Ο “νέος αμερικανικός αιώνας” – Το αυτοκρατορικό όνειρο των νεοσυντηρητικών

Εκλογές ΗΠΑ: Ο Τζόρτζ Μπους δεν θα εκφράσει την προτίμησή του για κάποιον υποψήφιο

Η 11η Σεπτεμβρίου 2001, εκτός των άλλων συνεπειών της, άνοιξε τον δρόμο για την πολιτική κυριαρχία της ομάδας των νεοσυντηρητικών και την εφαρμογή της στρατηγικής τους για το “νέο αμερικανικό αιώνα” που δεν ήταν τίποτα περισσότερο από αυτοκρατορικό όνειρο. Οι ίδιοι είχαν μιλήσει αρκετά χρόνια πριν για το αναγκαίο σοκ που θα λειτουργούσε σαν καταλύτης για την επικράτηση των απόψεών τους. Μετά την τρομοκρατική επίθεση, η προεδρία Τζορτζ Μπους υπέκυψε πλήρως στην επιρροή των νεοσυντηρητικών και υιοθέτησε μία χονδροειδή ηγεμονική πολιτική ακόμα και έναντι των Ευρωπαίων. Υιοθέτησε ένα αυτοκρατορικό μοντέλο χειρισμού των διεθνών υποθέσεων.

Αυτό δεν φάνηκε στον πόλεμο του Αφγανιστάν, επειδή δεν προέκυψε διαφωνία. Ο σκοπός της εξάρθρωσης της Αλ Κάιντα ήταν πλήρως αποδεκτός όχι μόνο από τους Ευρωπαίους, αλλά και από το σύνολο σχεδόν της διεθνούς κοινότητας. Γι’ αυτό και η αντιτρομοκρατική συμμαχία ήταν τόσο ευρεία. Γι’ αυτό και ο πόλεμος για την ανατροπή του καθεστώτος των Ταλιμπάν πραγματοποιήθηκε με καθολική σχεδόν υποστήριξη.

Τα σημάδια της νέας μονομερούς στρατηγικής, όμως, υπήρχαν από τότε. Ενδεικτική ήταν η δήλωση του τότε προέδρου Mπους ενώπιον του Κογκρέσου ότι όποια χώρα δεν συνταχθεί με τις ΗΠΑ (δηλαδή με την πολιτική του) θα θεωρείται ότι υποστηρίζει την τρομοκρατία! Δεν επρόκειτο απλώς και μόνο για μία φορτισμένη αντίδραση, που αντανακλούσε τη δικαιολογημένη επιδίωξη της τιμωρίας των τρομοκρατών. Ήταν και δείγμα γραφής του νέου ρόλου που η υπερδύναμη ανέθετε στον εαυτό της.

Σύμφωνα με τη νεοσυντηρητική στρατηγική, το διεθνές θεσμικό πλαίσιο, που είχε οικοδομηθεί μετά τον Β’ Παγκόσμιο Πόλεμο και ίσχυσε καθ’ όλη την περίοδο του διπολισμού, δεν αντιστοιχούσε στον συσχετισμό δυνάμεων, ο οποίος διαμορφώθηκε μετά την κατάρρευση της Σοβιετικής Ένωσης. Η προεδρία Μπους δεν επεδίωξε την επιβολή κάποιων νέων, πιο ευνοϊκών για τα αμερικανικά συμφέροντα διεθνών ρυθμίσεων.

Είχε πάψει να ενδιαφέρεται για την τήρηση των προσχημάτων ακόμα και εκεί που μπορούσε να το πράξει χωρίς κόστος για τα συμφέροντά της. Αρνιόταν να αποδεχθεί διεθνείς κανόνες σ’ όλα τα επίπεδα, ακόμα και εάν στη δεδομένη στιγμή εξυπηρετούσαν την πολιτική της. Η τάση της ήταν να έχει κάθε στιγμή τα χέρια της ελεύθερα για να κρίνει κάθε φορά κατά περίπτωση και χωρίς περιορισμούς.

Απόπειρα αποδόμησης του ΟΗΕ

Πάντα κατά τη νεοσυντηρητική στρατηγική, οι ΗΠΑ δεν είχαν ανάγκη διεθνές θεσμικό πλαίσιο για να ασκήσουν τον ηγεμονικό ρόλο τους. Η δύναμη επιβολής τους στηριζόταν στην πεποίθηση ότι, ως μοναδική στρατιωτική, οικονομική και κατ’ επέκταση πολιτική υπερδύναμη, μπορούσαν να επιβάλλουν τη θέλησή τους. Αυτό ακριβώς ήταν η ουσία του δόγματος Μπους. Παραχώρησαν στον εαυτό τους το δικαίωμα να αποφαίνονται κατά βούληση ότι ο άλφα ή ο βήτα παράγοντας συνιστά απειλή για τα αμερικανικά συμφέροντα και στη συνέχεια να του καταφέρουν προληπτικά μονομερή στρατιωτικά πλήγματα.

