Η υπόθεση Ντεμιρτάς ξεγυμνώνει την “α λα Ερντογάν” Δικαιοσύνη
29/12/2020Ήταν ξεκάθαρος ο εκνευρισμός της κυβέρνησης Ερντογάν, μετά και τις δηλώσεις στελεχών της, λόγω της απόφασης του Ευρωπαϊκού Δικαστηρίου Ανθρωπίνων Δικαιωμάτων για την υπόθεση του Σελαχατίν Ντεμιρτάς, τις προηγούμενες ημέρες. Όμως αυτό που έριξε λάδι στη φωτιά ήταν η επιβεβαίωση του τουρκικού ανώτατου ακυρωτικού δικαστηρίου (Άρειος Πάγος) ότι οι αποφάσεις του ΕΔΑΔ είναι δεσμευτικές.
Όπως αποκαλύφθηκε, πρόκειται για νομολογία η οποία προέκυψε μία εβδομάδα πριν την έκδοση της απόφασης του ΕΔΑΔ, σύμφωνα με την οποία ορίζεται ότι έχει προτεραιότητα η τήρηση των νόμων και των διεθνών συμφωνιών σε ό,τι αφορά τα θεμελιώδη δικαιώματα και ελευθερίες, έναντι της εσωτερικής νομοθεσίας, όταν οι δύο έρχονται σε σύγκρουση.
Η απόφαση δεν αφορούσε στην υπόθεση Ντεμιρτάς, αλλά στα γεγονότα που έλαβαν χώρα τον Ιούλιο του 2000, όταν σώματα ασφαλείας πραγματοποίησαν έφοδο στη φυλακή του Μπουρντούρ, με αποτέλεσμα να τραυματιστούν δεκάδες κρατούμενοι, κυρίως Κούρδοι. Για το θέμα είχε αποφανθεί το ΕΔΑΔ 11 χρόνια μετά, καταλογίζοντας αποζημιώσεις σε 24 άτομα.
Παρόλα αυτά, είναι ξεκάθαρο ότι η Τουρκία παρανόμως κρατά φυλακισμένο τον Ντεμιρτάς, πρώην αρχηγό του φιλοκουρδικού κόμματος HDP, με την πολιτική ηγεσία της χώρας να τον ανεβοκατεβάζει τρομοκράτη και εχθρό του τουρκικού έθνους. Η απόφαση του ΕΔΑΔ είναι σαφώς δεσμευτική, σε αντίθεση με ό,τι διακηρύττει ο Ερντογάν, απλώς δεν υπάρχει τρόπος να επιβληθεί άμεσα η συμμόρφωση με αυτήν, και για άλλη μια φορά η Τουρκία θα αγνοήσει το δικαστήριο.
Δεν είναι τυχαίο ότι, μετά την έκδοση της απόφασης, το 7ο Ποινικό Δικαστήριο της Άγκυρας, όταν κλήθηκε να εξετάσει την έφεση των δικηγόρων του Ντεμιρτάς, επικαλέστηκε ότι δεν μπορεί να επιτρέψει την απελευθέρωσή του γιατί δεν έχει λάβει… την επίσημη τουρκική μετάφραση της απόφασης του ΕΔΑΔ. Η τελευταία έχει ζητηθεί από το υπουργείο Δικαιοσύνης, εις μάτην.
Ελεγχόμενη Δικαιοσύνη
Αλλά και σε μια άλλη υπόθεση, αυτή του δημοσιογράφου Τζαν Ντιντάρ, που είχε αποκαλύψει τη συνεργασία της τουρκικής ΜΙΤ με ακραία ισλαμιστικά στοιχεία, η τουρκική Δικαιοσύνη ευθυγραμμίστηκε με τη γραμμή του καθεστώτος. Οι συνήγοροι του Ντιντάρ διαμαρτυρήθηκαν έντονα για τη δίκη στο 14ο ανώτατο ποινικό δικαστήριο της Κωνσταντινούπολης, λέγοντας ότι δεν εμπιστεύονται τις πολιτικά καθοδηγούμενες αποφάσεις του.
