Ιταλία: ο καλός, ο κακός και ο άσχημος
10/03/2018Γράφει ο Γιώργος Λυκοκάπης –
Το αποτέλεσμα των εκλογών στην Ιταλία ήταν μία δυσάρεστη έκπληξη για τον Σίλβιο Μπερλουσκόνι. Ο “Καβαλιέρε” με το ισχνό 14,5% που εξασφάλισε, μοιάζει “σκιά” του παλιού εαυτού του. Είναι αλήθεια πως παρά το προχωρημένο της ηλικίας του, ο Μπερλουσκόνι δεν το έβαλε κάτω. Υποσχέθηκε προεκλογικά τα πάντα προκειμένου να ψαρέψει στα “θολά νερά” της διαμαρτυρίας.
Οι υποσχέσεις του περιλάμβαναν από απελάσεις 600.000 μεταναστών, εκτεταμένες φοροαπαλλαγές, μέχρι και την πρόταση για θέσπιση παράλληλου νομίσματος για τις συναλλαγές της χώρας. Σε μία κίνηση υψηλότατου συμβολισμού ο Μπερλουσκόνι μετονόμασε το 2013 το κόμμα του από “Λαός της Ελευθερίας”, σε “Φόρτσα Ιτάλια”.
Με αυτό το “γηπεδικό” όνομα ο τότε πρόεδρος της Μίλαν είχε κάνει την έκπληξη κερδίζοντας τις εκλογές του 1994 στην Ιταλία. Εν έτει 2018 είναι φανερό πως το “Φόρτσα Ιτάλια” έχει χάσει την δυναμική του παρελθόντος. Ο ισχυρός άνδρας της ιταλικής δεξιάς είναι ο Ματέο Σαλβίνι, ο επικεφαλής της Λέγκας του Βορρά. Ο ακροδεξιός σύμμαχος του Μπερλουσκόνι με το 17,6% που εξασφάλισε είναι ένας από τους νικητές των εκλογών, μαζί με το “Κίνημα 5 Αστέρων” του Πέπε Γκρίλο. Είναι φανερό πως ο Ιταλός μεγιστάνας δεν θα έχει τον ρόλο του ισχυρού “σκηνοθέτη”, όπως είχε ζητήσει προεκλογικά.
Ο Μπερλουσκόνι σπάει τα μεταπολεμικά ταμπού
Τα μεγαλύτερα κόμματα της ιταλικής άκρας Δεξιάς, η Λέγκα του Βορρά και η “μεταφασιστική” Εθνική Συμμαχία, υπήρξαν προνομιακοί σύμμαχοι του Μπερλουσκόνι από την δεκαετία του ’90. Η Εθνική Συμμαχία ήταν η μετεξέλιξη του MSI, του παλιού ιταλικού νεοφασιστικού κόμματος. Μέχρι τα τέλη του ’80 ήταν “αφοσιωμένο στην παράδοση του Μπενίτο Μουσολίνι“. Για πρώτη φορά μετά το 1945 ένα κόμμα που είχε καταγωγή από τον φασισμό συμμετείχε σε μία ευρωπαϊκή κυβέρνηση, λαμβάνοντας τέσσερα υπουργεία το 1994.
Η Λέγκα του Βορρά υπήρξε πάντοτε μία ιδιάζουσα περίπτωση. Ιδρύθηκε τη δεκαετία του ’80, δεν είχε την πολιτική εμπειρία του MSI. Ο αμφιλεγόμενος αρχηγός της Ουμπέρτο Μπόσι ήταν λαοφιλής στην Βόρεια Ιταλία. Ο Μπόσι υποστήριζε ότι η Νότια Ιταλία παρασιτεί εις βάρος του πλούσιου και ανεπτυγμένου Βορρά. Διεκδικούσε την αυτονομία των βόρειων περιοχών της χώρας, αμφισβητώντας ανοιχτά τον ενιαίο χαρακτήρα του ιταλικού κράτους.
Τα σκάνδαλα διαφθοράς που είχαν στιγματίσει τα παραδοσιακά κόμματα της Ιταλίας, έκαναν τον νεοεισερχόμενο στην πολιτική Μπερλουσκόνι να αναζητήσει τους συμμάχους του στην ιταλική άκρα δεξιά. Όντας στο περιθώριο του πολιτικού συστήματος της χώρας, τα ακροδεξιά κόμματα είχαν ένα “ηθικό πλεονέκτημα”. Δεν είχαν αμαυρωθεί από τα σκάνδαλα που έπληξαν την Σοσιαλδημοκρατία και το Χριστιανοδημοκρατικό κόμμα.
