ΙΣΤΟΡΙΑ

Οι κοινοί παρονομαστές Θεόδωρου Ρούσβελτ και Ντόναλντ Τραμπ

Οι κοινοί παρονομαστές Θεόδωρου Ρούσβελτ και Ντόναλντ Τραμπ, Κωνσταντίνος Γιαννακός

Η εντύπωση που υπάρχει σε μεγάλο μέρος της διεθνούς κοινής γνώμης, συνεπικουρούντων και των συστημικών ΜΜΕ, είναι ότι ο Πρόεδρος των ΗΠΑ Ντόναλντ Τραμπ, είναι ένας υπερφίαλος νάρκισσος, ο οποίος απαιτεί εμμέσως την απονομή του Νόμπελ Ειρήνης για να χαϊδέψει το υπερτροφικό Εγώ του, ενώ στην πραγματικότητα δεν ενδιαφέρεται για τον τερματισμό των πολέμων.

Αγνοώντας τις διάφορες ψυχολογικές ερμηνείες, για τις οποίες άλλωστε ο γράφων δεν έχει γνώση, άρα και γνώμη, η εξέταση των πράξεων και δηλώσεων του Αμερικανού Προέδρου υπό το πρίσμα της Ιστορίας, μπορεί να δώσει μια διαφορετική ερμηνεία των προθέσεών του.

Στην ιστορία των ΗΠΑ, ελάχιστοι υπήρξαν οι πρόεδροι οι οποίοι συνδύαζαν την προβολή της Αμερικανικής ισχύος με την επιδίωξη τερματισμού μακροχρόνιων συρράξεων, στο βαθμό που το πέτυχε ο Θεόδωρος Ρούσβελτ (1901-1909) και προσπαθεί να μιμηθεί ο Τραμπ. Αν και τους χωρίζει περισσότερο από ένας αιώνας, αμφότεροι οι Ρεπουμπλικάνοι πρόεδροι μοιράζονται την πεποίθηση ότι οι ΗΠΑ θα πρέπει να είναι ο κύριος πυλώνας και δύναμη σταθερότητας σε έναν ταραγμένο και ασταθή κόσμο.

Και οι δύο αντιμετώπισαν παγκόσμιες κρίσεις στις οποίες η Ρωσία ήταν ο κύριος δρών. Ο Ρωσο-Ιαπωνικός Πόλεμος (1904-1905) στη διάρκεια της θητείας του πρώτου και ο συνεχιζόμενος πόλεμος στην Ουκρανία του δεύτερου. Επίσης, ο Τραμπ, όπως και ο Ρούσβελτ, βλέπει τον εαυτό του όχι μόνο ως έναν εθνικό ηγέτη, αλλά ως έναν ειρηνοποιό, ο οποίος μπορεί να υποχρεώσει τις αντιμαχόμενες πλευρές να προσέλθουν στο τραπέζι των διαπραγματεύσεων μέσω ενός μίγματος πειθούς, ισχύος και αποφασιστικότητας.

Ο Ρούσβελτ και ο Ρωσο-Ιαπωνικός Πόλεμος

Όταν ο Θεόδωρος Ρούσβελτ ανέλαβε το 1901 την προεδρία, μετά τη δολοφονία του Προέδρου Ουίλιαμ Μακίνλεϊ, οι ΗΠΑ εξελίσσονταν γοργά σε μια μεγάλη παγκόσμια δύναμη. Ο Ισπανο-Αμερικανικός Πόλεμος (21 Απριλίου 1898-13 Αυγούστου 1898) είχε καταδείξει την στρατιωτική ισχύ της χώρας, ενώ έκανε τις ΗΠΑ για πρώτη φορά αποικιακή-ιμπεριαλιστική δύναμη με την απόκτηση των Φιλιππίνων, της Κούβας, του Γκουάμ και του Πουέρτο Ρίκο. Η φιλοσοφία του Ρούσβελτ για την εξωτερική πολιτική συνίστατο στο ρητό “μίλα όμορφα, αλλά κράτα και ένα μακρύ ξύλο”, το οποίο σήμαινε ότι η άσκηση της διπλωματίας έπρεπε να συνδυάζεται με αξιόπιστη ισχύ.

