ΘΕΜΑ

ΗΠΑ-Τουρκία: Στασιμότητα και αγκάθια, παρά τις προσδοκίες

ΗΠΑ-Τουρκία: Στασιμότητα και αγκάθια, παρά τις προσδοκίες, Βάνα Στέλλου
EPA/NECATI SAVAS

Στη στροφή του 2026, οι αμερικανοτουρκικές σχέσεις δοκιμάζονται από τα όρια μιας στρατηγικής, που βασίστηκε περισσότερο στις προσωπικές σχέσεις και λιγότερο σε θεσμικά πλαίσια.

Το παράθυρο ευκαιρίας που άνοιξε με την επιστροφή του Ντόναλντ Τραμπ στον Λευκό Οίκο στενεύει, ενώ οι χρόνιες εκκρεμότητες στις σχέσεις Άγκυρας-Ουάσιγκτον παραμένουν σε μεγάλο βαθμό άλυτες. Πίσω από τις εικόνες αβρότητας και τη ρητορική περί “επανεκκίνησης”, η πραγματικότητα δείχνει ότι ο χρόνος δεν λειτουργεί υπέρ της Τουρκίας και ότι το 2026 μπορεί να αποδειχθεί έτος καμπής, όχι απαραίτητα προς την κατεύθυνση που προσδοκούσε η Άγκυρα.

Όπως και στην περίπτωση του Βλαντίμιρ Πούτιν, έτσι και με τον Ντόναλντ Τραμπ, ο Ρετζέπ Ταγίπ Ερντογάν επένδυσε το 2025 σχεδόν το σύνολο του διπλωματικού του κεφαλαίου σε αυτό που ο Χακάν Φιντάν έχει περιγράψει ως “διπλωματία της προσωπικής φιλίας”. Η επιστροφή του Τραμπ στον Λευκό Οίκο, στις αρχές του 2025, αποτέλεσε σημείο καμπής. Με το λεγόμενο “Trump 2.0”, ένας κύκλος φάνηκε να κλείνει, το τι θα ακολουθήσει, ωστόσο, παραμένει ασαφές.

Στην Άγκυρα φαίνεται πως έχει πλέον γίνει αντιληπτό, έστω και χωρίς δημόσιες παραδοχές, ότι “ο κόμπος έφτασε στο χτένι”. Η διαπίστωση αυτή είναι πιο εμφανής σε όσους παρακολουθούν την Τουρκία απ’ έξω. Στο εσωτερικό, παρά την επικοινωνιακή υπεροχή της εικόνας έναντι της ουσίας στην εξωτερική πολιτική, το χάσμα ανάμεσα στη ρητορική και τα απτά αποτελέσματα παραμένει μεγάλο.

Η διπλωματία της προσωπικής σχέσης

Οι εικόνες αβρότητας στον Λευκό Οίκο, τα φιλικά χτυπήματα στην πλάτη, οι συμβολικές κινήσεις ευγένειας και καλής θέλησης, παρουσιάστηκαν ως απόδειξη “διεθνούς κύρους”. Το ίδιο και οι αγκαλιές στο Σαρμ ελ-Σέιχ, οι κοινές φωτογραφίες με τον Μακρόν, τον Εμίρη του Κατάρ και τον πρόεδρο της Αιγύπτου. Όμως η διπλωματία δεν είναι άλμπουμ φωτογραφιών.

Στην πράξη, δεν έχει υπάρξει πρόοδος ούτε στο καθεστώς βίζας, ούτε στην αναβάθμιση της Τελωνειακής Ένωσης, ούτε στη συμμετοχή της Άγκυρας σε ευρωπαϊκά αμυντικά εργαλεία. Ταυτόχρονα, χωρίς επίλυση του ζητήματος των S-400, δεν ανοίγει ο δρόμος ούτε για τα F-35, ούτε για τα F-16. Χωρίς άρση των κυρώσεων CAATSA και των σχετικών προβλέψεων του NDAA, δεν υπάρχει κινητήρας για το εγχώριο μαχητικό KAAN.

Και χωρίς έστω μερική εξομάλυνση των σχέσεων με το Ισραήλ, το εμπόδιο του Κογκρέσου παραμένει ανυπέρβλητο. Με τον Τραμπ απορροφημένο στα εσωτερικά του μέτωπα και να βαδίζει προς μια δύσκολη αναμέτρηση στις ενδιάμεσες εκλογές, το παράθυρο ευκαιρίας στενεύει επικίνδυνα. Αν υπάρξει ουσιαστική εξέλιξη, αυτή δύσκολα θα έρθει πριν από το 2026. Από το 2027 και μετά, ένας αποδυναμωμένος Τραμπ θα έχει περιορισμένα περιθώρια κινήσεων.

