Ουκρανικό: Δίνουν χώρο στη διπλωματία ΗΠΑ και Ρωσία
22/01/2022Παρ’ ότι ούτε η Ουάσινγκτον ούτε η Μόσχα δείχνουν σημάδια υποχώρησης στο Ουκρανικό, είναι σαφές ότι αυτή η προς το παρόν διπλωματική αναμέτρηση θα είχε τεράστιο κόστος και για τις δυο πλευρές εάν μετεξελιχθεί και σε στρατιωτική. Η συνάντηση των δύο υπουργών Εξωτερικών στη Γενεύη δεν έφερε αποτέλεσμα, αλλά τουλάχιστον ο Άντονι Μπλίνκεν δεσμεύθηκε να δώσει συγκεκριμένες απαντήσεις στις ανησυχίες που εξέφρασε ο Σεργκέι Λαβρόφ για τη ρωσική εθνική ασφάλεια από τις προθέσεις του ΝΑΤΟ.
Το διακύβευμα σ’ αυτή την υπόθεση είναι ξεκάθαρο: Το Κρεμλίνο έχει καταστήσει σαφές με κάθε τρόπο ότι εάν το ΝΑΤΟ εντάξει την Ουκρανία, η Ρωσία δεν θα έχει άλλη επιλογή από το να εισβάλει και να θέσει υπό τον έλεγχό της την Ανατολική Ουκρανία για να δημιουργήσει ένα κρατίδιο-μαξιλάρι, ώστε οι δυνάμεις της Ατλαντικής Συμμαχίας να μην φτάσουν μέχρι τα ρωσικά σύνορα και περικυκλώσουν την Κριμαία.
O πρόεδρος Μπάιντεν έχει ξεκαθαρίσει ότι δεν πρόκειται να σταλούν Αμερικανοί στρατιώτες να πολεμήσουν στην Ουκρανία, αν και το ΝΑΤΟ αναπτύσσει δυνάμεις στην περιοχή. Και οι Δυτικοί παρατηρητές, ωστόσο, συμφωνούν πως στο Ουκρανικό το πλεονέκτημα το έχουν οι Ρώσοι, λόγω γειτνίασης. Το γεγονός, μάλιστα, πως έχουν εδώ και καιρό αναπτύξει ισχυρές στρατιωτικές δυνάμεις στη μεθόριο είναι ένα έμπρακτο μήνυμα πως δεν μπλοφάρουν.
Στη Δύση γίνεται λόγος για επικείμενη ρωσική εισβολή στην Ουκρανία, χωρίς να διευκρινίζεται ότι αυτό πιθανότατα θα συμβεί μόνο εάν αυτή η χώρα ενταχθεί στην Ατλαντική Συμμαχία. Προς το παρόν, πάντως, δεν είμαστε εκεί. Σε δηλώσεις τους μετά τη συνάντησή τους οι δύο υπουργοί Εξωτερικών έδωσαν χώρο στη διπλωματία. Όπως προαναφέραμε, το πρόβλημα είναι η ενδεχόμενη ένταξη της Ουκρανίας στο ΝΑΤΟ.
Η Ρωσία ζητάει δέσμευση ότι αυτό δεν θα συμβεί, αλλά οι Δυτικοί αρνούνται. Το επιχείρημά τους είναι ότι η Ουκρανία είναι ανεξάρτητο κράτος και ως εκ τούτου έχει το δικαίωμα να επιλέγει τις συμμαχίες της. Αυτό πράγματι ισχύει, αλλά ίσχυε και για την Κούβα στη δεκαετία του 1960, όταν παρ’ ολίγο να φτάσουμε σε παγκόσμιο πόλεμο, όταν οι Σοβιετικοί επιχείρησαν να εγκαταστήσουν πυραύλους στο νησί, κάτω από τη μύτη των ΗΠΑ.
