ΘΕΜΑ

Οι 100 πρώτες ημέρες του Μπάιντεν στην εξουσία – Μια προσεκτική πολιτική χορογραφία

Οι 100 πρώτες ημέρες του Μπάϊντεν στην εξουσία – Μια προσεκτική πολιτική χορογραφία, Ευθύμιος Τσιλιόπουλος

Κανείς στις ΗΠΑ δεν διαφωνεί ότι οι πρώτες 100 ημέρες της θητείας Μπάιντεν υπήρξαν, αν μη τι άλλο, ρηξικέλευθες κυρίως στον οικονομικό τομέα. Ο νέος πρόεδρος κινήθηκε γρήγορα μετά την ορκωμοσία του στις 20 Ιανουαρίου εν μέσω πανδημίας, υπογράφοντας νόμο για αρωγή ύψους 1,9 τρισ. δολαρίων σε διάστημα λιγότερο από δύο μήνες και εκδίδοντας μέχρι στιγμής περισσότερες εκτελεστικές εντολές από τους τρεις προκατόχους του.

Αυτές οι προσπάθειες έχουν ήδη αποδώσει. Οι ΗΠΑ πριν από την 100η ημέρα του Μπάϊντεν στο Λευκό Οίκο έφτασαν τους 200 εκατομμύρια εμβολισμούς με άνοιγμα σε όλες τις ηλικίες από 16 ετών και άνω.  Η ανεργία μειώνεται, οι νέες αιτήσεις για επιδόματα ανεργίας λόγω πανδημίας έχουν πέσει σε χαμηλό επίπεδο, τα σχολεία ανοίγουν ξανά και ευρύτερα οι ΗΠΑ επανέρχονται ταχύρρυθμα σε συνθήκες κανονικότητας.

Ο Μπάϊντεν επίσης ανέλαβε τη δέσμευση να επιστρέψει στην σε προ-Τραμπ εποχή όσον αφορά τη λειτουργία του Λευκού Οίκου. Έτσι, αντικαθιστά τα tweets με καθημερινές ενημερώσεις Τύπου και εγκαθιστώντας ένα Υπουργικό Συμβούλιο από προσωπικότητες. Η μικρότερη πρόοδο έχει σημειωθεί στον τομέα της δικομματικής συναίνεσης. Κανένας από τους Ρεπουμπλικάνους της Γερουσίας δεν ψήφισε υπέρ του νομοσχεδίου για την πανδημία. Η ρεπουμπλικανική αντιπολίτευση παραμένει συμπαγής σε θέματα όπως οι αναθεωρήσεις μετανάστευσης, η επέκταση των δικαιωμάτων ψήφου και η έγκριση ενός τεραστίου πακέτου υποδομών που είναι το επόμενο θέμα στην ατζέντα Μπάϊντεν.

Ο Μπάιντεν για το μεταναστευτικό

Ως υποψήφιος, ο Μπάϊντεν είχε εκδόσει δεκάδες ολοκληρωμένα σχέδια για το τι θα έκανε ως Πρόεδρος. Ωστόσο, ως κυβέρνηση αντιμετώπισε εμπόδια, συμπεριλαμβανομένης της αύξησης των ασυνόδευτων ανηλίκων που διέρχονται τα σύνορα ΗΠΑ-Μεξικού. Τα συνοριακά ζητήματα ΗΠΑ-Μεξικού είναι κύριο πρόβλημα, καθώς η κυβέρνηση των ΗΠΑ παλεύει με την εισροή όλο και περισσότερων μεταναστών που φτάνουν στα σύνορα, επισύροντας επικρίσεις όχι μόνο από Ρεπουμπλικάνους, αλλά και από Δημοκρατικούς. Το πρόβλημα έχει προκαλέσει δυσαρέσκεια και στην κοινή γνώμη, παρότι ο Λευκός Οίκος αποφεύγει να περιγράψει την κατάσταση στα σύνορα ως “κρίση”.