“Ανοιχτά” μέτωπα Άγκυρας-Ουάσινγκτον

Τα βασικά αγκάθια ήταν ξεκάθαρα πριν από τον Τραμπ και παραμένουν αμετάβλητα:

  • στη Συρία, το ανοιχτό μέτωπο των Κούρδων των Συριακών Δημοκρατικών Δυνάμεων (SDG-PKK)
  • στον τομέα της άμυνας, το αδιέξοδο των F-35 και των S-400 και οι κυρώσεις CAATSA
  • η υπόθεση της Halkbank, που εξακολουθεί να σέρνεται χωρίς λύση
  • και, φυσικά, η Γάζα μετά την 7η Οκτωβρίου, με όλες τις γεωπολιτικές και ανθρωπιστικές της προεκτάσεις.

Μετά από μια πρώτη θητεία με εντάσεις και σκαμπανεβάσματα, από τους πρώτους μήνες της νέας περιόδου έγινε φανερό ότι τόσο ο Τραμπ, όσο και ο Ερντογάν επιδίωκαν μια πιο στρωμένη σχέση. Στην Άγκυρα καλλιεργήθηκε έτσι μια αισιοδοξία, συχνά υπερβολική, για την περίοδο 2025–2029. Η συχνή τηλεφωνική επικοινωνία των δύο ηγετών, η επίσκεψη Ερντογάν στον Λευκό Οίκο, μετά από έξι χρόνια και η δηλωμένη πολιτική βούληση να μπουν τα πράγματα σε τάξη, κάλυψαν σε μεγάλο βαθμό τις αρχικές προσδοκίες, ιδίως για μια σχέση που ιστορικά κινείται ανάμεσα στην ανάγκη, τη δυσπιστία και τον ρεαλισμό.

Συρία: Συνεργασία με ασάφειες

Έναν μήνα μετά την εκλογή Τραμπ, στις 5 Νοεμβρίου, μια αλληλουχία ταχύτατων εξελίξεων στη Μέση Ανατολή οδήγησε στην ανατροπή του καθεστώτος Άσαντ. Το ισλαμικό κίνημα υπό την ηγεσία του Σάραα κατέλαβε τη Δαμασκό και μεγάλο μέρος της χώρας. Η “επόμενη μέρα”, ωστόσο, παρέμεινε θολή. Tο SDG/PKK εξακολουθεί να ελέγχει περίπου το ένα τρίτο της συριακής επικράτειας, μια πραγματικότητα που η Άγκυρα αντιμετωπίζει ως υπαρξιακή απειλή για την εθνική της ασφάλεια.

Το οξύμωρο είναι ότι ο ίδιος ο Τραμπ, ο οποίος στο παρελθόν είχε οδηγήσει τις αμερικανοτουρκικές σχέσεις σε μία από τις βαθύτερες κρίσεις τους, ακριβώς λόγω του κουρδικού ζητήματος, επέστρεψε στην εξουσία με τη δυνατότητα μιας επανεκκίνησης. Πριν ακόμη ορκιστεί, ο Τραμπ δήλωσε ότι «το κλειδί της Συρίας βρίσκεται στην Τουρκία», εξήρε ουκ ολίγες φορές τον Ερντογάν και επανέλαβε την εμπιστοσύνη του στον τουρκικό στρατό.

Η συνάντησή του Τραμπ με τον Σάραα στο Ριάντ, η άρση των κυρώσεων και η ιστορική πρόσκληση (σ.σ. του Σάραα) στον Λευκό Οίκο επιβεβαίωσαν ότι η Ουάσιγκτον αποδέχθηκε τον τουρκικό ρόλο στη λεγόμενη “νέα Συρία”. Το βασικό πρόβλημα, ωστόσο, παραμένει άλυτο. Το SDG/PKK αντιστέκεται στην εφαρμογή της συμφωνίας της 10ης Μαρτίου, λειτουργώντας με την ανοχή, αν όχι την προστασία, των ΗΠΑ, ενώ ταυτόχρονα φαίνεται να κινείται όλο και πιο κοντά στη σφαίρα επιρροής του Ισραήλ.

