Ο ανορθολογισμός στη στρατηγική των υπερδυνάμεων
21/03/2023Πριν από μερικές μέρες με τον καθηγητή Παναγιώτη Ήφαιστο παρουσιάσαμε στο Σπίτι της Κύπρου το εξαιρετικό βιβλίο “Η Σοβιετική Επέμβαση στο Αφγανιστάν. Η Γεωπολιτική Ανάλυση των Αιτίων”, του συναδέλφου από το Τμήμα Τουρκικών και Σύγχρονων Ασιατικών Σπουδών του Πανεπιστημίου Αθηνών, Δρος Ιωάννη Σωτηρόπουλου (Εκδόσεις Λειμών).
Η πρωτοποριακή αυτή μελέτη τοποθετεί την σοβιετική επέμβαση στο Αφγανιστάν μέσα στο ευρύτερο γεωπολιτικό πλαίσιο της εποχής. Εφαρμόζοντας την επιστημονική μέθοδο της Συστημικής Γεωπολιτικής Ανάλυσης, όπως αυτή διαμορφώθηκε από τον Καθηγητή Ι. Θ. Μάζη, παρουσιάζει μια δυναμική ανάγνωση του παγκόσμιου συστήματος, η οποία δεν περιορίζεται στον στατικό χωροχρόνο του Ψυχρού Πολέμου, αλλά μας επιτρέπει να κατανοήσουμε καλύτερα και τον σημερινό κόσμο.
Ωστόσο, πέραν από το μακροϊστορικό πλαίσιο, το βιβλίο κάνει και κάτι άλλο, πιθανώς πιο σημαντικό. Τοποθετεί την σοβιετική επέμβαση στο Αφγανιστάν στο ανατομικό τραπέζι και εξετάζει ακόμη και τις πιο μικρές λεπτομέρειες. Έτσι, μας αποκαλύπτει πόσο πρόχειρα σχεδιασμένη ήταν η σοβιετική επίθεση και πόσο σημαντικό ρόλο στη λήψη της απόφασης για την εισβολή και τον τρόπο που αυτή διεξήχθη, έπαιξαν οι ανταγωνισμοί μεταξύ της KGB και του Σοβιετικού Στρατού.Παιχνίδια γοήτρου, λοιπόν, καθώς και ο ανταγωνισμός για το ποιος θα είχε την πρωτοκαθεδρία μέσα στο σοβιετικό σύστημα εξουσίας, ήταν ένας βασικός παράγοντας που οδήγησε σε μια εισβολή, η οποία κυριολεκτικά σχεδιάστηκε στο πόδι και όχι με βάση ψυχρές και ορθολογικές αναλύσεις, αναφορικά με τα γεωστρατηγικά συμφέροντα της Σοβιετικής Ένωσης.
Δεν ήταν μόνο η ΕΣΣΔ…
Θα μπορούσε κανείς να μπει στον πειρασμό και να θεωρήσει πως παρόμοιες παθογένειες χαρακτήριζαν μόνον τη Σοβιετική Ένωση και τη σημερινή Ρωσία. Όμως, είναι ένα ευρύτερο φαινόμενο. Για την ακρίβεια, η κατάσταση στις ΗΠΑ ενδέχεται να ήταν ακόμη χειρότερη. Ιδιαίτερα δε η πυρηνική στρατηγική των ΗΠΑ στα χρόνια του Ψυχρού Πολέμου φαίνεται πως σε μεγάλο βαθμό διαμορφώθηκε από τον οξύτατο και παθιασμένο ανταγωνισμό μεταξύ του Ναυτικού και της Πολεμικής Αεροπορίας και όχι μετά από μια ορθολογική ανάλυση για το πώς θα αντιμετώπιζαν τη Σοβιετική Ένωση.
Θυμίζουμε ότι η αμερικανική πολεμική αεροπορία, ως ξεχωριστός Κλάδος, γεννήθηκε με την πυρηνική εποχή. Μέχρι το 1947 αποτελούσε μέρος του Στρατού Ξηράς. Αναλαμβάνοντας τον ρόλο της πυρηνικής κρούσης, η Αεροπορία εξελίχθηκε στον κατεξοχήν στρατηγικό κλάδο των αμερικανικών ενόπλων δυνάμεων, γεγονός που αποτελούσε υπαρξιακή απειλή για το Ναυτικό, το οποίο μέχρι τότε έπαιζε αυτόν τον ρόλο.
