Ο πόλεμος των λέξεων ΗΠΑ-Βρετανίας κατά της Ρωσίας
04/02/2022Ο καταιγισμός “ειδήσεων” και προειδοποιήσεων σχετικά με την –υποτιθέμενη– επικείμενη ρωσική εισβολή στην Ουκρανία πλημμυρίζει τα δελτία ενημέρωσης σε ΗΠΑ και Βρετανία και αναπαράγεται αφειδώς σε όλα τα Δυτικά ΜΜΕ και προφανώς στην Ουκρανία. Αυτός ο πόλεμος των λέξεων έχει εκτοπίσει από τα πρωτοσέλιδα τα ατοπήματα της αμερικανικής πολιτικής ζωής (λογοκρισία βιβλίων, κλπ) και τα κορωνοπάρτι του Μπόρις Τζόνσον.
Είναι τουλάχιστον περίεργο ότι όλος αυτός ορυμαγδός σε ΜΜΕ και κοινωνικά δίκτυα στροβιλίζεται γύρω από μια εισβολή που δεν έχει γίνει και που ίσως να μην γίνει ποτέ. Αλλά ακόμα και εάν πραγματοποιηθεί είναι ξεκάθαρο πως δεν θα επηρεάσει άμεσα την ασφάλεια της Ευρώπης, πολλώ δε μάλλον την ασφάλεια των ΗΠΑ. Είναι ακόμη πιο περίεργο το γεγονός ότι στην Ουκρανία η ζωή συνεχίζεται κανονικά, με τους πολίτες να ασχολούνται με τα καθημερινά τους προβλήματα, όπως την ακρίβεια, την διαφθορά, την ανεργία και όλα αυτά που ελάχιστα έχουν να κάνουν με την καλλιεργούμενη πολεμική ατμόσφαιρα.
Κάποια ουκρανικά ΜΜΕ, προσκείμενα στο πρόεδρο Ζελένσκι, αναπαράγουν τα δυτικά δημοσιεύματα και μάλιστα υπερθεματίζουν, αλλά κυρίως είναι αγγλόφωνα. Χαρακτηριστικό παράδειγμα η εφημερίδα Kyiv Post, ιδιοκτησίας του Σύρου μεγιστάνα Αντνάν Κιβάν, η οποία σε άρθρο σύνταξης, με την ευκαιρία της επίσκεψης Τζόνσον στο Κίεβο έγραψε: «Όποιες και αν είναι οι προκλήσεις και τα σκάνδαλα που μπορεί να αντιμετωπίζει ο Βρετανός πρωθυπουργός Μπόρις Τζόνσον στο εσωτερικό, αναμφίβολα έχει αναδειχθεί ως ένας Ευρωπαίος ηγέτης με α@@… έχει αποδείξει ότι είναι πραγματικός φίλος της Ουκρανίας».
Τα τύμπανα του πολέμου
Στην μεγαλύτερη σε κυκλοφορία ουκρανική εφημερίδα (expres.online), πάντως, το θέμα της ενδεχόμενης ρωσικής εισβολής δεν αναφέρεται, παρά μόνον σε ένα μικρό άρθρο για τα λεγόμενα του Τζόνσον κατά την επίσκεψη του. Αντίθετα το κύριο πρωτοσέλιδο άρθρο τιτλοφορείται: “Καταργήθηκε η στρατιωτική θητεία στην Ουκρανία: Ο Ζελένσκι υπέγραψε διάταγμα”!
Η αρχική αναφορά για τις αναπτύξεις ρωσικών στρατευμάτων και για πιθανή εισβολή τους προήλθαν από ένα έγγραφο των αμερικανικών μυστικών υπηρεσιών που διέρρευσε στην Washington Post στις αρχές Δεκεμβρίου. Από την αρχή, οι αναφορές από την Δύση εστίασαν στην ανάπτυξη 100.000 (ή και περισσότερων) Ρώσων στρατιωτών στα ανατολικά ουκρανικά σύνορα (στο Ντονμπάς), όπου εδώ και οκτώ χρόνια συνεχίζεται μιας χαμηλής έντασης σύρραξη.
