Ο “δίκαιος” εμπορικός πόλεμος του Τραμπ
04/06/2018«Έχουμε εμπορικό έλλειμμα με την ΕΕ περίπου 151 δισ. αυτό το χρόνο, δύσκολο να το πιστέψεις, περιλαμβάνοντας 50 δισ. εμπορικό έλλειμμα στις παραγγελίες ειδών αυτοκινήτων». Αυτές ήταν οι λέξεις που χρησιμοποίησε ο πρόεδρος Τραμπ πριν ένα μήνα περίπου, κατά την επίσκεψη της Άνγκελα Μέρκελ στον Λευκό Οίκο, για να προαναγγείλει την επιβολή δασμών και στην Ευρώπη. Πράγματι, από τα ξημερώματα της 1η Ιουνίου, με τη λήξη της δίμηνης προθεσμίας, επιβλήθηκαν αμερικανικοί δασμοί σε προϊόντα αλουμινίου και χάλυβα. Όλα δείχνουν ότι ο εμπορικός πόλεμος ξεκίνησε.
Οι Γερμανοί δεν έκρυψαν την οργή τους για την αμερικανική κίνηση. Ο πρόεδρος της Ένωσης Χάλυβα Χανς Γιούγκενρ Κέρκχοφ μίλησε για παραβίαση των αρχών του Παγκόσμιου Οργανισμού Εμπορίου (ΠΟΕ) ενώ πρόσθεσε ότι το ζητούμενο τώρα είναι μια απόφαση του ΠΟΕ το συντομότερο δυνατόν. Σε πολιτικό επίπεδο, ο υπουργός Εξωτερικών Χάικο Μάας δήλωσε ότι «η σωστή απάντηση στην ερώτηση America First είναι η Europe United, Ευρώπη ενωμένη. Δεν μπορούμε να πούμε ότι αιφνιδιαστήκαμε ωστόσο δεν το καταλαβαίνουμε και δεν το θεωρούμε νόμιμο». Με λίγα λόγια ο Τραμπ πρέπει να είναι ο πιο αντιδημοφιλής Αμερικανός πρόεδρος στη Γερμανία εδώ και δεκαετίες.
Αυτό είναι κάτι που το γνωρίζει ο Αμερικανός πρόεδρος. Θυμόμαστε άλλωστε τι είχε δηλώσει σχετικά στη συνάντησή του με τη Μέρκελ: “Πολλοί Γερμανοί δεν με συμπαθούν και αυτό σημαίνει ότι κάνω καλή δουλειά. Εκπροσωπώ τις ΗΠΑ. Η Άνγκελα εκπροσωπεί τη Γερμανία και κάνει φανταστική δουλειά. Οι προκάτοχοί μου δεν έκαναν πολύ καλή δουλειά αλλά [Άνγκελα] θα προσπαθήσουμε να σε φτάσουμε“.
Τότε ο πρόεδρος κατέθεσε την δυσαρέσκειά του για τους διεθνείς οργανισμούς όπως, τον Παγκόσμιο Οργανισμό Εμπορίου «ο οποίος δεν συμπεριφέρθηκε καλά στις ΗΠΑ». Κατάφερε όμως να αποσπάσει δεσμεύσεις από την καγκελάριο για συνεργασία ώστε να επιλυθούν τα παραπάνω ζητήματα. «Θα συνεργαστώ με την Μέρκελ να μειώσουμε τα εμπόδια των αμερικανικών εξαγωγών, να διευθετήσουμε αυτές τις εμπορικές ανισορροπίες και να εμβαθύνουμε τους εμπορικούς δεσμούς μας» είπε. Η δε καγκελάριος μάλιστα είχε απαντήσει θετικά στις αμερικανικές αιτιάσεις, παραδεχόμενη ότι «ο πρόεδρος δεν είναι ικανοποιημένος με το έλλειμμα, γι’ αυτό είμαστε ήδη σε θέση να το μειώσουμε και έχουμε ακόμα δρόμο να κάνουμε».
«Θέλουμε δίκαιο εμπόριο ΗΠΑ και ΕΕ, θέλουμε ένα εμπόριο που ευθυγραμμίζεται με το πολυμερές εμπορικό σύστημα του Παγκόσμιου Οργανισμού Εμπορίου το οποίο για χρόνια δεν τα κατάφερε με τις εμπορικές συμφωνίες, έτσι οι διμερείς συμφωνίες το έχουν αντικαταστήσει» είχε δηλώσει τότε η Μέρκελ. Ωστόσο, η απάντηση της έμπειρης καγκελαρίου κράτησε και ένα μερίδιο ευθύνης για τους Αμερικανούς θίγοντας τις πρόσφατες φορολογικές μεταρρυθμίσεις του Τραμπ. «Εξαιτίας των φορολογικών ρυθμίσεων, οι ΗΠΑ έχουν γίνει ένας ελκυστικός χώρος για τις εταιρείες μας να επενδύσουν». Κατά την καγκελάριο, στον χώρο της αυτοκινητοβιομηχανίας εκατομμύρια αυτοκίνητα εξάγονται και εισάγονται δίνοντας δουλειά σε χιλιάδες Αμερικανούς εργαζόμενους.
