Ο Άσαντ νομιμοποιεί πολιτικά με εκλογές τη νίκη του
26/05/2021Οι προεδρικές εκλογές της Συρίας αναμένεται να αναδείξουν νικητή για μια ακόμη φορά τον πρόεδρο Μπασάρ Ασαντ, ο οποίος βρίσκεται στην εξουσία από το 2000. Οι εκλογές, που η Δύση τις έχει καταγγείλει για την αξιοπιστία τους, εμπεριέχουν μηνύματα, αλλά και προβληματισμούς για τις εξελίξεις στη Συρία.
Το γεγονός ότι ο Ασαντ επιβίωσε, συνεχίζει να κυβερνά αλλά και παγιώνει την εξουσία του –το πέτυχε κατά κύριο λόγο με τη βοήθεια της Ρωσίας καθώς και με την στήριξη του Ιράν– επιβεβαιώνει την ήττα των δυτικών δυνάμεων, της Τουρκίας και αραβικών κρατών που επεδίωκαν την πτώση. Η αναμενόμενη επανεκλογή του, τους αναγκάζει να δεχτούν, ότι ο Άσαντ έχει πρωταγωνιστικό ρόλο στην μετεμφυλιακή Συρία.
Παράλληλα, εκτός από το στρατιωτικό πεδίο, που οι εκλογές δεν αναμένεται να το επηρεάσουν, ο Άσαντ ανοίγει το δρόμο και για την πολιτική του επάνοδο στον αραβικό κόσμο.
Οι άραβες ηγέτες, οι οποίοι διέρρηξαν τους δεσμούς τους με τον Άσαντ μετά την εξέγερση του 2011, υποστηρίζοντας τους αντάρτες και τους ισλαμιστές μαχητές, επιδιώκουν να ομαλοποιήσουν τις σχέσεις τους μαζί του.
Η Αίγυπτος κινείται με στόχο την επιστροφή της Συρίας στον Αραβικό Σύνδεσμο, η Σαουδική Αραβία έχει διεξάγει συνομιλίες με τη Δαμασκό και τα Ηνωμένα Αραβικά Εμιράτα άνοιξαν την πρεσβεία τους στη Συρία. Τα αραβικά κράτη ενδιαφέρονται να υπάρχει ασφάλεια στη Συρία. Στις εκλογές εκτός από τον Ασαντ συμμετέχουν με την έγκριση της κυβέρνησης άλλοι δύο συνυποψήφιοι, ο Αμπνταλα Σαλούμ Αμπντάλα, πρώην υπουργός Κοινοβουλευτικών Υποθέσεων, και ο Μαχμούντ Αχμάντ Μαρέι, επικεφαλής του Εθνικού Δημοκρατικού Μετώπου, ενός μικρού αντιπολιτευτικού κόμματος.
Επισημαίνεται, ότι οι αντίπαλοι του Ασαντ κατά τη διάρκεια της επανάστασης εντάχθηκαν στις τάξεις των εξεγερθέντων με αποτέλεσμα στις περιοχές που ελέγχει και διεξάγονται οι εκλογές να υπάρχει μεγάλη πλειοψηφία υποστηρικτών του, που κατά κάποιο τρόπο δικαιολογούν τα ποσοστά που θα πάρει και νομιμοποιούν την εκλογή του. Ο Άσαντ ανήλθε στην εξουσία το 2000 όταν ανέλαβε τα ηνία της χώρας τον πατέρα του, Χαφέζ, ο οποίος κυβερνούσε πριν από αυτόν για τριάντα χρόνια. Παρά τον πόλεμο, ο οποίος φαινόταν σε ένα σημείο να απειλεί την εξουσία του, κατάφερε τελικά να επιβιώσει.
Αντιδράσεις Δύσης
ΗΠΑ, Βρετανία, Γαλλία, Γερμανία και Ιταλία κατάγγειλαν τις εκλογές με κοινή ανακοίνωση τους: «Για να είναι αξιόπιστες οι εκλογές, θα πρέπει να επιτρέπεται σε όλους τους Σύριους να συμμετέχουν, συμπεριλαμβανομένων και των εσωτερικά εκτοπισμένων Σύρων, των προσφύγων και των μελών της διασποράς, σε ένα ασφαλές και ουδέτερο περιβάλλον… Χωρίς αυτά τα στοιχεία, αυτές οι ανέντιμες εκλογές δεν αντιπροσωπεύουν καμία πρόοδο προς μια πολιτική διευθέτηση».
