Παλαιστινιακό: Ο άνισος πόλεμος και η σύγκρουση δύο αφηγημάτων
29/10/2023Με την ισραηλινή εισβολή στη Λωρίδα της Γάζας να έχει αρχίσει, αλλά να μην έχει εκδηλωθεί σε πλήρη κλίμακα, ένας άλλος πόλεμος διεξάγεται διεθνώς σε πεδία μαχών, όπως η διπλωματία, τα ΜΜΕ και τα social media. Μπορεί σ’ αυτόν πόλεμο προπαγάνδας, στη σύγκρουση δύο αφηγημάτων, να μην χύνεται αίμα, αλλά σίγουρα κακοποιείται ανελέητα η αλήθεια για την ιστορία και την τωρινή πραγματικότητα.
Όπως είναι γνωστό, το πρόβλημα αρχίζει πριν από τον Β’ Παγκόσμιο Πόλεμο, όταν κύκλοι της εβραϊκής διασποράς άρχισαν να οραματίζονται και να σχεδιάζουν την μετά από πολλούς αιώνες επιστροφή των Εβραίων στη “Γη της Επαγγελίας”, την περιοχή που είναι γνωστή ως Παλαιστίνη. Το πρόβλημα ήταν ότι σ’ εκείνη την περιοχή κατοικούσαν ντόπιες φυλές, οι οποίες από τον 7ο μ.Χ. αιώνα εξισλαμίστηκαν (επιβίωσε μία χριστιανική μειονότητα) και εξαραβίστηκαν.
Το Ολοκαύτωμα εβραϊκών κοινοτήτων στην Ευρώπη, όπως ήταν αναμενόμενο, προκάλεσε διεθνώς ισχυρότατο συγκινησιακό σοκ, με αποτέλεσμα κυρίως στη Δύση, αλλά και στην Ανατολική Ευρώπη του “Υπαρκτού Σοσιαλισμού”, η υπόθεση της ίδρυσης εβραϊκού κράτους να κερδίσει έδαφος με τη λήξη του Β’ Παγκοσμίου Πολέμου. Έτσι φθάσαμε στην ίδρυση του Ισραήλ το 1948.
Όπως ήταν εξίσου αναμενόμενο, οι Παλαιστίνιοι, ή ντόπιοι Άραβες, οι οποίοι κατείχαν –με ελάχιστες εξαιρέσεις– τη γη της περιοχής, αντέδρασαν. Σ’ εκείνη τη χρονική συγκυρία συγκρούστηκαν δύο αντίθετα εθνικά συμφέροντα, με αποτέλεσμα και τη σύγκρουση δύο αφηγημάτων. Οι Εβραίοι θεωρούσαν ότι –ειδικά μετά από όσα είχαν υποστεί– δικαιούνταν μία δική τους πατρίδα στη γη των πολύ μακρινών προγόνων τους.
Από την πλευρά του, οι Παλαιστίνιοι θεώρησαν τους νεοφερμένους Εβραίους εισβολείς, οι οποίοι τους εκδίωξαν από τις δικές τους πατρογονικές εστίες για να οικοδομήσουν το δικό τους κράτος. Γι’ αυτούς, η μοιρασιά της Παλαιστίνης ήταν αρπαγή δικής τους γης, γι’ αυτό και την απέρριψαν. Με άλλα λόγια, προϋπόθεση για την ίδρυση εβραϊκού κράτους ήταν η εθνοκάθαρση ενός μεγάλου μέρους των Παλαιστινίων. Κι αυτό συνέβη. Σήμερα, οι Παλαιστίνιοι διεκδικούν κάτι περισσότερο από το 20% του εδάφους που άλλοτε κατείχαν, αλλά δεν υπάρχει ένδειξη ότι θα το αποκτήσουν.
Σύγκρουση δύο αφηγημάτων
Κάπως έτσι άρχισε η λεγόμενη αραβοϊσραηλινή διένεξη. Και μιλάμε για αραβοϊσραηλινή διένεξη, επειδή εκείνη την εποχή ήταν πολύ πιο ισχυρή η συνείδηση στον Αραβικό Κόσμο ότι ναι μεν υπήρχαν διαφορετικά αραβικά κράτη, αλλά το αραβικό έθνος ήταν ένα. Έτσι, οδηγηθήκαμε στους διαδοχικούς πολέμους του Ισραήλ με τα γειτνιάζοντα αραβικά κράτη, την Αίγυπτο, την Ιορδανία και τη Συρία.