Ο “μετριοπαθής” Φίνι και ο δημαγωγός Μπόσι
Μετά τον θάνατο του Τζόρτζιο Αλμιράντε το 1988, του ιστορικού μεταπολεμικού ηγέτη του MSI, το ακροδεξιό κόμμα έμοιαζε καταδικασμένο να σβήσει από τον πολιτικό χάρτη. Ο νέος αρχηγός του, ο ευφυής Τζιανφράνκο Φίνι, πήρε την απόφαση να κάνει μία αποφασιστική στροφή προς το κέντρο του πολιτικού φάσματος. Εγκατέλειψε το φλερτ του παρελθόντος με τις βίαιες εξωκοινοβουλευτικές ομάδες των Ιταλών νεοφασιστών. Υποστήριξε σθεναρά την κοινοβουλευτική δημοκρατία και το ιταλικό σύνταγμα.
Σύμφωνα με τον Τζιανφράνκο Φίνι ήταν πλέον ιστορικά ξεπερασμένη “η νοσταλγία” για τον Μουσολίνι, αν και παλαιότερα τον είχε χαρακτηρίσει “ως τον μεγαλύτερο πολιτικό του εικοστού αιώνα”. Η αποχώρηση μίας ομάδας αμετανόητων νοσταλγών του Μουσολίνι από την Εθνική Συμμαχία, βοήθησε στο να εδραιωθούν τα μετριοπαθή χαρακτηριστικά του κόμματος. Ο συνεταιρισμός του Μπερλουσκόνι με τον Φίνι λειτούργησε ομαλά για χρόνια. Δεν μπορεί ειπωθεί το ίδιο για τον Ουμπέρτο Μπόσι, τον υπεύθυνο για την πτώση της πρώτης κυβέρνησης του “Καβαλιέρε” στα μέσα του ’90.
Στα μάτια των Ιταλών ο Φίνι έμοιαζε πραγματικά μετριοπαθής σε σχέση με τον χειμαρρώδη δημαγωγό Μπόσι. Ο αρχηγός της Λέγκας έμεινε στην ιστορία για τους προσβλητικούς χαρακτηρισμούς που χρησιμοποιούσε εις βάρος των κατοίκων της Νότιας Ιταλίας και των πολιτικών του αντιπάλων. Αποκαλούσε τους ναπολιτάνους “τεμπέληδες”, ενώ είχε δηλώσει πως θα “κόψει το λαρύγγι της Χριστιανοδημοκρατίας“! Τον Σεπτέμβριο του 1996 ο Μπόσι ανακήρυξε την ανεξαρτησία της “Padania”, μετά από ένα δημοψήφισμα (παρωδία) που οργάνωσε.
Ο Φίνι πραγματοποίησε μία ογκώδη συγκέντρωση υπέρ της ενότητας της Ιταλίας. Κατάφερε να προσελκύσει 200.000 άτομα στο Μιλάνο, γεγονός που βοήθησε στην δημόσια εικόνα του. Οι ένοπλες δυνάμεις ήταν έτοιμες να συλλάβουν τον Μπόσι για “εξέγερση”. Η ιταλική κυβέρνηση προτίμησε να αντιμετωπίσει τον αρχηγό της Λέγκας ως μία “γραφική περίπτωση”. Είχε δίκιο μιας και το σχέδιο του Μπόσι για ανεξάρτητη “Padania” κατέρρευσε μέσα σε λίγες μέρες.
Το τέλος του “αποστάτη” Φίνι
Παρά τις μεταξύ τους αντιπαραθέσεις η τριανδρία Μπερλουσκόνι, Φίνι και Μπόσι επέστρεψε στην εξουσία από το 2001 μέχρι το 2006. Αποτέλεσαν την μακροβιότερη κυβέρνηση στην ιστορία της μεταπολεμικής Ιταλίας. Μετά την “παρένθεση” του Ρομάνο Πρόντι, η τριανδία ανέλαβε ξανά τα ηνία της Ιταλίας από το 2008 μέχρι το 2011. Η παγκόσμια οικονομική κρίση που ξεκίνησε με την κατάρρευση των τραπεζών στις ΗΠΑ, ήταν θέμα χρόνου να πλήξει την Ιταλία. Θεωρούνταν ένας από τους “αδύναμους κρίκους” της Ευρωζώνης λόγω του υψηλού της ελλείμματος.
Ο Σίλβιο Μπερλουσκόνι δέχτηκε τότε ένα “πισώπλατο χτύπημα”, από εκεί που δεν το περίμενε. Ο Τζιανφράνκο Φίνι, πλέον πρόεδρος της ιταλικής βουλής, απέσυρε την στήριξη από την κυβέρνηση Μπερλουσκόνι. Κατόρθωσε να πάρει με το μέρος του περίπου 30 βουλευτές. Ήταν η αρχή μίας σειράς διαλυτικών τάσεων για την τότε ιταλική κυβέρνηση. Ο “Καβαλιέρε” ποτέ δεν συγχώρεσε την αποστασία του Φίνι, η οποία σαν ειρωνεία της ιστορίας πραγματοποιήθηκε τον Ιούλιο του 2011. Ήταν η ιδανική ευκαιρία για τον φιλόδοξο Φίνι να εδραιωθεί ως αρχηγός μίας “πεφωτισμένης” δεξιάς.