Στη συνέχεια ήρθαν ρεπορτάζ για ασκήσεις με πραγματικά πυρά στη ρωσική πλευρά των συνόρων. Μετά άρχισε ο “βομβαρδισμός” της δυτικής κοινής γνώμης με ειδήσεις για ανάπτυξη ρωσικών στρατευμάτων στη Λευκορωσία κοντά στα βόρεια σύνορα της Ουκρανίας. Ας σημειωθεί ότι το Κρεμλίνο μιλάει για συνήθεις στρατιωτικές ασκήσεις. Στη Δύση θεωρήθηκαν πρόσχημα για μια γρήγορη ρωσική επίθεση στην Ουκρανία, χωρίς όμως αυτό να προκύπτει από κάποια έγγραφα, ή υποκλαπείσες επικοινωνίες. Ακόμη και ΜΜΕ που δεν ήταν πρόθυμα να υιοθετήσουν αυτή τη πολεμική ρητορική στη Δύση αναγκαστικά την μετέφεραν στους αναγνώστες τους, αφού εκφράζεται από τις ίδιες τις δυτικές κυβερνήσεις.
Ο πόλεμος των λέξεων και ο ρόλος του Λονδίνου
Ο υπουργός Άμυνας του Ηνωμένου Βασιλείου, Μπεν Γουάλας, ανέβασε τους τόνους όταν στις 17 Ιανουαρίου, αντιπαρατέθηκε σε κάθε σημείο ενός άρθρου του Πούτιν για τις σχέσεις Ρωσίας-Ουκρανίας. Η κριτική του στηρίχθηκε στην δική του υποκειμενική ανάγνωση ότι το άρθρο δείχνει τις προθέσεις της Μόσχας να επαναφέρει την Ουκρανία στη ρωσική σφαίρα επιρροής δια της βίας.
Από τότε, η Βρετανία έχει κάνει ευρεία προπαγανδιστική χρήση της αποστολής 2.000 αντιαρματικών πυραύλων στην Ουκρανία, μαζί με 30 εκπαιδευτές. Ακολούθησαν οι ΗΠΑ με αποστολές 80 τόνων αυτού που αποκάλεσαν “θανατηφόρα βοήθεια”, πράγμα που υπονοεί οπλισμό ή πυρομαχικά σε αντίθεση με αποστολές υλικού που οι ΗΠΑ αποκαλούν “μη-θανατηφόρα βοήθεια”, δηλαδή οχήματα, ιατροφαρμακευτικό υλικό, υλικό επικοινωνιών, κλπ.
Αυτό τον οργασμό πολεμικής ρητορικής που παροξύνει την ένταση δεν ακολούθησαν άλλες δυτικοευρωπαϊκές χώρες, όπως η Γερμανία και η Γαλλία. Το αποτέλεσμα είναι ειδικά οι δύο αυτές χώρες να κατηγορούνται από κάποιους Αμερικανούς και Βρετανούς σχολιαστές ότι –ούτε λίγο, ούτε πολύ– έχουν συμφέροντα στη Ρωσία για τα οποία θα “πουλήσουν” την Ουκρανία.
“Ενσωματωμένοι” Βρετανοί δημοσιογράφοι
Ο ιδιότυπος αυτός προπαγανδιστικός πόλεμος των ΜΜΕ εντάθηκε όταν Βρετανοί δημοσιογράφοι με τηλεοπτικά συνεργεία ενσωματώθηκαν σε μονάδες του ουκρανικού στρατού, μεταδίδοντας εικόνες από χαρακώματα που θύμιζαν τον Α’ Παγκόσμιο Πόλεμο. Τα σχόλια των δημοσιογράφων ήταν γεμάτα από “πατριωτικό” ενθουσιασμό για μια ξένη χώρα. Οι “καλοί Ουκρανοί” θα έδιναν ένα μάθημα στους “κακούς Ρώσους”. Οι δε Βρετανοί δημοσιογράφοι τονίζουν με κάθε τρόπο το αξιόμαχο των ουκρανικών ενόπλων δυνάμεων.
