Οι ευρωπαϊκές ελίτ φοβούνται νέα “Γιάλτα” στην Αλάσκα
10/08/2025
Μεγάλη νευρικότητα φαίνεται πως επικρατεί στις ευρωπαϊκές πρωτεύουσες, μετά την ανακοίνωση της συνάντησης του Αμερικανού προέδρου Ντόναλντ Τραμπ με τον Ρώσο ομόλογό του Βλαντίμιρ Πούτιν… ανήμερα της Παναγίας, την ερχόμενη Παρασκευή. Κι ενώ από «ορθόδοξη» πλευρά, κυριολεκτικά λόγω Ρωσίας και μεταφορικά υπό την έννοια «θείας φώτισης» για ευτυχή κατάληξη, επενδύονται προσδοκίες τερματισμού του πολέμου στην Ουκρανία, εκφράζονται φόβοι επιβολής όρων ειρήνευσης από ΗΠΑ-Ρωσία, με την Ευρώπη απλό θεατή…
Σε πρώτη ανάγνωση, η εξέλιξη αυτή δεν θα έπρεπε να ξαφνιάζει τις κυβερνήσεις των ισχυρών χωρών της Γηραιάς Ηπείρου. Η αίσθηση ότι είχαν μέχρι τώρα πρωταγωνιστικό ρόλο στο μέτωπο της Ουκρανίας απηχούσε μεν την πραγματικότητα, ήταν όμως το αποτέλεσμα ενός ρόλου που «απονεμήθηκε» στους Ευρωπαίους από την Ουάσιγκτον υπό την ηγεσία των Δημοκρατικών! Μαζί φυσικά με σημαντικό μέρος του κόστους υποστήριξης της πολεμικής προσπάθειας της Ουκρανίας, να αποκρούσει και να απομακρύνει από τα ανατολικά εδάφη της χώρας τα ρωσικά στρατεύματα.
Κι αυτό διότι ενώ οι ΗΠΑ του Τραμπ βρίσκει συνεχώς τρόπους να ανακτήσουν την «επένδυση» των Δημοκρατικών στον πόλεμο της Ουκρανίας (π.χ. συμφωνία για τις σπάνιες γαίες που ήταν η αφορμή του επεισοδίου Τραμπ-Ζελένσκι στον Λευκό Οίκο), η Ευρώπη αδειάζει τις αποθήκες της από οπλικά συστήματα και πυρομαχικά, τα οποία παραχωρεί ως δωρεάν βοήθεια, με ρυθμούς ταχύτερους από τη δυνατότητα αναπλήρωσης των αποθεμάτων από την αμυντική της βιομηχανία.
Ο υπογράφων είχε αναφέρει στο παρελθόν μια βασική αρχή των πολεμικών συρράξεων ανά τους αιώνες: Ότι γενικώς, όσα χάνονται στο πεδίο των μαχών δεν ανακτώνται στις διπλωματικές διαβουλεύσεις που νομοτελειακά ακολουθούν, κάποια στιγμή, για τον τερματισμό των πολέμων. Σε αυτό το σημείο βρισκόμαστε στην Ουκρανία.
Μοναδικός τρόπος ανάκτησης των εδαφών της νότιας και ανατολικής Ουκρανίας που ελέγχουν τα ρωσικά στρατεύματα, είναι η συνέχιση της πολεμικής προσπάθειας, με ό,τι αυτό συνεπάγεται οικονομικά και φυσικά με την ανάληψη του ρίσκου να μην πάει καλά η προσπάθεια και οι απώλειες να επεκταθούν.
Οι ευρωπαϊκές ελίτ μόνες δεν μπορεί…
Θεωρητικά, αυτό προφανώς είναι μια στρατηγική που θα μπορούσε να επιλεγεί από τη Δύση, με την ελπίδα ότι θα κλιμακωθούν οι απώλειες και οι πιέσεις, οικονομικές και επιχειρησιακές, στη Ρωσία. Τη χώρα που εκπροσωπεί για τη συλλογική Δύση τον μεγαλύτερο κίνδυνο ασφαλείας. Με δεδομένη όμως την απροθυμία της Ουάσινγκτον, μοναδικός τρόπος είναι να αναλάβουν την πρωτοβουλία οι ευρωπαϊκές χώρες και να διαφοροποιηθούν, πείθοντας τον Ζελένσκι ότι η πρόταση αυτή αντιπροσωπεύει μια βιώσιμη στρατηγική.