Αυτή η πεποίθηση βρήκε το απόγειό της κατά τη διάρκεια του Ρωσο-Ιαπωνικού Πολέμου. Το 1904 η ένταση στις σχέσεις των δύο αυτοκρατοριών αναφορικά με την κυριαρχία στην Κορέα, τη Μαντζουρία και τα εδάφη της Κίνας κλιμακώθηκε σε ανοιχτή σύρραξη. Οι μάχες ήταν πολύνεκρες και αποτέλεσαν τον προάγγελο όσων οι Ευρωπαίοι επρόκειτο να βιώσουν δέκα έτη μετά στο Δυτικό Μέτωπο.

Το 1905 και οι δύο πλευρές ήταν εξουθενωμένες, αλλά καμία δεν φαινόταν διατεθειμένη να υποχωρήσει. Ο Ρούσβελτ, αναγνωρίζοντας ότι η συνέχιση των επιχειρήσεων απειλούσε την ισορροπία ισχύος και τα εμπορικά συμφέροντα των ΗΠΑ στην Άπω Ανατολή και την ευρύτερη περιοχή του Ειρηνικού, προσφέρθηκε να μεσολαβήσει μεταξύ των εμπολέμων. Ενεργώντας με διακριτικότητα αλλά και αποφασιστικότητα κατάφερε να φέρει τους εκπροσώπους των δύο πλευρών για διαπραγματεύσεις στο Πόρτσμουθ του Νιού Χάμσαϊρ.

Οι διαπραγματεύσεις δεν ήταν εύκολες και απαιτήθηκαν λεπτοί χειρισμοί. Ο Ρούσβελτ έπρεπε να λάβει υπόψη του τις συντριπτικές Ιαπωνικές νίκες σε ξηρά και θάλασσα, καθώς και τις Ρωσικές αντιλήψεις περί εθνικής τιμής και αυτοκρατορικού μεγαλείου. Τα παραπάνω συνδυάζονταν με την οικονομική και στρατιωτική εξάντληση των Ιαπώνων, λόγω των μεγάλων απωλειών, της σχετικά ρηχής βιομηχανικής βάσης και έλλειψης πρώτων υλών, παράλληλα με την Ρωσική κινητοποίηση που πιστοποιούνταν με την αύξηση του ρυθμού αποστολής ενισχύσεων από τα δυτικά, μέσω του Υπερσιβηρικού.

Με έναν συνδυασμό επιμονής, υπομονής, έξυπνων και λεπτών χειρισμών και κατανόησης των ορίων και δυνατοτήτων κάθε πλευράς, κατάφερε και πέτυχε τον Σεπτέμβριο 1905 την υπογραφή της Συνθήκης του Πόρτσμουθ, η οποία τερμάτισε τον πόλεμο. Η εν λόγω συνθήκη αναγνώρισε τις πραγματικότητες που είχαν διαμορφωθεί στο πεδίο, χωρίς όμως να ταπεινώσει καμία πλευρά. Για το κατόρθωμά του αυτό ο Ρούσβελτ κέρδισε το 1906 το Νόμπελ Ειρήνης, γενόμενος ο πρώτος Αμερικανός πρόεδρος που το έλαβε.

Η επιτυχία του αντανακλούσε την πεποίθησή του ότι ο καλύτερος τρόπος επίτευξης της ειρήνης δεν είναι μέσω της επίκλησης υψηλών ιδανικών, αλλά μέσω της έξυπνης διαχείρισης της ισχύος. Ο περίπλους της γης από τον Μεγάλο Λευκό Στόλο (16 Δεκεμβρίου 1907-22 Φεβρουαρίου 1909) αποτελούσε μία έμπρακτη απόδειξη της αυξανόμενης ισχύος των ΗΠΑ και συμβόλιζε την ετοιμότητα και επιθυμία τους να δρουν παγκόσμια, ενώ υπενθύμιζε σε όλους ότι η διπλωματία ήταν πιο αξιόπιστη όταν υποστηρίζονταν από ικανή στρατιωτική ισχύ και βούληση χρησιμοποίησής της.

