Ούτε το Ισραήλ ούτε το Ιράν άντεχαν παρατεταμένο πόλεμο
26/06/2025
Η μεγάλη διεθνής πολιτική είδηση, της 24 Ιουνίου 2025, ήταν η ανακοίνωση εκεχειρίας μεταξύ του Ισραήλ και του Ιράν, από τον Αμερικανό πρόεδρο, Ντόναλντ Τραμπ, μέσω του λογαριασμού του στο Truth Social, όπου μάλιστα ο Τραμπ έσπευσε να ζητήσει τα εύσημα για αυτό το “επίτευγμα”. Η ανάλυση της προηγηθείσας δωδεκαήμερης ένοπλης σύρραξης μεταξύ του Ισραήλ και του Ιράν, με τη συμμετοχή των ΗΠΑ, περιλαμβάνει, συνοπτικά, τις ακόλουθες διαπιστώσεις.
Κατ’ αρχάς, ο “προληπτικός” βομβαρδισμός του Ιράν από το Ισραήλ έχει υπάρξει επί μακρόν ένας σκοπός του Μπενιαμίν Νετανιάχου, ήδη από την εποχή της δεύτερης διακυβέρνησης του Τζορτζ Μπους. Το Ισραήλ έχει ασκήσει λόμπινγκ στις ΗΠΑ για να προσυπογράψουν έναν πόλεμο με το Ιράν. Όμως, το Ισραήλ δεν μπορεί να συντηρήσει μια μακρά σύγκρουση με τον Ιράν χωρίς στρατιωτική επέμβαση των ΗΠΑ.
Στην εν λόγω ένοπλη σύρραξη με το Ιράν, το Ισραήλ, ήδη μετά από την έβδομη ημέρα, άρχισε να αντιμετωπίζει σοβαρά προβλήματα αμυντικής ικανότητας και αποθεμάτων πυρομαχικών, σύμφωνα με ρεπορτάζ της εφημερίδας Wall Street Journal. Οι ελλείψεις του Ισραήλ σε αμυντικούς πυραύλους και εναέριους αναχαιτιστές οδήγησαν στο συμπέρασμα ότι το Ισραήλ δεν θα μπορούσε να αντιμετωπίσει επιτυχώς έναν πόλεμο φθοράς σε βάρος του εκ μέρους του Ιράν, αν οι ΗΠΑ δεν εμπλέκονταν ενεργά στην ένοπλη σύρραξη για να διασώσουν το Ισραήλ.
Η αδυναμία του Ισραήλ να αντιμετωπίσει επιτυχώς έναν πόλεμο φθοράς εναντίον του εκ μέρους του Ιράν οδήγησε, πρώτον, στη στρατιωτική εμπλοκή των ΗΠΑ (βομβαρδισμός πυρηνικών εργαστηρίων του Ιράν), δεύτερον, στην αναστολή από πλευράς των ΗΠΑ και του Ισραήλ του διακηρυγμένου σκοπού τους για αλλαγή καθεστώτος στο Ιράν, και, τρίτον, στο σχέδιο εκεχειρίας του Τραμπ. Ο Τραμπ, σε ένα ακόμα παραλήρημα μεγαλείου, παρουσίασε τη στρατιωτική του επέμβαση και το σχέδιο εκεχειρίας του σαν κολοσσιαίας σημασίας στρατηγικές και ειρηνευτικές πρωτοβουλίες, ενώ η αλήθεια είναι ότι απλώς υποτάχθηκε στη λογική της ανάγκης.
Το σχέδιο για αλλαγή καθεστώτος στο Ιράν δεν τελεσφόρησε. Ούτε το Ισραήλ, ούτε οι ΗΠΑ είχαν προετοιμαστεί για έναν πόλεμο φθοράς με το Ιράν, και, γι’ αυτό, χρειάστηκαν μια παύση. Η στρατιωτική επέμβαση των ΗΠΑ στο Ιράν, μέσω βομβαρδισμού ιρανικών πυρηνικών εργαστηρίων, απέβη αμφίβολης αποτελεσματικότητας (το ιρανικό επεξεργασμένο ουράνιο “αγνοείται”, και η εκτίμηση των ζημιών στα ιρανικά πυρηνικά εργαστήρια παραμένει ασαφής). Επίσης, ενδεικτική της κατάστασης ήταν η εντολή του Τραμπ προς τον υπουργό Εξωτερικών του, τον Ρούμπιο, να ζητήσει τη μεσολάβηση της Κίνας, ώστε να επιτευχθεί μια εκεχειρία με τη βοήθεια της κινεζικής κυβέρνησης.