Όταν όμως έξι (6) περίπου εκατομμύρια Ουκρανών έχουν μεταναστεύσει στις ευρωπαϊκές χώρες ως αποτέλεσμα του πολέμου και ο μέσος όρος ηλικίας των επιστρατευόμενων από το Κίεβο κινείται πέριξ των 45 ετών, δυσκολεύεται κανείς να διακρίνει ένα βιώσιμο μέλλον που να δικαιολογεί την επιλογή αυτής της στρατηγικής. Κατά συνέπεια, το ενδιαφέρον επιστρέφει στις διπλωματικές πρωτοβουλίες που θα κρίνουν τη συμφωνία που θα οδηγήσει σε απεμπλοκή από τις αιματηρές πολεμικές επιχειρήσεις.
Με βάση αυτή την παραδοχή, η συντονισμένη ευρωπαϊκή πίεση προς την Ουάσινγκτον θα μπορούσε να παίζει τον ρόλο της διευκόλυνσης του Τραμπ να ασκήσει διαπραγματευτική πίεση στον Πούτιν. Βέβαια και μόνο το γεγονός της ανακοίνωσης της συνάντησης στην Αλάσκα, παραπέμπει σε υφιστάμενη καταρχήν συμφωνία μεταξύ των δυο πλευρών.
Η δε αναφορά σε «ανταλλαγή εδαφών» αποτελεί απόπειρα να χρυσωθεί το πικρό χάπι της απώλειας εδαφών για τον Ζελένσκι, ο οποίος καλείται, έστω de facto, να προσυπογράψει το «πάγωμα» της σύγκρουσης και τα δυσμενή για τη χώρα του τετελεσμένα που έχουν προκύψει.
Ευκταίο, εφικτό και κόκκινες γραμμές
Εάν οι ευρωπαϊκές ενστάσεις που εδράζονται στο ηθικά και πολιτικά ορθό, ότι «τα σύνορα δεν πρέπει να αλλάζουν βίαια», συνεπάγονται την υιοθέτηση της ανεδαφικής προϋπόθεσης αποχώρησης της Ρωσίας από Ντονέτσκ, Ντονμπάς και άλλα εδάφη της νότιας Ουκρανίας, το μόνο που μένει είναι να διαμορφώσουν μια ευρωπαϊκή στρατιωτική συμμαχία και να επιδιώξουν την επίτευξη του συγεκριμένου αντικειμενικού σκοπού. Οι πραγματικές δυνατότητες, σε συνδυασμό με την ετοιμότητα των ευρωπαϊκών κοινωνιών να εγκρίνουν και να στηρίξουν μια τέτοια πολιτική απόφαση, συνιστούν κατά την άποψη του υπογράφοντος απαγορευτικά δεδομένα.
Το άλλο ζήτημα που αποτελεί αγκάθι ανάμεσα στην Ευρώπη και τις ΗΠΑ, είναι αυτό των εγγυήσεων ασφαλείας και την προοπτική εισόδου της Ουκρανίας στο ΝΑΤΟ. Είναι δυο διαφορετικά πράγματα Στο πρώτο σκέλος, ατύπως, θα μπορούσε να εξευρεθεί κοινός τόπος ανάμεσα στην Ουάσινγκτον και τη Μόσχα. Το δεύτερο όμως αποτελεί διακηρυγμένη ρωσική κόκκινη γραμμή. Εξάλλου, ήταν αυτή καθαυτή η πορεία που οδήγησε αρχικά στην κατάληψη της Κριμαίας το 2014 και το 2022 στην εισβολή.
Για το θέμα της ουκρανικής ένταξης δεν υφίσταται συμφωνία ούτε στους κόλπους της Ατλαντικής Συμμαχίας. Η Μόσχα έχει αναγάγει το θέμα περίπου ως casus belli, ενώ αν προκληθεί σύρραξη ΝΑΤΟ-Ρωσίας, είναι βέβαιο ότι βασικό στόχο θα αποτελέσουν οι Βαλτικές Δημοκρατίες.
Η συμπερίληψη στη Συμμαχία των παραδοσιακά ουδέτερων, έστω κατ’ όνομα Σουηδών και των Φιλανδών, περιπλέκει την ισορροπία δυνάμεων, όμως στην τρέχουσα συγκυρία δεν αλλάζει τα ποσοτικά δεδομένα στο επίπεδο του επανεξοπλισμού της Δύσης σε βαθμό που να μπορεί να στηρίξει πολεμική προσπάθεια κατά της Ρωσίας.
