Η σύλληψη Εσθονού διπλωμάτη στη Ρωσία νέος κρίκος στον πόλεμο κατασκόπων
10/07/2021Η Ρωσία ανακοίνωσε ότι συνέλαβε επ’ αυτοφώρω τον Εσθονό πρόξενο στην Αγία Πετρούπολη Μαρτ Λάτε να διενεργεί κατασκοπεία και τον απέλασε. Η Εσθονία μίλησε για στημένη επιχείρηση. Αυτό ήταν άλλο ένα επεισόδιο στο αέναο πόλεμο κατασκόπων μεταξύ Ταλίν και Μόσχας. Τον Απρίλιο, η Εσθονία είχε απελάσει έναν Ρώσο διπλωμάτη, πράγμα που η Μόσχα είχε χαρακτηρίσει εχθρική κίνηση.
Ένα από τα πιο ενεργά τμήματα του μετώπου Δύσης-Ρωσίας στον μυστικό πόλεμο είναι η Εσθονία, λόγω της θέσης της και της σημαντικής ρωσικής μειονότητας εκεί. Οι Εσθονοί, πάντως, είναι δραστήριοι. Σε κανένα άλλο κράτος-μέλος του ΝΑΤΟ δεν συλλαμβάνονται τόσο συχνά Ρώσοι κατάσκοποι. Η KaPo (Εσθονική Υπηρεσία Εσωτερικής Ασφάλειας) θεωρείται από τις πιο ανθεκτικές στη ρωσική διείσδυση στην Ανατολική Ευρώπη. Οι Ρώσοι το παραδέχονται. Στη δεκαετία του 1990 η KaPo έγινε στρατηγικός εταίρος των βρετανικών υπηρεσιών πληροφοριών. Αυτός ήταν ένας από τους λόγους, για τους οποίους ο Βασίλι Μιτροκίν πήγε στο Ηνωμένο Βασίλειο μέσω της Εσθονίας με το πολύτιμο αρχείο της KGB, αντί να διασχίσει τον Ατλαντικό.
Από το 2014, οι Εσθονοί αντιμετωπίζουν μεγάλη κατασκοπευτική δραστηριότητα. Στην ετήσια έκθεση για την κρατική ασφάλεια η KaPo αποκαλύπτει τις μεθόδους λειτουργίας των ρωσικών υπηρεσιών, κατονομάζοντας άτομα και οργανισμούς που είναι ύποπτοι για επαφές με τη Ρωσία. Οι Δυτικοί εκθειάζουν την εσθονική αντικατασκοπεία ως μια από τις πιο αποτελεσματικές στο ΝΑΤΟ. Αυτό ίσως οφείλεται στους ακραίους ελέγχους και στην βαθιά απο-σοβιετοποίηση των υπηρεσιών ασφαλείας.
Εσθονική αντικατασκοπεία
Δεν θα ήταν έτσι η κατάσταση, εάν δεν είχε παίξει τον δικό του ρόλο ο Εντγκάρ Σαβισαάρ. Ο Σαβισαάρ το 1990 ανέλαβε πρωθυπουργός της τότε ομόσπονδης Σοβιετικής Δημοκρατίας της Εσθονίας. Δημιούργησε ειδική υπηρεσία, ανεξάρτητη από τις σοβιετικές υπηρεσίες, στελεχώνοντάς την με πρώην αξιωματικούς του υπουργείου Εσωτερικών. Όταν η Εσθονία ανέκτησε την ανεξαρτησία της, ο Σαβισαάρ έγινε πρωθυπουργός της Δημοκρατίας της Εσθονίας.
Το 1991, δημιουργήθηκε η Kaitsepolitsei (Ασφάλεια), ανεξάρτητη από την εσθονική KGB. Τον Ιανουάριο 1992, ο Σαβισαάρ έχασε τη θέση του πρωθυπουργού και η ειδική υπηρεσία που είχε οικοδομήσει διαλύθηκε. Λίγα χρόνια αργότερα, βασιζόμενος στο πρώην προσωπικό, ο Σαβισαάρ δημιούργησε την ιδιωτική υπηρεσία ασφάλειας SIA, την οποία, ως επικεφαλής του Υπουργείου Εσωτερικών, χρησιμοποίησε για την παρακολούθηση των μελών της κυβέρνησης.
