Ποια στάση στο Ουκρανικό υπηρετεί το εθνικό συμφέρον
14/03/2022Η ταραχώδης ιστορία της Ουκρανίας, η γεωγραφική της θέση, η μεγάλη παραγωγική της δυνατότητα, οι γεωπολιτικές βλέψεις μεγάλων και περιφερειακών Δυνάμεων, καθώς και το χαμηλό ποσοστό κοινωνικής συνοχής του πληθυσμού (εθνολογικές, γλωσσικές, θρησκευτικές αποκλίσεις), διαμόρφωσαν το πλαίσιο τρωτότητος και αστάθειας. Οι σχέσεις Ρωσίας-Ουκρανίας είναι σύνθετες αφού έχουν πολιτισμικές ομοιότητες, αλλά όχι τόσο ευχάριστες κοινές αναμνήσεις από τη ναζιστική εισβολή και την σταλινική τρομοκρατία. Την ίδια στιγμή, το εθνικό συμφέρον επιβάλλει την καταδίκη της ρωσικής επίθεσης.
Στην Ουκρανία κατοικεί σημαντική κοινότητα 150.000 περίπου Ελλήνων (επισήμως 93.000 ρωσόφωνοι), με ρίζες που φθάνουν στον 8ο αιώνα π.Χ. Η Ουκρανία αποτελεί ανεξάρτητη χώρα από το 1991. Βάσει της Συμφωνίας της Βουδαπέστης (1994) παρέδωσε τα πυρηνικά της όπλα, με τις ΗΠΑ και Ρωσία να εγγυώνται την ακεραιότητα και κυριαρχία της. Με την κατάρρευση της ΕΣΣΔ και παρά τις προφορικές του διαβεβαιώσεις, το ΝΑΤΟ επεκτάθηκε ανατολικά.
Οι Δυτικές φιλοδοξίες περί “ενιαίας και ανεξάρτητης Ευρώπης” προσέκρουαν στο ρωσικό “δόγμα του nearabroad”, σύμφωνα με το οποίο αποτελεί ζωτικό συμφέρον η ύπαρξη φιλικών χωρών περί τα σύνορα της Ρωσίας (buffer zone). Η εγκατάσταση συστημάτων αντιπυραυλικής άμυνας σε πρώην σοσιαλιστικές Δημοκρατίες θεωρήθηκε από το Κρεμλίνο σοβαρή πρόκληση.
Με την στρατιωτική επέμβαση στην Γεωργία το 2008 (Αμπχαζία, Νότια Οσετία), η Ρωσία προειδοποίησε έμπρακτα. Η Μόσχα αντέδρασε στην ουκρανική “πορτοκαλί επανάσταση” του 2004 και επέτυχε την εκλογή της φιλορωσικής ηγεσίας Γιανουκόβιτς το 2010. Η άρνησή του να υπογράψει την εταιρική συμφωνία με την ΕΕ, πυροδότησε κοινωνικές αντιδράσεις, στις οποίες συμμετείχαν και νεοναζιστικές οργανωμένες ομάδες. Τις αντιδράσεις εκμεταλλεύθηκε κατάλληλα η Δύση.
Μετά την φυγή Γιανουκόβιτς, η Ρωσία προσάρτησε την Κριμαία με νομιμοποιητική βάση τοπικό δημοψήφισμα. Η προσάρτηση της Κριμαίας έχει καταδικασθεί από την διεθνή κοινότητα. Το 2014 και επί 10 μήνες, συγκρούσθηκαν με τον ουκρανικό στρατό φιλορώσοι αυτονομιστές, με αρωγό την Ρωσία. Κατάληξη οι αυτοανακηρυχθείσες Λαϊκές Δημοκρατίες του Ντονέτσκ και του Λουγκάνσκ. Οι δύο Συμφωνίες του Μινσκ (2014 και 2015) ουδέποτε εφαρμόσθηκαν πλήρως, με αποτέλεσμα την συνέχιση των συγκρούσεων σε χαμηλότερη ένταση.