Ακόμα κι αν υποτεθεί ότι επιλεγεί μια στρατηγική μακροχρόνιας προετοιμασίας για την αντιμετώπιση της ρωσικής απειλής, η συνέχιση του πολέμου στην Ουκρανία δεν την ευνοεί. Εκτός κι αν επενδυθούν οι ελπίδες στην προοπτική οικονομικής και ενδεχομένως εσωτερικής κατάρρευσης της Ρωσίας. Ωστόσο, μέχρι σήμερα, αναλύσεις που υποστήριζαν τέτοιες προσδοκίες – προβλέψεις, έχουν διαψευσθεί παταγωδώς.
Τέλος, οι προσπάθειες συντονισμού της ευρωπαϊκής πολιτικής μπορούν κάλλιστα απηχούν την ανησυχία παραγκωνισμού της Ευρώπης και της άνωθεν επιβολής λύσεων, εντός ή εκτός εισαγωγικών. Σύμφωνα με τη Wall Street Journal, Βρετανοί, Γάλλοι και Γερμανοί προωθούν τη θέση ότι η κατάπαυση του πυρός πρέπει να τεθεί στους Ρώσους ως προϋπόθεση διαπραγματεύσεων για εδαφικές παραχωρήσεις.
Η ευρωπαϊκή θέση όμως αντιβαίνει την ιδιοσυγκρασία Τραμπ που προκρίνει το δυναμικό κλείσιμο των μετώπων υπό αμερικανική επιδιαιτησία και εμπλοκή. Πρόσφατο παράδειγμα η συμφωνία τερματισμού της σύγκρουσης Αζέρων-Αρμενίων για το Ναγκόρνο Καραμπάχ και την εμπλοκή της Ουάσινγκτον στον έλεγχο του διαδρόμου που συνδέει τον «τουρκικό κόσμο». Επιβλήθηκε παρότι Ρωσία και Ιράν, για διαφορετικούς λόγους και σε διαφορετικό βαθμό έχουν λόγους να ενίστανται. Είναι η στρατηγική του βίαιου κλεισίματος του μετώπου και… βλέποντας και κάνοντας.
Νέα Γιάλτα στην Αλάσκα;
Οι ευρωπαϊκές κυβερνήσεις εύλογα ανησυχούν και για ενδεχόμενο εσωτερικό κόστος. Την ανάγκη αιτιολόγησης στις κοινωνίες τους τις συνέπειες της πολυετούς και οικονομικά επώδυνης υποστήριξης της πολεμικής προσπάθειας της Ουκρανίας. Πέραν του εμφανούς οικονομικού κόστους με τη μορφή δωρεάν βοήθειας δισεκατομμυρίων και την παραχώρηση οπλικών συστημάτων και πυρομαχικών, υπάρχει και το έμμεσο που επίσης σχετίζεται με τον πόλεμο. Η επικράτηση ενεργειακής φτώχειας και το κύμα ακρίβειας που έχει πυροδοτήσει.
Οι Ευρωπαίοι έχουν λόγο να φοβούνται ότι μια ενδεχόμενη «νέα Γιάλτα», αυτή τη φορά θα συμπεριλάμβανε μόνο την Ουάσινγκτον και τη Μόσχα. Στο τραπέζι δεν θα συμπεριλαμβανόταν ούτε καν το Ηνωμένο Βασίλειο… Όμως, η πραγματικότητα της σύγχρονης εποχής εκεί οδηγεί. Μοναδικός τρόπος αλλαγής της κατάστασης θα ήταν η μετεξέλιξη της Ευρωπαϊκής Ένωσης σε κράτος. Οι τελευταίες δεκαετίες απέδειξαν στην πράξη, ότι οι οραματισμοί των πατέρων της ενωμένης Ευρώπης ήταν σε μεγάλο βαθμό ουτοπικοί.
Θα αποτελέσει άραγε ο πόλεμος στην Ουκρανία την αφορμή αλλαγής των δεδομένων, ώστε η Ευρώπη να βρει τη θέση που θα της άξιζε στο τραπέζι των γεωπολιτικών διευθετήσεων; Άγνωστο. Προς το παρόν, όπως αποδείχθηκαν εκτελεστικά όργανα και χρηματοδότες μιας πολιτικής που σχεδιάστηκε στην Ουάσινγκτον των Δημοκρατικών, έτσι φαίνεται πως θα κληθούν να εμπλακούν και στη διαχείριση των αποτελεσμάτων μιας δεύτερης πολιτικής που εκπονήθηκε στην ίδια πρωτεύουσα. Υπό τον έλεγχο των Ρεπουμπλικάνων όμως.
Σε συνεργασία με το defencepoint