Όταν η “θεόπνευστη” υπερδύναμη αρνείται την πραγματικότητα…
26/03/2023Η έκδοση του εντάλματος σύλληψης του προέδρου Πούτιν από το διεθνές Ποινικό Δικαστήριο είναι μία από τις πλέον ρητές δηλώσεις –ανάμεσα σε πάρα πολλές άλλες ενδείξεις– πως η “θεόπνευστη” υπερδύναμη, υπό τον πρόεδρο Μπάιντεν, δεν επιθυμεί το τέλος του πολέμου στην Ουκρανία, με όποιο κόστος μπορεί αυτός να έχει για την πολύπαθη χώρα, την Ευρώπη και για τον υπόλοιπο κόσμο.
Οι ανατροπές που συντελούνται εις βάρος των γεωπολιτικών και γεωοικονομικών συμφερόντων της Δύσης, τα μείζονα κοινωνικά, οικονομικά και πολιτικά προβλήματα εντός των ΗΠΑ, η διογκούμενη δυσπιστία και δυσαρέσκεια των Ευρωπαίων πολιτών δεν πτοούν την αποφασιστικότητα της κυβέρνησης Μπάιντεν για συνέχιση του πολέμου με όρους Ζελένσκι, ήτοι πλήρη εδαφική απελευθέρωση, πολεμικές επανορθώσεις και δικαστήριο για εγκλήματα πολέμου.
Η αμερικάνικη αυτή εμμονή καθίσταται ακατανόητη και συχνά εκλαμβάνεται από όλο και περισσότερους ως διολίσθηση στο επίπεδο του ανορθολογισμού. Δεκάδες πρώην υψηλόβαθμοι στρατιωτικοί, εκθέσεις επιφανών δεξαμενών σκέψης και διπλωμάτες αναλύουν τα αδιέξοδα αυτού του πολέμου και τις διεθνείς δραματικές επιπτώσεις του, προτείνοντας ευθέως πλέον την απ’ ευθείας διαπραγμάτευση με τη Ρωσία. Όμως, η κυβέρνηση Μπάιντεν μοιάζει να έχει χάσει την επαφή με την πραγματικότητα.
Η ισχυρότερη στρατιωτικά χώρα του κόσμου με τη μεγαλύτερη οικονομία βρίσκεται σε μια κρίσιμη φάση, καθώς το διεθνές περιβάλλον αλλάζει ταχύτατα σε αντίθετη κατεύθυνση από αυτή που οι ΗΠΑ ήταν συνηθισμένες, ενώ χρόνια διαρθρωτικά προβλήματα που κρύβονταν κάτω από τόνους χρέους, σκάνε συνεχώς. Η πολεμική αυτοπεποίθηση των Αμερικανών μετά τις αλλεπάλληλες ήττες στην Κορέα, στο Βιετνάμ, στο Ιράκ και το Αφγανιστάν δεν καταφέρνει να φορτισθεί πλέον από τις κινηματογραφικές ταινίες με τους πεζοναύτες που καθαρίζουν από τους κακούς τον κόσμο!
Το πρόβλημα της υποβάθμισης
Είναι Απρίλιος 1975. Δύο συνεργαζόμενοι πράκτορες, ένας Αμερικανός και ένας Βρετανός, πίνουν και καπνίζουν σε ένα κρησφύγετο στο Χονγκ Κονγκ. Ο Αμερικάνος πληροφορεί τον Εγγλέζο ότι «μόλις πήραν τους τελευταίους γενναίους με ελικόπτερο από τη στέγη της πρεσβείας στη Σαϊγκόν» και συνεχίζει: «Οι ΗΠΑ μόλις υπέβαλαν υποψηφιότητα να γίνουν μέλος της λέσχης των δευτεροκλασάτων δυνάμεων, της οποίας το δικό σου εξαίρετο έθνος είναι από όσο ξέρω πρόεδρος και παλαιότερο μέλος»! Παρ’ όλα αυτά, η πραγματικότητα διέψευσε τον Τζον λε Καρέ που περιγράφει αυτή τη σκηνή στην 522 σελίδα του βιβλίου του “Ο εντιμότατος μαθητής”.
Αντίθετα, λίγο νωρίτερα, το 1971 οι Αμερικάνοι είχαν εγκαταλείψει το Μπρέτον Γουντς απελευθερώνοντας το δολάριο από το χρυσό και λίγο αργότερα, το 1974, έκλεισαν συμφωνία με τη Σαουδική Αραβία και κατ’ επέκταση με τον OPEC για τη γέννηση του “πετροδολαρίου”, δηλαδή όλο το εμπόριο πετρελαίου να γίνεται σε δολάρια. Έτσι, πέτυχαν να καταστήσουν το δολάριο παγκόσμιο αποθεματικό νόμισμα, γεγονός που τους έδινε τη δυνατότητα να τυπώνουν όσα δολάρια χρειάζονταν για να εκτιναχθούν μπροστά από το κομμουνιστικό μπλοκ, το οποίο δεκαπέντε χρόνια αργότερα έπαθε έμφραγμα και κατέληξε.