Οι προθέσεις του Πούτιν
Ο Πούτιν έδειξε τις πραγματικές του προθέσεις, οι οποίες δεν ήταν η εφαρμογή των Συμφωνιών του Μινσκ, ή η προστασία των Ρωσοφώνων, αλλά η προσάρτηση ουκρανικών εδαφών, ο έλεγχος της χώρας και η διαπραγμάτευση του καθεστώτος ασφαλείας των δυτικών του συνόρων. Την παράνομη εισβολή και τις ωμές παραβιάσεις του ανθρωπιστικού Δικαίου έχει καταδικάσει με μεγάλη πλειοψηφία η Γενική Συνέλευση του ΟΗΕ.
Η ουκρανική κρίση ήταν προσχηματική, αφού η εισβολή σε μία χώρα που –σύμφωνα με τον Πούτιν– αποτελεί μέρος της Ρωσίας, ήταν προαποφασισμένη. Για τον λόγο αυτό κήρυξε την “ανεξαρτησία” των Ντονέτσκ και Λουγκάνσκ, τινάζοντας στον αέρα κάθε διπλωματική διαδικασία. Η “απελευθέρωση” της Ουκρανίας από το “ναζιστικό” καθεστώς των “ναρκομανών” δεν βρήκε σύμφωνο τον ουκρανικό λαό, ο οποίος το ψήφισε και το υπερασπίζεται με την ζωή του. Οι υπαρκτοί, αλλά περιορισμένοι ναζιστικοί θύλακες, δεν ταυτίζονται με την βούληση ενός ολόκληρου λαού.
Ενώ οι μαζικές καταστροφές πόλεων συνεχίζονται και χιλιάδες άμαχοι σκοτώνονται και τραυματίζονται, οι Ουκρανοί αντιστέκονται καθολικά, με υψηλό φρόνημα. Οι μέχρι στιγμής 2,5 εκατομμύρια Ουκρανοί πληρούν τις διατάξεις της Συνθήκης της Γενεύης περί προσφύγων και σε αντίθεση με τους μετανάστες από την Ασία και την Αφρική, η συντριπτική τους πλειοψηφία αποτελείται από γυναικόπαιδα (οι άρρενες προασπίζουν την πατρίδα τους). Το πολιτιστικό επίπεδο των Ουκρανών προσφύγων τους καθιστά απολύτως αφομοιώσιμους σε Δυτικά κράτη.
Οι “ιστορικοί λόγοι” και η “προστασία μειονοτήτων” αποτελούν προσφιλή προσχήματα αναθεωρητικών κρατών (τουρκικοί ισχυρισμοί για Κύπρο, Θράκη και νήσους Αιγαίου). Οι εισβολές βαπτίζονται “ειδικές επιχειρήσεις ειρήνης” προς δημιουργία σφαιρών επιρροής ή και “ζωτικού χώρου”, αναλόγως της ισχύος των. Η πρόληψη της τρέχουσας καταστάσεως θα ήταν ίσως δυνατή μόνο με δομική υποχώρηση της Δύσεως (π.χ. εκ νέου δημιουργία δορυφόρων κρατών της Ρωσίας και εκ νέου διαίρεση της Ευρώπης).
Ουδείς γνωρίζει ακόμη την ακριβή αντίληψη της Ρωσίας περί του “χώρου ασφαλείας” που διεκδικεί. Εξαντλείται στις περιοχές Ντονέτσκ και Λουγκάνσκ; Συμπεριλαμβάνεται η παραλιακή ζώνη ή μέρος της Ουκρανίας ή και ολόκληρη η Ουκρανία; Περιλαμβάνονται και οι τρεις βαλτικές χώρες, η Ρουμανία και η Βουλγαρία; Ο Πούτιν έχει ζητήσει επαναφορά του καθεστώτος προ του 1997.
Ποιος κερδίζει στην Ουκρανία
Στο διακρατικό παιγνίδι των κρίσεων, κερδίζει ο περισσότερο αποφασισμένος πολιτικά, προετοιμασμένος στρατιωτικά και έτοιμος κοινωνικά να υπομείνει κόστος και θυσίες. Μέχρι στιγμής η Ρωσία επιτυγχάνει τους επιχειρησιακούς της στόχους, έστω και με καθυστέρηση. Η είσοδος ρωσικών στρατευμάτων στις ήδη ερειπωμένες πόλεις-κλειδιά είναι θέμα χρόνου και στην τελική μάχη εντός αστικού ιστού η Ρωσία θα χρησιμοποιήσει δεκάδες χιλιάδων μουσουλμάνων Τσετσένων και Σύρων κατά των “ομοδόξων αδελφών” που θέλει να “απελευθερώσει”.