Οι –με την αμέριστη βοήθεια κυρίως των ΗΠΑ– διαδοχικές νίκες του Ισραήλ όχι μόνο επέκτειναν κατά πολύ την επικράτειά του, αλλά και εδραίωσαν την πεποίθηση ότι είναι στρατιωτικά ανίκητο. Παράγωγο αυτής της πεποίθησης ήταν η πεποίθηση πως είναι ρεαλιστικό να ολοκληρώσουν αυτό που άρχισαν το 1948, δηλαδή να επιδιώξουν το “μεγάλο Ισραήλ”, ενσωματώνοντας κατεχόμενες παλαιστινιακές περιοχές.
Προϋπόθεση για να το καταφέρουν, όμως, ήταν ένα δεύτερο μεγάλο κύμα εθνοκάθαρσης. Δεδομένου ότι είχε πλέον αναπτυχθεί η παλαιστινιακή αντίσταση, οι Παλαιστίνιοι που δεν είχαν εκτοπιστεί στην πρώτη περίοδο, αγκιστρώθηκαν στις εστίες τους. Ούτε η διεθνής κοινότητα, αλλά ούτε και η ισραηλινή κοινωνία μπορούν να ανεχθούν ηθικοπολιτικά ένα δεύτερο κύμα ωμής εθνοκάθαρσης παρά τη σύγκρουση δύοο αφηγημάτων.
Γι’ αυτό και η στρατηγική που ακολούθησε το Ισραήλ μπορεί να συνοψιστεί ως εξής: “θα κάνουμε στους Παλαιστίνιους τον βίο αβίωτο για να υποχρεωθούν να εγκαταλείψουν τις εστίες τους“. Επειδή, όμως, το Ισραήλ έπρεπε να ελιχθεί διπλωματικά στην ευρύτερη περιοχή κυρίως για να απομονώσει κατά το δυνατόν τους Παλαιστίνιους από τα αραβικά κράτη, υποχρεώθηκε να κάνει κάποιες παραχωρήσεις, όπως να επιστρέψει το Σινά στην Αίγυπτο για να κλείσει αυτό το μέτωπο (συμφωνία με τον Ανουάρ Σαντάτ).
Η διπλή υποβάθμιση
Στα χρόνια που πέρασαν, το εβραϊκό κράτος κατάφερε πολλά σ’ αυτό το επίπεδο. Είχε κλείσει το μέτωπο με την Ιορδανία, ο Λίβανος ήταν αδύναμος, η άλλοτε ισχυρή Συρία έχει καταντήσει σκιά του εαυτού της, το εχθρικό καθεστώς του Σαντάμ Χουσεΐν στο Ιράκ είναι εδώ και 20 χρόνια παρελθόν, ενώ με τις Συμφωνίες του Αβραάμ είχε εξομαλύνει τις σχέσεις με τα Εμιράτα και ετοιμαζόταν να κάνει το ίδιο με τη Σαουδική Αραβία. Εκτός όλων αυτών κατάφερε να διασπάσει τους Παλαιστίνιους. Δηλητηριάζοντας –σύμφωνα με όλες τις ενδείξεις– τον αποκλεισμένο στη Ραμάλα Αραφάτ, άνοιξαν τον δρόμο για την ηγεσία της Παλαιστινιακής Αρχής στον Αμπάς, τον πιο βολικό για το Ισραήλ Παλαιστίνιο ηγέτη.
Η υποχωρητική στάση του απέναντι στο Ισραήλ, ειδικά απέναντι στη δημιουργία παράνομων οικισμών σε παλαιστινιακά εδάφη στη Δυτική Όχθη τροφοδότησε εξ αντιδιαστολής τη Χαμάς. Η ισλαμιστική αυτή οργάνωση είχε εμμέσως τα προηγούμενα χρόνια πριμοδοτηθεί από τις εβραϊκές υπηρεσίες με σκοπό να αποδυναμωθεί η κοσμική-αριστερόστροφη PLO, η οποία κυριαρχούσε στην πολιτική εκπροσώπηση του παλαιστινιακού κινήματος.
Όταν, μάλιστα, η Χαμάς κέρδισε τις εκλογές, το Τελ Αβίβ ευνόησε εμμέσως το ξέσπασμα του εμφυλίου πολέμου στους κόλπους των Παλαιστινίων, ο οποίος είχε ως αποτέλεσμα ο Αμπάς να διατηρήσει τυπικά τον έλεγχο της Δυτικής Όχθης, ενώ η Χαμάς περιορίστηκε στη Λωρίδα της Γάζας. Κάπως έτσι, η σύγκρουση Αράβων-Ισραήλ υποβαθμίστηκε σε σύγκρουση Παλαιστινίων-Ισραήλ και τα τελευταία χρόνια υποβαθμίστηκε ακόμα περισσότερο σε σύγκρουση Χαμάς-Ισραήλ. Αντιστοίχως προσαρμόστηκε και η σύγκρουση δύο αφηγημάτων.
