Μπάιντεν-Ερντογάν: Η ώρα της αλήθειας και για τους δύο
14/06/2021Όταν ανάμεσα σε ΗΠΑ και Ρωσία υπάρχει ένα μίνιμουμ συνεννόησης (θα δούμε εάν θα προκύψει από τη συνάντηση Μπάιντεν-Πούτιν), η στρατηγική σημασία της Τουρκίας απομειώνεται. Αυτό το γνωρίζει ο Ερντογάν, η συνάντηση του οποίου με τον Μπάιντεν προηγείται της αντίστοιχης Μπάιντεν-Πούτιν. Αν μη τί άλλο, ο Αμερικανός πρόεδρος έχει αφήσει εδώ και μήνες τον Ερντογάν να “σιγοψήνεται”, χωρίς όμως να κόβει τις γέφυρες.
Του έστειλε ένα μήνυμα για να τον ενημερώσει ότι θα αναγνωρίσει την Αρμενική Γενοκτονία, γεγονός που εξόργισε τον Ερντογάν. Οι σχέσεις των δύο ηγετών ήταν ήδη τεταμένες, λόγω της δια της διολισθήσεως απομάκρυνση της Τουρκίας από το δυτικό στρατόπεδο. Αποκορύφωμα ήταν η αγορά των ρωσικών S-400, που προκάλεσε δημόσιο ρήγμα και προκάλεσε αμερικανικές κυρώσεις κατά της Τουρκίας.
Από το πώς θα εξελιχθεί η πρώτη κατ’ ιδίαν συνάντηση Μπάιντεν-Ερντογάν, που πραγματοποιείται στο περιθώριο της Συνόδου Κορυφής του ΝΑΤΟ, έχει κρίσιμη σημασία όχι μόνον για την πορεία των αμερικανοτουρκικών σχέσεων, αλλά και για τα ελληνοτουρκικά, όπως και για σειρά άλλων περιφερειακών ζητημάτων στην Ανατολική Μεσόγειο.
Η Ουάσινγκτον εδώ και ημέρες ανακοίνωσε ότι ο πρόεδρος Μπάιντεν θα συζητήσει με τον Τούρκο ομόλογό του την κατάσταση στην Ανατολική Μεσόγειο, τη Συρία και το Αφγανιστάν. Όπως δήλωσε μάλιστα ο Σύμβουλος Εθνικής Ασφαλείας, Τζέικ Σάλιβαν, στην συνάντηση θα αναζητηθούν και τρόποι για την αντιμετώπιση κάποιων διαφορών μεταξύ των δύο χωρών.
Κυριαρχούν οι S-400
Κυρίαρχο είναι βέβαια το ζήτημα των ρωσικών S-400, το οποίο αποτελεί θέμα τιμής για τον Μπάιντεν, καθώς σε αυτό συμπυκνώνεται η ρωσοτουρκική προσέγγιση, η οποία δημιουργεί επικίνδυνο προηγούμενο για τις ΗΠΑ. Οι Αμερικανοί, βέβαια, θα εκμεταλλευτούν κάθε διαθέσιμο όπλο για να πιέσουν τον Ερντογάν, όπως είναι οι ωμές παραβιάσεις του Κράτους Δικαίου και των ανθρωπίνων δικαιωμάτων.
Η Ουάσινγκτον έχει θέσει ως όρο στην Άγκυρα για την εξομάλυνση των διμερών σχέσεων να μην ενεργοποιήσει τους S-400, αλλά αυτό θα αποτελούσε βαρύ πλήγμα για τον Ερντογάν. Δεν περιορίζεται, όμως, μόνο σ’ αυτόν τον όρο. Επιδιώκει να υποχρεώσει τους Τούρκους να παγώσουν τη στρατηγική συμφωνία τους με τη Μόσχα, που αφορά και τη συμπόρευση στη μεγάλη σκακιέρα και τη συνεργασία στον αμυντικό τομέα. Παρά την ένταση που επικρατεί στις αμερικανοτουρκικές σχέσεις, οι ΗΠΑ δεν έχουν ξεγράψει την Τουρκία.
Αντιθέτως, πιστεύουν ότι εάν την πιέσουν και ειδικά εάν φύγει από την εξουσία ο Ερντογάν θα μπορέσουν να την επαναφέρουν στο δυτικό στρατόπεδο. Είναι προφανές ότι ο Μπάιντεν θα εγείρει όλα τα βασικά ερωτήματα. Αυτό που δεν είναι καθόλου σίγουρο είναι το κατά πόσο ο Ερντογάν θα ανταποκριθεί στις αμερικανικές απαιτήσεις. Μάλλον πολύ δύσκολο, εάν όχι απίθανο, αφού εάν το πράξει θα έχει παραιτηθεί από τη στρατηγική που με τόσο κόπο προωθεί όλα αυτά τα χρόνια. Και ουσιαστικά, θα επανέλθει, έστω και εν μέρει, σε καθεστώς εξάρτησης, από το οποίο έχει απεμπλακεί.
Το πιθανότερο είναι ότι ο Ερντογάν θα προσπαθήσει να “πουλήσει” στον Μπάιντεν γεωπολιτικές εξυπηρετήσεις, όπως για το ζήτημα της Ουκρανίας και ειδικότερα της Κριμαίας, του Αφγανιστάν (αεροδρόμιο της Καμπούλ) και ενδεχομένως για το ζήτημα της Λιβύης. Μένει να δούμε, εάν αυτά θα δελεάσουν τον Μπάιντεν για να κάνει βήμα πίσω, ή εάν θα εμείνει, πιστεύοντας ότι ο Ερντογάν χρειάζεται τις ΗΠΑ περισσότερο από ό,τι τον χρειάζονται αυτές.