Τα δυνατά χαρτιά Τραμπ
Ο Τραμπ της είχε επισημάνει τότε ότι η «στενή» και «ισχυρή» συμμαχία ΗΠΑ και Γερμανίας «πλουτίζει εκατομμύρια πολίτες» των δύο χωρών, ενώ υπάρχουν «τεράστιες εμπορικές δυνατότητες μεταξύ των ΗΠΑ και της ΕΕ». Οι Γερμανοί ιθύνοντες, όμως, γνωρίζουν πολύ καλά ότι η οικονομία τους είναι άμεσα εξαρτημένη από τις ΗΠΑ. Η αξία των εμπορικών συναλλαγών τους αγγίζουν τα 180 δισ. δολάρια με ένα γερμανικό εμπορικό πλεόνασμα 65 δισ. δολαρίων το 2017.
Επιπλέον δεν πρέπει να ξεχνάμε άλλους δύο εξαιρετικά σημαντικούς παράγοντες στις ευρωατλαντικές σχέσεις. Την αποχώρηση των ΗΠΑ από την συμφωνία με το Ιράν και την συμβολή της Ουάσινγκτον στο ΝΑΤΟ. Για την δε πρώτη, δημιουργείται τεράστιο πρόβλημα στις γερμανικές και ευρωπαϊκές επιχειρήσεις που εμπλέκονται με έργα στο Ιράν. Για την συνεισφορά στο ΝΑΤΟ ο Τραμπ ήταν σαφής. Θεωρεί ότι το ΝΑΤΟ είναι πολύ πιο χρήσιμο για την Ευρώπη από ότι είναι για τις ΗΠΑ. Μπορεί να το χαρακτήρισε «υπέροχο», αλλά «προστατεύει περισσότερο την Ευρώπη απ’ ότι προστατεύει εμάς» είχε πει, προσθέτοντας μάλιστα πως πρέπει «ο καθένας να πληρώνει το δίκαιο μερίδιό του… όλα τα μέλη πρέπει να τηρήσουν τη δέσμευσή τους για 2% και παραπάνω του ΑΕΠ τους στην άμυνα».
Πράγματι, υπάρχουν χώρες μέλη του ΝΑΤΟ μικρότερου μεγέθους από την Γερμανία, την Γαλλία ή το Ηνωμένο Βασίλειο που συνεισφέρουν δυσανάλογα στη Συμμαχία, όπως είναι η Πολωνία και η Ελλάδα. Ενώ η Γερμανία τα τελευταία χρόνια κουνάει το δάχτυλο στην άτακτη Ελλάδα που παρεκκλίνει των ευρωπαϊκών απαιτήσεων (π.χ ελλείμματα, χρέος κτλ), εδώ και δεκαετίες παρουσιάζει εμφανή ασυνέπεια στις δεσμεύσεις της έναντι του ΝΑΤΟ. Η Μέρκελ παραδέχτηκε ότι «δεν έχουμε πιάσει τον στόχο που θα έπρεπε, αλλά πλησιάζουμε. Στην άμυνα η Γερμανία έχει σκοπό να συνεισφέρει το 1,3% του ΑΕΠ στο ΝΑΤΟ, είναι μια αύξηση σχετικά με το παρελθόν».
Οι ευρωατλαντικές σχέσεις
O πρόεδρος του συνδέσμου Βιομηχάνων Ντίτερ Κεμπφ δήλωσε ότι ο Τραμπ «παίζει κορώνα γράμματα τη διατλαντική εταιρική σχέση που χρειάστηκε δεκαετίες για να χτιστεί». Αυτό όμως που δεν διαφεύγει σίγουρα της αμερικανικής πλευράς είναι ότι οι ευρωατλαντικές σχέσεις χρηματοδοτήθηκαν με αμερικανικά κεφάλαια, όπως επίσης και η ΕΕ. Η γερμανική βιομηχανία ενισχύθηκε σημαντικά από τις ΗΠΑ κατα την διάρκεια του Ψυχρού Πολέμου.
Η ευρύτερη συμβολή των ΗΠΑ στην ευρωπαϊκή οικοδόμηση υπήρξε καταλυτική και αυτό το αναγνώρισε και η Μέρκελ η οποία στην κοινή συνέντευξη Τύπου στην Ουάσινγκτον είχε ευχαριστήσει τον Τραμπ και τη χώρα του για την συνεισφορά τους και στην γερμανική επανένωση. «Μετά τον ψυχρό πόλεμο ο κόσμος ήταν ευχαριστημένος που η Γερμανία είχε μειωμένο διεθνή ρόλο διότι ο κόσμος θυμάται την περίοδο του εθνικοσοσιαλισμού που δημιουργήσαμε μια απίστευτη αδικία στον κόσμο. Στη μεταπολεμική περίοδο οι Γερμανοί πρέπει να αναλάβουμε μεγαλύτερη ευθύνη. Είμαστε περήφανοι που είμαστε η δεύτερη μεγαλύτερη χώρα που συνεισφέρει στο ΝΑΤΟ. Δεν μπορούμε να βασιστούμε σε άλλους όταν ξεσπάνε συγκρούσεις στο κατώφλι μας. Πρέπει η συμμετοχή μας να αυξηθεί τα χρόνια που έρχονται είτε μέσω στρατιωτικών επεμβάσεων(military engagement), μεγαλύτερο αμυντικό προϋπολογισμό είτε με πιο έντονη διπλωματία».
Μέχρι να αναλάβει όμως η Γερμανία πλήρως τις υποχρεώσεις της στο ΝΑΤΟ η αμερικανική οικονομία αιμορραγεί πληρώνοντας παράλληλα την άμυνα της Γερμανίας. Ο Αμερικανός πρόεδρος δείχνει αποφασισμένος να διορθώσει αυτή την αδικία.