Ο Τραμπ και οι Σύγχρονες Προκλήσεις

Περισσότερο από έναν αιώνα μετά, ο Πρόεδρος Τραμπ προσεγγίζει τις παγκόσμιες υποθέσεις με μία παρόμοια πεποίθηση περί της αξίας της ισχύος. Η βασική αρχή της διακυβέρνησής του είναι “ειρήνη μέσω της δύναμης”, η οποία προσομοιάζει στο παραπάνω ρητό του Ρούσβελτ. Ο Τραμπ εκτιμά ότι η οικονομική και στρατιωτική ισχύς των ΗΠΑ είναι εργαλεία αποτροπής και επιβολής διαπραγματεύσεων. Παρόλο που το σημερινό γεωπολιτικό σκηνικό δεν έχει καμία σχέση με αυτό των αρχών του 20ου αιώνα, παραμένει η υποκείμενη πρόκληση, δηλαδή πώς να αναγκάσεις αντιμαχόμενους όπως η Ρωσία, το Ιράν ή η Ουκρανία να προσέλθουν στο τραπέζι των διαπραγματεύσεων και παράλληλα να διατηρηθεί η ισορροπία ισχύος, χωρίς καμία πλευρά να νιώσει ταπεινωμένη.

Όταν ο Τραμπ ανέλαβε για πρώτη φορά την προεδρία των ΗΠΑ το 2017 ο κόσμος προσπαθούσε ακόμη να διαχειριστεί την ενσωμάτωση της Κριμαίας από την Ρωσία και την υποβόσκουσα σύγκρουση στην ανατολική Ουκρανία. Οι πολιτικοί αντίπαλοι και επικριτές του Αμερικανού Προέδρου τον κατηγορούσαν συχνά, όπως και σήμερα, ότι ήταν υπερβολικά επιεικής απέναντι στη Ρωσία. Στον αντίποδα, η ευρύτερη εξωτερική του πολιτική αποδείκνυε ξεκάθαρα ότι ήταν πρόθυμος να χρησιμοποιήσει στρατιωτική δύναμη όταν το έκρινε αναγκαίο.

Χαρακτηριστικό παράδειγμα υπήρξε η εκτέλεση το 2020, με χτύπημα από μη επανδρωμένο αεροσκάφος στη Βαγδάτη, του Ιρανού Διοικητή της Δύναμης Κουντς των Φρουρών της Επανάστασης, Στρατηγού Κασέμ Σουλεϊμανί. Η επιχείρηση είχε βαθύτατο αντίκτυπο σε όλην τη Μέση ανατολή, καθώς για τον Τραμπ δεν ήταν απλώς μία πράξη αντεκδίκησης, αλλά ένα ξεκάθαρο μήνυμα προς το Ιράν, τη Χεζμπολά και τη Χαμάς, ότι οι ΗΠΑ δεν θα δίσταζαν να δράσουν αποφασιστικά για την προάσπιση των συμφερόντων τους, όπως αυτές τα όριζαν κάθε φορά.

Καθ’ όλη τη διάρκεια της πρώτης θητείας του ο Τραμπ εξέφρασε επανειλημμένα την πεποίθησή του ότι μόνο ισχυρές οι ΗΠΑ θα μπορούσαν να αποτρέψουν τις συγκρούσεις και εν τέλει να αναγκάσουν τους αντιμαχόμενους να προσέλθουν για διαπραγματεύσεις. Επί της προεδρίας του υπεγράφησαν οι “Συμφωνίες του Αβραάμ”, οι οποίες εξομάλυναν τις διμερείς σχέσεις του Ισραήλ με μια σειρά Αραβικών κρατών. Αυτές υπήρξαν ένα κατόρθωμα το οποίο πολλοί αναλυτές χαιρέτισαν ως ένα πρώτο βήμα, μετά από πολλές δεκαετίες, για την ειρήνευση στη Μέση Ανατολή. Τότε πολλοί υποστηρικτές του Αμερικανού Προέδρου θεώρησαν ότι έπρεπε να του απονεμηθεί το βραβείο Νόμπελ Ειρήνης.

Σήμερα η συνεχιζόμενη σύρραξη μεταξύ Ρωσίας και Ουκρανίας τονίζει μία βαθύτερη ομοιότητα με την περίοδο διακυβέρνησης του Θεόδωρου Ρούσβελτ. Όπως ο τότε πρόεδρος προσπαθούσε να αποτρέψει τη διαιώνιση μιας σύγκρουσης μεταξύ μεγάλων δυνάμεων που απειλούσε να αποσταθεροποιήσει την ανατολική Ασία, έτσι και ο Τραμπ συχνά αναφέρεται στην επιθυμία του να μεσολαβήσει μεταξύ Μόσχας και Κιέβου για τον τερματισμό ενός πολέμου ο οποίος έχει ως μόνο κερδισμένο την Κίνα και συχνά επαίρεται, αν και ίσως άδικα, ότι δεν θα είχε ξεκινήσει εάν είχε παραμείνει πρόεδρος. Πάντως οι δηλώσεις του, αν και αντιφατικές σε μεγάλο βαθμό, αποκαλύπτουν την βαθύτερη πεποίθησή του ότι οι ΗΠΑ μόνο εάν είναι ισχυρές και αποφασιστικές θα μπορούν να δράσουν ως αξιόπιστοι διαμεσολαβητές.