Όταν η Εσθονία έγινε ανεξάρτητο κράτος, οι πρώην αξιωματικοί των σοβιετικών υπηρεσιών πληροφοριών και του στρατού ήταν κύριο πρόβλημα. Κάποιοι από αυτούς υπηρέτησαν στις κρατικές υπηρεσίες της ανεξάρτητης Εσθονίας. Άλλωστε, οι μόνοι ειδικοί στη συλλογή πληροφοριών (ασύρματα δίκτυα κ.λπ.) είχαν εργαστεί στο παρελθόν στην KGB. Η KaPo τους χρησιμοποίησε (12 άτομα) έως ότου εκπαιδεύσει νέους. Ειδικός νόμος του 1995 οδήγησε πολλούς πρώην σοβιετικούς πράκτορες να αποκαλύψουν την συνεργασία τους με την KGB, με αντάλλαγμα την ασυλία και ανωνυμία τους, αλλά, δεν έλυσε πλήρως το πρόβλημα.
Συλλήψεις στον πόλεμο κατασκόπων
Είναι γνωστό ότι οι Ρώσοι διπλωμάτες καταγράφουν όλες τις γέφυρες στη νότια Εσθονία που βρίσκονται στη γραμμή Ανατολής-Δύσης. Το ενδιαφέρον τους είναι στις κατασκευές κατά μήκος της οδού ταχείας σύνδεσης των ρωσικών συνόρων με τη Βαλτική Θάλασσα και τη σιδηροδρομική γραμμή. Οι ρωσικές κατασκοπευτικές δραστηριότητες πραγματοποιούνται τόσο από την ρωσική επικράτεια όσο και από Ρώσους διπλωμάτες. Όπως αναφέρεται στις πρόσφατες αναφορές της KaPo, οι ρωσικές μέθοδοι κάλυψης αλλάζουν. Οι Ρώσοι κατάσκοποι σπάνια είναι διπλωμάτες, ενώ όλο και συχνότερα έχουν επιχειρηματική ή δημοσιογραφική κάλυψη. Συνήθως, συναντούν τους πληροφοριοδότες τους σε τρίτες χώρες.
Τον Ιανουάριο 2017, η KaPo συνέλαβε πράκτορα της GRU (ρωσική στρατιωτική υπηρεσία πληροφοριών). Ήταν η πρώτη περίπτωση στη Βαλτική που συνελήφθη Ρώσος στρατιωτικός αξιωματικός πληροφοριών και καταδικάστηκε τον Μάιο 2017 σε πέντε χρόνια φυλάκισης. Για την GRU, η Εσθονία είναι η “πύλη” του ΝΑΤΟ και πηγή γνώσης για τη Συμμαχία, καθώς εκεί εδρεύουν συμμαχικά στρατεύματα και διεξάγονται ασκήσεις.
Το 2007, ο ρωσικής καταγωγής αξιωματικός Ντενίς Μετσάβας, ενώ βρισκόταν σε διακοπές με συγγενείς στο Σμολέσνσκ, συνήψε ερωτικές σχέσεις, με τις οποίες η GRU τον εξεβίαζε. Ο Μετσάβας υπηρέτησε ως αξιωματικός πυροβολικού στην βορειοανατολική Εσθονία και είχε πρόσβαση σε απόρρητα σχέδια. Στην αρχή οι χειριστές του ζητούσαν πληροφορίες που μπορούσαν να βρουν και από ανοικτές πηγές.
Σιγά-σιγά και καθώς ανέβαινε στην ιεραρχία, άρχισε να έχει πρόσβαση σε ΝΑΤΟϊκά έγγραφα για αμυντικά σχέδια, σχέδια ασκήσεων, μεταφοράς υλικού, κλπ. Η κατασκοπευτική δραστηριότητά του διακόπηκε όταν τοποθετήθηκε στο Αφγανιστάν, αλλά επανήλθε και άρχισε πλέον να διοχετεύει έγγραφα και πληροφορίες, χρησιμοποιώντας ως ενδιάμεσο και τον πατέρα του, έναν λάτρη του σοβιετικού καθεστώτος. Το 2018 ο Μετσάβας συνελήφθη. Οι Εσθονοί δεν αποκαλύπτουν τι έχει ειπωθεί, καθώς ο Μετσάβας συνεργάσθηκε αποκαλύπτοντας τις τακτικές της GRU. Λόγω της συνεργασίας του καταδικάστηκε σε 15,5 χρόνια φυλάκισης και ο πατέρας του σε έξι.
