Ο Μπάιντεν προαναγγέλλει την αποδόμηση της εξωτερικής πολιτικής Τραμπ

Ο Μπάιντεν προαναγγέλλει την αποδόμηση της εξωτερικής πολιτικής Τραμπ, Γιώργος Πρωτόπαπας

Το αποτέλεσμα των αμερικανικών εκλογών αναμένεται να κρίνει και την εξωτερική πολιτική που θα ακολουθήσουν οι ΗΠΑ, καθώς μια νίκη του Δημοκρατικού υποψηφίου Τζο Μπάιντεν κατά του προέδρου Ντόναλντ Τραμπ θα επαναφέρει την πολιτική, που ακολούθησε ο πρώην πρόεδρος Μπάρακ Ομπάμα, δηλαδή τη χρήση της   διπλωματίας ως πρώτη επιλογή για την αντιμετώπιση των “καυτών” θεμάτων.

Όμως λίγες ώρες πριν το τελικό αποτέλεσμα των αμερικανικών εκλογών μια συγκριτική παράθεση της εξωτερικής πολιτικής Τραμπ και Μπάιντεν είναι χρήσιμη, καθώς θα βοηθήσει στην εξαγωγή συμπερασμάτων. Ο Τραμπ εφαρμόζει το δόγμα του απομονωτισμού “Πρώτα η Αμερική” με έμφαση και σε μια οικονομική εξωτερική πολιτική. Ο Μπάιντεν αναμένεται να επικεντρώσει την αμερικάνικη εξωτερική πολιτική στην επαναφορά των συμμαχιών με στόχο τη δημιουργία μιας καλύτερης εικόνας των ΗΠΑ σε διεθνές επίπεδο.

Ο Δημοκρατικός υποψήφιος έχει δηλώσει ότι θα επαναφέρει τις ΗΠΑ στην πυρηνική συμφωνία του Ιράν, εάν η Τεχεράνη αρχίσει να εφαρμόζει τους όρους της. Επίσης, θα απαιτήσει στενή συνεργασία με τους συμμάχους και άμεση έναρξη νέων διαπραγματεύσεων. Το Ιράν έχει ανακοινώσει ότι δεν θα περιορίζεται στους στόχους που έχουν τεθεί από τη συμφωνία, εξαιτίας της εκστρατείας που η κυβέρνηση Τραμπ έχει κηρύξει εναντίον της Τεχεράνης

Σχετικά με την Κίνα, ο Μπάιντεν έχει δηλώσει ότι υπάρχουν τομείς που είναι προς το συμφέρον των ΗΠΑ να συνεργαστούν με το Πεκίνο, συμπεριλαμβανομένης της αλλαγής του κλίματος και την Βόρεια Κορέα. Σύμβουλοι του Μπάιντεν υποστηρίζουν ότι θα έχει στενή συνεργασία με συμμάχους για να δημιουργήσει ένα ενιαίο μέτωπο σε θέματα, όπως η τεχνολογία, το 5G, η κλοπή πνευματικής ιδιοκτησίας και η επέκταση της Κίνας στα ασιατικά ύδατα. Ο Μπάιντεν ενστερνίζεται την άποψη της κυβέρνησης Ομπάμα, ότι η ένταξη της Κίνας στο διεθνές σύστημα είναι ο πιο αποτελεσματικός τρόπος για να διασφαλίσουν οι ΗΠΑ, ότι τηρεί τους διεθνείς κανόνες.

Αναφορικά, με την Νέα Συνθήκη START για τον περιορισμό των πυρηνικών όπλων, που εκπνέει λίγο μετά τις εκλογές, σύμβουλοι του Μπάιντεν υποστηρίζουν ότι θα καταστήσει άμεση προτεραιότητα του την επέκταση της συμφωνίας. Διαφορετικά, ο Μπάιντεν θα συνεργαστεί στενά με τους συμμάχους για την αντιμετώπιση της ρωσικής επιθετικότητας και παραπληροφόρησης.

Μπάιντεν και Ισραήλ

Οι σχέσεις με το Ισραήλ αποτελούν παραδοσιακή προτεραιότητα των αμερικανών προέδρων και ο Μπάιντεν δεν θα αποκλίνει. Έχει δηλώσει ότι δεν θα μετακινήσει την αμερικανική πρεσβεία από την Ιερουσαλήμ πίσω στο Τελ Αβίβ. Ωστόσο, θα αποκαταστήσει τις σχέσεις των ΗΠΑ με τους Παλαιστινίους και θα ανοίξει πάλι το αμερικανικό προξενείο στην Ανατολική Ιερουσαλήμ για να βοηθήσει τον παλαιστινιακό πληθυσμό. Ο Μπάιντεν υποστηρίζει σθεναρά το Ισραήλ και πιστεύει σε μια λύση δύο κρατών και όχι στη λήψη μέτρων που δυσκολεύουν την επίτευξη αυτής της λύσης.

