Η Βενεζουέλα και η σύγκρουση των γιγάντων…
05/05/2019Το περασμένο Σαββατοκύριακο εκδηλώθηκε μια ακόμα απόπειρα πραξικοπήματος στην Βενεζουέλα. Ήταν η δεύτερη τα τελευταία χρόνια. Πριν και συγκεκριμένα στις 11 Απριλίου του 2002 οι πραξικοπηματίες με τη συμμετοχή λίγων στρατιωτικών, είχαν καταφέρει να συλλάβουν και να φυλακίσουν τον πρόεδρο Τσάβες για λίγες ώρες, πριν οι ένοπλες δυνάμεις τον απελευθερώσουν και επαναφέρουν τη χώρα στη νομιμότητα.
Γιατί όμως οι ΗΠΑ οργανώνουν πραξικοπήματα στη Βενεζουέλα σε αντίθεση με τις άλλες χώρες της Λατινικής Αμερικής, όπου οι νεοφιλελεύθερων αντιλήψεων κυβερνήσεις με τη βοήθεια των ΗΠΑ καταλαμβάνουν την εξουσία με κοινοβουλευτικό τρόπο; Διότι η Βενεζουέλα διαθέτει τα μεγαλύτερα αποθέματα πετρελαίου στον κόσμο και καθώς οι Τσαβίστας που βρίσκονται στην εξουσία από το 1998, κατάφεραν να βελτιώσουν τις συνθήκες ζωής του πληθυσμού και να πενταπλασιάσουν το ΑΕΠ της χώρας έως το 2014, δύσκολα θα έχαναν την εξουσία με νόμιμα μέσα.
Από το 2014 με πρωτοβουλία των ΗΠΑ και τη βοήθεια της Σαουδικής Αραβίας, ξεκινά η «επιχείρηση» βύθισης των τιμών του πετρελαίου. Ο στόχος ήταν να πληγούν τόσο η Βενεζουέλα όσο και η Ρωσία. Η Βενεζουέλα πλήρωσε τα σπασμένα, με την οικονομία της απόλυτα εξαρτημένη από το πετρέλαιο ενώ πιέστηκε αφόρητα από το εμπορικό μποϊκοτάζ τύπου Κούβας, για να ξεσηκωθούν οι πολίτες και να ρίξουν την κυβέρνηση.
Υπερπληθωρισμός και ελλείψεις αγαθών, προκάλεσαν το επιδιωκόμενο οικονομικό χάος, που κρίθηκε από τους οργανωτές του πραξικοπήματος, ως η ικανή συνθήκη για να πετύχει με τη βοήθεια του κόσμου η βίαιη πολιτική ανατροπή.
Πλην όμως, στη συγκεκριμένη περίπτωση, οι δυνάμεις τις αντιπολίτευσης, από τις τέσσερις εξουσίες, εκτελεστική, νομοθετική δικαστική, ΜΜΕ, είχαν υπό τον έλεγχό τους μόνο τα μέσα ενημέρωσης, ελέγχοντας τέσσερις από τους πέντε τηλεοπτικούς σταθμούς που υπάρχουν. Συνυπολογίζοντας το DNA ανεξαρτησίας των πολιτών στη χώρα του Μπολιβάρ, προκύπτει η αντίσταση των θεσμών στην παρανομία.Στις περιπτώσεις της Βραζιλίας και της Αργεντινής οι αντιπολίτευσης κέρδισαν την κυβερνητική εξουσία ελέγχοντας και την δικαστική εξουσία που παρενέβη καθοριστικά στις πολιτικές ανατροπές.
Και μετά τη Βενεζουέλα τι;
Το ερώτημα που προκύπτει μετά από όλα αυτά είναι ποια θα είναι η τύχη της διχασμένης Βενεζουέλας αν η κυβέρνηση δεν καταφέρει να βγει από την ασφυκτική οικονομική κρίση. Και πως θα βγει, με τις ΗΠΑ να αυξάνουν διαρκώς τις πιέσεις και να μην εγκαταλείπουν το σχέδιό τους να βάλουν στο χέρι τον τεράστιο πετρελαϊκό πλούτο της χώρας.