Τις εκλογές έχει μποϋκοτάρει και η αυτόνομη διοίκηση των Σύριων Κούρδων που ελέγχει τις βόρειες περιοχές καθώς τα κυριότερα κουρδικά κόμματα. Η Συρία είχε πληθυσμό 23 εκατομμυρίων πριν ξεσπάσει ο εμφύλιος το 2011, εξαιτίας της “Αραβικής Άνοιξης”. Ο πόλεμος έχει αφήσει σχεδόν μισό εκατομμύριο νεκρούς και ο μισός πληθυσμός της χώρας έχει εγκαταλείψει τις εστίες του, περισσότεροι από 5 εκατομμύρια είναι πρόσφυγες εκτός της Συρίας.
Ο Άσαντ ελέγχει το μεγαλύτερο μέρος των εδαφών της Συρίας. Μόνο η βορειοδυτική επαρχία Ιντλίμπ παραμένει υπό τουρκική προστασία, όπου έχουν παρουσία ισλαμιστές εξτρεμιστές και άλλοι μαχητές. Οι κουρδικές βορειοανατολικές περιοχές διατηρούν αυτονομία και σε αυτές υπάρχουν και Αμερικανοί στρατιώτες, οι οποίοι προστατεύουν τα πετρελαϊκά κοιτάσματα.
Οι στρατιωτικές ισορροπίες δεν αναμένεται να επηρεαστούν από τις εκλογές καθώς το καθεστώς της Δαμασκού έχει παγιώσει τον έλεγχό τπυ. Η Ρωσία συνεχίζει να προωθεί τα συμφέροντα της και κατά επέκταση του Άσαντ, πιέζοντας τους Σύριους Κούρδους να του παραχωρήσουν εδάφη τους. Οι στρατιωτικές καραμπόλες στη Συρία έχουν να κάνουν με επιθέσεις Τούρκων στρατιωτών και συμμάχων εξτρεμιστών μαχητών εναντίων κουρδικών στόχων. Ωστόσο, έχουν αναφερθεί και επιθέσεις ισλαμιστών εξτρεμιστών μαχητών που πρόκεινται στο Ισλαμικό Κράτοςεναντίων τουρκικών στόχων.
Η πρόκληση της οικονομίας
Η επομένη μέρα στη Συρία εκτός το πολιτικό σκέλος, έχει να κάνει και με τη ρημαγμένη από τον εμφύλιο οικονομία, που αποτελεί μια μεγάλη πρόκληση για τον Άσαντ. Σύμφωνα με έκθεση της υπηρεσίας των Ηνωμένων Εθνών ESCWA εκτιμάται ότι η καταστροφή κεφαλαίου ανέρχεται στα 117,7 δισεκατομμύρια δολάρια και η οικονομική ζημιά στο πλαίσιο των απωλειών του ΑΕΠ υπολογίζεται στα 324.5 δισεκατομμύρια δολάρια. Το κόστος του εμφυλίου πολέμου ανέρχεται σε περίπου 442. 5 δισεκατομμύρια δολάρια.
Η έκθεση παραθέτει, επίσης, στοιχεία που έδειξαν ότι μέχρι το τέλος του 2018 το πραγματικό ΑΕΠ είχε απώλειες της τάξης του 54%, σε σύγκριση με το ποσοστό του πριν από τον εμφύλιο. Επιπλέον, η Παγκόσμια Τράπεζα έχει εκτιμήσει τις σωρευτικές απώλειες του ΑΕΠ από το 2011 έως το 2016 στα 226 δισεκατομμύρια δολάρια και προειδοποίησε ότι όσο περισσότερο διαρκεί η σύγκρουση, τόσο πιο δύσκολη θα είναι η ανάκαμψη, καθώς οι απώλειες γίνονται πιο ανθεκτικές με την πάροδο του χρόνου. Η συριακή οικονομία βρίσκεται στη χειρότερη κατάσταση από τότε που ξέσπασε ο εμφύλιος και οι οικονομολόγοι εκτιμούν ότι η πρόκληση για τον Άσαντ είναι να σταματήσει την περαιτέρω επιδεινωσή της.
Οι Σύριοι πολίτες έχουν υποστεί δραματική μείωση της αγοραστικής τους δύναμης και σε συνδυασμό με τα αυξανόμενα επίπεδα χρέους δεν μπορούν να καλύψουν τις βασικές τους ανάγκες σε σίτιση. Ωστόσο, δεν φαίνεται να κατηγορούν αποκλειστικά για όλα τα δεινά τους τον Άσαντ, καθώς πέρα από την ευθύνη την οποία φέρει, στην κατάσταση της οικονομίας έχουν συμβάλλει οι κυρώσεις της Δύσης και η καταστροφή της χώρας από τον εμφύλιο πόλεμο.