Ένα άλλο πρόβλημα είναι το όριο των προσφυγικών ροών που είχε θέσει ο Τραμπ. Ο Μπάιντεν, Μετά από εσωκομματικές πιέσεις, ο Μπάιντεν ανέφερε ότι σκοπεύει να το αυξήσει έως τις 15 Μαΐου. Η στάση του, όμως, δείχνει απροθυμία να το πράξει. Παρά το γεγονός ότι το Δημοκρατικό Κόμμα έχει ρητορική υπέρ των μεταναστών, εν τούτοις, ο πρόεδρος δεν μπορεί να αγνοήσει το γεγονός ότι η μεγάλη πλειοψηφία των Αμερικανών είναι αντίθετη.

Ως γνωστόν, οι νόμιμοι και νομιμοποιηθέντες ισπανόφωνοι μετανάστες προηγούμενων δεκαετιών, αλλά ιδιαιτέρως οι αυτόχθονες ισπανόφωνοι που ζούσαν σε Καλιφόρνια, Νέο Μεξικό και Τέξας πριν την επέκταση των ΗΠΑ σε αυτές τις περιοχές, είναι σταθεροί ψηφοφόροι των Δημοκρατικών. Το γεγονός πως αυτοί είναι που αντιδρούν περισσότερο στους νεοεισερχόμενους περιπλέκει πιο πολύ τα πράγματα από πολιτικής απόψεως.

Θετική απήχηση

Η πανδημία είναι το ένα από τα δύο πιο σημαντικά θέματα για τους Αμερικανούς. Μέχρι στιγμής, εκφράζουν κατά κανόνα ικανοποίηση για τον Μπάϊντεν. Αν και το πρόγραμμα εμβολιασμού δεν είναι χωρίς προβλήματα, προχωράει μάλλον γρήγορα. Το δεύτερο θέμα είναι η οικονομία. Αν και υπάρχουν ανησυχίες για πληθωριστικές τάσεις, οι πολιτικές Μπάϊντεν και ειδικότερα οι τεράστιες “ενέσεις” ρευστότητας έχουν γενικά ικανοποιήσει τους πολίτες.

Η θέσπιση ενός πακέτου ανακούφισης ύψους 1,9 τρισ. δολαρίων, ένα σχέδιο για έργα υποδομών ύψους 2,3 τρισ. δολαρίων που θα αρχίσει να υλοποιείται στο 2021, είναι εντυπωσιακές κινήσεις. Ειδικά εάν ληφθεί υπόψη ότι οι Δημοκρατικοί έχουν οριακή πλειοψηφία και στη Γερουσία και στη Βουλή. Η “πειθαρχημένη προσέγγιση των μηνυμάτων” της κυβέρνησης Μπάϊντεν οδήγησε σε δύο συνεχόμενα νομοσχέδια «με βαθμολογίες έγκρισης άνω του 70% μεταξύ των Αμερικανών», ανέφερε ένας αναλυτής. Οι πολιτικές του δεν διαφέρουν πάρα πολύ από τις πολιτικές της κυβέρνησης Τραμπ για την αντιμετώπιση της πανδημίας, αλλά ο τρόπος με τον οποίο επικοινωνεί και χειρίζεται τα ζητήματα εκτιμάται πολύ περισσότερο από τους πολίτες.

Την ίδια στιγμή, το στρατόπεδο των Ρεπουμπλικάνων ταλανίζεται ακόμα από την διχαστική προσωπικότητα του Τραμπ, ο οποίος διατηρεί μεγάλη επιρροή στα χαμηλότερα κοινωνικά στρώματα. Πολλοί Ρεπουμπλικανοί θα ήθελαν να αφήσουν πίσω τους την περίοδο Τραμπ και να υιοθετήσουν ήπιες αντιπολιτευτικές γραμμές και όπου είναι αναγκαίο δικομματικές συναινέσεις προς όφελος των τοπικών κοινωνιών από τις οποίες εκλέγονται.