Υποθέσεις Ρούντνεφ και Ρομανόφ
Η ρωσική Υπηρεσία Ασφαλείας παραδοσιακά επικεντρώνεται στην περιοχή των συνόρων. Οι συνοριοφύλακες ασχολούνται με τις λεγόμενες “ρηχές πληροφορίες” στην εσθονική πλευρά των συνόρων. Η FSB (διάδοχος της KGB) ενδιαφέρεται σχεδόν για όλα στην Εσθονία, από την εσωτερική πολιτική και την ασφάλεια έως την εξωτερική πολιτική και τον στρατό. Σύμφωνα με επίσημα στοιχεία, μόνο το 2015-2016, πέντε κάτοικοι Εσθονίας συνελήφθησαν και καταδικάστηκαν σε φυλάκιση σαν κατάσκοποι της FSB. Τρεις έχουν διπλή υπηκοότητα (εσθονική και ρωσική), ένας μόνο εσθονικό διαβατήριο και ένας είναι άπατρις.
Τον Μάρτιο 2015, συνελήφθη ο Αλεξάντρ Ρούντνεφ (με διπλή υπηκοότητα) για συνεργασία με την FSB από το 2013. Συνέλεγε πληροφορίες επί πληρωμή για τον εσθονικό στρατό και το ΝΑΤΟ. Τον Οκτώβριο 2015 καταδικάστηκε σε δύο έτη. Η KaPo συνέλαβε για κατασκοπεία τον Μαξίμ Γκρούζντεφ, ο οποίος γνώριζε το προσωπικό και τις δραστηριότητες της KaPo. Καταδικάστηκε σε τέσσερα έτη τον Φεβρουάριο 2016.
Ο Πάβελ Ρομανόφ είχε πολύ μεγαλύτερη καριέρα κατασκοπείας. Προσλήφθηκε από την FSB το 1994 και ως έμπειρος λαθρέμπορος ήταν πολύτιμη πηγή για τους Ρώσους σχετικά με την παράνομη διέλευση των ρωσοεσθονικών συνόρων. Χάρη σε αυτόν, οι Ρώσοι γνώριζαν που ήταν οι κάμερες παρακολούθησης στα δασικά τμήματα των συνόρων. Ο Ρομανόφ καταδικάστηκε σε σχεδόν πέντε έτη για «μη βίαιες πράξεις που διαπράχθηκαν από αλλοδαπό».
Υπόθεση Ντρεσέν
Στις 22 Φεβρουαρίου 2012 στο αεροδρόμιο του Ταλίν, η αντικατασκοπεία συνέλαβε τους Αλεξέι και Βικτόρια Ντρεσέν. Η γυναίκα, η οποία επιβιβάστηκε σε αεροπλάνο που πετούσε για Μόσχα, είχε απόρρητα σε στικάκι που είχε παραλάβει από τον άντρα της. Πριν από το 1991, ο Αλεξέι Ντρεσέν εργαζόταν στην πολιτοφυλακή. Το 1993, ο Ντρεσέν εργαζόταν στην εσθονική KaPo, για πάνω από μια δεκαετία στην καταπολέμηση του οικονομικού εγκλήματος. Η FSB τον στρατολόγησε το 1998-2001.
Οι Ρώσοι εκμεταλλεύτηκαν ότι ο Ντρεσέν έκανε διακοπές με συγγενείς της συζύγου του στη Ρωσία. Άρχισε να συνεργάζεται ενεργά με την FSB το 2007. Εκείνη την εποχή άρχισε να ασχολείται με την KaPo για την έρευνα εξτρεμιστών και Ρώσων. Ο Ντρεσέν συναντούσε τον χειριστή του σε χώρες όπου έκανε διακοπές: Κύπρος, Τουρκία, Τυνησία, Μαλαισία, Δομινικανή Δημοκρατία και Μαρόκο. Όταν απαγορεύτηκαν τα ταξίδια στην Ρωσία για στελέχη της KaPo, η σύζυγός του Βικτόρια ανέλαβε το ρόλο του μεταφορέα, υπό την κάλυψη επιχειρηματικών δραστηριοτήτων. Το ζευγάρι κατασκόπευε για χρήματα, τα οποία δεν ξόδευαν, αλλά συσσώρευαν.