Τι ζητά η Μόσχα στο Ουκρανικό
Με άλλα λόγια, όταν υπάρχει ισχυρός γεωπολιτικός λόγος, όταν μία υπερδύναμη θεωρεί ότι απειλείται η εθνική της ασφάλεια, εγείρει απαιτήσεις για να την προασπίσει. Αυτό είχε συμβεί και πριν 60 χρόνια στην υπόθεση της Κούβας, αυτό συμβαίνει τώρα και με το Ουκρανικό. Είναι γνωστό, άλλωστε, ότι το 1989 οι Αμερικανοί είχαν δώσει ρητές και ξεκάθαρες υποσχέσεις στον Γκορμπατσόφ ότι το ΝΑΤΟ δεν θα επεκταθεί προς Ανατολάς, αλλά δεν τις τήρησαν.
Ας σημειωθεί ότι τώρα, η Μόσχα ζητάει από την Ατλαντική Συμμαχία να αποσύρει τις δυνάμεις του από Βουλγαρία και Ρουμανία και να επιστρέψει εκεί που βρισκόταν το 1997. Είναι προφανές πως οι Ρώσοι έριξαν στο τραπέζι αυτή την απαίτηση για διαπραγματευτικούς λόγους κι όχι επειδή πιστεύουν πως υπάρχουν πιθανότητες η Δύση να την ικανοποιήσει. Απλώς, ο πρόεδρος Πούτιν ανεβάζει τον πήχη για να ασκήσει διπλωματική πίεση. Το Κρεμλίνο, εξάλλου, είναι πεπεισμένο ότι οι Δυτικοί επιδιώκουν τη γεωπολιτική περικύκλωση της Ρωσίας και όλα δείχνουν πως δεν έχει άδικο.
Ο πρόεδρος Μπάιντεν προέβλεψε ότι η Ρωσία θα εισβάλει στην Ουκρανία, προκαλώντας επικριτικά σχόλια και στην Ουάσιγκτον και στις ευρωπαϊκές πρωτεύουσες, ακόμα και στο Κίεβο. Προς το παρόν, πάντως, ο πέλεκυς που επισείουν οι Δυτικοί είναι η επιβολή εξοντωτικών για τη ρωσική οικονομία κυρώσεων. Προφανώς τέτοιες κυρώσεις θα δοκιμάσουν την όχι και ανθηρή ρωσική οικονομία, αλλά είναι αμφίβολο εάν μπορούν να την κάμψουν.
Εάν η Ρωσία πιεστεί πολύ θα υποχρεωθεί να στραφεί προς την Κίνα, η οποία έχει όλες τις δυνατότητες να κρατήσει τη ρωσική οικονομία όρθια. Σε μία τέτοια περίπτωση, όμως, η ίδια η Δύση θα έχει πυροβολήσει τα πόδια της, εξωθώντας τη Μόσχα να πέσει στην αγκαλιά του Πεκίνου, συγκροτώντας ένα πανίσχυρο οικονομικό, στρατιωτικό και πολιτικό δίπολο, ικανό να κυριαρχήσει στην Ευρασία.
Ας σημειωθεί ότι αρκετές ευρωπαϊκές χώρες μπορεί στο διπλωματικό επίπεδο να τηρούν αυστηρή στάση έναντι της Ρωσίας, αλλά δεν είναι διατεθειμένες να οδηγηθούν σε ρήξη μαζί της, επειδή αυτό θα βλάψει άμεσα και τα οικονομικά τους συμφέροντα, αλλά και θα εγείρει ζητήματα για την εθνική τους ασφάλεια. Σ’ αυτά πρέπει να προστεθεί και η σημαντικότατη ενεργειακή εξάρτηση της Ευρώπης από το ρωσικό φυσικό αέριο, σε μία εποχή υψηλών τιμών και περιορισμένης προσφοράς. Είναι ενδεικτικό ότι ο πρόεδρος Μακρόν πρότεινε τη διεαξαγωγή ξεχωριστών συνομιλιών της ΕΕ με τη Ρωσία, παρ’ ότι η Γαλλία δηλώνει έτοιμη να στείλει στρατεύματα στη Ρουμανία για να ενισχύσει τη στρατιωτική παρουσία του ΝΑΤΟ εκεί.