Ο Τραμπ και οι Άραβες, το Ισραήλ, η Τουρκία και η αθεράπευτη ελληνική αμηχανία
16/05/2025
Ο πλανήτης μοιάζει να βρίσκεται μέσα σε κινούμενη άμμο. Η αβεβαιότητα για τις εξελίξεις και η αμφισβήτηση σταθερών του παρελθόντος, θα έπρεπε να είχε προβλεφθεί ως φυσικό επακόλουθο ενός κόσμου που αλλάζει και αναζητά καινούργιες ισορροπίες. Η Ελλάδα δείχνει να δυσκολεύεται να παρακολουθήσει τις εξελίξεις.
Ο Τραμπ είναι αναμφισβήτητα ο μεγάλος πρωταγωνιστής. Δε δίστασε ακόμα και να αποστασιοποιηθεί από τον Νετανιάχου, για να εξυπηρετήσει το οικονομικό συμφέρον της χώρας που έχει θέσει ως προτεραιότητα, όπως φαίνεται από όσα καταγράφηκαν κατά τις επισκέψεις του σε αραβικές πρωτεύουσες. Έστω με τον γνωστό τρόπο που θυμίζει ταύρο εν υαλοπωλείο, φρόντισε να καταγράψει μετρήσιμα αποτελέσματα.
Η τακτική αυτή ασφαλώς δεν παράγει νίκες σε όλα τα μέτωπα. Μέχρι στιγμής όμως, το αμιγώς οικονομικό αποτέλεσμα μοιάζει θετικό. Στην προσπάθεια διαμόρφωσης του κατάλληλου τοπίου που θα οδηγούσε σε συμφωνίες με τις αραβικές μοναρχίες, έχουν προκληθεί σοβαρές γεωπολιτικές αναταράξεις. Όπως κάνει σε όλες τις περιπτώσεις ο Αμερικανός πρόεδρος, πετυχαίνει τον στόχο που επιθυμεί αδιαφορώντας -βραχυπρόθεσμα- για τις επιπτώσεις.
Θεωρεί, ότι μπορεί να τις διαχειριστεί σε δεύτερο χρόνο. Κάτι τέτοιο δείχνει να έχει συμβεί με το Ισραήλ. Ίσως ο Τραμπ μοιάζει να ένιωθε παγιδευμένος από αυτό που εισέπραττε ως άκαμπτη στάση Νετανιάχου σε μια σειρά ζητημάτων. Στέλνει παντού το μήνυμα ότι η επιρροή οποιουδήποτε στις αποφάσεις του είναι πεπερασμένη.
Σε διαφορετικό δρόμο κινείται και στο ζήτημα του πυρηνικού προγράμματος του Ιράν. Δεν αποκλείεται, το επόμενο διάστημα να ανακοινώσει κάποια συμφωνία και να επιχειρήσει να την προπαγανδίσει ως διασφάλιση της ειρήνης. Ενδεχομένως αυτό και να συμβεί. Όσο όμως αυτός θα είναι στην εξουσία. Αυτό τον ενδιαφέρει εξάλλου…
Η Ουκρανία έπρεπε να διδάσκει
Ας μην ξεχνούμε, ότι και ο πόλεμος στην Ουκρανία ξέσπασε μετά την απομάκρυνση της Άγκελα Μέρκελ από την εξουσία. Ο ρόλος της πολιτικής προσωπικότητας στις διεθνείς σχέσεις είναι σημαίνων. Επειδή όμως στις Δυτικές δημοκρατίες η διαδοχή είναι διαφορετική και πολύ συχνότερη σε σχέση με τα υπόλοιπα καθεστώτα, η ισορροπία μπορεί πολύ εύκολα να διαταραχθεί, όταν λείψει εις εκ των πρωταγωνιστών.