Από τότε ξεκίνησε μια παθιασμένη έχθρα μεταξύ Αεροπορίας και Ναυτικού που σημάδεψε όλο τον Ψυχρό Πόλεμο. Στην αρχή το Ναυτικό προσπάθησε να μειώσει τον ρόλο των πυρηνικών όπλων και εν συνεχεία προσπάθησε να βρει τρόπους να τα αξιοποιήσει με καλύτερο τρόπο από ότι η Αεροπορία, έτσι ώστε να έχει αυτό την πρωτοκαθεδρία στην πυρηνική στρατηγική των ΗΠΑ.
Η μεγάλη του ευκαιρία προέκυψε με τους υποβρύχια εκτοξευόμενους βαλλιστικούς πυραύλους (SLBM) UGM-27 Polaris, η σχεδίαση των οποίων ξεκίνησε το 1956 και άρχισαν να τίθενται σε υπηρεσία το 1961. Με τους πυραύλους αυτούς το Ναυτικό απέκτησε ικανότητα στρατηγικού πυρηνικού βομβαρδισμού εναντίον της Σοβιετικής Ένωσης, χρησιμοποιώντας ένα σύστημα πολύ μεγαλύτερης επιβιωσιμότητας σε σχέση με τους χερσαία εκτοξευόμενους διηπειρωτικούς πυραύλους (ICBM) και τις αεροπορικές βάσεις των στρατηγικών βομβαρδιστικών της Αεροπορίας. Όμως, οι Polaris είχαν ένα πρόβλημα: Επετύγχαναν πολύ μικρότερη ακρίβεια πλήγματος σε σχέση με τους χερσαία εκτοξευόμενους βαλλιστικούς πυραύλους και με τις πυρηνικές βόμβες που εξαπέλυαν στους στόχους τους τα αμερικανικά στρατηγικά βομβαρδιστικά. Και αυτή τους η αδυναμία ήταν αυτή που διαμόρφωσε τη μετέπειτα αμερικανική πυρηνική στρατηγική.
Παρανοϊκός ορισμός της νίκης
Σύμφωνα με την κυρίαρχη, όσο και επιφανειακή, ανάγνωση της ιστορίας της πυρηνικής στρατηγικής, κάποια στιγμή οι ιθύνοντες των ΗΠΑ σκέφτηκαν πως αντί να καταστρέψουν με τα πυρηνικά τους όπλα τις σοβιετικές πόλεις ήταν καλύτερο, για λόγους πυρηνικής αποτροπής, να προσβάλουν τα σοβιετικά πυρηνικά όπλα και γενικότερα τις κρίσιμες στρατιωτικές υποδομές της Σοβιετικής Ένωσης και να κρατήσουν τις πόλεις ως ομήρους έτσι ώστε να οδηγήσουν τη σοβιετική ηγεσία σε υποχώρηση.
Κι αυτό γιατί οι Σοβιετικοί ηγέτες θα γνώριζαν πως αν προχωρούσαν σε ανταποδοτικό πυρηνικό πλήγμα κατά των ΗΠΑ τότε η σοβιετική κοινωνία θα αφανιζόταν, ενώ αν η σύγκρουση σταματούσε εκεί τότε θα μπορούσε να ανακάμψει κάποια στιγμή στο μέλλον. Αυτή η στρατηγική αναφέρεται ως counterforce, ενώ η προσβολή κρίσιμων πολιτικών στόχων και κυρίως των αστικών κέντρων αναφέρεται ως countervalue.
Όμως, η Αεροπορία δεν είδε με καθόλου καλό μάτι αυτήν την στρατηγική. Ιδιαίτερα δε η SAC (Strategic Air Command), η οποία ήταν υπεύθυνη για τα στρατηγικά πυρηνικά πλήγματα, είχε δημιουργηθεί με μια κουλτούρα απλού και ξεκάθαρου ολοκληρωτικού πολέμου, που συμπυκνώνονταν στη διάσημη ρήση του ιδρυτή της, του περιβόητου Curtis LeMay: «τους βομβαρδίζουμε μέχρι να γυρίσουν στη λίθινη εποχή».
O διάδοχος του LeMay στην ηγεσία της SAC, o πτέραρχος Thomas S. Power, ήταν της ίδιας λογικής. Μετά από επανειλημμένες οχλήσεις του υπουργού Άμυνας Tommy White, ο Power συμφώνησε να ακούσει τον αναλυτή της RAND William Kaufmann, o οποίος είχε αναπτύξει τη στρατηγική counterforce. Η ανάλυση της RAND είχε καταλήξει στο συμπέρασμα ότι εάν η SAC περιόριζε τις αρχικές της επιθέσεις στην προσβολή των σοβιετικών πυρηνικών δυνάμεων, σε περίπτωση, για παράδειγμα, μιας σοβιετικής συμβατικής επίθεσης στη Δυτική Ευρώπη, τότε και οι Σοβιετικοί θα φοβόντουσαν να απαντήσουν με πυρηνικά όπλα εναντίον των αμερικανικών πόλεων, αφού και οι δικές τους πόλεις θα ήταν στο έλεος των αμερικανικών πυρηνικών.