Οι Ρώσοι απέκτησαν γνώση των ενεργειών της KaPo σχετικά με τους Ρώσους. Ο Ντρεσέν συγκέντρωνε πληροφορίες σχετικά με τις επιχειρήσεις της CIA και της βρετανικής MI6 στη Βαλτική. Για 20 χρόνια παρέδωσε στη Μόσχα τεράστιο όγκο εγγράφων, αποκαλύπτοντας πολλούς δυτικούς πράκτορες που επιχειρούσαν στη Ρωσία. Στις 3 Ιουλίου 2012, το ζευγάρι καταδικάστηκε για προδοσία. Ο Αλεξέι σε 16 χρόνια, ενώ η σύζυγός του σε έξι χρόνια, αν και η ποινή της ανεστάλη αργότερα. Τον Σεπτέμβριο 2015, ο Ντρεσέν ανταλλάχτηκε με τον Εσθονό Έστον Κόβερ. Ο αξιωματικός της KaPo, Κόβερ, είχε παρασυρθεί σε δάσος στα σύνορα όπου συνελήφθη από την FSB τον Σεπτέμβριο 2014. Καταδικάστηκε σε 15 χρόνια. Η ανταλλαγή του με τον Ντρεσέν έγινε στις 26 Σεπτεμβρίου 2015 στη γέφυρα Kuniczina Gora στα σύνορα.
Υπόθεση Σιμ
Η ρωσική SVR (Υπηρεσία Πληροφοριών Εξωτερικού) συλλέγει πληροφορίες πολιτικού και οικονομικού ενδιαφέροντος. Δύο τομείς της εσθονικής οικονομίας που ενδιαφέρουν τους Ρώσους είναι η διαμετακόμιση (τράνσιτ) ως σημαντικός κλάδος και η ενέργεια (εξόρυξη σχιστολιθικού πετρελαίου). Το Συνταγματικό Κόμμα, το οποίο έχει εκλογική δεξαμενή τους Ρώσους της Εσθονίας (ιδρύθηκε για τις εκλογές 2007), θεωρείται σχέδιο της SVR. Επικεφαλής του κόμματος ήταν ο Αντρέι Ζαρένκοφ, ένας από τους ηγέτες των ταραχών στο Ταλίν το 2007. Η δραστηριότητα της SVR αυξήθηκε σημαντικά μετά την 1η Ιουνίου 2007, όταν απλοποιήθηκε η συμφωνία θεώρησης μεταξύ ΕΕ και Ρωσίας.
Ο πιο σημαντικός πράκτορας της SVR στην Εσθονία ήταν ο Χέρμαν Σιμ. Σε 10 έτη έδωσε στους Ρώσους περίπου 3.000 απόρρητα έγγραφα για την εσθονική ασφάλεια και το ΝΑΤΟ. Ο Σιμ εργάστηκε στην πολιτοφυλακή της σοβιετικής Εσθονίας από το 1970. Τη δεκαετία 1980, έχοντας ανέβει στη θέση του επιθεωρητή, σπούδασε στην Ακαδημία του Υπουργείου Εσωτερικών της ΕΣΣΔ στη Μόσχα. Όπως πολλοί Εσθονοί, κέρδιζε συμπληρωματικό εισόδημα πουλώντας λαθραία δυτικά ρούχα από τη Φινλανδία. Πιάστηκε και η KGB του έδωσε μια επιλογή: ή απόλυση από την πολιτοφυλακή ή μυστική συνεργασία μαζί της. Διάλεξε το δεύτερο.
Στην ανεξάρτητη Εσθονία και μετά από χρόνια εργασίας στο Υπουργείο Εσωτερικών και την αστυνομία, ο Σιμ κατέληξε στο Υπουργείο Άμυνας. Όπως αργότερα κατέθεσε στη δίκη του, τον εκβίασαν αξιωματικοί της SVR, απειλώντας να αποκαλύψουν τη συνεργασία του με την KGB. Παρόλα αυτά, κέρδισε πολλά από τη συνεργασία με τη Μόσχα. Έπαιρνε κατά μέσο όρο 1.000 ευρώ το μήνα και μπόνους για ιδιαίτερα σημαντικές πληροφορίες.
Όταν συνελήφθη, ο Σιμ και η σύζυγός του ήταν ιδιοκτήτες επτά ακινήτων και αρκετών ακριβών οικοπέδων. Δικαιολογούσε την καλή οικονομική του κατάσταση, λόγω χρημάτων που λάμβαναν από συγγενείς στη Δύση. Το 2000, ο επικεφαλής της εσθονικής στρατιωτικής υπηρεσίας πληροφοριών ζήτησε από τον επικεφαλής της KaPo να ελέγξει τον Σιμ, επειδή έδειχνε ενδιαφέρον πολύ για υπηρεσία που δεν ανήκε στην αρμοδιότητά του. Εν τω μεταξύ, το 2001, ο Σιμ προήχθη σε επικεφαλής της υπηρεσίας ασφαλείας στο Υπουργείο Άμυνας, αποκτώντας πρόσβαση σε όλα τα κρατικά μυστικά.
