Πως η ρωσική πολεμική βιομηχανία αναπτύσσεται παρά τις κυρώσεις
31/05/2025
Την πολεμική μηχανή της Ρωσίας ως κύριο παράγοντα για τις επιτυχίες όχι μόνο στο πολεμικό μέτωπο αλλά και στο πεδίο της οικονομίας και μάλιστα σε συνθήκες διεθνούς απομόνωσης αναδεικνύει η Wall Street Journal.
Από τα πρώτα στάδια του πολέμου, ο Βλαντίμιρ Πούτιν προχώρησε στη μερική αναδιάρθρωση της ρωσικής οικονομίας: αύξησε την παραγωγή αρμάτων μάχης και οβιδοβόλων, προσέφερε μπόνους στρατολόγησης που αντιστοιχούν έως και σε έναν ετήσιο μισθό, και στηρίχθηκε σε ένα ρεύμα εθελοντών που έφτανε σε κάποιες φάσεις και τους 1.000 την ημέρα.
Αυτή η διαρκής συνθήκη κινητοποίησης φαίνεται όχι μόνο να αντιστάθμισε τις αρχικές απώλειες μετά την αποτυχία κατάληψης του Κιέβου το 2022, αλλά έδωσε ώθηση στις πρόσφατες ρωσικές προελάσεις, με περισσότερα από 250 τετραγωνικά χιλιόμετρα να έχουν καταληφθεί τον τελευταίο μήνα. Αυτά τα κέρδη επιτρέπουν στο Κρεμλίνο να επιβραδύνει τις συνομιλίες με το Κίεβο και να αγνοεί τις εκκλήσεις για άμεση διαπραγμάτευση. Ωστόσο, η διατήρηση αυτής της ισορροπίας εξαρτάται απόλυτα από τη συνέχιση του πολέμου.
«Η αμυντική βιομηχανία έχει μετατραπεί σε μοχλό ανάπτυξης. Θα είναι εξαιρετικά δύσκολο να μειωθούν οι στρατιωτικές δαπάνες», δηλώνει ο αναλυτής Αλεξάντρ Κολιάντρ, του Center for European Policy Analysis. Η Ρωσία έχει διοχετεύσει δισεκατομμύρια στη βιομηχανία όπλων για να διατηρήσει την παραγωγή 24 ώρες το 24ωρο. Αυτό έχει οδηγήσει σε αύξηση των μισθών, ιδιαίτερα στις φτωχότερες περιοχές της χώρας, και σε σχετική βελτίωση του βιοτικού επιπέδου – φαινόμενο που συνδέεται ευθέως με τον πόλεμο.
Τα όρια της ρωσικής οικονομίας
Όπως ισχυρίζονται Αμερικανοί αναλυτές, κατά παράδοξο φαινομενικά τρόπο ωστόσο η Μόσχα είναι θύμα της ίδιας της ικανότητάς της να επιβιώνει. Κι αυτό γιατί ακόμα και αν ο πόλεμος τελειώσει, η Ρωσία θα πρέπει να συνεχίσει την παραγωγή οπλισμού για να αναπληρώσει τα αποθέματα σοβιετικής εποχής. Πτώση της ζήτησης θα φέρει απολύσεις και δυσαρέσκεια, σε ένα ήδη ευάλωτο οικονομικό τοπίο με πληθωριστικές πιέσεις σε βασικά αγαθά.
Ακόμα και αν ο πόλεμος τελειώσει, η Ρωσία θα πρέπει να συνεχίσει την παραγωγή οπλισμού για να αναπληρώσει τα αποθέματα σοβιετικής εποχής. Πτώση της ζήτησης θα φέρει απολύσεις και δυσαρέσκεια, σε ένα ήδη ευάλωτο οικονομικό τοπίο με πληθωριστικές πιέσεις σε βασικά αγαθά. Όπως υπενθυμίζει η WSJ, μετά τον Β’ Παγκόσμιο Πόλεμο, ο Στάλιν είδε τους βετεράνους ως δυνάμει απειλή και κατέφυγε σε καταστολή. Αντίστοιχα σήμερα, μια αιφνίδια αποστράτευση δεκάδων ή εκατοντάδων χιλιάδων ανδρών, με μειώσεις μισθών και περιορισμό της παραγωγής, θα μπορούσε να προκαλέσει κοινωνική αναταραχή.
«Δεν είναι σοφό να απογοητεύσεις ένοπλους άνδρες», διαπιστώνει ο Βολοντίμιρ Ισένκο από το Ελεύθερο Πανεπιστήμιο του Βερολίνου. Από την άλλη πλευρά, όποιος παρακολουθεί στενά τα τεκταινόμενα στη Ρωσία, διαπιστώνει ότι το καθεστώς Πούτιν έχει αναγορεύσει τους πολεμιστές στην Ουκρανία σε ένα είδος προνομιούχων, οι οποίοι έχουν προτεραιότητα σε ό,τι αφορά τη στελέχωση του ευρύτερου κρατικού μηχανισμού, αλλά και των μεγάλων επιχειρήσεων. Πρόκειται για μία διαδικασία, την οποία οι δυτικοί αναλυτές παραβλέπουν.