Οι αξιωματικοί δείχνουν το φεγγάρι στον Μακρόν και αυτός κοιτά το δάχτυλο!
12/05/2021Πριν κοπάσουν καλά-καλά οι θυελλώδεις αντιδράσεις από το διάβημα των απόστρατων στρατηγών προς τον Γάλλο πρόεδρο Μακρόν, το οποίο η γαλλική κυβέρνηση και μέσα ενημέρωσης χαρακτήρισαν ως κάλεσμα σε «επιβολή στρατιωτικού νόμου» και σε «πραξικόπημα», ένα νέο μανιφέστο, εν ενεργεία αυτή την φορά αξιωματικών, προκαλεί νέους πολιτικούς τριγμούς στην χώρα. Το μανιφέστο είχε τον τίτλο “Για την επιβίωση της χώρας” και δημοσιεύτηκε σε γαλλικό περιοδικό της δεξιάς.
Οι στρατιωτικοί που το υπογράφουν αυτοαποκαλούνται ως «στρατιώτες της φωτιάς», υπενθυμίζοντας την δράση τους κατά των φανατικών ισλαμιστών στα μέτωπα του Αφγανιστάν και του Μαλί, ενώ επιτίθενται προς την γαλλική κυβέρνηση, κατηγορώντας την πως έχει κάνει «παραχωρήσεις προς τους ισλαμιστές στο έδαφος της Γαλλίας». Αν και το κείμενο των ενεργεία αξιωματικών ήταν ανώνυμο, προκειμένου να αποφύγουν τις πειθαρχικές κυρώσεις όπως οι συνάδελφοί τους που είχαν συνυπογράψει το διάβημα των απόστρατων στρατηγών, ήταν ανοιχτό σε υπογραφές πολιτών.
Είναι χαρακτηριστικό πως μέσα σε πέντε ώρες από την δημοσίευση του, είχε συγκεντρώσει τις υπογραφές άνω των 150.000 πολιτών. Ακόμα πιο βαρυσήμαντο όμως ήταν το μήνυμα της δημοσκόπησης του καναλιού LCI, που εμφανίζει το 58% των Γάλλων πολίτων να συμφωνεί με τις βασικές θέσεις των αξιωματικών, ένα ποσοστό που αναμένεται να είναι μεγαλύτερο στις τάξεις των ενόπλων δυνάμεων της χώρας και των σωμάτων ασφαλείας.
Η Γαλλίδα υπουργός Άμυνας και ο πρωθυπουργός της χώρας αναφέρθηκαν σε «ακροδεξιές θέσεις», απαξιώνοντας το διάβημα τους, όπως ακριβώς είχαν κάνει και με το αντίστοιχο των Γάλλων αποστράτων, που τους αποκάλεσαν περιφρονητικά ως «οι φανατικοί με τις παντόφλες». Όμως η γαλλική κυβέρνηση, στρουθοκαμηλίζοντας, κάνει πως δεν βλέπει ποιο είναι το πραγματικό πρόβλημα.
Απονομιμοποίηση του πολιτικού συστήματος
Όσο και αν η κυβέρνηση Μακρόν απαξιώνει τα διαβήματα των αξιωματικών ως ιδεοληπτικά μανιφέστα της γαλλικής ακροδεξιάς, η ισχυρή κοινωνική αποδοχή των θέσεων τους, με πιο χαρακτηριστική αυτής που αναφέρει ότι «οι ισλαμικές κοινότητες είναι γεμάτες μίσος και περιφρόνηση για την Γαλλία», δείχνει πως τα διαβήματα των αξιωματικών κάθε άλλο παρά απευθύνονται σε μία περιθωριακή και εξτρεμιστική ακροδεξιά.
Εξάλλου είναι λάθος να θεωρείται η γαλλική μεσοπολεμική και μεταπολεμική ακροδεξιά ως μία περιθωριακή απομίμηση των μελανοχιτώνων και των ναζιστικών ταγμάτων εφόδων. Από τον επιφανή φιλέλληνα εθνικιστή διανοούμενο και υποστηρικτή του φασισμού Σαρλ Μωράς, μέχρι τον συγγραφέα που χαρακτήριζε «ποίηση» τον φασισμό Ρόμπερτ Μπραζιγιάκ (που εκτελέστηκε ως δωσίλογος μετά την απελευθέρωση), η γαλλική ακροδεξιά είχε ισχυρές ιδεολογικές και κοινωνικές ρίζες.