Δεν έμοιαζε δύσκολο καθώς η παραδοσιακή Χριστιανοδημοκρατία δεν είχε ακόμα ανασυγκροτηθεί. Ο Μπερλουσκόνι εμπλεκόμενος σε αμέτρητα οικονομικά και σεξουαλικά σκάνδαλα, έμοιαζε πολιτικά τελειωμένος. Ήταν δε εντελώς απαξιωμένος από τις υπόλοιπες ευρωπαϊκές κυβερνήσεις. Όμως στις εκλογές του 2013 το κόμμα του Φίνι, προς έκπληξη πολλών, καταποντίστηκε. Δεν κατάφερε να εκλέξει ούτε έναν βουλευτή. Ο πρώην νεοφασίστας πολιτικός αποχώρησε ταπεινωμένος από την πολιτική, πληρώνοντας ακριβά τις φιλοδοξίες του.
Ούτε όμως οι παλιοί ομοϊδεάτες του, οι φασίστες της “Casa Pound” κατάφεραν να αποκομίσουν εκλογικά κέρδη. Το κόμμα του κωμικού Πέπε Γκρίλο κατόρθωσε να υφαρπάξει σημαντικό μερίδιο της λαϊκής αγανάκτησης. Η “Casa Pound” απέτυχε να επαναλάβει την επιτυχία της Χρυσής Αυγής στην Ελλάδα.
Η ώρα για την “Λέγκα Σαλβίνι”
Ο Ουμπέρτο Μπόσι δεν εγκατέλειψε αυτή την φορά τον Μπερλουσκόνι, αλλά είχε άλλα προβλήματα. Σκάνδαλα διαφθοράς του ίδιου και μελών της οικογένειας του, αμαύρωσαν την εικόνα του. Πολλοί έσπευσαν να μιλήσουν στην Ιταλία για το τέλος της Λέγκας του Βορρά, όπως το 1990 μιλούσαν για το τέλος του MSI. Ο Ματέο Σαλβίνι που ανέλαβε την ηγεσία της Λέγκας το 2013, αποφάσισε να αλλάξει την φυσιογνωμία του κόμματος.
Στρατηγική του Σαλβίνι ήταν η μετατροπή της Λέγκας σε κόμμα της νέας ευρωπαϊκής ακροδεξιάς. Το αγαπημένο σύνθημα του Μπόσι “Roma ladrona” (Ρώμη κλέφτρα), σταμάτησε να ακούγεται στις συγκεντρώσεις του κόμματος. Ο Σαλβίνι εγκατέλειψε τις αυτονομιστικές φιλοδοξίες για ανεξάρτητη “Padania”, όπως και τις λεκτικές επιθέσεις στους κατοίκους της Νότιας Ιταλίας. Ακόμα και η ονομασία του κόμματος άλλαξε. Είναι πλέον “Λέγκα Σαλβίνι”, όχι “Λέγκα του Βορρά”.
Υπό την ηγεσία του Σαλβίνι η Λέγκα έγινε ένα καθαρά αντιμεταναστευτικό, ισλαμοφοβικό, αντιευρωπαϊκό κόμμα. Είναι αλήθεια πως λίγο πριν τις εκλογές ο Σαλβίνι, όπως και τα “5 Αστέρια”, περιόρισαν τις επιθέσεις τους έναντι του Ευρώ προς άγρα ψήφων. Όμως ο ακροδεξιός πολιτικός δεν περιόρισε την αντιμεταναστευτική του ρητορική λέγοντας πως “θα στείλει πίσω στη χώρα τους 500.000 παράνομους μετανάστες“. Το αποτέλεσμα δικαίωσε την τακτική του.
Η Λέγκα ξεπέρασε σε ψήφους το κόμμα του Μπερλουσκόνι, σημειώνοντας καλά αποτελέσματα ακόμα και στον ιταλικό Νότο, στα παλιά προπύργια του MSI. Είναι απίθανο να υιοθετήσει ο Σαλβίνι ένα μετριοπαθές προφίλ, μιας και η σκληρή δεξιά στροφή του απέφερε εκλογικά κέρδη. Από την άλλη όμως μοιάζει αλαζονική η επιμονή του να αναλάβει το πρωθυπουργικό αξίωμα της χώρας, έχοντας κερδίσει μόλις το 17% των ψήφων. Η αλαζονεία στην ιταλική πολιτική είναι κακός σύμβουλος, ο Σαλβίνι καλό είναι να θυμάται το ατιμωτικό τέλος που είχε ο Τζιανφράνκο Φίνι.