Ιράν και Τουρκία στρέφουν τις μοναρχίες του Κόλπου στο Ισραήλ
21/09/2020Η υπογραφή συμφωνίας για εξομάλυνση των σχέσεων των Ηνωμένων Αραβικών Εμιράτων και του Μπαχρέιν με το Ισραήλ ουσιαστικά επισημοποίησε μία προσέγγιση, που θα ήταν αδιανόητη πριν μερικά χρόνια. Μπορεί ο πρόεδρος Τραμπ να έπαιξε καταλυτικό ρόλο, αλλά είναι οι γεωπολιτικές συνθήκες στη Μέση Ανατολή που επέτρεψαν αυτή την εξέλιξη.
Μένει να αποδειχθεί η προσέγγιση αυτή θα αποτελέσει «σημείο καμπής στην Ιστορία», όπως την χαρακτήρισε ο Νετανιάχου. Χωρίς αμφιβολία, όμως, ανακατεύει πολύ την τράπουλα, αλλάζει τις ισορροπίες και αποδεικνύει πόσο ισχυρό είναι το δόγμα “εχθρός του εχθρού μου είναι φίλος μου”. Πρώτο μέλημα από τη μία πλευρά του Ισραήλ κι από την άλλη των Εμιράτων και του Μπαχρέιν ήταν να σχηματίσουν ισχυρό μέτωπο εναντίον των αντιπάλων τους: του Ιράν και της Τουρκίας.
Κι όλα αυτά σε μία περίοδο, η οποία συγκρίνεται με τις παραμονές του Α’ Παγκοσμίου Πολέμου. Είναι κοινός τόπος πως το τοπίο είναι εξαιρετικά εύφλεκτο. Μπορεί ένα όχι και τόσο σημαντικό γεγονός να λειτουργήσει σαν πυροκροτητής και να προκαλέσει έκρηξη, δηλαδή πολεμική σύγκρουση. Η Συρία και η Λιβύη είναι οριοθετημένες κρίσεις, αλλά υπό προϋποθέσεις μπορούν να εμπλέξουν και άλλα κράτη.
Η συμφωνία Ισραήλ-Εμιράτων είναι η πρώτη που υπεγράφη μεταξύ του Ισραήλ και μιας αραβικής χώρας τα τελευταία 20 χρόνια. Παραπάνω από 20 χρόνια! Είχαν προηγηθεί σ’ αυτόν τον δρόμο η Αίγυπτος με τη συμφωνία του Καμπ Ντέηβιντ και η Ιορδανία. Η τωρινή συμφωνία, πάντως, αιφνιδίασε σε τέτοιο βαθμό, που οι χώρες-μέλη του Αραβικού Συνδέσμου δεν κατάφεραν να υιοθετήσουν κοινή γλώσσα, επιβεβαιώνοντας το βαθύ ρήγμα που υπάρχει στους κόλπους του.
Κατέληξαν σε μια ανακοίνωση, την οποία διπλωμάτης πολύ εύστοχα την χαρακτήρισε «νομιμοποίηση μίας εξωσυζυγικής σχέσης». Υπήρχε, αλλά κανείς δεν περίμενε την αποκάλυψή της, πόσο μάλλον τον “γάμο”! Αξίζει, όμως, να αναλογιστεί κανείς ότι τα Ηνωμένα Αραβικά Εμιράτα (υπάρχουν ως ανεξάρτητο κράτος από το 1971) δεν κήρυξαν ποτέ πόλεμο κατά του Ισραήλ, ενώ επέτρεπαν την είσοδο Ισραηλινών στο έδαφός τους.
Πολύ πριν την ανακοίνωση της συμφωνίας, όταν ξέσπασε η πανδημία του κορωνοϊού, υπήρχαν πληροφορίες ότι ο αρχηγός της ισραηλινής μυστικής υπηρεσίας Μοσάντ, ο Γιόσι Κόεν, είχε επισκεπτεί τα Εμιράτα προκειμένου το Ισραήλ να προμηθευθεί από τα εκεί νοσοκομεία ικανό αριθμό αναπνευστήρων, με σκοπό την ενίσχυση των υλικοτεχνικών υποδομών του ισραηλινού συστήματος υγείας.