Συχνά έρχονται στην εξουσία έχοντας διαφωνήσει δημόσια με την ακολουθούμενη πολιτική σε διάφορα ζητήματα. Αυτό το δεδομένο όμως δίνει πολύ χρόνο στην άλλη πλευρά να ανιχνεύσει εγκαίρως δυνητικές αλλαγές και να ετοιμάσει τα σενάρια δράσης της. Κι αυτό δεν αποδείχθηκε μόνο στον πόλεμο της Ουκρανίας. Αποδεικνύεται καθημερινά.
Οι σχέσεις ΗΠΑ-Ισραήλ διέρχονται μια περίοδο μεγάλης αβεβαιότητας. Οι προτεραιότητες και το modus operandi του Τραμπ, υπερτερεί των αντιλήψεων του βαθέος κράτους των ΗΠΑ και του τρόπου ανάπτυξης της παραδοσιακής διπλωματίας. Η διμερής σχέση ΗΠΑ-Ισραήλ είναι στενή εδώ και μισό τουλάχιστον αιώνα. Ασφαλώς με σκαμπανεβάσματα που συν τω χρόνω οδηγούν σε προσαρμογές. Η ουσία όμως μένει ίδια.
Το εκρηκτικό δίδυμο με τον «Μπίμπι»
Εξετάζοντας τις προσωπικότητες των πολιτικών ηγετών, Τραμπ και Νετανιάχου είναι δυο ηγέτες εξαιρετικά υψηλού προφίλ. Αυτό πολλές φορές οδηγεί σε ένταση αν και ποτέ δεν έχει προκληθεί ρήξη. Μένει να αποδειχθεί πως θα εξευρεθεί νέο σημείο ισορροπίας.
Στην εξίσωση εμφανώς υπεισέρχονται προσωπικά συμφέροντα και υπολογισμοί των ηγετών που ενίοτε επηρεάζουν τις πολιτικές αποφάσεις, ασχέτως εάν το «περιτύλιγμα», δηλαδή το επικοινωνιακό σερβίρισμα είναι σχεδιασμένο ώστε να συγκαλύπτει αυτή την πραγματικότητα.
Η διαφωνία μοιάζει να είναι αυτή τη στιγμή σχεδόν καθολική. Από τη διαχείριση του πολέμου στη γειτονιά του Ισραήλ στον ρόλο της Τουρκίας, την αποδέσμευση οπλικών συστημάτων σε αντιπάλους και την πολιτική απέναντι στις πυρηνικές φιλοδοξίες του Ιράν.
«Dirty tricks»
Από την εξίσωση δεν θα πρέπει να λησμονηθεί και ο παράγοντας μυστικές υπηρεσίες. Ενίοτε διαθέτουν «χαρτιά» για να επηρεάσουν τη συμπεριφορά της ηγεσίας της άλλης πλευράς. Θα αποφασίσουν όμως να τα χρησιμοποιήσουν; Διότι ενδεχόμενη «άτσαλη» χρήση μπορεί να φέρει στο τέλος εντελώς αντίθετα αποτελέσματα από τα επιθυμητά.