Η τάση αυτή, όμως, προσκρούει στο δυναμικό κομμάτι των Ρεπουμπλικάνων που πιστεύει στο αφήγημα της “κλεμμένης ψήφου”, των “δόλιων Δημοκρατικών”, της “παγκόσμιας συνωμοσίας” και ως εκ τούτου είναι στη λογική της μετωπικής σύγκρουσης. Είναι αυτό, λοιπόν, το κομμάτι που εμποδίζει την επαναφορά του κόμματος σε πιο μετριοπαθή πολιτική γραμμή. Ο διχασμός στην εκλογική βάση των Ρεπουμπλικάνων καθηλώνει πολιτικά το κόμμα, εμποδίζοντάς το να ασκήσει πειστική αντιπολίτευση σε αμφίσημες πολιτικές των Δημοκρατικών.

Επιπλέον, ο Μπάιντεν δεν βοηθάει τους πολιτικούς αντιπάλους του να συσπειρωθούν. Μέχρι στιγμής κρατάει αποστάσεις από κινήματα δικαιωματιστών και από ομάδες συνδεδεμένες με το Δημοκρατικό Κόμμα που πόλωσαν την αμερικανική κοινωνία στον δρόμο προς τις κάλπες. Αντίθετα, ο Τραμπ συνεχίζει να τροφοδοτεί τον διχασμό, στο μέτρο του δυνατού ύστερα από τον αποκλεισμό του από το Twitter.

Τα προσεκτικά βήματα του Μπάιντεν

Μέχρι τώρα, ο Μπάϊντεν κινείται σε τομείς, στους οποίους η παρέμβαση της ομοσπονδιακής κυβέρνησης μπορεί να αποδώσει καρπούς για την κοινωνία, όπως η καταπολέμηση της πανδημίας και η ανάκαμψη της οικονομίας. Έχει θέσει κατά μέρος θέματα που διχάζουν, όπως οι φυλετικές σχέσεις, τα δικαιώματα και η οπλοκατοχή. Σε ορισμένες περιπτώσεις, η προσέγγιση του Μπάϊντεν έχει αλλάξει, προκειμένου ακριβώς να μην ανοίξει μέτωπα.

Το ομοσπονδιακό καθεστώς δεν του επιτρέπει επιλογές σε πολλά σημαντικά θέματα που απασχολούν την κοινωνία, όπως το θέμα της εκπαίδευσης. Μπορεί να υποσχέθηκε άνοιγμα σχολείων, αλλά αυτό δεν είναι θέμα ούτε των Πολιτειών. Είναι αρμοδιότητα των περιφερειών ή και κομητειών. Οπότε στον τομέα αυτόν ισχύουν διαφορετικές πολιτικές, συχνά πολύ διαφορετικές.

Σε γενικές γραμμές, οι πρώτες 100 μέρες της κυβέρνησης Μπάϊντεν δείχνουν μια ηγεσία που ακόμη δοκιμάζει, προτιμώντας να κινείται σε δημοφιλή πεδία και σε γνωστά ρηχά νερά. Αποφεύγει να προωθήσει αμφιλεγόμενες προεκλογικές επαγγελίες του, όπως τη διαγραφή των φοιτητικών χρεών, την αναμόρφωση του συστήματος υγείας, την αντιμετώπιση της ρατσιστικής βίας και του εγκλήματος. Τα προβλήματα αυτά, που συνεχίζουν να ταλαιπωρούν την αμερικανική κοινωνία, είναι εξόχως αμφιλεγόμενα, οπότε δεν υπάρχει πολιτικά εύκολη λύση.

Οι απόψεις που αναφέρονται στο κείμενο είναι προσωπικές του αρθρογράφου και δεν εκφράζουν απαραίτητα τη θέση του SLpress.gr

Απαγορεύεται η αναδημοσίευση του άρθρου από άλλες ιστοσελίδες χωρίς άδεια του SLpress.gr. Επιτρέπεται η αναδημοσίευση των 2-3 πρώτων παραγράφων με την προσθήκη ενεργού link για την ανάγνωση της συνέχειας στο SLpress.gr. Οι παραβάτες θα αντιμετωπίσουν νομικά μέτρα.

Ακολουθήστε το SLpress.gr στο Google News και μείνετε ενημερωμένοι