Την σκυτάλη ανέλαβε η ίδια υπουργός Εξωτερικών της Βρετανίας Λιζ Τρας, η οποία –σε συνέντευξη στο BBC στις 26 Ιανουαρίου– επανέλαβε τον προηγούμενο ισχυρισμό του Λονδίνου σχετικά με ένα επικείμενο ρωσικό σχέδιο αντικατάστασης της σημερινής κυβέρνησης στην Ουκρανία από μία άλλη πιστή στη Μόσχα. Ο ισχυρισμός βασιζόταν –όπως είχε πει– σε πληροφορίες των βρετανικών μυστικών υπηρεσιών, δηλαδή μηδέν τεκμηρίωση. Και βέβαια μέχρι τώρα τουλάχιστον, ο βρετανικός ισχυρισμός αποδείχτηκε ανυπόστατος.
Παρόλο που Ουάσινγκτον και Λονδίνο συνεχώς και σε υψηλούς τόνους προειδοποιούν για επικείμενη ρωσική εισβολή, οι προειδοποιήσεις τους δεν συνάδουν με την κατάσταση επί του πεδίου. Όχι μόνο επειδή η Μόσχα αρνείται ότι έχει πρόθεση εισβολής, αλλά και επειδή η ίδια η Ουκρανία παραμένει αφύσικα ήρεμη. Θα περίμενε κανείς ότι θα επιδιδόταν σε πυρετώδεις προετοιμασίες για να αντιμετωπίσει ρωσική εισβολή.
Βρετανικές μπίζνες
Οι εμπλεκόμενοι δημοσιογράφοι και αναλυτές γράφουν διάφορα αληθοφανή σενάρια για το τι μπορεί να προκαλέσει αυτό τον πολύ-διαφημιζόμενο πόλεμο. Κανείς, ωστόσο, δεν εξηγεί γιατί ΗΠΑ και Βρετανία έχουν αναλάβει αυτή την τεράστια καμπάνια ενάντια σε έναν πόλεμο, ο οποίος δεν έχει γίνει και δεν υπάρχει η παραμικρή απόδειξη ότι θα γίνει και μάλιστα μέσα σ’ ένα βαρύ χειμώνα.
Το γιατί η ρωσική απειλή για την Ουκρανία “παίζει” τόσο πολύ επικοινωνιακά τώρα, πιθανώς να συνδέεται με την ανταλλαγή κειμένων μεταξύ Μόσχας και Ουάσινγκτον σχετικά με την αρχιτεκτονική ασφαλείας στην Ευρώπη και τον ρόλο του ΝΑΤΟ. Φαίνεται ότι οι Μπάιντεν και Τζόνσον αποφάσισαν να παρουσιάσουν αυτά τα έγγραφα περίπου σαν ρωσικά τελεσίγραφα και να αποδείξουν –ο καθένας για τους δικούς του λόγους συχνά εσωτερικούς– ότι είναι σκληροί παίκτες. Η αντιρωσική ρητορική, εξάλλου, έχει αποδειχθεί πως εξακολουθεί να “πουλάει” πολιτικά.
Επιπροσθέτως, η Βρετανία διαβλέπει ένα επιχειρηματικό κενό στην Ουκρανία, το οποίο η ΕΕ και οι ΗΠΑ δεν έχουν καλύψει. Για την ακρίβεια, δείχνουν απροθυμία, λόγω του στρεβλού επιχειρηματικού τοπίου, της διαφθοράς, αλλά ίσως επηρεασμένοι και από τη δική τους ρητορική περί επικείμενου πολέμου. Είναι χαρακτηριστικό, ότι κατά την επίσκεψη του στο Κίεβο πριν μερικές μέρες, ο Τζόνσον κατάφερε να αποσπάσει συμβόλαια κατασκευής ναυτικών βάσεων και ναυπήγησης περιπολικών.
Ο τρόπος που χειρίζονται το Ουκρανικό η Ουάσινγκτον και το Λονδίνο, δηλαδή η πολεμική ρητορική περί επικείμενης ρωσικής εισβολής, δεν ενέχει ρίσκο. Εάν η Ρωσία εισβάλει, θα φανεί ότι είχαν δίκιο. Θα μπορούν να δηλώνουν δικαιωμένοι και να δαιμονοποιήσουν τον Πούτιν. Εάν πάλι η Ρωσία δεν εισβάλει, θα μπορούν να ισχυρίζονται ότι ήταν η σκληρή τους στάση που απέτρεψε την εισβολή, υποχρεώνοντας τον Πούτιν σε υποχώρηση! Με άλλα λόγια, “μονά ζυγά δικά τους”…