Ποιος είναι ο τρομοκράτης στην υπόθεση Σουλεϊμανί – Το “χειροκρότημα” του Κυριάκου έχει ρίζες…
13/01/2020Τώρα που έχει κατακαθίσει ο κουρνιαχτός και η ένταση τείνει προς εκτόνωση, αξίζει να επανέλθουμε στην υπόθεση Σουλεϊμανί. Την αφορμή, άλλωστε, μας την δίνει το γεγονός ότι ο Έλληνας πρωθυπουργός επικρότησε ρητώς στην ομιλία του στο Atlantic Council την ενέργεια του προέδρου Τραμπ, προκαλώντας διάβημα διαμαρτυρίας εκ μέρους της Τεχεράνης.
Πολλοί αμέσως μετά τη δολοφονία του Σουλεϊμανί με πυραύλους στο αεροδρόμιο της Βαγδάτης ασχολήθηκαν με το εάν αυτή θα προκαλούσε κάποιου είδους πόλεμο στη Μέση Ανατολή και σε κάθε περίπτωση με τον τρόπο που θα επηρέαζε τις ισορροπίες στην περιοχή. Σ’ αυτό το επίπεδο η εικόνα έχει αρχίσει να ξεκαθαρίζει και ως εκ τούτου δεν θα ασχοληθούμε.
Το σημείωμα αυτό εστιάζει στην άλλη πτυχή, αυτή που δεν συγκέντρωσε ανάλογη προσοχή. Ο Σουλεϊμανί ήταν κορυφαίος αξιωματούχος του Ιράν, ενός κράτους-μέλους του ΟΗΕ. Δεν ήταν ανώτατο στέλεχος κάποιας τρομοκρατικής οργάνωσης. Κατά συνέπεια, η εξόντωσή του δεν μπορεί κατ’ ουδέναν τρόπο να συγκριθεί με την εξόντωση του αρχηγού της Αλ Κάιντα Μπιν Λάντεν επί προεδρίας Ομπάμα ή του αρχηγού του Ισλαμικού Κράτος Αλ Μπαγκντάντι επί προεδρίας Τραμπ.
Μπορεί οι ΗΠΑ και το Ιράν να έχουν διακόψει τις διπλωματικές σχέσεις τους, μπορεί οι σχέσεις τους να είναι από κακές έως εχθρικές, αλλά δεν βρίσκονται σε εμπόλεμη κατάσταση. Είναι αληθές ότι η Ουάσιγκτον είχε χαρακτηρίσει τους Φρουρούς της Επανάστασης “τρομοκρατική οργάνωση”, αλλά η πραγματικότητα είναι –και κανείς δεν το έχει αμφισβητήσει– ότι το στρατιωτικό αυτό σώμα είναι επίσημος θεσμός του ιρανικού κράτους.
Η αντίφαση της Ουάσιγκτον στην υπόθεση Σουλεϊμανί
Εάν δεν θέλουμε να πάρουμε διαζύγιο από τη λογική από τη στιγμή που οι ΗΠΑ χαρακτήρισαν τους Φρουρούς της Επανάστασης “τρομοκρατική οργάνωση”, για να είναι συνεπείς όφειλαν να χαρακτηρίσουν το Ιράν “κράτος-τρομοκράτη”. Αυτό είναι ποιοτικά διαφορετικό από το να κατηγορήσει ένα διεθνώς αναγνωρισμένο κράτος ότι φιλοξενεί τρομοκράτες, ότι υποθάλπει την τρομοκρατία, ή ακόμα και ότι χρησιμοποιεί τρομοκράτες. Τέτοιες πολιτικού χαρακτήρα κατηγορίες έχουν ακουστεί αρκετές στο παρελθόν, αλλά ποτέ δεν χαρακτηρίσθηκε επισήμως ένας κράτος “κράτος-τρομοκράτης”.