Η Φιλοσοφία των δύο πολιτικών στην Εξωτερική Πολιτική

Οι Ρούσβελτ και Τραμπ μοιράζονται ενστικτωδώς την ίδια αντίληψη περί ισχύος και φαίνεσθαι. Και οι δύο πρόεδροι πιστεύουν ότι Διπλωματία χωρίς ισχύ είναι κούφιες ρητορείες. Τόσο το “μίλα όμορφα, αλλά κράτα και ένα μεγάλο ραβδί”, όσο και το “Ειρήνη μέσω της Ισχύος” αποτυπώνουν την ίδια φιλοσοφία: Την ειρήνη δεν εγγυάται μόνο η καλή θέληση, αλλά η αξιόπιστη ετοιμότητα αποφασιστικής και σκληρής δράσης.

Και οι δύο πρόεδροι ασπάζονται την προβολή της Αμερικανικής ισχύος και γοήτρου. Ο Μεγάλος Λευκός Στόλος, που αποτελούνταν από δεκαέξι θωρηκτά και συνοδά πλοία βαμμένα σε απαστράπτον λευκό χρώμα, ήταν όχι μόνο ένα μήνυμα προς τις υπόλοιπες χώρες, αλλά και μία έμπρακτη απόδειξη ναυτοσύνης. Σηματοδότησε την είσοδο των ΗΠΑ ως μεγάλης δύναμης στην παγκόσμια σκηνή, η οποία ήταν ικανή και πρόθυμη να υπερασπιστεί τα συμφέροντά της έναντι των υπολοίπων μεγάλων δυνάμεων, σε όλο τον κόσμο.

Από την άλλη πλευρά οι προσπάθειες του Τραμπ για τον εκσυγχρονισμό των Ενόπλων Δυνάμεων, την αύξηση του προϋπολογισμού τους και την επίδειξη της τεχνολογικής και επιχειρησιακής υπεροχής τους μέσω της εκτέλεσης πολύπλοκων συνδυασμένων επιχειρήσεων και πληγμάτων ακριβείας, όπως ο βομβαρδισμός των πυρηνικών εγκαταστάσεων του Ιράν, αποτελούν παρόμοια συμβολικά παραδείγματα στον 21ο αιώνα.

Όπως αποδεικνύεται και από τα γεγονότα, κανένας από τους δύο δεν προσπάθησε να αποφύγει μία σύγκρουση. Ο Ρούσβελτ επενέβη στην Καραϊβική και την Λατινική Αμερική για την προώθηση των Αμερικανικών συμφερόντων σύμφωνα με την “Προσθήκη του Ρούσβελτ στο Δόγμα Μονρόε” (The Roosevelt Corollary), ενώ και ο Τραμπ προβαίνει σε εκτεταμένη χρήση ή απειλή χρήσης δασμών, κυρώσεων και στρατιωτικής επέμβασης εναντίον όσων θεωρεί αντιπάλους των ΗΠΑ (ενίοτε βέβαια και εναντίον συμμάχων, αλλά αυτό είναι μια άλλη ιστορία). Επιπρόσθετα, ο Ρούσβελτ, όπως και ο Τραμπ, έβλεπε την Αμερικανική ηγεμονία ως ουσιώδη για τη διατήρηση της παγκόσμιας τάξης και εκτιμούσε ότι η υπαναχώρηση ή η αμφιταλάντευση θα προκαλούσε το χάος.