Προτάθηκε παλαιστινιακό κράτος;
Και βεβαίως η διπλή αυτή υποβάθμιση είναι θετική και διπλωματικά και στρατιωτικά για το Τελ Αβίβ. Η μόνη περιφερειακή δύναμη που συνεχίζει την αντί-Ισραήλ ρητορική της είναι το Ιράν, ενώ η συνδεδεμένη μαζί του σιιτική Χεζμπολάχ είναι ένα πολιτικό-στρατιωτικό πρόβλημα για το Ισραήλ στα βόρεια σύνορά του. Όπως έδειξε ο πόλεμος το 2006 φαίνεται πως έχει περάσει ο καιρός που οι Ισραηλινοί μπαινόβγαιναν κατά βούληση και ανεμπόδιστα στον Λίβανο.
Πριν πάμε στο αιματηρό σήμερα, είναι αναγκαίο να διευκρινίσουμε το αφήγημα που κατά κόρον προβάλλουν οι φίλοι του Ισραήλ διεθνώς. Υπενθυμίζουν ότι το Ισραήλ έχει γενναιόδωρα επιστρέψει εδάφη (Σινά) και έχει αποσυρθεί από άλλα (νότιος Λίβανος και Λωρίδα της Γάζας) κι αυτό είναι αλήθεια, αν και αυτές οι κινήσεις υπαγορεύθηκαν από σκοπιμότητες κι όχι από γενναιοδωρία.
Καταλήγουν με τον ισχυρισμό ότι μετά τις συμφωνίες του Όσλο είχε προτείνει στον Αραφάτ την ίδρυση παλαιστινιακού κράτους, αλλά αυτός το είχε απορρίψει. Είχε δίκιο ο τότε Ισραηλινός πρωθυπουργός που διαπραγματευόταν με τον Αραφάτ όταν του είπε πως αυτά που του έδινε εκείνος δεν θα του τα έδινε κανένας άλλος Ισραηλινός πρωθυπουργός. Μόνο που αυτό που το Ισραήλ πρότεινε στους Παλαιστίνιους δεν ήταν ανεξάρτητο και κυρίαρχο κράτος.
Μπορεί για προφανείς επικοινωνιακούς λόγους να το αποκαλούσαν “παλαιστινιακό κράτος”, αλλά ουσιαστικά ήταν μία αυτοδιοίκηση σε περιοχή, χωρίς εδαφική συνέχεια και σχεδόν όλα τα επίπεδα που συνιστούν την κρατική κυριαρχία να παραμένουν υπό τον έλεγχο του Ισραήλ. Το Παλαιστινιακό ήταν εξαρχής η σύγκρουση δύο εθνών για ένα κομμάτι γης. Με τα τετελεσμένα που έχουν δημιουργηθεί από διαδοχικούς πολέμους και επειδή είναι εκτός ατζέντας η γενοκτονία των Παλαιστινίων, η μόνη ρεαλιστική λύση είναι αυτή των δύο κρατών, αλλά πραγματικά κυρίαρχων κι ανεξάρτητων κρατών που θα συμβιώνουν δίπλα-δίπλα, γυρίζοντας σελίδα. Όσο δεν γίνεται αυτό –και με το σημερινό κλίμα δεν φαίνεται πιθανό– θα λαμβάνουν χώρα αλλεπάλληλες αιματηρές συγκρούσεις.
Μέχρι την επίθεση της Χαμάς, το Παλαιστινιακό ήταν σχεδόν περιθωριοποιημένο στη διεθνή ατζέντα όχι μόνο από τη Δύση, αλλά και από τα αραβικά καθεστώτα. Κι αυτό, παρότι στη Δυτική Όχθη έχουμε δεκάδες νεκρούς Παλαιστίνιους κάθε μήνα, κυρίως επειδή αντέδρασαν στην κατασκευή παράνομων οικισμών σε παλαιστινιακά εδάφη. Η “ήσυχη κατοχή” που υπήρχε μέχρι την 7η Οκτωβρίου τερματίστηκε με το λουτρό εβραϊκού αίματος και τις επόμενες ημέρες με το λουτρό παλαιστινιακού αίματος. Οι προβολείς έχουν στραφεί και πάλι στην περιοχή κι αυτό επηρεάζει ενίοτε αποφασιστικά την πολιτική όχι μόνο των τοπικών “παικτών”, αλλά και των μεγάλων δυνάμεων.