Ο λόγος που δεν έχει συμβεί αυτό είναι επειδή ένας τέτοιος χαρακτηρισμός έχει συνέπειες. Ένα κράτος-τρομοκράτης θα έπρεπε να εκτοπισθεί από τη διεθνή κοινότητα, ή τουλάχιστον να απομονωθεί πλήρως από όσους το χαρακτηρίζουν έτσι. Με άλλα λόγια να διακοπούν όχι μόνο οι διπλωματικές, αλλά και οι οικονομικές-εμπορικές σχέσεις. Κανείς δεν διανοήθηκε να συμπεριφερθεί έτσι στο Ιράν, ούτε καν οι ίδιες οι ΗΠΑ. Υπενθυμίζουμε ότι επί προεδρίας Ομπάμα, μαζί με άλλες μεγάλες δυνάμεις, είχαν διαπραγματευθεί και υπογράψει με την Τεχεράνη τη συμφωνία για το πυρηνικό πρόγραμμα.
Στην πραγματικότητα, επειδή δεν υπάρχει κάποιος κοινά αποδεκτός από τη διεθνή κοινότητα ορισμός της τρομοκρατίας, ο όρος χρησιμοποιείται ως κατά περίπτωση και σκοπιμότητα πολιτικός χαρακτηρισμός. Κατά κανόνα, οι ισχυροί και κατέχοντες χαρακτηρίζουν “τρομοκράτες” όσους εξεγείρονται. Όλα σχεδόν τα εθνικοαπελευθερωτικά κινήματα, πριν επικρατήσουν και ιδρύσουν ανεξάρτητα κράτη, είχαν χαρακτηρισθεί “τρομοκράτες” από τις αποικιοκρατικές δυνάμεις.
Τα παραδείγματα είναι πάρα πολλά και ιστορικά ο κατάλογος μακρύς. Έτσι είχε χαρακτηρισθεί από τους Βρετανούς στη δεκαετία του 1950 η ΕΟΚΑ στην Κύπρο. Τρομοκράτης είχε χαρακτηρισθεί από τους Βρετανούς και ο Μπεγκίν, μετέπειτα πρωθυπουργός του Ισραήλ. Έτσι χαρακτηρίζεται και το κουρδικό εθνικοαπελευθερωτικό κίνημα από την Άγκυρα.
Μανδύας νομιμοποίησης μίας δολοφονίας
Από τη στιγμή, λοιπόν, που το Ιράν δεν είναι κράτος-τρομοκράτης ούτε για τους Αμερικανούς, αποτελεί λογική και πολιτική αυθαιρεσία να χαρακτηρίζουν τον Σουλεϊμανί τρομοκράτη και μάλιστα μετά τη δολοφονία του. Ο λόγος, βεβαίως, που το κάνουν είναι προφανής: επιδιώκουν να προσδώσουν μανδύα νομιμοποίησης στη δολοφονία του.
Ο Σουλεϊμανί, όμως, δεν βρισκόταν παρανόμως στο Ιράκ, ούτε κρυβόταν. Ο πύραυλος τον βρήκε να φοράει τη στολή του. Ως εκ τούτου, ο μόνος χαρακτηρισμός που ταιριάζει στην περίπτωση είναι ότι η Ουάσιγκτον έδρασε ως τρομοκράτης, χωρίς εισαγωγικά. Κι αυτό, επειδή δεν πρόκειται για μία μυστική επιχείρηση δολοφονίας, για την οποία δεν ανέλαβε κανείς την ευθύνη. Στην περίπτωσή μας βγήκε ο ίδιος ο Αμερικανός πρόεδρος και θριαμβολόγησε. Το γεγονός ότι δράστης είναι μία υπερδύναμη δεν αλλάζει τα πράγματα.
Δολοφονίες από μυστικές υπηρεσίες έχουν πραγματοποιηθεί επανειλημμένως στο παρελθόν, αλλά ποτέ δεν βγήκε μία κυβέρνηση να αναλάβει ευθέως την ευθύνη για τη δολοφονία αξιωματούχου άλλου κράτους. Το Ισραήλ έχει εξοντώσει πολλά στελέχη παλαιστινιακών οργανώσεων, αλλά –απ’ όσο γνωρίζω– ποτέ δεν έβαλε επισήμως την υπογραφή του για δολοφονία αξιωματούχου κράτους-μέλους του ΟΗΕ.
Είναι ακριβώς γι’ αυτό που η δολοφονία του Σουλεϊμανί έχει πολύ μεγαλύτερη σημασία απ’ αυτή καθ’ αυτή την εξόντωσή του. Ζητωκραυγάζοντας για την εξόντωση του Ιρανού στρατηγού, ο πρόεδρος Τραμπ κατέλυσε έναν κανόνα που ισχύει αδιαλείπτως και σχεδόν χωρίς εξαιρέσεις στις διεθνείς σχέσεις για μη εμπόλεμα κράτη. Απ’ αυτή την άποψη δημιουργεί ένα εξαιρετικά επικίνδυνο προηγούμενο, το οποίο πιθανότατα θα βρει μιμητές.