Ο πιο επιβλαβής Ρώσος κατάσκοπος
Το 2004, η Εσθονία προσχώρησε στο ΝΑΤΟ και το σύστημα προστασίας των διαβαθμισμένων πληροφοριών έπρεπε να ενσωματωθεί σε συμμαχικά συστήματα. Ο Σιμ ανέλαβε το καθήκον να δημιουργήσει το σχετικό τμήμα στο Υπουργείο Άμυνας και ως επικεφαλής του έγινε ο σημαντικότερος υπεύθυνος για την προστασία διαβαθμισμένων πληροφοριών. Είχε επίσης πρόσβαση σε όλα τα μυστικά που μοιράζονταν μέλη του ΝΑΤΟ. Πήγαινε τακτικά στα κεντρικά του ΝΑΤΟ στις Βρυξέλλες, όπου απέκτησε φίλους. Τους άρεσε που εξέφραζε αντιρωσικές απόψεις σε κάθε ευκαιρία. Το 2006 έλαβε μετάλλιο από τον πρόεδρο για «υπηρεσία στον λαό της Εσθονίας». Την ίδια χρονιά πήρε και μυστικό μετάλλιο από τους Ρώσους!
Από όσα αποκαλύφθηκαν αργότερα κατά τη διάρκεια της δίκης, η ρωσική SVR διαχειριζόταν τον πράκτορά της πολύ προσεκτικά. Το 2006, ο Σιμ έχασε τη θέση του επικεφαλής της υπηρεσίας ασφαλείας στο Υπουργείο Άμυνας, αλλά παρέμεινε ως σύμβουλος του υπουργού, όπου μπορούσε να αντιγράψει και να μεταβιβάσει εμπιστευτικές αναλύσεις στους Ρώσους.
Σε συνεργασία με δυτικές υπηρεσίες, η KaPo συγκέντρωσε στοιχεία εναντίον του Σιμ. Τελικά, του έδωσαν ένα προετοιμασμένο έγγραφο που περιείχε συγκεκριμένες πληροφορίες. Συνελήφθη στις 21 Σεπτεμβρίου 2008, μαζί με τη σύζυγό του. Για πολλούς μήνες μετά τη σύλληψη μια ειδική ομάδα αξιολόγησε το μέγεθος των ζημιών που προκλήθηκαν στο ΝΑΤΟ από τον Σιμ.
Η έκθεση από την εσωτερική έρευνα του ΝΑΤΟ περιέγραψε τον Σιμ ως τον πιο επιβλαβή Ρώσο κατάσκοπο στην ιστορία της Συμμαχίας. Η δίκη πραγματοποιήθηκε με κλειστές πόρτες. Στις 25 Φεβρουαρίου 2009, ο Σιμ καταδικάστηκε σε 12 χρόνια και πρόστιμο 1,7 εκατ. δολαρίων. Απέφυγε την ανώτατη ποινή, επειδή ομολόγησε την ενοχή του και συνεργάστηκε.
Υπόθεση Βέιτμαν
Ο Βλαντίμιρ Βέιτμαν ήταν συνταξιούχος υπάλληλος της KaPo όταν συνελήφθη τον Αύγουστο 2013. Προηγουμένως είχε εργαστεί στην τοπική KGB της σοβιετικής Εσθονίας ως ειδικός υποκλοπών. Όταν ιδρύθηκε η KaPo, προσλήφθηκαν μόνο 12 τεχνικοί της KGB. Ο Βέιτμαν έγινε μέλος του KaPo τον Δεκέμβριο 1991. Καλός του φίλος από τα παλιά ήταν ο Νικολάι Γερμακόφ, Ρώσος πολίτης με άδεια παραμονής στην Εσθονία και συνεργάτης της SVR. Για χρόνια, ο Γερμακόφ δεν είχε ιδέα ότι ο Βέιτμαν δούλευε στην KaPo.
Όταν ο Γερμακόφ το έμαθε το ανέφερε στην SVR, η οποία αποφάσισε να τον στρατολογήσει. Ο Γερμακόφ έπεισε τον φίλο του, κυρίως με οικονομικό δέλεαρ, να εργαστεί για τους Ρώσους το 2002. Ο Βέιτμαν συνελήφθη έξι χρόνια αργότερα και καταδικάστηκε σε 15 χρόνια και σε πρόστιμο 120.000 ευρώ, όσα είχε κερδίσει για μια δεκαετία κατασκοπείας.