Λογική συνέχεια αυτής της αντίληψης ήταν ότι η προεδρία Μπους προσανατολίστηκε στην αποδόμηση του ΟΗΕ. Ειδικά του Συμβουλίου Ασφαλείας, το οποίο νομιμοποιεί πολιτικά τη λήψη μέτρων εναντίον κάποιας χώρας και κατά κάποιον τρόπο διαμορφώνει τη διεθνή νομιμότητα. Θεωρούσε ότι το δικαίωμα βέτο των πέντε μονίμων μελών αυτού του οργάνου ήταν εμπόδιο. Με άλλα λόγια, η Ουάσινγκτον είχε θέσει στόχο να απαλλαγεί από θεσμούς που μπορούσαν να περιορίζουν την επεμβατική πολιτική της. Έχοντας εμπιστοσύνη στη δύναμη επιβολής της, ήταν απρόθυμη να αναλάβει οποιεσδήποτε νομικές δεσμεύσεις. Προτιμούσε τη ρευστότητα, επειδή της επέτρεπε πλήρη ελευθερία κινήσεων.

Στο πλαίσιο αυτό, οι Αμερικανοί αποσύρθηκαν από τη συμφωνία με τη Μόσχα για τους αντιβαλλιστικούς πυραύλους (συνθήκη ABM). Την εποχή που έστηναν Ειδικά Ποινικά Δικαστήρια, όπως αυτό για τον πόλεμο στη Γιουγκοσλαβία που δίκασε το Σλόμπονταν Μιλόσεβιτς, αρνιόντουσαν επίμονα τη σύσταση του Διεθνούς Ποινικού Δικαστηρίου. Και όταν –μετά την κύρωση της σχετικής συμφωνίας από τον αναγκαίο αριθμό χωρών– αυτό συστήθηκε, οι ΗΠΑ επιδόθηκαν σ’ έναν αγώνα να εξαιρεθούν οι Αμερικανοί πολίτες από τη δικαιοδοσία του! Φοβούνταν ότι δικοί τους αξιωματούχοι θα μπορούσαν να διωχθούν για εγκλήματα κατά της ανθρωπότητας. Επίσης, έγραψαν στα παλαιότερα των υποδημάτων τους το διεθνές δίκαιο, όπως στην περίπτωση του στρατοπέδου-φυλακής στο Γκουαντάναμο.

Το αυτοκρατορικό όνειρο

Η Ουάσινγκτον διακήρυξε το δικαίωμά της όχι μόνο να αναλαμβάνει κατά βούληση και μονομερώς προληπτική στρατιωτική δράση οπουδήποτε στον κόσμο αυτή έκρινε αναγκαίο, αλλά και να ανατρέπει καθεστώτα και να “αναμορφώνει” χώρες! Με άλλα λόγια, αυτοαναγορεύθηκε ταυτοχρόνως σε δικαστή και σε παγκόσμιο χωροφύλακα. Υποβάθμισε ακόμα και το ΝΑΤΟ, αφού τυπικά οι χώρες-μέλη είναι ισότιμες και ισχύει το δικαίωμα βέτο.

Οι παραδοσιακοί σύμμαχοι του Ψυχρού Πολέμου δεν είχαν πια την παλιά αξία τους επί προεδρία Μπους. Στα κρίσιμα μέτωπα, η Ατλαντική Συμμαχία υποκαταστάθηκε από ad hoc “συνασπισμούς προθύμων”. Ουσιαστικά, προσπαθούσαν να ολοκληρώσουν τη διαδικασία εγκαθίδρυσης μίας νέας τάξης πραγμάτων, η οποία εύστοχα αποκλήθηκε Pax Americana. Η στρατηγική αυτή τυπικώς επιβλήθηκε μετά το 2001, αλλά ουσιαστικά είχε αρχίσει να εφαρμόζεται πιο διακριτικά από τη δεκαετία του 1990 ως αποτέλεσμα της νίκης στον Ψυχρό Πόλεμο. Απλώς, η κυβέρνηση Μπους εφάρμοσε μία ακραία και χοντροκομμένη εκδοχή της.

