένο» με αυτό. Η εκπρόσωπος Τύπου του Λευκού Οίκου Τζεν Ψάκι δήλωσε την περασμένη εβδομάδα ότι ο Μπάιντεν δεν είχε ακόμη μιλήσει με πολλούς ηγέτες κι ότι θα καλούσε τον Ερντογάν κάποια στιγμή.
Ο Μπάιντεν και η απομόνωση της Άγκυρας
Λόγω αντιδυτικής ρητορικής και πολιτικής, καθώς και αυξανόμενου αυταρχισμού, η Τουρκία απομονώνεται, αλλά προσπαθεί να προσελκύσει ξένες επενδύσεις για να σώσει την οικονομία της. Ο Ερντογάν απευθύνεται στις ΗΠΑ και την Ευρώπη σε μια προσπάθεια να διορθώσει τις προβληματικές σχέσεις του με τη Δύση και έτσι να τερματίσει τη διεθνή απομόνωσή του. Ο Μπάιντεν έχει μιλήσει για την αποκατάσταση των διεθνών συμμαχιών με σκοπό την ενίσχυση του ΝΑΤΟ. Θα είχε συμφέρον, λοιπόν, να ανοικοδομήσει τους δεσμούς με την Τουρκία και να την απομακρύνει από τη Ρωσία.
Διπλωματικές πηγές, πάντως, λένε ότι είναι πολύ δύσκολο να επαναρυθμιστεί η σχέση, δεδομένου του εύρους των διμερών διαφορών. Σύμφωνα με την Ουάσινγκτον, οι S-400 αποτελούν απειλή για το ΝΑΤΟ. Γι’ αυτό και απέπεμψε την Τουρκία από το πρόγραμμα των μαχητικών F-35 και πέρυσι επέβαλε κυρώσεις σε Τούρκους αξιωματούχους, καθώς και απαγορεύσεις αδειών εξαγωγής υλικών και συστημάτων προς την τουρκική πολεμική βιομηχανία.
Η Τουρκία ισχυρίζεται ότι οι S-400 δεν αποτελούν απειλή για το ΝΑΤΟ και ζητάει διάλογο με τις ΗΠΑ. Οι Αμερικανοί, όμως, θέτουν ως όρο το ρωσικό σύστημα να αποσυρθεί. Κατά τη διάρκεια ακρόασης στη Γερουσία ο υπουργός Εξωτερικών Άντονι Μπλίνκεν χαρακτήρισε την Τουρκία «αποκαλούμενο στρατηγικό εταίρο» και χαρακτήρισε απαράδεκτο η Τουρκία να «ευθυγραμμιστεί με έναν από τους μεγαλύτερους στρατηγικούς μας ανταγωνιστές η Ρωσία». Ο Μερβέ Ταχίρογλου (αμερικανικό Πρόγραμμα για τη Δημοκρατία στη Μέση Ανατολή) δήλωσε ότι είναι δύσκολο για τον Ερντογάν να υποχωρήσει για τους S-400, «επειδή έκανε τόσο μεγάλη προσπάθεια για την αγορά και μια υποχώρηση έπληττε τη γεωπολιτική ανεξαρτησία της Τουρκίας».
Η προστασία των Κούρδων
Η αμερικανική στήριξη των Κούρδων της Συρίας είναι άλλο σημείο διαμάχης. Η Τουρκία υποστηρίζει ότι είναι παρακλάδι του ΡΚΚ και ο Τούρκος υπουργός Άμυνας Ακάρ δήλωσε ότι οι αμερικανοτουρκικές σχέσεις δεν μπορούν να βελτιωθούν αν η Ουάσινγκτον δεν σταματήσει τη συνεργασία της με τους Κούρδους της Συρίας. Το 2019, ο Μπάιντεν είχε κατηγορήσει τον Τραμπ ότι προδίδει συμμάχους των ΗΠΑ, μετά την απόφαση του τελευταίου να αποσύρει αμερικανικά στρατεύματα από τη βόρεια Συρία. Εκείνη η απόσυρση είχε ανοίξει το δρόμο για τουρκική εισβολή και επιθέσεις εναντίον των Κούρδων της Συρίας.