Τα Εμιράτα πρωταγωνιστής
Η συμφωνία αναδεικνύει τα Εμιράτα σε πρωταγωνιστή εντός του μπλοκ των αραβικών μοναρχιών. Είναι προφανές ότι η κίνησή του είχε τη σιωπηρή έγκριση των υπολοίπων και ειδικά της Σαουδικής Αραβίας. Η εξομάλυνση των σχέσεων με το Ισραήλ θεωρείται πως παράγει σταθερότητα σε μια ασταθή περιοχή και κατ’ αυτόν τον τρόπο το μπλοκ των εφτά χωρών της αραβικής χερσονήσου αυξάνει την περιφερειακή επιρροή του, υψώνοντας τείχος στις επιδιώξεις των αντιπάλων τους, του Ιράν και της Τουρκίας.
Για το Ισραήλ, υπ’ αριθμόν ένας κίνδυνος παραμένει το Ιράν. Για τα Εμιράτα, όμως, ναι μεν το Ιράν είναι κοντά και εχθρικό, αλλά δεν πάει καθόλου πίσω η Τουρκία του Ερντογάν, η οποία και έχει πλέον σχέσεις αντιπαλότητας και με το Ισραήλ. Με άλλα λόγια, οι δύο χώρες έφτασαν σε συμφωνία επίσημης εξομάλυνσης των μεταξύ τους σχέσεων, ακριβώς επειδή έχουν κοινούς αντιπάλους.
Όπως και να έχει, η σύγκλιση αυτή υψώνει ανάχωμα στην πάγια φιλοδοξία του Ερντογάν να ηγεμονεύσει τον μουσουλμανικό κόσμο, επιχειρώντας μία νεοοθωμανική περικύκλωση της Αραβικής Χερσονήσου, με τη δημιουργία βάσεων στο Κατάρ, στη Σομαλία και παρ’ ολίγον στη νήσο Σουακίν του Σουδάν. Η τουρκική απειλή, σε συνδυασμό με την παραδοσιακή ιρανική, υποχρέωσε τα Εμιράτα να σύρουν πρώτα τον χορό της προσέγγισης με το Ισραήλ.
Η εξέλιξη αυτή καλλιεργεί προσδοκίες για τη δημιουργία ακόμα και στρατιωτικής συμμαχίας για την ανάσχεση του τουρκικού επεκτατισμού. Επιφυλάσσει ευκαιρίες που έχουν να κάνουν με την ενεργειακή και στρατιωτική ασφάλειά στην Ανατολική Μεσόγειο. Από το 2013 ακόμα, τα Εμιράτα παραχώρησαν δωρεάν ανταλλακτικά για τις φρεγάτες S του ελληνικού Πολεμικού Ναυτικού. Επίσης, εκδήλωσαν τη θετική στάση τους έναντι της Ελλάδας και σε ψηφοφορίες στον ΟΗΕ.
Άτυπη συμμαχία με Ισραήλ
Τα Εμιράτα ως παραγωγός πετρελαίου και φυσικού αερίου είναι πλούσια και έχουν αποδείξει ότι χρησιμοποιούν τον πλούτο τους και τους υδρογονάνθρακες για να κάνουν εξωτερική πολιτική. Κάποιοι μιλούν ακόμα και για επαναπροσδιορισμό του αγωγού Άκαμπα-Ασκελόν (πρόκειται για έναν αγωγό που κατασκευάστηκε το 1968 με την υποστήριξη του Ισραήλ και του Σάχη της Περσίας), ώστε να παρακαμφθεί το Σουέζ. Η εξομάλυνση των σχέσεων του Ισραήλ με δύο χώρες του Κόλπου θα επιτρέψει την επαναχρησιμοποίηση του αγωγού πετρελαίου.
Στην σκακιέρα βρίσκεται και η Γαλλία, αν και παρασκηνιακά. Δεν είναι, άλλωστε, μυστικό ότι οι στρατιωτικοί και οικονομικοί δεσμοί που την ενώνουν με τα Εμιράτα είναι δυνατοί. Ενδεικτική η ύπαρξη εκεί γαλλικής βάσης, αλλά και το “δεύτερο Λούβρο” στο Άμπου Ντάμπι. Μένει να φανεί αν η συμφωνία προαναγγέλλει μία αντίστοιχη απόφαση με το Ριάντ, το οποίο είναι δεδομένο πως είχε ανάψει το “πράσινο φως”. Η Σαουδική Αραβία, άλλωστε, έχει ήδη συγκροτήσει μία άτυπη συμμαχία με το Ισραήλ, υπό τη σκέπη των Αμερικανών, με αντι-Ιράν πρόσημο.