Τι θα κάνει λοιπόν το Ισραήλ; Θα επιχειρήσει να κερδίσει χρόνο, ποντάροντας στο ότι θα επιστρέψουν σταδιακά οι ΗΠΑ στην πεπατημένη, ή διακρίνουν πιο μόνιμα χαρακτηριστικά και στροφή πολιτικής; Θα επιχειρήσουν να προσαρμοστούν ή θα αντιδράσουν δυναμικά ρισκάροντας π.χ. να χάσει την πλουσιοπάροχη ετήσια στρατιωτική βοήθεια;
Ή μήπως, εναλλακτικά, επειδή βαίνουμε προς τη λήξη της δεκαετούς συμφωνίας που εξασφαλίζει ετησίως 3,8 δις. δολ. ετήσια στρατιωτική βοήθεια, θα αξιοποιήσει τη συγκυρία για να διαπραγματευθεί μια ακόμα καλύτερη συμφωνία που θα εξασφαλίσει το επιθυμητό και για την Ουάσινγκτον στρατιωτικό – τεχνολογικό προβάδισμα;
Μήπως ο Τραμπ ποντάρει ότι σε αυτό το σημείο θα υπάρξει εκ νέου σύγκλιση όταν αποφάσιζε να διαφοροποιηθεί τόσο εντυπωσιακά; Εξάλλου γνωρίζει ότι η στρατιωτική συμμαχία με την Ουάσινγκτον είναι ακρογωνιαίος λίθος της στρατηγικής εθνικής ασφαλείας του εβραϊκού κράτους. Σε τελική ανάλυση, μήπως τα αραβικά κεφάλαια εμμέσως θα χρηματοδοτήσουν την ασφάλειά του;
Η τουρκική διάσταση και η Ελλάδα
Μία από τις διαστάσεις που δικαίως απασχολεί ιδιαίτερα και την ελληνική δημόσια συζήτηση, είναι αυτή της Τουρκίας. Ως συνήθως, η αντιμετώπιση κυμαίνεται μεταξύ των άκρων. Από τη μία η Τουρκία αντιμετωπίζει σημαντικά προβλήματα με την ανάδειξη του Τραμπ και από την άλλη διαπιστώνεται τις τελευταίες μέρες, ότι καταγράφει κέρδη και ανήκει στις χώρες με τις οποίες η Ουάσινγκτον επιθυμεί επανεκκίνηση σχέσεων.
Η φωτογραφία της στιγμής δείχνει να ευνοεί την Άγκυρα, μετά από αρκετό καιρό. Όσοι όμως εμμείνουν σε προσεγγίσεις νικητής – ηττημένος, σύντομα θα διαψευσθούν εκ νέου. Εάν στην Ελλάδα ονειρευόμαστε συμμαχία με τις ΗΠΑ για «απομόνωση» της Τουρκίας, απλά, αυτό δεν θα συμβεί. Ας προσγειωθούμε και να επιδιώκουμε διατήρηση μιας έντιμης και ειλικρινούς σχέσης που σε μια δύσκολη στιγμή μπορεί να παίξει ρόλο, με την παραδοχή ότι η Ουάσινγκτον δεν έχει λόγο να επιθυμεί εκτροπή στα ελληνοτουρκικά.
Ειδικά στην εποχή Τραμπ, θα έπρεπε να έχουμε κατανοήσει καλύτερα την ισχύ του «money talks»… Η περιοδεία του στις αραβικές πρωτεύουσες βοηθά να το αντιληφθούν και οι εθελοτυφλούντες! Η αγορά επιρροής στην Ουάσινγκτον του Τραμπ με την επένδυση τρισ. δολαρίων των Αράβων, είναι φυσικό να έχει επιπτώσεις στην πολιτική των ΗΠΑ. Ας μη λησμονούμε όμως και το ότι η σχέση των Αράβων με την Τουρκία είναι περίπλοκη και ιστορικά φορτισμένη.
Ελληνική εθνική ασφάλεια
Αυτά επηρεάζουν την ελληνική εθνική ασφάλεια. Έχουμε οικοδομήσει την κατάλληλη εικόνα σοβαρότητας στις διμερείς μας σχέσεις με τις χώρες που αποκαλούμε συχνά «στρατηγικές συμμάχους»; Μιλάμε σωστά και αξιόπιστα και την «επιχειρηματική γλώσσα» που οικοδομεί αμοιβαία συμφέροντα, άρα κίνητρο υποστήριξης σε μια δύσκολη στιγμή;
Με δεδομένα τα ιλιγγιώδη νούμερα που ακούστηκαν στην περιοδεία Τραμπ, που επηρεάζουν παραδοσιακές σχέσεις όπως αυτή των ΗΠΑ με το Ισραήλ, μοιάζει με κακό χιούμορ η πεποίθηση πολλών στην Ελλάδα, ότι μια επένδυση 2-3 δις. δολ. για την προμήθεια μαχητικών F-35 έχει «γεωπολιτικό αποτύπωμα»! Μεγαλύτερο είναι το αποτύπωμα μιας χώρας που λαμβάνει σοβαρά την εθνική της ασφάλεια, δεν εκπέμπει φοβικότητα και διεκδικεί να είναι πάροχος αντί για καταναλωτής ασφαλείας.