Τον Φεβρουάριο του 1934 έφτασε ένα βήμα πριν την ολοκληρωτική κατάληψη της εξουσίας με την περικύκλωση του γαλλικού κοινοβουλίου από ομάδες εθνικιστικών, μοναρχικών και φασιστικών οργανώσεων, που διαμαρτύρονταν για την «παρακμή της γαλλικής Δημοκρατίας», θυμίζοντας την σημερινή ρητορική των Γάλλων αξιωματικών που αναφέρονται σε «αποσύνθεση της γαλλικής κοινωνίας». Ρητορική που έχει ως κοινό σημείο αναφοράς την απονομιμοποίηση του πολιτικού συστήματος σε ευρεία τμήματα της γαλλικής κοινωνίας, έστω και στον Μεσοπόλεμο είχε να κάνει με τα οικονομικά σκάνδαλα της εποχής και όχι με το Ισλάμ.
Η απαξίωση της γαλλικής ακροδεξιάς από την υποστήριξη της στο δοσιλογικό καθεστώς του στρατηγού Πεταίν αποδείχτηκε προσωρινή. Αυτό έδειξε η άνοδος του λαϊκίστικου κινήματος του Πιέρ Πουζάντ, ο οποίος βέβαια δεν ήταν διανοούμενος, αλλά ένας κοινός μικρέμπορος, που περηφανεύονταν μάλιστα ότι «δεν είχε διαβάσει κανένα βιβλίο». Τα συνθήματα του Πουζάντ κατά του «κράτους-βαμπίρ» και των «κλεφτών του κοινοβουλίου» του επέτρεψαν να κατακτήσει 52 βουλευτές στις εκλογές του 1956, ανάμεσα τους τον νεαρό Ζαν Μαρί Λε Πεν, τον μετέπειτα ιδρυτή του Εθνικού Μετώπου.
Η κληρονομία του γκολισμού
Η επιστροφή στην πολιτική του ήρωα της εθνικής αντίστασης, του στρατηγού Σαρλ Ντε Γκολ, ήταν αυτή που διέσωσε την Γαλλική Δημοκρατία, περιθωριοποιώντας αρχικά τα κινήματα της άκρας δεξιάς, αλλά κυρίως αποτρέποντας το πραξικόπημα του στρατηγού Ραούλ Σαλάν την 21η-22η Απριλίου του 1961, ο οποίος αντιτάσσονταν στην παραχώρηση της ανεξαρτησίας στην τότε γαλλική αποικία την Αλγερία. Μάλιστα την ίδια ημερομηνία είχαν επιλέξει οι απόστρατοι στρατηγοί να δημοσιοποιήσουν το πρώτο τους διάβημα, γεγονός που δεν πέρασε απαρατήρητο στην Γαλλία.
Η Γαλλία, η οποία αποτελεί “οδηγό” των πολιτικών και των ιδεολογικών εξελίξεων στην Ευρώπη, παρουσιάζει ένα σημαντικό κενό ηγεσίας, καθώς σε καμία περίπτωση ο Μακρόν δεν μπορεί να συγκριθεί με τον Ντε Γκολ (παρά τις προσπάθειες του να τον μιμηθεί, “δανειζόμενος” ταυτόχρονα την ατζέντα του Εθνικού Μετώπου). Για τον μέσο Γάλλο παραμένει ένας ελιτιστής και εκλεκτός του οικονομικού κατεστημένου, την ίδια στιγμή που τα άλλοτε κραταιά παραδοσιακά κόμματα, το Σοσιαλιστικό και οι κεντροδεξιοί Ρεπουμπλικάνοι (οι διάδοχοι των γκολικών του Ζακ Σιράκ) βρίσκονται υπό το φάσμα της πλήρης “πασοκοποίησης”.
Όσον αφορά τα δημοκρατικά αντανακλαστικά των Γάλλων, δεν είναι σίγουρα ότι αυτά θα λειτουργούν εσαεί στις προσεχείς προεδρικές εκλογές, όπως λειτούργησαν το 2017, όταν η Λε Πεν είχε βρεθεί στον δεύτερο γύρο με αντίπαλο τον Μακρόν. Έχοντας αποστασιοποιηθεί εδώ και καιρό από την αντισημιτική ρητορική του πατέρα της, έχει μετατρέψει το Εθνικό Μέτωπο σε ένα “mainstream” κόμμα της γαλλικής δεξιάς, φτάνοντας στο σημείο να διεκδικεί την πολιτική κληρονομία του γκολισμού, που τόσο είχε πολεμήσει ο πατέρας της, εστιάζοντας στον ρόλο του Ισλάμ στην σημερινή Γαλλία, ένα φαινόμενο που πλέον προβληματίζει όλο και περισσότερους Γάλλους πολίτες.