Επιπλέον, ο Μπάιντεν έχει αντιμετωπίσει με σκωπτικό τρόπο τις προσπάθειες του Ντόναλντ Τραμπ να προσεγγίσει φιλικά τον ηγέτη της Βόρειας Κορέας Κιμ Γιονγκ Ουν, ο οποίος συνεχίζει το πυρηνικό πρόγραμμα της χώρας του παρά τις συναντήσεις υψηλού επιπέδου με τον Αμερικανό πρόεδρο. Ο Μπάιντεν κατά τη διάρκεια τηλεοπτικού ντιμπέιτ, δήλωσε ότι για να συναντηθεί με τον Κιμ Γιονγκ Ουν, θα πρέπει αυτός να συμφωνήσει να περιορίσει τις πυρηνικές δυνατότητες της χώρας του.

Ο Τραμπ παραμένει πιστός στο δόγμα η “Πρώτα η Αμερική” και κατά τη διάρκεια της θητείας του οι ΗΠΑ εγκατέλειψαν την πυρηνική συμφωνία για τον Ιράν, αποχώρησαν από τη συμφωνία του Παρισιού για τον Κλίμα, από τη Συνθήκη για τις Πυρηνικές Δυνάμεις Μεσαίας Εμβέλειας και από τη Συμφωνία Ελεύθερου Εμπορίου (Trans-Pacific Partnership ή TPP). Ταυτόχρονα, η κυβέρνηση Τραμπ μετατόπισε τον αμερικανικό μηχανισμό εθνικής ασφάλειας που επικεντρώνονταν εδώ και δεκαετίες στη Μέση Ανατολή προς την Κίνα. Η Ουάσιγκτον θεωρεί ότι η Κίνα αποτελεί τη μεγαλύτερη απειλή για τις ΗΠΑ μέσα στις επόμενες δεκαετίες

Ένα άλλο σημείο της εξωτερικής πολιτικής του Τραμπ, ήταν η απόφαση του να μεταφέρει την αμερικανική πρεσβεία από το Τελ Αβίβ στην Ιερουσαλήμ, μια κίνηση που προκάλεσε αντιδράσεις και προμήνυε και μια ακόμα παλαιστινιακή ιντιφάντα, που όμως δεν έχει γίνει. H μεταφορά της πρεσβείας έχει λάβει ευρεία διακομματική υποστήριξη.

Τραμπ και Μέση Ανατολή

Η κυβέρνηση Τραμπ πέτυχε και την ομαλοποίηση των σχέσεων μεταξύ Ισραήλ και Ηνωμένων Αραβικών Εμιράτων και Μπαχρέιν, δύο από τους πιο στενούς συμμάχους των ΗΠΑ στη Μέση Ανατολή. Ο Λευκός Οίκος χαρακτήρισε αυτές τις εξελίξεις ως “αυγή μιας νέας Μέσης Ανατολής”. Η ομαλοποίηση των σχέσεων του Ισραήλ με τις δύο αυτές αραβικές χώρες, επαινέθηκε τόσο από Δημοκρατικούς, όσο και από Ρεπουμπλικάνους γερουσιαστές.

Μεγάλη επιτυχία της εξωτερικής πολιτικής του Τραμπ θεωρείται και η νίκη επί του Ισλαμικού Κράτους στη Μέση Ανατολή. Οι ΗΠΑ τον Οκτώβριο του 2019 σκότωσαν τον αρχηγό του Αμπού Μπακρ Αλ Μπαγκντάντι. Το Ισλαμικό Κράτος το 2014 είχε καταλάβει πάνω από 41.000 τετραγωνικά μίλια εδάφους μεταξύ Ιράκ και Συρίας και είχε υπό τον έλεγχό του περισσότερα από 7 εκατομμύρια άτομα.

Η προσεκτική ανάγνωση της εξωτερικής πολιτικής Τραμπ και Μπάιντεν, αντανακλά τις διαφορετικές ιδεολογίες τους. Ο πρώην πρόεδρος Τζορτζ Ο. Μπους ακολούθησε μια νεοσυντηρητική εξωτερική πολιτική βασισμένη σε πολεμικά δόγματα. Ο πρώην πρόεδρος Μπάρακ Ομπάμα επανέφερε την αμερικανική εξωτερική πολιτική στο δρόμο της διπλωματίας και των συμμαχιών.

Ο πρόεδρος Ντόναλντ Τραμπ ακολουθεί μια δική του εξωτερική πολιτική, “Πρώτα η Αμερική”, καθώς δεν επιθυμεί ο υπόλοιπος κόσμος να λειτουργεί εις βάρος της Αμερικής, με το να χρηματοδοτείται από αυτήν. Ο Δημοκρατικος υποψηφιος Τζο Μπάιντεν σκοπεύει να ακολουθήσει την πολιτική του Μπάρακ Ομπάμα ακυρώντας πολλές από τις επιλογές του Τραμπ.