Εάν μας διδάσκει κάτι ο Ερντογάν, είναι ότι για να μπορέσεις να υπερασπίσεις τα συμφέροντά σου πρέπει να μη διστάζεις να τα ονοματίσεις, αλλά και να πείθεις όταν δεσμεύεσαι ρητορικά να τα υπερασπίσεις. Δυστυχώς όμως, οι ελλαδικές επιδόσεις διακρίνονται πολύ περισσότερο στα λόγια και όχι τόσο στα έργα.
Ο Ερντογάν, πιστός και στην οθωμανική παράδοση, κατανοεί καλά τη συναλλακτική διάσταση των διεθνών σχέσεων που ισχύει ακόμα περισσότερο επί προεδρίας Τραμπ! Γνωρίζει ότι σε αυτό το αέναο παζάρι όπου ισχύει ο κανόνας της ισχύος. Παρά τις αμετροεπείς του δηλώσεις, αντιλαμβάνεται ότι δεν μπορεί να τα εξασφαλίσει όλα. Είναι όμως εκεί, μέσα στο παιχνίδι και παλεύει για να εξασφαλίσει όσο το δυνατόν περισσότερα.
Την Ελλάδα βέβαια, αρνείται να την κατατάξει στις χώρες με τις οποίες συναλλάσσεται ως ίσος προς ίσον. Και θεωρώντας εαυτόν το ισχυρό μέρος της εξίσωσης, όπως οι ΗΠΑ στη σχέση με τη χώρα του, επιχειρεί να επιβάλει τη βούλησή του στην Ελλάδα. Γίνονται από ελληνικής πλευράς όσα πρέπει, οργανωμένα και συνεκτικά, ώστε να εξουδετερωθεί στην πράξη αυτή η τουρκική αντίληψη;
Αυτό που -και κατά τη γνώμη μας ισχύει- διατύπωσε ωμά στο χθεσινό του άρθρο ο Σωτήρης Δημόπουλος: «Πρέπει να αποφασίσει επιτέλους το πολιτικό σύστημα αλλά και η ελληνική κοινωνία, υπάρχει ή όχι κίνδυνος εξ ανατολών. Και αν υπάρχει θέλει να τον αντιμετωπίσει ή θα δεχθεί το μοιραίο.» Όλη η ουσία της προβληματικής συμπυκνώνεται σε αυτή την παράγραφο. Η απάντηση είναι όμως… «μάλλον όχι»!
Όταν ευημερούν απόψεις που καλούν ανοικτά για προσαρμογή της Ελλάδας στη βούληση της Τουρκίας με το «επιχείρημα» ότι κάθε αντίσταση είναι μάταιη απέναντι στον «γίγαντα», δεν μένουν αμφιβολίες. Δεν πείθει η χώρα για την αποφασιστικότητά της, ενώ είναι πασίδηλο ότι κάποιοι αισθάνονται άβολα… με την Επανάσταση του 1821, που οδήγησε σε ανεξάρτητο ελληνικό κράτος.
Αυτά καταγράφονται στις ξένες πρωτεύουσες και υπονομεύουν την εικόνα της Ελλάδας ως στρατηγικού συμμάχου, αποφασισμένου να υπερασπίσει το αμοιβαίο συμφέρον που βρίσκεται πίσω από αυτή τη συμμαχία. Ας ελπίσουμε ότι δεν θα πληρώσουμε πολύ ακριβά στο τέλος την αδυναμία μας να αποκωδικοποιήσουμε ορθά τα μηνύματα των καιρών και να πράξουμε τα δέοντα.
Σε συνεργασία με το defence-point.gr