Αν και η συμφωνία Ισραήλ-Εμιράτων ξάφνιασε, μαγειρευόταν εδώ και πολύ καιρό. Αρχικά, οι χώρες είχαν αποκτήσει στενή συνεργασία στον τομέα της ασφάλειας. Η συγκολλητική ουσία, όμως, είναι οι κοινοί εχθροί. Εμιράτα και Μπαχρέιν είναι σουνιτικές μοναρχίες και όπως και το Ισραήλ θεωρούν εχθρό τους το σιιτικό Ιράν. Σ’ αυτόν τον κοινό εχθρό έχει προστεθεί και η Τουρκία, η οποία διεκδικεί δυναμικά την ηγεμονία στον σουνιτικό χώρο.
Μπορεί να ισχυριστεί κανείς ότι η ρίζα της συμφωνίας βρίσκεται πίσω, στην περίοδο της Αραβικής Άνοιξης και ειδικά στην ανατροπή του Χόσνι Μουμπάρακ στην Αίγυπτο το 2011 και στην εκλογή του Μοχάμαντ Μόρσι των Αδελφών Μουσουλμάνων. Η εξέλιξη εκείνη είχε προκαλέσει ιδιαίτερη ανησυχία στις μοναρχίες του Κόλπου, μιας και για πρώτη φορά η Μουσουλμανική Αδελφότητα κατακτούσε την εξουσία, με την υποστήριξη της Τουρκίας και του Κατάρ.
Το πράσινο φως των Αμερικανών
Την περίοδο εκείνη η μοναρχία του Μπαχρέιν βρέθηκε αντιμέτωπη με μαζικές διαδηλώσεις οργισμένων σιιτών (είναι πολυπληθής θρησκευτική μειονότητα που διατηρεί δεσμούς με το σιιτικό τόξο) κι όχι μόνο, που καλούσαν σε ανατροπή του καθεστώτος. Η ανατροπή απέτράπη όταν στην Ουάσιγκτον συνειδητοποίησαν πως αν την επέτρεπαν θα προκαλείτο ντόμινο με τεκτονικές γεωπολιτικές επιπτώσεις σ’ ολόκληρη τη Μέση Ανατολή.
Με το πράσινο φως των Αμερικανών, η Σαουδική Αραβία επενέβη και αποκατέστησε τον έλεγχο της κατάστασης. Όπως προαναφέραμε, το άνοιγμα προς το Ισραήλ εμπεριέχει και το Ριάντ και τις άλλες μοναρχίες, παρ’ ότι η καθεμία χώρα έχει τον δικό της ρυθμό. Η εξέλιξη αυτή, πάντως, περιθωριοποιεί τους Παλαιστίνιους, οι οποίοι ποντάρουν στη διπλωματική τουλάχιστον υποστήριξη των αραβικών κρατών για να εξισορροπήσουν την ασφυκτική πίεση που τους ασκεί το Ισραήλ. Όπως ήταν αναμενόμενο, αντέδρασαν αρνητικά, μιλώντας για υπογραφή «πλασματικής συμφωνίας ειρήνης».
Ο Αμερικανός πρόεδρος χαιρέτισε την συμφωνία, κεφαλαιοποιώντας πολιτικά και εκλογικά (έναντι του εβραϊκού λόμπι) ως δική του διπλωματική επιτυχία. Πράγματι, η συγκυρία ήταν ιδανική για τον Τραμπ, ενόψει των προεδρικών εκλογών της 3ης Νοεμβρίου. Είναι ο πρώτος Ρεπουμπλικάνος πρόεδρος, που επί της θητείας του ένα αραβικό κράτος υπογράφει συνθήκη ειρήνης με το Ισραήλ.