Τώρα οι ΗΠΑ προτρέπουν την Τουρκία να σεβαστεί τις δημοκρατικές ελευθερίες, καθώς ένας εισαγγελέας εκκίνησε ήδη την διαδικασία για να θέσει εκτός νόμου το κουρδικό κόμμα HDP, ο πρόεδρος του οποίου είναι ακόμα φυλακή. Το Στέιτ Ντιπάρτμεντ αντέδρασε έντονα στη διαδικασία απαγόρευσης του κουρδικού κόμματος, τρίτου σε δύναμη στην Τουρκία. Ο εισαγγελέας ζήτησε από το Συνταγματικό Δικαστήριο να απαγορεύσει το HDP την Τετάρτη, με τον ισχυρισμό ότι έχει δεσμούς με το PKK και την άρνησή του του να καταδικάσει την τρομοκρατία. Ας σημειωθεί ότι την απαγόρευση έχει ζητήσει και ο ίδιος ο Ερντογάν, γεγονός που έχει προκαλέσει αντιδράσεις και από το Ευρωκοινοβούλιο.
Ο εκπρόσωπος του Στέιτ Ντιπάρτμεντ Πράις σημείωσε ότι η απαγόρευση θα ανατρέψει αδικαιολόγητα τη βούληση των Τούρκων ψηφοφόρων (σχεδόν έξι εκατομμύρια ψήφισαν το HDP το 2018) και υπονομεύει περαιτέρω το δημοκρατικό καθεστώς, προσθέτοντας: «Ζητούμε από την τουρκική κυβέρνηση να σεβαστεί την ελευθερία της έκφρασης σύμφωνα με την προστασία που παρέχει το Σύνταγμα και τις διεθνείς υποχρεώσεις της Τουρκίας».
Τα θέματα της Ανατολικής Μεσογείου
Η κυβέρνηση Μπάιντεν ενδέχεται να ασκήσει πίεση στην Τουρκία για την στάση της εναντίον της Ελλάδας και της Κύπρου στην Ανατολική Μεσόγειο, η οποία για τις ΗΠΑ αποσταθεροποιεί την νοτιοανατολική πτέρυγα του ΝΑΤΟ. Η Τουρκία σταμάτησε έχει παγώσει τις παράνομες έρευνες και γεωτρήσεις. Ο διευθυντής του Κέντρου Τουρκικών Σπουδών του Ινστιτούτου της Μέσης Ανατολής, Γκονούλ Τολ, δήλωσε ότι η Τουρκία δεν μπορεί να υποχωρήσει, «επειδή θεωρείται εθνικό θέμα από ευρύ τμήμα της τουρκικής κοινωνίας».
Σύμφωνα με εκτιμήσεις, όσο ο Ερντογάν δεν ταράζει τα νερά στην Ανατολική Μεσόγειο, οι ΗΠΑ δεν πρόκειται να το κάνουν θέμα, ιδίως αν συνεχιστούν οι διερευνητικές επαφές. Αν όμως επανέλθει και δοκιμάσει την υπομονή της Ουάσιγκτον, ο Μπάιντεν πιθανώς να υιοθετήσει σκληρότερη στάση. Εκτός αυτού και επειδή δίνει έμφαση στη δημοκρατία και τα ανθρώπινα δικαιώματα. Κατά τη διάρκεια τηλεφωνικής επικοινωνίας με τον Τούρκο ομόλογό του Τσαβούσογλου, ο Μπλίκεν υπογράμμισε τη «σημασία των δημοκρατικών θεσμών, τη συνολική διακυβέρνηση και τον σεβασμό των ανθρωπίνων δικαιωμάτων».