Χρώμα θρησκευτικού πολέμου
Το εβραϊκό αφήγημα για την απεχθή σφαγή αμάχων από τη Χαμάς συνήθως αρχίζει από την 7η Οκτωβρίου, παρακάμπτοντας τα γεγονότα που ουσιαστικά προετοίμασαν τη σφαγή. Αυτό μπορεί να βολεύει προπαγανδιστικά, αλλά είναι ασύμβατο με την ιστορική πραγματικότητα και τη δημοσιογραφική εντιμότητα. Η εισβολή της Χαμάς στο νότιο Ισραήλ ήταν μία στρατιωτική επιχείρηση σ’ αυτόν τον ιδιότυπο πόλεμο, αλλά η αδιάκριτη σφαγή αμάχων ήταν τρομοκρατική πράξη και μάλιστα αποτρόπαια. Επ’ αυτού δεν υπάρχει αντίλογος.
Οι μαζικοί φονικοί βομβαρδισμοί, με τους οποίους προς το παρόν απαντά το Ισραήλ έχουν κοστίσει τη ζωή σε πενταπλάσιους Παλαιστίνιους, χωρίς να υπολογίζουμε τις απάνθρωπες συνθήκες, στις οποίες έχει καταδικαστεί σύσσωμος ο παλαιστινιακός πληθυσμός. Και όλα δείχνουν ότι τα χειρότερα έπονται. Μπορεί οι Ισραηλινοί στρατιώτες να μην πυροβολούν εν ψυχρώ αμάχους Παλαιστίνιους (αν κι αυτό έχει συμβεί επανειλημμένως), αλλά οι μαζικοί κι αδιάκριτοι βομβαρδισμοί κατοικημένων πολυκατοικιών δεν είναι συμβατοί ούτε με το δίκαιο του πολέμου, ούτε με την ηθική.
Αναφέρω τα παραπάνω, χωρίς την παραμικρή πρόθεση συμψηφισμού. Κανένα έγκλημα δεν σβήνει άλλο έγκλημα. Αν συμφωνήσουμε ότι η ανθρώπινη ζωή του Ισραηλινού δεν μετράει περισσότερο από αυτή του Παλαιστίνιου, ο αριθμός των εκατέρωθεν θυμάτων δεν είναι μία ασήμαντη λεπτομέρεια για να την παραβλέπουμε, όπως κάνουν πολλοί. Προφανώς, το Ισραήλ έχει το δικαίωμα στην αυτοάμυνα, αλλά το ίδιο δικαίωμα έχουν και οι Παλαιστίνιοι. Μόνο που αυτοί δεν έχουν τα οπλικά συστήματα και τις στρατιωτικές ικανότητες του Ισραήλ, γεγονός που τους είχε από νωρίς εξωθήσει στην τρομοκρατία. Το ίδιο κάνουν συνήθως οι αδύναμοι μίας σύγκρουσης στην Ιστορία. Μήπως δεν ήταν ο Μεναχέμ Μπέγκιν της εβραϊκής Ιργκούν που είχε τινάξει το ξενοδοχείο “Βασιλιάς Δαυίδ” στην Ιερουσαλήμ, όταν αυτή ήταν υπό βρετανική κατοχή;
Το χειρότερο από όλα είναι ότι η αποτρόπαια σφαγή της 7ης Οκτωβρίου, επειδή ακριβώς έγινε από την ισλαμιστική-τζιχαντιστική Χαμάς εκ των πραγμάτων αναμοχλεύει θρησκευτικά πάθη, βάφοντας ένα εθνικοαπελευθερωτικό πρόβλημα, όπως είναι το Παλαιστινιακό, με χρώματα θρησκευτικού πολέμου. Πέρα από τη σύγκρουση δύο αφηγημάτων, αυτό μπορεί να βολεύει τη Χαμάς, γιατί πατάει στο Ισλάμ και επιδιώκει να συσπειρώσει γύρω της τους απανταχού μουσουλμάνους. Μπορεί, επίσης, να βολεύει και το Ισραήλ, επειδή εξωθεί τουλάχιστον τη Δύση να στοιχηθεί πίσω του. Αυτούς που σίγουρα δεν βολεύει είναι τις δυτικές κοινωνίες…