Ο φοιτητής που συνέτριψε τα παιδιά του Πινοσέτ
21/12/2021Η ιστορία συχνά παρουσιάζει παράξενες συμπτώσεις. Μερικές μέρες πριν τις κρισιμότερες εκλογές της σύγχρονης ιστορίας της Χιλής (και γενικότερα της Λατινικής Αμερικής) όπου ένας 35χρονος υποψήφιος της Αριστεράς, αντιμετώπιζε έναν Ακροδεξιό πολιτικό επίγονο του Αουγκούστο Πινοσέτ, έμελλε να απεβιώσει, πλήρης ημερών, η χήρα του Χιλιανού δικτάτορα.
Με το που έγινε γνωστή η είδηση αρκετοί Χιλιανοί είχαν βγει στους δρόμους για να πανηγυρίσουν τον θάνατο της “σιδηράς κυρίας” μίας στρατιωτικής χούντας, που είχε ως απολογισμό πάνω από 3000 νεκρούς και “εξαφανισμένους” πολίτες. Η Λουσία Ιριάρτ πέθανε στα 98 της χρόνια, πριν δει το ιστορικό αποτέλεσμα των εκλογών της Κυριακής. Ένα αποτέλεσμα που δεν σήμανε μόνο τον καταποντισμό των υποψηφίων των παραδοσιακών κομμάτων, αλλά κινδυνεύει να σημάνει και το τέλος της κληρονομιάς του συζύγου της.
Στον δεύτερο γύρο των προεδρικών εκλογών ο Γκάμπριελ Μπόριτς, γέννημα-θρέμμα των φοιτητικών διαδηλώσεων που συντάραξαν την χώρα και υποστηριζόμενος από το Κομμουνιστικό Κόμμα, νίκησε με διαφορά 10 μονάδων (την οποία δεν είχαν προβλέψει οι δημοσκοπήσεις) τον υποψήφιο της άκρας Δεξιάς Χοσέ Αντόνιο Καστ. Διαφορά που δεν επέτρεψε στον Καστ να μην αποδεχτεί την ήττα του, όπως ήταν διάχυτος ο φόβος (διόλου αδικαιολόγητος) στην χιλιανή Αριστερά, καθώς οι μνήμες από την δικτατορία Πινοσέτ είναι ακόμα νωπές.
Ο Καστ που κατέκτησε το 44% των ψήφων, ευχήθηκε «καλή επιτυχία» στον Μπόριτς, όπως και ο απερχόμενος Χιλιανός πρόεδρος Σεμπαστιάν Πινιέρα. Αν και ο Πινιέρα είχε κάνει κατά την προεκλογική περίοδο έκκληση στους δύο υποψηφίους για “χαμηλούς τόνους”, τόσο ο υποψήφιος του κόμματος του, όσο και η χιλιανή Δεξιά, συντάχθηκαν με τον Καστ, έναν μέχρι πρότινος περιθωριακό Ακροδεξιό και ακραιφνή νοσταλγό της δικτατορίας Πινοσέτ.
Η κληρονομιά του Πινοσέτ
Όμως στην κληρονομιά του Χιλιανού δικτάτορα δεν ομνύουν μόνο ορισμένοι μεμονωμένοι και γραφικοί νοσταλγοί του στην χώρα. Είναι χαρακτηριστικό πως ο Πινοσέτ, ακόμα και μετά την ήττα του στο δημοψήφισμα του 1988 με το οποίο υποχρεώθηκε να παραδώσει την εξουσία, παρέμεινε αρχηγός του στρατού μέχρι το 1998 και βουλευτής της χιλιανής Βουλής. Αν και ετέθη σε κατ’ οίκον περιορισμό, ποτέ του δεν λογοδότησε για τα εγκλήματα του και απεβίωσε το 2006.
Στην πραγματικότητα η πολιτική παρακαταθήκη του δικτάτορα επισκιάζει την Χιλή, ακόμα και τις μέρες μας. Το Σύνταγμα που ισχύει στην χώρα είχε συνταχθεί στην εποχή της στρατιωτικής δικτατορίας. Αυτό ακριβώς το Σύνταγμα υπερασπίζονταν σθεναρά ο Καστ κατά την προεκλογική περίοδο, έναντι του ιστορικού αποτελέσματος του δημοψηφίσματος του 2020, στο οποίο οι Χιλιανοί είχαν ψηφίσει, με συντριπτική πλειοψηφία, την αναθεώρηση του.