Πτυχή της ίδιας νεοσυντηρητικής στρατηγικής ήταν η περιβόητη “αναμόρφωση” της Μέσης Ανατολής. Οι ΗΠΑ δεν έκρυψαν τις προθέσεις τους. Δεν επεδίωκαν μόνο την ανατροπή του Σαντάμ Χουσεΐν στο Ιράκ και την αντικατάστασή του από ένα φιλοαμερικανικό καθεστώς. Επεδίωκαν να ελέγξουν συνολικά την πλούσια σε πετρέλαια αυτή χώρα και ευρύτερα περιοχή. Το Ιράκ ήταν γι’ αυτούς ο δεύτερος κρίκος (μετά το Αφγανιστάν) μίας στρατιωτικής, πολιτικής και οικονομικής επιχείρησης, η οποία θα άλλαζε ριζικά την εικόνα της Μέσης Ανατολής.

Ο “άξονας του κακού”

Οι νεοσυντηρητικοί δεν πτοήθηκαν από το μεγάλης έντασης παγκόσμιο αντιπολεμικό κίνημα. Το περιφρονούσαν. Όσο χειραγωγούσαν την αμερικανική κοινή γνώμη, δεν ανησυχούσαν. Η 11η Σεπτεμβρίου 2001 λειτούργησε σαν καταλύτης. Εμφύτευσε την ανασφάλεια και επέτρεψε στη σκληροπυρηνική πτέρυγα των Ρεπουμπλικάνων (Νεοσυντηρητικοί) να κάμψει τις εσωτερικές αντιστάσεις και να επιβάλει τη στρατηγική της.

Ο Λευκός Οίκος είχε εξαρχής ταξινομήσει δημοσίως τη Συρία και το Ιράν στον “άξονα του κακού”, αφήνοντας σαφώς να εννοηθεί ότι θα ήταν οι επόμενοι στόχοι της “σταυροφορίας” του. Οι απειλές ήταν επανειλημμένες και ευθείες. Αμερικανοί αξιωματούχοι δεν παρέλειπαν να υπενθυμίζουν στις δύο αυτές χώρες το πάθημα του Ιράκ, την ανατροπή του Σαντάμ Χουσεΐν. Υπενθυμίζουμε ότι η Τεχεράνη είχε βοηθήσει εμμέσως, αλλά αποτελεσματικά, τους Αμερικανούς στον πόλεμό τους εναντίον των Ταλιμπάν. Αυτό δεν εμπόδισε, όμως, τον πρόεδρο Μπους να στραφεί εναντίον της.

Νεοσυντηρητικοί παράγοντες είχαν φθάσει στο σημείο να ζητήσουν από το Στέιτ Ντιπάρτμεντ να χαρακτηρίσει και τη Σαουδική Αραβία εχθρική χώρα και να μεθοδεύσει την ανατροπή του θεοκρατικού καθεστώτος της. Κατηγορούσαν (όχι αβάσιμα) το άκρως συντηρητικό και ταυτοχρόνως φιλοαμερικανικό μοναρχικό καθεστώς ότι διατηρούσε θολές σχέσεις με ισλαμικά ιδρύματα τα οποία ήταν ύποπτα για χρηματοδότηση τρομοκρατικών δικτύων.

Η “αναμόρφωση” της Μέσης Ανατολής

Η κυβέρνηση Μπους απέφυγε να υιοθετήσει αυτές τις συμβουλές, που η εφαρμογή τους θα ανέτρεπε γεωπολιτικές και γεωοικονομικές ισορροπίες πολλών δεκαετιών στη Μέση Ανατολή. Η Σαουδική Αραβία είναι ο μεγαλύτερος παραγωγός πετρελαίου διεθνώς και κεντρικός παίκτης στο διεθνές χρηματοοικονομικό σύστημα. Εκτός αυτού, διατηρούσε στενές επιχειρηματικές σχέσεις με την οικογένεια Μπους και τον αμερικανικό πετρελαϊκό κλάδο.

Η σχεδιαζόμενη γεωπολιτική ανατροπή στη Μέση Ανατολή στηριζόταν στο προαναφερθέν ιδεολόγημα της “αναμόρφωσης”. Οι νεοσυντηρητικοί θεωρούσαν ότι το Αφγανιστάν και ειδικά το Ιράκ θα συμπεριφέρονταν όπως η Γερμανία και η Ιαπωνία μετά την ήττα τους στον Β’ Παγκόσμιο Πόλεμο. Με άλλα λόγια, θεωρούσαν ότι θα επικρατούσε σταδιακά ένα δυτικού τύπου κοινοβουλευτικό καθεστώς δομικά συνδεδεμένο με τις ΗΠΑ.