Θα ακολουθήσει μία δεκαετία μονοκρατορίας, όπου ο Αμερικανός πρόεδρος ήταν πλανητάρχης και ο φιλόσοφός του Φράνσις Φουκουγιάμα παιάνισε “Το Τέλος της Ιστορίας”. Η μέθη του ύψους προκαλεί θολούρα, όπως άλλωστε και τα ασύλληπτα κέρδη από την παγκοσμιοποίηση. Η τεράστια χαρά που η Αμερική –με την Ευρώπη από πίσω κατά πόδας– μετέφεραν στην Κίνα την βρώμικη βιομηχανική παραγωγή τους ήταν σαν μετά από ένα μπουκάλι ουίσκι να πεις πέντε σφηνάκια βότκα.
Τώρα αυτά έχουν παρέλθει, η αβεβαιότητα κυριαρχεί και το χάος επικρατεί στην αμερικάνικη πολιτική πραγματικότητα. Είναι σαφές ότι το αμερικάνικο πολιτικό σύστημα δεν μπορεί να διαχειριστεί την πραγματικότητα που αναδύεται στο παγκόσμιο σκηνικό και η οποία αφαιρεί ισχύ και ρόλο από την Ουάσιγκτον. Έτσι, αρνείται την πραγματικότητα, δεν συνδιαλέγεται μαζί της, δεν προσαρμόζεται με αποτέλεσμα να οδηγείται στην άβυσσο. Η άρνηση της πραγματικότητας –δηλαδή η αδυναμία εξορθολογισμού και αντιμετώπισής της– είναι ένας αμυντικός μηχανισμός απέναντι σε πιεστικές καταστάσεις. Άλλοτε οδηγεί στην απόσυρση και την αποστασιοποίηση και άλλοτε σε μετωπική σύγκρουση με την πραγματικότητα με επώδυνες συνέπειες συνήθως.
Η ιδεοληψία του εξαιρετισμού
Αν η “άρνηση της πραγματικότητας” είναι μια ερμηνεία που ανήκει στην ψυχανάλυση και ίσως στην κοινωνική ψυχολογία, η εξήγηση γιατί αυτό συμβαίνει στην αμερικάνικη πολιτική μάλλον μας μεταφέρει στο πεδίο της μεταφυσικής, ήτοι στον “αμερικάνικο εξαιρετισμό” (american exceptionalism). Ο αμερικάνικος εξαιρετισμός είναι μια πεποίθηση, μια ιδεοληψία, που μάλλον προέκυψε από την ανάγκη μιας θεωρίας, μιας ρητορικής για να συμπληρωθούν τα ελλείμματα της έννοιας του έθνους, δηλαδή της κοινής καταγωγής, της κοινής κουλτούρας και γλώσσας που οι ΗΠΑ δεν διαθέτουν.
Εκεί το έθνος σφυρηλατήθηκε αποκλειστικά και μόνο με την πίστη στο “θεόπνευστο” σύνταγμα και στους “Ιδρυτές Πατέρες”, έννοιες που έχουν προσλάβει θρησκευτική διάσταση στο αμερικανικό φαντασιακό. Το θαυμαστό επίτευγμα της συγκρότησης του αμερικάνικου έθνους, όπως άλλωστε και στα κλασικά κράτη-έθνη, ενίοτε χρειάζεται ενίσχυση. Ο αμερικάνικος εξαιρετισμός, είναι ένας ιδιότυπος εθνικισμός και συνίσταται στην ιδέα πως οι ΗΠΑ είναι ηθικά ανώτερη χώρα για ιστορικούς, ιδεολογικούς ή θρησκευτικούς λόγους και γι’ αυτό έχουν μια αποστολή στην παγκόσμια πολιτική (υπεράσπιση της ελεύθερης αγοράς, των ατομικών δικαιωμάτων και του ελεύθερου κόσμου).
Η αίσθηση του ευλογημένου λαού και του θεϊκού σκοπού δεν αποτέλεσε μόνο κρίσιμο στοιχείο της αμερικανικής ταυτότητας, αλλά και θεμέλιο της εσωτερικής και κυρίως της εξωτερικής πολιτικής της Ουάσιγκτον. Η ιδεοληψία αυτή, που έπιασε ταβάνι με το παρανοϊκό μεγαλείο του Ντόναλντ Τραμπ, εξηγεί τα δεκάδες μεταπολεμικά κρούσματα του αμερικάνικου παρεμβατισμού, με τελευταίο την τραγική υπόθεση της Ουκρανίας.