Η Δύση δεν διακινδυνεύει στρατιωτική εμπλοκή με βέβαιη κλιμάκωση, η οποία θα οδηγούσε στα πρόθυρα πυρηνικής καταστροφής, αλλά έχει λάβει σκληρά οικονομικά μέτρα. Ακόμη και μετά από ενδεχόμενη κατάληψη της Ουκρανίας, όλα δείχνουν ότι ο ουκρανικός λαός είναι αποφασισμένος να συνεχίσει την αντίσταση. Στην περίπτωση αυτή, ένα συνεχές αντάρτικο σε μία τεράστια επικράτεια, σε συνδυασμό με τα αμείλικτα οικονομικά μέτρα, είναι πιθανό να προκαλέσουν ένα “νέο Αφγανιστάν” στο πεδίο και εσωτερικό ρήγμα στην Ρωσία, της οποίας η οικονομία δεν είναι άτρωτη (ΑΕΠ μόλις 1,5 τρισ.). Η ΕΕ της οποίας η συνοχή σε θέματα εξωτερικής πολιτικής και άμυνας αποτελεί ζητούμενο, θα πληρώσει οικονομικό τίμημα με άγνωστη διάρκεια (ενέργεια, βασικά τρόφιμα, πληθωρισμός κ.λπ.).
Διαφαίνεται ότι ο Πούτιν αποτυγχάνει στους πολιτικούς στρατηγικούς σκοπούς του, οι οποίοι είχαν βασισθεί σε μία αιφνιδιαστική στρατιωτική επιχείρηση που θα επετύγχανε ταχέως τους επιχειρησιακούς σκοπούς της, χάρις στην περιορισμένη αντίσταση των Ουκρανών και την Δυτική πολυδιάσπαση στην λήψη αποφάσεων. Η ρωσική εισβολή, όμως, συσπείρωσε το “εγκεφαλικά νεκρό ΝΑΤΟ” και την ΕΕ, προκάλεσε την παγκόσμια κατακραυγή, την άνοδο των αμυντικών δαπανών στη Δύση, την σκέψη εισόδου Σουηδίας και Φινλανδίας στο ΝΑΤΟ και την λήψη ιδιαίτερα σκληρών οικονομικών αντιποίνων με αισθητές επιπτώσεις. Ταυτόχρονα έστρεψε τον ουκρανικό πληθυσμό, ακόμη και ρωσοφώνους, εναντίον της Ρωσίας.
Η επιλεκτική ευαισθησία της Δύσεως, ο καιροσκοπισμός και η κατά περίπτωση πολιτική “ίσων αποστάσεων”, πλήττει ανεπανόρθωτα την αξιοπιστία της και ενθαρρύνει τα ανά τον κόσμο αναθεωρητικά επεκτατικά κράτη να εφαρμόζουν ατιμώρητα τον νόμο της ζούγκλας. Εάν η Δύση επεδείκνυε ανάλογη ευαισθησία στην παράνομη τουρκική εισβολή και κατοχή στην Κύπρο, εφαρμόζοντας με ζήλο τα δεκάδες σχετικά ψηφίσματα του ΟΗΕ, ίσως σήμερα να μην είχαμε την ουκρανική κρίση.
Ούτε ο τουρκικός πειθαναγκασμός (απειλή χρήσεως βίας, προκλήσεις, διεκδίκηση κυριαρχίας και κυριαρχικών δικαιωμάτων, τουρκολιβυκό μνημόνιο) κατά κρατών-μελών της ΕΕ, όπως η Ελλάς και η Κύπρος, θα υπήρχε εάν συναντούσε την άτεγκτη Δυτική στάση. Στην παρούσα συγκυρία η Τουρκία αναβαθμίζεται διπλωματικά και γεωστρατηγικά, ενώ ο Ερντογάν ενθαρρύνεται με τις αναθεωρητικές πρωτοβουλίες του Πούτιν.