Επικαλέστηκαν «αμφιβολίες για την αντικειμενικότητα και ανεξαρτησία του δικαστικού σώματος, τις ακροάσεις ερήμην της υπεράσπισης, την προχειρότητα και βιασύνη του δικαστηρίου να πετύχει καταδίκη και την περιφρόνηση της απόφασης του Συνταγματικού Δικαστηρίου». Σημειώνεται ότι την αρχική απόφαση καταδίκης του σε πέντε χρόνια φυλακή, είχε ακυρώσει το Εφετείο, αλλά η υπόθεση επέστρεψε στο ποινικό, ώστε ο Ντιντάρ να θεωρηθεί φυγάς (είναι στο εξωτερικό).
Οι περιπτώσεις ανθρώπων που καταδικάζονται με συνοπτικές και αδιαφανείς διαδικασίες είναι πραγματικά αμέτρητες, με τη μεγάλη πλειονότητα να αφορούν σε θέματα ελευθερίας της έκφρασης. Ακτιβιστές, δικηγόροι, γιατροί, δημοσιογράφοι, εκπαιδευτικοί, ακόμα και απλοί πολίτες και νοικοκυρές συλλαμβάνονται και κρατούνται χωρίς ουσιαστικό λόγο. Υποτίθεται ότι η κυβέρνηση Ερντογάν έχει ξεκινήσει διαδικασία μεταρρύθμισης της Δικαιοσύνης, η οποία ωστόσο προκαλεί περίγελο στους νομικούς κύκλους της Τουρκίας, αφού γνωρίζουν ότι το υπ’ αριθμόν ένα πρόβλημα είναι η εξάρτηση των δικαστών από το καθεστώς.
“Διαλέγουν τους δικαστές”
Όπως σχολίασε στην τουρκική έκδοση της Deutsche Welle ο πρόεδρος του δικηγορικού συλλόγου στη Μερσίνα, Μπιλγκίν Γεσίλμπογαζ, διενεργείται μια “επιλογή” προσωπικού, με έμμεσο τρόπο, στο δικαστικό σώμα, η οποία στην πράξη εξυπηρετεί την κυβέρνηση. Για παράδειγμα, υπενθύμισε πώς το Συμβούλιο Εισαγγελέων και Δικαστών όρισε 11 ανώτατους δικαστές στο Ανώτατο Δικαστήριο, μεταξύ των οποίων ο Ιρφάν Φιντάν.
Και εξηγεί ότι ο μόνος λόγος που συμπεριλήφθηκε ο Φιντάν ήταν για να πληροί τους όρους συμμετοχής στην εκλογή του Συνταγματικού Δικαστηρίου, που είχε προγραμματιστεί για τις αρχές Δεκεμβρίου. «Δίνονται προνόμια σε ορισμένους ανθρώπους για να ανέλθουν σε συγκεκριμένες θέσεις», τονίζει, και καταλήγει: «Αν θέλουμε μεταρρύθμιση στη Δικαιοσύνη, η πολιτική πρέπει να πάρει τα χέρια της από αυτήν».
Σύμφωνα με τον πρώην Γενικό Εισαγγελέα της Τουρκίας, Ομέρ Φαρούκ Εμιναγάογλου, το καθεστώς Ερντογάν βαφτίζει μεταρρύθμιση την περαιτέρω εξάρτηση του δικαστικού σώματος. «Το Κόμμα Δικαιοσύνης και Ανάπτυξης φτιάχνει ένα νέο νόμο κάθε τόσο για να ρίξει τον εαυτό του στα “μαλακά”, να θεωρείται νόμιμο. Χρησιμοποιεί τους νόμους για να νομιμοποιεί τον εαυτό του. Και παλιά υπήρχε πρόβλημα στη Δικαιοσύνη, αλλά όχι αυτό που συμβαίνει τώρα».
Και το κερασάκι στην τούρτα; Ήταν αυτό που ήρθε λίγο πριν τα Χριστούγεννα, από πλευράς της Γερμανίας. Το επιτελείο της γερμανικής Ομοσπονδιακής Κυβέρνησης κοινοποίησε έκθεση για τα ανθρώπινα δικαιώματα στην Τουρκία, σύμφωνα με την οποία πραγματοποιούνται έρευνες των αρχών και διώξεις που θέτουν εν αμφιβόλω την ανεξαρτησία της Δικαιοσύνης και δίνουν την εντύπωση ότι εκφοβίζουν την κοινωνία. Γιατί, άραγε, στην περίπτωση της Λευκορωσίας τα ζητήματα ανθρωπίνων δικαιωμάτων “σηκώνουν” κυρώσεις, αλλά όχι στην περίπτωση της Τουρκίας;