Οι βραχυπρόθεσμες επιπτώσεις σε βάρος του Ιράν
Από την άλλη πλευρά, η αιφνιδιαστική επίθεση του Ισραήλ εναντίον του Ιράν είχε αξιόλογες βραχυπρόθεσμες επιπτώσεις σε βάρος του Ιράν, και κατέδειξε τη στρατηγική σημασία της κατασκοπείας-αντικατασκοπείας. Το Ιράν επέδειξε σοβαρές αδυναμίες στο πεδίο της κατασκοπείας-αντικατασκοπείας. Εκτός από την υπεροχή του στο πεδίο της κατασκοπείας, το Ισραήλ έδειξε μια καινούργια τάση του σύγχρονου πολέμου: Έμφαση στις συγκαλυμμένες επιχειρήσεις για την υπονόμευση του αντιπάλου, την υποδαύλιση εσωτερικών αναταραχών στη χώρα-στόχο, και τη διάπραξη δολοφονιών πολιτικών και στρατιωτικών προσωπικοτήτων της χώρας-στόχου. Οι μυστικές υπηρεσίες αναδεικνύονται σε πρωταγωνιστικό παράγοντα του πολέμου.
Ο προσωρινά ματαιωμένος στόχος ανατροπής του καθεστώτος του Ιράν μετατίθεται για το μέλλον, και φαίνεται ότι θα επιδιωχθεί, κυρίως, μέσω συγκαλυμμένων επιχειρήσεων από τις μυστικές υπηρεσίες και μέσω “proxy-intelligence“, δηλαδή κατασκοπευτικών-υπονομευτικών επιχειρήσεων μέσω πληρεξουσίων. Γενικώς, η έννοια της “κατασκοπείας μέσω πληρεξουσίων” (δηλαδή μέσω μη-κυβερνητικών οργανισμών, ανθρωπιστικών πρωτοβουλιών, εναλλακτικών ηγετών, όπως ο Χουάν Γκουαϊδό στη Βενεζουέλα και ο έκπτωτος πρίγκιπας Παχλαβί του Ιράν, που λειτουργούν ως περιουσιακά στοιχεία του αμερικανικού/ισραηλινού βαθέος κράτους για πρότζεκτς αλλαγής καθεστώτων, κοκ) αποδεικνύεται όλο και σημαντικότερη στην πράξη και αποτελεί βασικό χαρακτηριστικό της πολιτικής των ΗΠΑ, το οποίο φαίνεται να αξιοποιεί και το Ισραήλ.
Τέλος, σε γεωστρατηγικό επίπεδο, πρέπει να επισημανθεί ότι το καθεστώς του Ιράν, το οποίο εμφορείται και από τη σιιτική μαχητικότητα (επικεντρωμένη στη θυσία του Αλί, διαδόχου του Μωάμεθ) και από τα αυτοκρατορικά αντανακλαστικά της Περσικής Αυτοκρατορίας και του μεγάλου αρχαίου περσικού πολιτισμού, αντιμετώπισε με καχυποψία τη στρατηγική σύμπραξη Ρωσίας–Ιράν και δεν δέχθηκε να συμπεριληφθεί σε αυτήν ένα ολοκληρωμένο ρωσικό σύστημα αμυντικής προστασίας του Ιράν, αλλά η Τεχεράνη περιόρισε τη στρατηγική της σύμπραξη με το Κρεμλίνο στην προμήθεια συγκεκριμένων ρωσικών οπλικών συστημάτων και συγκεκριμένων ρωσικών τεχνολογιών.
Έτσι, το καθεστώς του Ιράν – θέλοντας να αποφύγει την πλήρη ενσωμάτωσή του στη ρωσική γεωστρατηγική σφαίρα επιρροής, και συντηρώντας μια πολιτική αμοιβαίας καχυποψίας και επιφύλαξης μεταξύ Ρωσίας και Ιράν, που υπήρχε ήδη από την εποχή του Ψυχρού Πολέμου – κατέστη ευάλωτο στη γεωστρατηγική επίθεση του Ισραήλ και των ΗΠΑ.
Η Ρωσία, ως μια Μεγάλη Δύναμη του διεθνούς συστήματος και ως μόνιμο μέλος του Συμβουλίου Ασφαλείας του ΟΗΕ, αλλά και έχοντας μια πάγια πολιτική κουλτούρα νομικισμού, απαιτεί καθαρές και υπεύθυνες στρατηγικές επιλογές εκ μέρους των διεθνών συνεργατών και συμμάχων της, δεν λειτουργεί με νοοτροπία διεθνούς ακτιβιστή (αλλά με νοοτροπία κρατικού στρατηγιστή), και δομεί συμμαχικές σχέσεις, με βάση τις αρχές της αναλογικότητας και της ορθολογικής αποτίμησης αντικειμενικών καταστάσεων.