Ουκρανία και εθνικό συμφέρον
Η Ελλάς έχει ορθώς επιλέξει σε στρατηγικό επίπεδο να συνδέσει την τύχη της με την Δύση (ΕΕ και ΝΑΤΟ). Η Ελλάς ανήκει στους Έλληνες, αλλά στο διεθνές σύστημα είναι απαραίτητη η σύμπλευση με κάποιο συνασπισμό ακόμη και για μεγαλύτερες χώρες. Η Ελλάς δεν ανήκει στην Δύση, αλλά είναι Δύση, η οποία στην σημερινή εκδοχή της και με όλες τις γνωστές αδυναμίες της, παραμένει όαση ελευθερίας και πολιτισμού σε σχέση με τον υπόλοιπο πλανήτη. Ο αδιάσπαστος κρίκος Ελλάδος-Δύσεως είναι η αρχαία Ελλάς και το δώρο αυτό οι Έλληνες όχι μόνο δεν πρέπει να απεμπολούν, αλλά να καθίστανται διαχρονικοί του θεματοφύλακες.
Η Ελλάς οφείλει να προωθεί τα εθνικά της συμφέροντα. Στο πλαίσιο αυτό δεν είναι σκόπιμοι οι συμψηφισμοί (γιατί προωθήθηκε το ΝΑΤΟ ανατολικά, τι έκανε στην Γιουγκοσλαβία, Αφγανιστάν και Ιράκ) που έμμεσα “ξεπλένει” την τρέχουσα ρωσική επίθεση. Αν και υπάρχει βάση συζητήσεως για καταμερισμό ευθυνών είναι προτιμότερο να αποφασίζουν αρμόδιοι διεθνείς θεσμοί περί αυτού.
Οι ενέργειες Πούτιν είναι παρόμοιες με τις αντίστοιχες του Ερντογάν κατά της Ελλάδος και της Κύπρου. Όπως προαναφέραμε, αποτελεί εθνικό συμφέρον η απερίφραστη και έμπρακτη καταδίκη της Ρωσίας, με παράλληλη όμως ανάδειξη των πρακτικών της Τουρκίας και έγερση σχετικών απαιτήσεων από την Δύση. Είναι επιπλέον σκόπιμη η επαναφορά του ενεργειακού ζητήματος της Ανατολικής Μεσογείου. Η αξιοπιστία των καταγγελιών της τουρκικής επιθετικότητας εξαρτάται από την αντιμετώπιση των διμερών σχέσεων. Οι καταγγελίες είναι ασύμβατες με διεξαγωγή διερευνητικών επαφών που δίδουν άλλοθι στον επιτιθέμενο, ή με συναντήσεις κορυφής δίχως προσυμφωνημένη ατζέντα.
Η Ελλάδα, μαθαίνοντας από την Ουκρανία, πρέπει να προσέξει την κοινωνική της συνοχή αφήνοντας κατά μέρος τα περί πολυπολιτισμικής κοινωνίας. Η ελεγχόμενη μετανάστευση είναι θεμιτή υπό την προϋπόθεση της αφομοιωσιμότητος των μεταναστών. Πέρα όμως και επάνω από όλα η αυτοβοήθεια της Ελλάδος (οικονομία, ένοπλες δυνάμεις, αμυντική βιομηχανία, δημογραφικό, μεταναστευτικό κ.λπ.) αποτελεί την μόνη ουσιαστική αποτροπή, η οποία ταυτόχρονα αυξάνει το ειδικό της βάρος εντός των συμμαχιών της και διευκολύνει την διπλωματία.
Η αποτρεπτική αποτελεσματικότητα βασίζεται στην ξεκάθαρη πολιτική βούληση για κατάλληλη χρήση της στρατιωτικής ισχύος σε περιόδους ειρήνης, κρίσεως και πολέμου, όταν διακυβεύονται ζωτικά εθνικά συμφέροντα. Η εν λόγω πολιτική βούληση δεν αρκεί να εξαγγέλλεται γενικόλογα. Η αξιοπιστία της πρέπει να πείθει απολύτως την αντίπαλη πλευρά.