Το δημοψήφισμα ήταν ένας ελιγμός του προέδρου Πινιέρα στις μαζικές και αιματηρές διαδηλώσεων που συντάραξαν την Χιλή το 2019, τις οποίες ο συντηρητικός πρόεδρος είχε αποτύχει να καταστείλει δια της βίας. Η παντελής διαχειριστική ανεπάρκεια του Πινιέρα, αλλά και τα σκάνδαλα που εμπλέκονταν το περιβάλλον του, αποδείχτηκαν “ούριος άνεμος” στην υποψηφιότητα Καστ, έστω και αν εμφανίστηκε “αντισυστημικός από τα… ακροδεξιά, κατηγορώντας τους παραδοσιακούς Δεξιούς πολιτικούς ότι δεν ήταν “αρκετά πινοσετικοί”!
Η Χιλή, οικονομικό εργαστήρι του νεοφιλελευθερισμού τα χρόνια της στρατιωτικής χούντας, σημαδεύτηκε από την οικονομική “συνταγή” του Πινοσέτ, ακόμα και μετά το τέλος της δικτατορίας: υψηλούς ρυθμούς ανάπτυξης, αλλά και την διόγκωση των κοινωνικοοικονομικών ανισοτήτων. Για αυτό και ο Μπόριτς στις πρώτες του δηλώσεις ως νικητής των εκλογών, δεσμεύτηκε στην φορολόγηση του μεγάλου πλούτου (του 1% του πληθυσμού που κατέχει το 25% του ΑΕΠ της χώρας) και πρόσβαση στις υπηρεσίες υγείας, παιδείας και ασφάλισης.
Αριστερός “άνεμος” στην Λατινική Αμερική
Γνωρίζοντας όμως τις ισορροπίες σε μία πολωμένη χώρα (το ποσοστό που εξασφάλισε ο Καστ είναι διόλου αμελητέο) ο Μπόριτς, του οποίου η σύζυγος είναι μάλιστα ελληνικής καταγωγής, δεσμεύτηκε και για «δημοσιονομική υπευθυνότητα». Προφανώς και επιδιώκει να καθησυχάσει και ένα μέρος των Δεξιών επικριτών του, που βλέπουν στην επικράτηση του τον κίνδυνο του τσαβισμού ή του “κομμουνισμού”.
Δεν αποτέλεσε έκπληξη που σύσσωμη η λατινοαμερικανική Αριστερά χαιρέτισε την νίκη Μπόριτς, θεωρώντας πως σηματοδοτεί το τέλος της Δεξιάς παλινόρθωσης που σημειώθηκε σε αρκετές χώρες της Λατινικής Αμερικής και όχι μόνο με δημοκρατικές μεθόδους. Στην Ονδούρα η Δεξιά κατείχε την εξουσία από το 2009 χάρη σε ένα στρατιωτικό πραξικόπημα που είχε ανατρέψει την κυβέρνηση του Αριστερού προέδρου Εμανουέλ Σελάγια (η σύζυγος του οποίου θριάμβευσε στις εκλογές του 2021). Το 2019 στρατιωτικό πραξικόπημα είχε ανατρέψει τον Αριστερό πρόεδρο Έβο Μοράλες στην Βολιβία.
Όμως και στην χώρα που είχε εκτελεστεί ο Τσε Γκεβάρα, οι πραξικοπηματίες και οι πολιτικοί τους σύμμαχοι δεν γλίτωσαν τον εξευτελισμό, ένεκα της φαυλότητας και της ανεπάρκειας τους, καθώς το κόμμα του Μοράλες θριάμβευσε και πάλι στις εκλογές που ακολούθησαν. Η κρισιμότερη αναμέτρηση είναι οι επικείμενες εκλογές στην Βραζιλία, όπου ο Αριστερός πρώην πρόεδρος της χώρας Λούλα Ντα Σίλβα, είναι το φαβορί έναντι του Ακροδεξιού νυν προέδρου Ζαίρ Μπολσονάρο. Το ενδιαφέρον είναι πώς με τον Λούλα έχει συνταχθεί και ένα μέρος του συντηρητικού πολιτικού κατεστημένου, που λίγο παλαιότερα τον είχε λυσσαλέα πολεμήσει.