Η ιδεολογικού χαρακτήρα “αυτοκρατορική” τύφλωσή τους τους οδηγούσε να παραβλέπουν τις ποιοτικές διαφορές ανάμεσα στις δύο περιπτώσεις. Η ναζιστική Γερμανία και η μιλιταριστική Ιαπωνία είχαν προκαλέσει τον μεγάλο πόλεμο και είχαν αναμετρηθεί επί ίσοις όροις με τους Συμμάχους. Η ήττα τους σήμανε την ήττα της φιλοδοξίας των δύο αυτών εθνών για διεθνή κυριαρχία. Επίσης, ήταν αναπτυγμένα κράτη.

Εύκολη κατάληψη δύσκολη κατοχή

Στην περίπτωση του Ιράκ είχαμε το αυταρχικό καθεστώς του Σαντάμ Χουσεΐν, αλλά είχαμε και τις πολυετείς διεθνείς κυρώσεις στο μεσοδιάστημα των δύο πολέμων του Κόλπου. Οι Ιρακινοί, που είχαν υποστεί ανθρωπιστική καταστροφή από αυτές τις κυρώσεις, που είχαν απώλειες από τις “έξυπνες βόμβες”, ένιωσαν οργή για την αδικαιολόγητη δεύτερη στρατιωτική εισβολή. Θεωρούσαν τον εαυτό τους θύμα απρόκλητης και άδικης επίθεσης. Το 1991 το Ιράκ είχε εισβάλει και καταλάβει το Κουβέιτ. Το 2003 υπήρχαν μόνο ψευδή προσχήματα.

Έχει αποδειχθεί πόσο κατασκευασμένη ήταν η γνωστή προπαγάνδα της Ουάσινγκτον και του Λονδίνου ότι η Βαγδάτη διέθετε χημικά και βιολογικά όπλα και ήταν αποφασισμένη να τα χρησιμοποιήσει. Όλη εκείνη η προπαγάνδα είχε αποκλειστικό σκοπό να νομιμοποιήσει πολιτικά στα μάτια της διεθνούς κοινής γνώμης μία ηθικά αδικαιολόγητη στρατιωτική εισβολή. Το γεγονός, μάλιστα, ότι –παρά τις ασφυκτικές πιέσεις– το Συμβούλιο Ασφαλείας του ΟΗΕ αρνήθηκε να εγκρίνει την εισβολή την κατέστησε και παράνομη. Επιπροσθέτως, λόγω της αβυσσαλέας διαφοράς ισχύος σ’ όλα τα επίπεδα, ο όρος πόλεμος είναι μάλλον ακατάλληλος.

Οι πολιτικές δοξασίες των νεοσυντηρητικών της κυβέρνησης Μπους κατέρρευσαν υπό την πίεση των ίδιων των γεγονότων. Στην Ουάσινγκτον δήλωναν ότι οι Ιρακινοί θα υποδεχθούν τους Αμερικανούς σαν απελευθερωτές. Συνέβη το ακριβώς αντίθετο. Η κατοχή αποδείχθηκε πολύ πιο δύσκολη από την κατάληψη. Το Ιράκ μετατράπηκε σε ναρκοπέδιο για τις δυνάμεις κατοχής. Εάν την ευθύνη της διακυβέρνησης μετά την ανατροπή του Σαντάμ Χουσεΐν είχε αναλάβει ο ΟΗΕ, όπως είχε ζητήσει η ΕΕ, θα ήταν πιο εύκολο για τον ιρακινό λαό να παρακάμψει τα βαθιά τραύματά του και να προσανατολισθεί στο μέλλον. Οι Αμερικανοί, όμως, πήγαν στο Ιράκ για να το θέσουν υπό τον έλεγχό τους.

Οι απόψεις που αναφέρονται στο κείμενο είναι προσωπικές του αρθρογράφου και δεν εκφράζουν απαραίτητα τη θέση του SLpress.gr

Απαγορεύεται η αναδημοσίευση του άρθρου από άλλες ιστοσελίδες χωρίς άδεια του SLpress.gr. Επιτρέπεται η αναδημοσίευση των 2-3 πρώτων παραγράφων με την προσθήκη ενεργού link για την ανάγνωση της συνέχειας στο SLpress.gr. Οι παραβάτες θα αντιμετωπίσουν νομικά μέτρα.

Ακολουθήστε το SLpress.gr στο Google News και μείνετε ενημερωμένοι

Kαταθέστε το σχολιό σας. Eνημερώνουμε ότι τα υβριστικά σχόλια θα διαγράφονται.

0 ΣΧΟΛΙΑ
Παλιότερα
Νεότερα Με τις περισσότερες ψήφους
Σχόλια εντός κειμένου
Δες όλα τα σχόλια
0
Kαταθέστε το σχολιό σαςx