Με αντιδυτικό πρόσημο το βαθύ κράτος του Ερντογάν
01/06/2019Τα πρώτα χρόνια της εξουσίας των νεοοθωμανών, ο Ερντογάν είχε επιχειρήσει να διαπραγματευτεί με το κουρδικό κίνημα μία πολιτική λύση. Από ένα χρονικό σημείο και μετά άλλαξε την πολιτική του έναντι των Κούρδων και κατέφυγε και πάλι στην άσκηση διώξεων και ωμής βίας; Η αλλαγή στάσης άρχισε από το 2013, όταν ξέσπασε το σκάνδαλο διαφθοράς που ενέπλεξε και ανθρώπους του στενού πολιτικού και οικογενειακού περιβάλλοντός του.
Για την αποκάλυψη του σκανδάλου, ο Ερντογάν κατηγόρησε τον ιεροκήρυκα Γκιουλέν που ζει στις ΗΠΑ, λέγοντας πως πρόκειται για διεθνή συνωμοσία εναντίον του και εναντίον της χώρας. Ήρθε σε συνεννόηση με το παλιό βαθύ κράτος των κεμαλιστών, απελευθέρωσε αξιωματικούς που φυλακίστηκαν για τις υποθέσεις “Βαριοπούλα” και “Εργκένεκον”, ενώ εγκατέστησε πολλούς από αυτούς σε θέσεις-κλειδιά των Ενόπλων Δυνάμεων και των υπηρεσιών ασφαλείας.
Ο Ερντογάν, ως αποτέλεσμα της συμφωνίας του με τους παλαιοκεμαλιστές και τους υπερεθνικιστές του Μπαχτσελί, διέκοψε την πολιτική συνομιλιών με τους Κούρδους και επανέφερε τις παλιές πολιτικές ωμής καταστολής και βίας εναντίον του κουρδικού κινήματος και όλων των συνιστωσών του, στο εσωτερικό και στο εξωτερικό. Μετά την περίεργη απόπειρα πραξικοπήματος του Ιουλίου του 2016, η πολιτική βίαιης καταστολής και διώξεων ενισχύθηκε περαιτέρω.
Έκτοτε τα γεγονότα είναι γνωστά και νωπά στη μνήμη. Μαζικές εκκαθαρίσεις γκιουλενιστών, αλλά και όλων των φιλελεύθερων αντιπολιτευόμενων, καθώς και των Κούρδων του Δημοκρατικού Κόμματος των Λαών (HDP), ο ηγέτης του οποίου βρίσκεται ακόμα στη φυλακή. Η συνεργασία Ερντογάν με το παλιό κεμαλικό βαθύ κράτος ανέτρεψε τις ισορροπίες στο εσωτερικό του κράτους.
Άλλαξε και πάλι η ανθρωπογεωγραφία κρίσιμων τομέων του κρατικού μηχανισμού όπως δικαστήρια, αστυνομία, στρατός, πανεπιστήμια και εκπαίδευση γενικότερα, δημοσιογραφία και ΜΜΕ. Παράλληλα, ανατροπές έγιναν και στο εσωτερικό της κοινωνίας, αφού έκλεισαν πολλές κοινωνικές οργανώσεις και ΜΜΕ, ενώ κατασχέθηκαν περιουσίες στελεχών προσκείμενων στον Γκιουλέν. Επιπλέον, ο Ερντογάν φυλάκισε σχεδόν τους μισούς στρατηγούς και ναυάρχους των τουρκικών Ενόπλων Δυνάμεων καθώς και χιλιάδες αξιωματικούς διαφόρων βαθμίδων, οι περισσότεροι εκ των οποίων ήταν φιλοδυτικοί και φιλονατοϊκοί αξιωματικοί και επιθυμούσαν μια ειρηνική λύση στο Κουρδικό, μέσω διαλόγου.
Οι αντιδυτικοί αξιωματικοί
Η πτέρυγα των αξιωματικών που φαίνεται πως κυριάρχησε στις Ένοπλες Δυνάμεις είναι αυτή των αντιδυτικών φιλορώσων και φιλοϊρανών οι οποίοι επιθυμούν να περιορίσουν τον ρόλο της Τουρκίας στο ΝΑΤΟ και να συνάψουν στρατηγική συνεργασία με τη Ρωσία και το Ιράν. Για αυτό τον λόγο, είδαμε και σημαντικές αλλαγές στην τουρκική κρατική πολιτική έναντι των Κούρδων σε ολόκληρη την περιοχή και ιδιαίτερα στη Συρία.
Κρίνοντας από την αλλαγή στάσης του τουρκικού κράτους στο κουρδικό ζήτημα και από σειρά άλλων αλλαγών στο εσωτερικό της χώρας (πχ περαιτέρω συγκεντρωτισμός εξουσίας λόγω επιβολής του προεδρικού συστήματος) είναι βάσιμο να υποστηρίξουμε ότι το “βαθύ κράτος” έχει ανακτήσει την επιρροή και εξουσία του στους κρατικούς μηχανισμούς σχεδιασμού πολιτικής και στη λήψη των αποφάσεων. Επανήλθαν οι πολιτικές ωμής βίας και καταστολής καθώς και η σοβινιστική ιδεολογία της τουρκοϊσλαμικής σύνθεσης.
Ενώ η κοινωνία άλλαξε, στέλνοντας το φιλοκουρδικό Δημοκρατικό Κόμμα των Λαών (HDP) στη Βουλή ως τρίτη κοινοβουλευτική δύναμη, οι παλιές δυνάμεις του βαθέος κράτους πάτησαν φρένο, ξηλώνοντας όλα τα δίκτυα που επιθυμούν πολιτική αλλαγή και ουσιαστικό εκδημοκρατισμό της χώρας. Όμως, αυτές οι πολιτικές προκαλούν ήδη ενίσχυση των αποσχιστικών τάσεων στο εσωτερικό. Αν συμπληρώσουμε το παζλ και με τις εξελίξεις στο πεδίο της οικονομίας, τα πράγματα περιπλέκονται περισσότερο. Αν τα πράγματα είχαν εξελιχθεί ομαλά, είναι εξαιρετικά πιθανόν πως το φιλοκουρδικό Δημοκρατικό Κόμμα των Λαών (ΗDP) σύντομα θα γινόταν η δεύτερη μεγαλύτερη κοινοβουλευτική δύναμη και ηγέτης της αντιπολίτευσης.
Η κατάσταση είναι εξαιρετικά δύσκολη. Οι αλλαγές στο εσωτερικό του τουρκικού κρατικού μηχανισμού, τα τελευταία τέσσερα με πέντε χρόνια, έχουν αντίκτυπο και στις ελληνοτουρκικές σχέσεις. Δεν είναι καθόλου βέβαιο πώς θα εξελιχθούν τα πράγματα στο εσωτερικό αυτής της ασταθούς και περίπλοκης χώρας. Εξάλλου, θα ήταν αφελές να πιστεύει κανείς πως ο Ερντογάν αποφασίζει μόνος του, ιδιαίτερα μετά και την ουσιαστική αποδυνάμωση του κομματικού του μηχανισμού τους τελευταίους μήνες.