Μπορούν Κίνα και Ρωσία να στηρίξουν για τους δικούς τους λόγους την κυβέρνηση των Τσαβίστας να αντέξει. Δύσκολη απάντηση. Αλλά και αν η κυβέρνηση αντέξει, οι ΗΠΑ του Τραμπ έχουν εγκαταλείψει το σχέδιο ελέγχου της Βενεζουέλας όταν ο ίδιος ο υπουργός εξωτερικών των ΗΠΑ Μαρκ Πομπέο δηλώνει ότι εξετάζεται σχέδιο στρατιωτικής επέμβασης εκεί;
Η περιπέτεια της Βενεζουέλας σε συνδυασμό με τη νέα εξωτερική και εμπορική πολιτική της ομάδας Τραμπ δημιουργεί κρίσιμα ερωτήματα για το μέλλον. Που το πάνε τελικά τα αμερικανικά κέντρα. Τι κερδίζουν από την αστάθεια στην παγκόσμια οικονομία που σχεδιάζει η ομάδα Τραμπ και οι υποστηρικτές του; Γιατί αδιαφορούν για τον περιορισμό του παγκοσμίου πλούτου και τις συνέπειες που αυτό μπορεί να έχει για τις ισορροπίες στον κόσμο; Τι κερδίζουν, ως παγκόσμια εξαγωγική δύναμη ειδικά στις υπηρεσίες αιχμής, από την εσωστρέφεια και την αποδυνάμωση σε όλους τους τομείς των χωρών που θεωρούν ότι αποτελούν αντίπαλο ή και που δεν είναι αρεστές;
Πόσο μέτρησαν τις αποτυχίες των επεμβάσεων στο Ιράκ, το Αφγανιστάν, τη Συρία και τη Λιβύη και το χάος που άφησαν πίσω τους, φουντώνοντας την παγκόσμια τρομοκρατία; Γιατί και με ποιο δικαίωμα στήνουν κλοιό στο Ιράν πάλι με άξονα τα πετρέλαια και τα τεράστια αποθέματα φυσικού αερίου της Τεχεράνης. Γιατί και με ποιο δικαίωμα απειλούν με πάγωμα των τραπεζικών συναλλαγών όσες χώρες και εταιρίες συναλλάσσονται με την Τεχεράνη; Θα οργανώσουν και εκεί πραξικόπημα;
Η θλιβερά «μικρή» Ευρώπη
Και σε αυτό το ανησυχητικό διεθνές περιβάλλον λάμπει διά της απουσίας της η ενωμένη Ευρώπη (ΕΕ), που δεν είναι καθόλου ενωμένη. Οι ηγέτιδες δυνάμεις αδυνατούν να αντιμετωπίσουν τις απειλές διάλυσης από τα ακροδεξιά ρεύματα που ενισχύουν φανερά τόσο οι ΗΠΑ όσο και η Ρωσία. Εξακολουθούν να κινούνται βλέποντας τα στενά τους συμφέροντα, χωρίς να αντιλαμβάνονται ότι η κάθε μια ευρωπαϊκή χώρα, δεν μπορεί να αντισταθεί στις αμερικανικές διαταγές.
Πρόσφατα ο πρόεδρος της Κομισιόν Γιούνγκερ αποκάλυψε ότι: «Ο πρόεδρος της Γαλλίας Εμανουέλ Μακρόν προωθεί ευρείες μεταρρυθμίσεις στην Ένωση και έχει καλέσει σε μια «ευρωπαϊκή αναγέννηση». Οι προσπάθειές του συναντούν την αντίσταση βορειοευρωπαϊκών χωρών. Δεν υπάρχει καμία πρόοδος με την εμβάθυνση της νομισματικής ένωσης επειδή η Ολλανδία, η Αυστρία και όλο και πιο συχνά η Γερμανία, στέκονται εμπόδιο, όταν έρχεται η στιγμή για αλληλεγγύη στην πράξη και κοινή ευθύνη.
Τελικά όπως οδεύουν τα πράγματα από την αναθεωρημένη εξωτερική πολιτική του Τραμπ, ο πρώτος χαμένος στην αναμέτρηση των γιγάντων θα είναι η Ευρώπη, καθώς είναι προκλητικά ευάλωτη. Η Κίνα με συμπαγή εθνικό κορμό και βαθύ πολιτισμικό υπόβαθρο, χωρίς θρησκευτικούς σκοταδισμούς, γίνεται πρωτοπόρος δύναμη και στη γνώση, έχοντας την ασφάλεια της μεγάλης ασιατικής αγοράς που αντιπροσωπεύει περίπου το 45% του παγκοσμίου πληθυσμού.
Εθνικά συμπαγής παρουσιάζεται και η Ρωσία έχοντας προηγμένη τεχνογνωσία και τεχνολογίες ενώ αποτελεί σήμερα τον βασικό τροφοδότη ενέργειας (φυσικού αερίου) όχι μόνο στην Ευρώπη, αλλά με μεγάλες επενδύσεις δικτύων ανατολικά, προς Ασία. Το μόνο φανερό πλέον είναι πως η σημερινή ηγεσία της αμερικανικής αυτοκρατορίας μοιάζει να παίζει τα ρέστα της εγκαταλείποντας τις σχέσεις των συνεργασιών, όπως εξελίχθηκαν με την παγκοσμιοποίηση.
Αντίθετα, επιθυμεί να επαναφέρει τις σχέσεις υποτέλειας και την υποταγή στις επιθυμίες και τις ανάγκες της. Με τελικό στόχο να εμποδίσει τους μεγάλους αντιπάλους, κυρίως Κίνα και ΕΕ να την προσπεράσουν και να μην την έχουν ανάγκη. Με λίγα λόγια, αν δεν βρεθούν σύντομα δυνάμεις και ηγεσίες να αντισταθούν στα σχέδια της νέας ηγεσίας των ΗΠΑ, ο κόσμος θα βιώσει πρωτόγνωρες αναταραχές, ίσως και πολεμικές εμπλοκές με μεγάλες κοινωνικοοικονομικές συνέπειες.