Πυρηνικός βομβαρδισμός ακριβείας
Έτσι, ο πόλεμος θα μπορούσε ίσως να τερματιστεί με μερικά εκατομμύρια θύματα και στις δύο πλευρές, αντί για εκατοντάδες εκατομμύρια νεκρούς που θα προέκυπταν εάν η SAC εκτελούσε το αγαπημένο της σχέδιο της “μέγιστης προσπάθειας”. Δηλαδή, του ανελέητου βομβαρδισμού της Σοβιετικής Ένωσης «έως ότου επιστρέψουν στην λίθινη εποχή», αδιαφορώντας φυσικά για το τι θα συνέβαινε και στις ΗΠΑ. Η βασική ιδέα της στρατηγικής counterforce ήταν “συγκράτηση” (restraint), αλλά αυτή η λέξη ήταν κόκκινο πανί για τον Power.
Η ενημέρωση διεξήχθη στο αρχηγείο της SAC στην Omaha στις 12 Δεκεμβρίου 1960. Όμως, μόλις δύο λεπτά μετά την έναρξη της, ο Power διέκοψε τον Kaufmann σε έξαλλη κατάσταση. «Γιατί θέλουμε να συγκρατηθούμε;» φώναξε. «Συγκράτηση! Γιατί; Γιατί ενδιαφέρεστε τόσο πολύ να σώσετε τη ζωή τους; Η όλη ιδέα είναι να σκοτώσουμε τα καθάρματα»! Και ο Power κατέληξε λέγοντας το αμίμητο. «Κοίτα, αν στο τέλος του πολέμου έχουν μείνει ζωντανοί δύο Αμερικανοί και ένας Ρώσος, τότε έχουμε κερδίσει»!
Και ο Power δεν ήταν μια μοναχική φωνή. Αντανακλούσε τις κυρίαρχες στην Αεροπορία αντιλήψεις. Όμως, κατά φαινομενικά απρόσμενο τρόπο, η Αεροπορία γρήγορα άλλαξε τις θέσεις της. Συγκεκριμένα, ο Αρχηγός της πτέραρχος Tommy White ενώ το 1958 εμφανιζόταν λάβρος κατά της στρατηγικής counterforce, το 1960 φαίνεται πως είχε γίνει ένθερμος θιασώτης της. Τι είχε συμβεί; Η απάντηση είναι η εμφάνιση του Polaris.
Συγκεκριμένα, δεδομένου ότι οι Polaris δεν μπορούσαν να προσβάλουν στόχους με ακρίβεια και συνακόλουθα δεν μπορούσαν να εκτελέσουν αποστολές counterforce, όντας σε θέση να προσβάλουν με επιτυχία μόνον πόλεις, η στρατηγική counterforce ξαφνικά έγινε πολύ ελκυστική για την Αεροπορία. Κι αυτό, γιατί ήταν η Αεροπορία που μπορούσε να την εφαρμόσει, διατηρώντας την πρωτοκαθεδρία της έναντι του Ναυτικού.
Άρα λοιπόν, η πυρηνική στρατηγική των ΗΠΑ, σε πολύ μεγάλο βαθμό, διαμορφώθηκε από τον λυσσασμένο πόλεμο μεταξύ Αεροπορίας και Ναυτικού και όχι κατόπιν ψυχρής, αναλυτικής και ορθολογικής αναζήτησης του βέλτιστου τρόπου ανάσχεσης της Σοβιετικής Ένωσης, ιδιαίτερα δε αποτροπής της από το να επιτεθεί εναντίον της Δυτικής Ευρώπης. Γενικότερα, στη Δύση θα πρέπει να αρχίσουμε να μελετάμε σοβαρά τις κρυφές παραμέτρους του Ψυχρού Πολέμου, δεδομένου ότι εισερχόμαστε σε μια τρίτη πυρηνική εποχή και θα πρέπει να ξανασχεδιάσουμε μια σοβαρή πυρηνική στρατηγική, αν δεν θέλουμε να ολισθήσουμε σε τραγικές καταστάσεις.