Τον περασμένο Νοέμβριο αντικαταστάθηκαν ο διοικητής της Κεντρικής Τράπεζας Μουράτ Ουισάλ και ο υπουργός Οικονομικών (και γαμπρός του Ερντογάν) Μπεράτ Αλμπαϊράκ, οι οποίοι θεωρούνται στη Δύση ότι έχουν στενούς δεσμούς με τη διαφθορά. Αμερικανοί αναλυτές υποστηρίζουν ότι αυτό έγινε σε μία προσπάθεια του Ερντογάν να αποκαταστήσει κάπως την εικόνα της κυβέρνησής του και να σώσει την τουρκική οικονομία.
Η Halkbank ανησυχεί τον Ερντογάν
Η δίκη της τουρκικής τράπεζας Halkbank τo επόμενο διάστημα στη Νέα Υόρκη, όπως ανέφερε το law.com θα κλυδωνίζει τις αμερικανοτουρκικές σχέσεις. Υπενθυμίζουμε ότι η Halkbank κατηγορείται ότι με την κάλυψη του Ερντογάν “ξέπλενε” δεκάδες δισ. δολάρια του Ιράν, βοηθώντας το να παρακάμπτει τις κυρώσεις. Ο άλλοτε επικεφαλής της τράπεζας Μεχμέτ Χακάν Ατίλα, στενά συνδεδεμένος με τον Ερντογάν, παραιτήθηκε αυτές τις ημέρες από πρόεδρος του Χρηματιστηρίου της Κωνσταντινούπολης. Ο διορισμός του είχε εξοργίσει τους Αμερικανούς, καθώς ο Ατίλα είχε το 2018 καταδικαστεί στη Νέα Υόρκη σε 28 μήνες φυλάκισης για τον ρόλο του στην Halkbank.
Η επικείμενη δίκη της Halkbank πιθανόν να καταλήξει με την επιβολή προστίμου δεκάδων δισ. δολαρίων, γεγονός που μπορεί ακόμα και να αποκλείσει την πρόσβαση της Τουρκίας σε διεθνή συστήματα μεταφοράς χρημάτων. Δεδομένου ότι στο σκάνδαλο εμπλέκεται ο ίδιος ο Ερντογάν, είναι λογικό να επιδιώκει έναν συμβιβασμό με τον Μπάιντεν.
Αναφερόμενος στο σκάνδαλο Halkbank, Ευρωπαίος διπλωμάτης είπε στο Insider: «Οι Τούρκοι πιστεύουν ότι ο Τραμπ δεν ενδιαφερόταν πραγματικά, γιατί φυσικά δεν ενδιαφερόταν. Αλλά ο Μπάιντεν νοιάζεται και ο Μπάιντεν ξέρει ποιος έχει την πραγματική δύναμη στην σχέση ΗΠΑ-Τουρκίας. Έτσι, τώρα ο Ερντογάν περιμένει στο τηλέφωνο σχεδόν δύο μήνες, ελπίζοντας να τον καλέσει ο Λευκός Οίκο».
Ο ίδιος πρόσθεσε: «Ο Ερντογάν έπρεπε να είχε χρησιμοποιήσει την κυβέρνηση Τραμπ για να επιλύσει και να τερματίσει αυτήν την κατάσταση, αλλά ήταν αλαζονικός και αποφάσισε ότι θα μπορούσε να το αγνοήσει εντελώς. Τώρα πρέπει να ασχοληθεί με τον Μπάιντεν για πολλά θέματα, αλλά αυτό για το οποίο προφανώς ευθύνεται η Τουρκία παραμένει στο τραπέζι και πρόκειται να επιλυθεί σε δημόσια αίθουσα δικαστηρίου. Ο Μπάιντεν μπορεί να μην τον καλέσει πριν από τη δίκη, εκτός αν υπάρχει κάποιου είδους κρίση».