Ειρήνη δια της ισχύος

Το θέμα είναι ότι η Ιστορία έχει αποφανθεί μέχρι στιγμής διαφορετικά για την κληρονομιά των δύο ανδρών. Οι ειρηνευτικές πρωτοβουλίες του Ρούσβελτ κέρδισαν την παγκόσμια αναγνώριση, η οποία επιστεγάστηκε με την απονομή του βραβείου Νόμπελ Ειρήνης, μιας και η επιτροπή αναγνώρισε στο πρόσωπό του έναν πολιτικό ηγέτη ο οποίος χρησιμοποίησε την ισχύ της χώρας του με υπευθυνότητα, προκειμένου να τερματιστεί ένας πόλεμος.

Αντίθετα οι προσπάθειες του Τραμπ λαμβάνουν χώρα σε ένα εξαιρετικά πολωμένο κλίμα τόσο στο εσωτερικό των ΗΠΑ, όσο και διεθνώς, με αποτέλεσμα να αμφισβητούνται ευθέως τα κίνητρα και οι μέθοδοί του – το ίδιο και ο χαρακτήρας του. Παρόλα αυτά, η προσέγγιση που εφαρμόζει απέναντι στους αντιπάλους των ΗΠΑ και η διαμεσολάβησή του για τον τερματισμό μακροχρόνιων συγκρούσεων στη Μέση Ανατολή, αντανακλούν την ίδια φιλοσοφία που διείπε και τον Ρούσβελτ. Η πεποίθηση ότι η ειρήνη μπορεί να εξασφαλιστεί μόνο μέσω της ισχύος.

Καταληκτικά η σύγκριση μεταξύ των Θεόδωρου Ρούσβελτ και Ντόναλντ Τραμπ αποκαλύπτει περισσότερα κοινά στοιχεία από μια απλή κομματική ένταξη. Και οι δύο πρόεδροι μοιράζονται μία χαρακτηριστικά Αμερικανική φιλοσοφία ηγεσίας, η οποία είναι πραγματιστική, διεκδικητική και απόλυτα σίγουρη για το ρόλο του έθνους τους στην παγκόσμια σκηνή. Και οι δύο αντιμετώπισαν και αντιμετωπίζουν έναν κόσμο σε αναταραχή και ο καθένας τους προσπάθησε να μετασχηματίσει τις κρίσεις σε ευκαιρίες. Αμφότεροι καταλάβαιναν ότι η διπλωματία είναι πιο αποτελεσματική όταν ασκείται από αυτούς που είναι διατεθειμένοι, όταν το απαιτούν οι περιστάσεις, να χρησιμοποιήσουν το “μεγάλο ραβδί”.

Εάν το Νόμπελ Ειρήνης του Ρούσβελτ αποτελεί ένα σύμβολο της πρώιμης Αμερικανικής εμπλοκής στις παγκόσμιες υποθέσεις με υπευθυνότητα, οι επαναλαμβανόμενοι υπαινιγμοί του Τραμπ για αναγνώριση των προσπαθειών του μέσω της απονομής του εν λόγω βραβείου, αντανακλούν την πεποίθηση ότι η ειρήνη δεν επιτυγχάνεται με την απουσία ισχύος, αλλά με την πειθαρχημένη χρήση της, στην υπηρεσία της σταθερότητας και της ισορροπίας δυνάμεων. Κάτι που είχε πολύ καλά καταλάβει και ο Θουκυδίδης, αλλά δυστυχώς πολλοί επιλέγουν να το αγνοούν στην σύγχρονη εποχή, στο όνομα ενός θολού ιδεαλισμού.

Οι απόψεις που αναφέρονται στο κείμενο είναι προσωπικές του αρθρογράφου και δεν εκφράζουν απαραίτητα τη θέση του SLpress.gr

Απαγορεύεται η αναδημοσίευση του άρθρου από άλλες ιστοσελίδες χωρίς άδεια του SLpress.gr. Επιτρέπεται η αναδημοσίευση των 2-3 πρώτων παραγράφων με την προσθήκη ενεργού link για την ανάγνωση της συνέχειας στο SLpress.gr. Οι παραβάτες θα αντιμετωπίσουν νομικά μέτρα.

Ακολουθήστε το SLpress.gr στο Google News και μείνετε ενημερωμένοι

Kαταθέστε το σχολιό σας. Eνημερώνουμε ότι τα υβριστικά σχόλια θα διαγράφονται.

0 ΣΧΟΛΙΑ
Παλιότερα
Νεότερα Με τις περισσότερες ψήφους
Σχόλια εντός κειμένου
Δες όλα τα σχόλια
0
Kαταθέστε το σχολιό σαςx