Οι προηγούμενες ειρηνευτικές συμφωνίες έγιναν επί θητείας δύο δημοκρατικών προέδρων, του Τζίμι Κάρτερ, έξι χρόνια μετά τον πόλεμο του Γιομ Κιπούρ και του Μπιλ Κλίντον, τέσσερα χρόνια μετά τον πρώτο πόλεμο του Κόλπου. Κάποιοι χαρακτήρισαν τη συμφωνία και σαν προεκλογικό δώρο των Εμιράτων προς τον Τραμπ, ενώ άλλοι έδωσαν τα εύσημα στον προεδρικό γαμπρό και σύμβουλο Γιάρεντ Κουσνέρ.
Ο μεγάλος χαμένος της υπόθεσης
Όπως να να έχει, η συμφωνία συσφίγγει ακόμα περισσότερο τους δεσμούς των χωρών του Κόλπου με τις ΗΠΑ. Επιπλέον, συνιστά και μία ευκαιρία για την αμερικανική πολεμική βιομηχανία. Οι εξαγωγές στρατιωτικού εξοπλισμού αυξήθηκαν τον τελευταίο χρόνο κατά 42% (70 δισ. Δολάρια) και ένα μεγάλο τμήμα πηγαίνει στις αραβικές χώρες του Κόλπου, κυρίως στην Σαουδική Αραβία και στα Εμιράτα.
Η κυβέρνηση Τραμπ έχει ήδη επιταχύνει την διαδικασία πώλησης μαχητικών αεροσκαφών F-35 και άλλων οπλικών συστημάτων υψηλής τεχνολογίας στα Εμιράτα. Κατά μία έννοια, μάλιστα, υλοποιεί και τον πρωταρχικό σκοπό του Σχεδίου Τραμπ για το Παλαιστινιακό, ο οποίος δεν ήταν τόσο η επίλυση του Παλαιστινιακού, όσο η αραβο-ισραηλινή προσέγγιση. Μέσω αυτής, η Ουάσιγκτον ανακτά κάποια από τη επιρροή που έχασε μετά την μερική απόσυρση από τη Μέση Ανατολή.
Αντιθέτως, όπως προαναφέραμε, η Παλαιστίνη είναι ο μεγάλος χαμένος της υπόθεσης. Είναι ενδεικτικό ότι στις συμφωνίες δεν γίνεται η παραμικρή αναφορά στο Παλαιστινιακό. Ο στόχος για ίδρυση ανεξάρτητου παλαιστινιακού κράτους μοιάζει να απομακρύνεται. Αντιθέτως, το Ισραήλ αυξάνει τη νομιμοποίηση και επιρροή του στη Μέση Ανατολή. Φαίνεται πως και άλλα αραβικά κράτη προσανατολίζονται να ακολουθήσουν τον δρόμο των Εμιράτων και του Μπαχρέιν.
Έτσι όπως εξελίσσονται τα πράγματα, πιθανολογείται ότι θα συνεχιστεί η δημιουργία εβραϊκών οικισμών στα παλαιστινιακά εδάφη της Δυτικής Όχθης. Το πότε θα γίνει τυπικά, έχει μικρή σημασία. Εξάλλου, ανακοινώθηκε η “αναβολή”, αλλά όχι η ακύρωση της σχεδιαζόμενης προσάρτησης της Κοιλάδας του Ιορδάνη. Ο Τούρκος πρόεδρος προέβαλε το Παλαιστινιακό ως τον λόγο που καταδικάζει τη συμφωνία των δύο αραβικών μοναρχιών του Κόλπου με το Ισραήλ. Εμπορεύεται πολιτικά, εξάλλου, εδώ και χρόνια το Παλαιστινιακό με σκοπό να κατοχυρωθεί ως ηγέτης του μουσουλμανικού κόσμου, ως ο ηγέτης που τόλμησε να τα βάλει με το Ισραήλ.
Οι εξελίξεις αυτές ενδέχεται να επιφέρουν περαιτέρω αλλαγές στην Παλαιστίνη, αποδυναμώνοντας την μετριοπαθή Παλαιστινιακή Αρχή, η οποία δέχεται έντονη κριτική από την Χαμάς κι όχι μόνο. Το σημαντικότερο, όμως, είναι ότι ακυρώνει την μέχρι τώρα πεποίθηση ότι η ειρήνη μεταξύ Ισραηλινών και Παλαιστινίων αποτελούσε προαπαιτούμενο για να ομαλοποιηθούν οι σχέσεις των αραβικών κρατών (εκτός Αιγύπτου και Ιορδανίας) με το Ισραήλ.