F-35 και S-400: Το διαρκές αδιέξοδο

Αν υπάρχει ένα ζήτημα που συμπυκνώνει την παθολογία των σχέσεων Άγκυρας–Ουάσιγκτον, αυτό είναι το δίπολο F-35 / S-400. Στη συνάντηση Ερντογάν-Τραμπ στο Οβάλ Γραφείο, στις 25 Σεπτεμβρίου, το ερώτημα τέθηκε ευθέως, χωρίς να δοθεί απάντηση: Πώς σκοπεύει ο Τραμπ να επιλύσει μια κρίση, την οποία ο ίδιος αποδίδει στην άρνηση της κυβέρνησης Ομπάμα να πουλήσει Patriots στην Τουρκία;

Όσα προκύπτουν, έως τώρα, από την Ουάσιγκτον δείχνουν ότι η αμερικανική γραμμή παραμένει αμετακίνητη: οι S-400 πρέπει να απομακρυνθούν πλήρως, ακόμη και να παραδοθούν “σφραγισμένοι” σε τρίτη χώρα. Ακόμη κι έτσι, όμως, ο Τραμπ δεν διαθέτει τη δυνατότητα μονομερούς άρσης των κυρώσεων CAATSA, καθώς απαιτούνται τόσο η αλλαγή του αμυντικού νόμου του 2020, όσο και η πειθώ ενός βαθιά δύσπιστου Κογκρέσου.

Γάζα: Περιορισμένος ρόλος

Σε αντίθεση με την περίοδο Μπάιντεν, ο Τραμπ επέτρεψε την επανεμφάνιση της Τουρκίας στον πυρήνα των εξελίξεων στη Γάζα. Η συμμετοχή της Άγκυρας, ως μίας από τις τέσσερις εγγυήτριες δυνάμεις στη συμφωνία του Σαρμ ελ-Σέιχ, αποτέλεσε διπλωματική επιτυχία. Ο Τραμπ εξήρε την Άγκυρα ενώπιον του Νετανιάχου και μίλησε θετικά στην προοπτική τουρκικών στρατευμάτων στην Γάζα.

Πάντως, η ουσιαστική εφαρμογή αυτού του ρόλου έχει στην πράξη υπονομευτεί. Ο Νετανιάχου δεν περιορίστηκε και η Ουάσιγκτον δεν άσκησε την πίεση που θα επέτρεπε στην Τουρκία να διαδραματίσει πραγματικό ρόλο επί του πεδίου. Αν αυτό συνεχιστεί, το 2026 κινδυνεύει να εξελιχθεί σε ακόμη μία χρονιά απογοήτευσης για το παλαιστινιακό.

Καλή σχέση μεν, φτωχό αποτέλεσμα δε. Η προσωπική σχέση Ερντογάν-Τραμπ είναι λειτουργική και, σε γενικές γραμμές, καλοπροαίρετη για την Τουρκία. Η συνεργασία σε Συρία και Γάζα δημιουργεί λόγους συγκρατημένης αισιοδοξίας. Την ίδια στιγμή, η στασιμότητα στο ζήτημα των F-35 / S-400 και η εκκρεμότητα της Halkbank παραμένουν σοβαρά αγκάθια. Αν το 2026 βρει έναν Τραμπ πολιτικά αποδυναμωμένο, χωρίς τον έλεγχο του Κογκρέσου και εγκλωβισμένο σε εσωτερικά μέτωπα, τότε δύσκολα θα μπορέσει να προσφέρει κάτι ουσιαστικό στην Τουρκία.

Οι απόψεις που αναφέρονται στο κείμενο είναι προσωπικές του αρθρογράφου και δεν εκφράζουν απαραίτητα τη θέση του SLpress.gr

Απαγορεύεται η αναδημοσίευση του άρθρου από άλλες ιστοσελίδες χωρίς άδεια του SLpress.gr. Επιτρέπεται η αναδημοσίευση των 2-3 πρώτων παραγράφων με την προσθήκη ενεργού link για την ανάγνωση της συνέχειας στο SLpress.gr. Οι παραβάτες θα αντιμετωπίσουν νομικά μέτρα.

Ακολουθήστε το SLpress.gr στο Google News και μείνετε ενημερωμένοι

Kαταθέστε το σχολιό σας. Eνημερώνουμε ότι τα υβριστικά σχόλια θα διαγράφονται.

0 ΣΧΟΛΙΑ
Παλιότερα
Νεότερα Με τις περισσότερες ψήφους
Σχόλια εντός κειμένου
Δες όλα τα σχόλια
0
Kαταθέστε το σχολιό σαςx