Σε μια πρόσφατη έκθεση της KaPo, γίνεται αναφορά στο “δόγμα του Γκεράσιμοφ” (Αρχηγός του Γενικού Επιτελείου των ρωσικών Ενόπλων Δυνάμεων). Αυτό μιλά για διεξαγωγή πολέμου με μη στρατιωτικά μέσα με σκοπό τη μείωση της «ετοιμότητας, θέλησης και των αξιών του αντιπάλου». Η ρωσική απειλή για την Εσθονία είναι κάτι παραπάνω από κλασική κατασκοπεία. Ως εκ τούτου, εκτός από τον πόλεμο των πρακτόρων, η KaPo παρακολουθεί επιχειρηματίες και ΜΜΕ.
Τον Δεκέμβριο 2010, ο Πούτιν υπερασπίστηκε τις ρωσικές επιχειρήσεις στο εξωτερικό, τονίζοντας ότι ήταν απαραίτητο να χρησιμοποιηθεί το τεχνικό και πνευματικό δυναμικό της Ρωσίας για την υπεράσπιση των οικονομικών συμφερόντων της. Οι δημοσιογράφοι που αποστέλλονται από τη Ρωσία στην Εσθονία έχουν συχνά ως δεύτερη αποστολή τη συγκέντρωση πληροφοριών.
Οι Εσθονοί προτιμούν τα ρωσικά ΜΜΕ
Σύμφωνα με μια αναφορά εσθονικών υπηρεσιών, οι Ρώσοι δημοσιογράφοι «χρωματίζουν την εικόνα της μετα-σοβιετικής Εσθονίας ως μια οικονομικά, κοινωνικά και πολιτισμικά εκφυλισμένης χώρας στην περιφέρεια της Ευρώπης, όπου ευδοκιμεί ο νεοναζισμός κι ότι ο ρωσόφωνος πληθυσμός υφίσταται διακρίσεις» (Aastaraamat 2010, Kaitsepolitsei).
Τα ρωσικά ΜΜΕ στην Εσθονία είναι –κατά τις εσθονικές υπηρεσίες– γεμάτα πράκτορες. Το περιοδικό Baltijskij mir χρηματοδοτείται έμμεσα από το ρωσικό Υπουργείο Εξωτερικών και ο αρχισυντάκτης του, πρώην ανταποκριτής του Regnum News Agency, Dmitry Kondraszov –σύμφωνα με την KaPo– συνδέεται με τις ρωσικές μυστικές υπηρεσίες. Ο ιδιοκτήτης του εκδοτικού οίκου Tarbeinfo, Vladimir Ilyazhevich, είναι πρώην αξιωματικός της KGB και ενεργό μέλος της ρωσόφωνης κοινότητας στην Εσθονία.
Η Μόσχα χρησιμοποιεί τα ΜΜΕ κατά της Εσθονίας, εκμεταλλευόμενη το γεγονός ότι το 40% των Ρώσων στην Εσθονία δεν μιλούν εσθονικά και τα 2/3 από αυτούς δεν έρχονται σε επαφή με τα εσθονικά ΜΜΕ. Τα ρωσικά ΜΜΕ είναι ισχυρό μέσο επιρροής των Ρώσων της Εσθονίας. Έρευνα του 2014 δείχνει ότι στην περίπτωση αντικρουόμενων αναφορών, μόνο το 6% των Ρώσων της Εσθονίας πιστεύει τα εσθονικά ΜΜΕ.
Δεν είναι περίεργο, λοιπόν, που τις προηγούμενες ημέρες συνελήφθη ο Εσθονός πρόξενος στην Αγία Πετρούπολη. Το ότι οι ρωσικές υπηρεσίες του την είχαν στημένη (όπως ανακοίνωσε το Ταλίν) με δέλεαρ απόρρητα έγγραφα, δεν ακυρώνει το γεγονός ότι ο ίδιος επιχείρησε να τα αποκτήσει παράνομα. Σημαίνει απλώς ότι οι Ρώσοι τον εντόπισαν ως δυνάμει κατάσκοπο και τον παγίδευσαν. Αυτοί έκαναν τη δουλειά τους επιτυχώς και ο Εσθονός ανεπιτυχώς.