Δύο ερωτήματα – Δύο απογοητευτικές απαντήσεις
Η ιδεολογική-πολιτική αντιπάθεια που νοιώθουν πολλοί για το ισλαμικό καθεστώς του Ιράν και ενδεχομένως για τον ίδιο τον Σουλεϊμανί, λόγω της δράσης του, δεν πρέπει να επηρεάζει την κρίση τους. Η ευθεία και ωμή κατάλυση των κανόνων που διέπουν τις διεθνείς σχέσεις είναι ευρύτερο και πολύ πιο κρίσιμο ζήτημα, διότι σπρώχνει το διεθνές σύστημα προς το χάος. Πως θα μας φαινόταν εάν οι Τούρκοι δολοφονούσαν έναν εμβληματικό Έλληνα στρατηγό και στη συνέχεια υπερηφανεύονταν δημοσίως γι’ αυτό; Δεν χρειάζεται να πούμε τι θα σημάνει εάν στο διεθνές σύστημα επικρατήσει ο νόμος της ζούγκλας, εάν “δίκαιο” αναγορευθεί η εκάστοτε θέση και πράξη του εκάστοτε ισχυρού.
Ούτως εχόντων των πραγμάτων εγείρονται δύο ερωτήματα. Πρώτον, πως είναι δυνατόν ο Αμερικανός πρόεδρος να δράσει κατά τέτοιον τρόπο, χωρίς το αμερικανικό πολιτικό σύστημα να του θέσει φραγμό; Η απάντηση είναι απλή και εξόχως ανησυχητική. Οι ΗΠΑ είναι μία βαθιά διχασμένη χώρα, το ίδιο και το πολιτικό της σύστημα. Η εκλογή του Τραμπ έβγαλε αυτή την πραγματικότητα στην επιφάνεια και την παρόξυνε. Το έργο το παρακολουθούμε live και σε ό,τι αφορά τη στάση της Ουάσιγκτον έναντι της Τουρκίας.
Το δεύτερο ερώτημα αφορά τη στάση του Μητσοτάκη. Με ποια λογική ο Έλληνας πρωθυπουργός –χωρίς να δεχθεί πίεση και χωρίς να έχουν προηγηθεί Ευρωπαίοι ηγέτες– επικροτεί μία δολοφονία, η οποία παραβιάζει κατάφωρα το διεθνές δίκαιο και όσα η Ελλάδα υποστηρίζει για τις διεθνείς σχέσεις; Είναι προφανές που και πόσο έκανε ζημιά στα εθνικά συμφέροντα η συμπεριφορά του. Αντί να κρύβεται, ας μας εξηγήσει επιτέλους σε τι εξυπηρετεί τα εθνικά συμφέροντα; Ελπίζει ότι έτσι θα μας κάνει πιο συμπαθείς στον πρόεδρο Τραμπ; Αν αυτός ήταν ο σκοπός του Έλληνα πρωθυπουργού εγείρεται σοβαρότερο ζήτημα. Δεν διδάχθηκε τίποτα από αυτά που ο ίδιος εισέπραξε στον Λευκό Οίκο για το που οδηγεί το “ναι σε όλα”;
Η Ελλάδα βρίσκεται σε εθνικά κρίσιμη περίοδο και σε εξαιρετικά δυσχερή θέση. Δεν έχει την πολυτέλεια να δρα ούτε υπό το κράτος ιδεοληψιών, αλλά ούτε και σαν “κράτος-πελάτης”. Γνώμονας της ελληνικής πολιτικής οφείλει να είναι η εξυπηρέτηση των εθνικών συμφερόντων, όχι των συμφερόντων και των σκοπιμοτήτων του “κράτους-προστάτη”. Πολύ περισσότερο, όταν οι ΗΠΑ δεν λειτουργούν καν ως προστάτης. Δυστυχώς, για μία ακόμα φορά επιβεβαιώνεται ότι η λογική της κατηφόρας είναι ο πάτος…